«Τζιαι εμείς εκάμαμεν πολλά τότε…»

«Ώρα οκτώ και είκοσι. Ποια μέρα; Η μέρα δεν έχει πια καμιά σημασία. Όλες ίδιες είναι. Εμείς τις κάναμε να μοιάζουν έτσι. Ανοίγω την τηλεόραση γνωρίζοντας τι θα ακολουθήσει. Μετά τους τίτλους ειδήσεων ξεκινά το ίδιο τροπάριο».

 


Article featured image
Article featured image

Γράφει ο Γιώργος Γιατρού*  

 



Eνδοτισμός, ηττοπάθεια, αποτυχίες, αλληλοκατανομή ευθυνών. Ναινέκοι και λυσοφοβικοί.

2017. Πως φτάσαμε αλήθεια ως εδώ είναι να αναρωτιέται κανείς. Κάθε χρόνο και χειρότερα. Σαράντα τόσα χρόνια φθίνουσας πορείας και κατρακύλας. Τι κι αν κοιτάξαμε όλα αυτά τα χρόνια το μέλλον, από όλων των χρωματισμών τα μάτια. Γαλάζια, κόκκινα και με συνδυασμούς.

Από την σύσταση του κράτους μας το 1960 και ενώ περιμέναμε τα καλύτερα, σύννεφα άρχισαν να μαζεύονται. Με τους μισούς να χαίρονται για το νέο μας κράτος και κάποιους άλλους να το θεωρούν επιβαλλόμενο κακό από τρίτους.  

Ακόμα δεν το ξεπεράσαμε. Την κατάληξη θα τη θυμόμαστε πάντα. Κάποιοι αποφάσισαν ότι ο πρώτος μας πρόεδρος ήταν ακατάλληλος. Ακολουθεί....πραξικόπημα, εισβολή….το έγκλημα στο νησί.

 

-Σωτήρη μεν πάεις λέει η μάνα μου στον πατέρα μου εκείνο το πρωί της 20ης  Ιουλίου. Εν να  σε σκοτώσουν.

-Τζιε να μείνω .....εν να με σκοτώσουν οι δικοί μας, ήταν η απάντηση του.



Οι δικοί μας; Μα ποιοι δικοί μας; Πόσο δίκαιο μπορεί να έχει κάποιος ΔΙΚΟΣ  ΜΑΣ άμα σκοτώνει τον ίδιο του τον αδελφό; Όσοι  έκαναν τον λαό να κλάψει με τα εγκλήματα τους, ας μην αναρωτιούνται αν είχαν δίκιο ή άδικο. Είχαν ΛΑΘΟΣ ούτως ή άλλως.

Τελικά ο Σωτήρης Γιατρού δεν γύρισε. Τα όνειρα του σταμάτησαν όταν τον έστησαν στο εκτελεστικό απóσπασμα λίγα μέτρα από το γήπεδο ΓΣΠράξανδρος της Κερύνειας στις 23 Ιουλίου σε ηλικία 23 ετών, αφήνοντας την γυναίκα του στον ένατο μήνα της εγκυμοσύνης της.

Σε μια βδομάδα γεννήθηκε και το παιδί τους. Ένα παιδί που έχετε την τύχη ή την ατυχία να διαβάζετε τα όσα γράφει. Πόσα τέτοια ζήσαμε; Πόσο πονέσαμε; Οι μάνες με τις φωτογραφίες στο χέρι, να τις σηκώνουν προς τον ουρανό προσδοκώντας ίσως μόνο από τον Ύψιστο να δώσει τέλος στον πόνο τους.

Αυτό κάποτε μας πείσμωσε. Τότε γνωρίζαμε την λέξη αγώνας. Ήταν ο καιρός του «ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ». Αλήθεια το θυμάστε; Ήταν ο καιρός του «Λογαριάσατε λάθος με τον νου σας εμπόροι, δεν μετριέται πατρίδα λευτεριά με τον πήχη». Ήταν ο καιρός που υπήρχε κατοχή, πρόσφυγες, αγνοούμενοι, έποικοι, εγκλωβισμένοι.

Που χάθηκαν όλα αυτά; Μόδα και πέρασε; Μιλάς σήμερα γι’ αυτά και αυτόματα θέτεις εαυτόν στο περιθώριο. Είσαι παράλογος, μαξιμαλιστής και ξεροκέφαλος. Δεν υπηρετείς τα συμφέροντα της πατρίδας σου και είσαι εναντίον της λύσης.

Δεν είμαι υπέρμαχος όσων συνεχώς αναφέρονται στο παρελθόν, όμως όλα αυτά πρέπει να τα έχουμε υπόψιν στις ενέργειες μας. Ας μείνουν κάποιες ασπίδες αγωνιστικότητας και περηφάνιας όταν διαπραγματευόμαστε. Ο ενδοτισμός δεν είναι ο μόνος δρόμος.

 

- Ρε φίλε γιατί φορείς μαύρα, με ρώτησε ένα μήνα μετά την κηδεία του πατέρα μου ένας φίλος.

- Φίλε μου έθαψα τον πατέρα μου. Βρέθηκε σε ομαδικό τάφο στην Κερύνεια.

- Συλλυπητήρια φίλε  μου αλλά να σου πω και κάτι και να μην με παρεξηγήσεις; Τζιαι εμείς εκάμαμεν πολλά τότε.

 

Τον κοίταξα στα μάτια προσπαθώντας να ξεχωρίσω αν αυτό που μου είπε, πηγάζει από  μεγαλοψυχία, κομματική θολούρα ή τη θολούρα της καλοπέρασης και του facebook.

- Kαλά ρε φίλε ποιος τα έκαμε; Εγώ; Αφού τζιείνοι που τα εκάμαν εν σασμένοι σε κόμματα και σε δημόσιες θέσεις. Πολιτεύονται και μεγαλουργούν. Αν εθέλαμε κάθαρση, γιατί εν τους ετιμωρήσαμε τότε; Για να ξέρουμε τελικά όταν μας λέτε, εκάμαμεν τζι’ εμείς, ποιοι εν τούτοι οι εμείς.....

Τέλος πάντων. Εκάμαμεν τζι’ εμείς. Εκάμαν τζιαι τζιείνοι. Οι εποχές ήταν δύσκολες. Ψυχρός πόλεμος, διαίρει και βασίλευε από τους άλλους εγγυητές μας του ‘60, αλληλοσπαραγμός των λαών.

Εμείς όμως, και διορθώστε με αν κάνω λάθος, δεν κατακτήσαμε το 35% της Τουρκίας και να το κατέχουμε για τόσα χρόνια. Δεν προσφυγοποιήσαμε τόσες χιλιάδες κόσμο, δεν εποικήσαμε, δεν αλλοιώσαμε και δεν καταστρέψαμε την πολιτιστική τους κληρονομιά.

Δεν σκοτώναμε κάθε μέρα τους συγγενείς των αγνοουμένων. Δεν βασανίζαμε εγκλωβισμένους. Ας βάλουμε επιτέλους σε μια τάξη την κρίση μας. Έχουμε απέναντι μας ένα δολοφόνο λαών και εμείς καλλωπιζόμαστε. Αρμένιοι, Πόντιοι, Έλληνες, Κούρδοι, σφαγιάστηκαν, και αυτή η χώρα αρνείται πεισματικά ότι ευθύνεται.

Ούτε σ’ αυτά που έκανε στην Κύπρο παραδέχεται ή απολογείται, ενώ εμείς οι μεγαλόψυχοι,  μοιράσαμε τις ευθύνες σ αυτό που έγινε στο νησί μας και μάλιστα ούτε καν πενήντα-πενήντα. Απλά εκάμαμεν τζι’ εμείς.

Είναι ίσως εύκολο να κρίνω εκ των υστέρων τα όσα έγιναν και δύσκολο να προτείνω κάποιες λύσεις. Αυτό είμαι σίγουρος ότι το σκεφτήκατε. Θα προσπαθήσω λοιπόν να το κάνω και αυτό.

Ξεκινήσαμε όλες τις προσπάθειες μας για λύση εδώ και τόσα χρόνια χωρίς να ρωτήσουμε το λαό, τι είδους λύση θέλει. Κάποιοι αποφάσισαν ότι ήξεραν και μ αυτό πορεύθηκαν. Λάθος. Δεν ξέρετε.

Κάποιοι υπερτονίζουν ότι η διχοτόμηση είναι το χειρότερο που μπορεί να μας βρει. Πάλι λάθος. Η διχοτόμηση είναι το δεύτερο χειρότερο που μπορεί να μας βρει.

Μακράν το χειρότερο είναι η λύση εγγυήσεων, στρατού, εκ περιτροπής, σε συνδυασμό με την υπογραφή ενός κράτους που ουδέποτε σεβάστηκε τη δική του υπογραφή.

Ερωτώ λοιπόν, αν η Τουρκία δηλώσει, μη προθυμία να αποσύρει το στρατό της στο τέλος του χρονοδιαγράμματος, ποιος θα την υποχρεώσει; H Ευρωπαϊκή Ένωση; H Ελλάδα; H Αμερική, η Ρωσία ή η Αγγλία;

Aν με τη δημιουργία ενός σοβαρού επεισοδίου στην Κύπρο, έχει το δικαίωμα να επέμβει, τι θα κάνουμε; Μη ξεχνάτε ότι πλέον θα είναι ένα ενιαίο κράτος και σ αυτό θα διακινούνται χιλιάδες έποικοι, που μπορεί να είναι εξαίρετοι οικογενειάρχες, αλλά μπορεί να είναι και βαλτοί γκρίζοι λύκοι.

Αν αύριο κυβερνήσει ο Ακκιντζί, από ποιον θα παίρνει εντολές; Θυμάστε όλοι τον καλό Ακκιτζί τον καιρό που εξελέγη και βλέπετε τον σημερινό.

Πείτε με παράλογο, αλλά πλην της διπλωματίας, δεν βλέπω κάποια διαφορά από τον Ντεκτάς και έχουμε ακόμα δρόμο. Aν επίσης, χάσει ο Ακκιντζί και πρόεδρος είναι κάποιος Σερτάρ ή Ντερβίς, τι γίνεται;

H λύση λοιπόν, δεν είναι αυτή που θα μας δίνει 3 ή 5% περισσότερου εδάφους ή σε όποια διοίκηση.

Η λύση πρέπει να είναι αυτή που θα διασφαλίζει τη λειτουργία του κράτους μας, κάτω από τις οποιεσδήποτε συνθήκες και χωρίς να  μπορεί ΚΑΝΕΝΑΣ να επέμβει. Σε ένα νησί τόσο μικρό,  μπορεί μια δύναμη από τα Ηνωμένα Έθνη και Ε.Ε να ελέγχει τα όποια θέματα ασφάλειας δημιουργούνται.

Για να μπορούμε λοιπόν, εμείς και τα παιδιά μας να ζήσουμε σ αυτό τον τόπο, πρέπει  να βάλουμε το καλό της πατρίδας μας πάνω από τις προσωπικές μας φιλοδοξίες, αλλά και να έχουμε επίγνωση των κινδύνων, θωρακίζοντας την όποια λύση ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ της.

Πρέπει να αλλάξουμε και ένα αγαπημένο μας σλόγκαν.

Το σλόγκαν, «το κόμμα τζιαι τα μμάθκια μας», να το κάνουμε... «την Κύπρο τζιαι τα μμάθκια μας». (και δε μιλώ για κάποιο κόμμα). Μιλώ για όλα τα κόμματα και για όλους μας.

 

*Όσα αναφέρονται στο κείμενο εκφράζουν την προσωπική άποψη του συγγραφέα και δεν υιοθετούνται από τη CITY FREE PRESS  


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ