Επισκεφτήκαμε το ξωκλήσι που (ακούσαμε πως) γίνονται εξορκισμοί

«Μιαν ημέρα εκράταν με ο κουμπάρος μου να πάω να προσκυνήσω, γιατί μόνος μου εν επήαινα. Μόλις με επήραν στην εικόνα του Αγίου Ραφαήλ λαλώ του ‘πάμε να φύουμε’.

 

Article featured image
Article featured image

Τραβά με ξανά πίσω για να προσκυνήσω την εικόνα. Εγώ εν ήθελα. Με το ζόρι επροσκύνησα τον Άγιο Νικόλα, την Αγία Ειρήνη και μόλις πάω στον Άγιο Ραφαήλ, νοιώθω μια ππουνιά στο στομάχι τζαι εφώναζα, ‘εν θέλω, αφήστε με’. Κουντώ τον κουμπάρο μου τζαι διά με δύναμη πάνω στες εικόνες τζαι πάω να φύω. Τζείνη την ώρα ένοιωσα ένα σιέρι να με κουντά πάνω στην εικόνα του Αγίου Ραφαήλ για να τον προσκυνήσω. Ηρέμησα, εγύρησα πάνω στον πάτερ τζαι λαλώ του ‘ήταν πολλά ωραίο το cd με τις ψαλμωδίες, θέλω να το γοράσω’».

«Εν ήταν cd, εν οι Άγιοι που ήταν τζαι εψάλλαν για σένα…» απάντησε μου.

 

Γράφει ο Αχιλλέας Ρότας



Ένα ξωκλήσι σε χωριό της επαρχίας Λάρνακας, ένας διορατικός ιερέας και μερικές περίεργες ιστορίες για δαιμόνια και εξορκισμούς, αποτέλεσαν τις αφορμές για να ξεκινήσει αυτό το ρεπορτάζ.

Σάββατο, 9:00 το πρωί και ήδη βρισκόμουν στο δρόμο για το μικρό ξωκλήσι του Αγίου Ραφαήλ, στα Κάτω Λεύκαρα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή είχα ακούσει διάφορες ιστορίες για έναν ιερέα που κάθε Σάββατο, μετά τη λειτουργία, πραγματοποιεί τελετές εξορκισμού σε άτομα που έχουν καταληφθεί από δαιμόνια. Μερικές ακούγονταν υπερβολικές, ενώ κάποιες άλλες διηγήσεις ήταν σαφώς πιο πιστευτές. Ένα μυστήριο πέρα από τη λογική και πέρα από τη φαντασία, που όμως είχα την περιέργεια να το ζήσω από κοντά.

Μετά από λίγη ώρα, βρισκόμουν έξω από το ξωκλήσι. Μικρό, συμμαζεμένο, τίποτα το εξεζητημένο. Πολλά αυτοκίνητα παρκαρισμένα και κόσμος από όλες τις πόλεις της Κύπρου (όπως συνειδητοποιήσαμε στην πορεία) που ερχόταν γεμάτος προσμονή να γνωρίσει τον διορατικό ιερέα, να του μιλήσει.

 



Η λειτουργία είχε ξεκινήσει από τις 6:30 και μέχρι τις 10:30 θα τελείωνε -όπως μάθαμε από κάποιες γυναίκες που φροντίζουν το χώρο και βοηθάνε κάθε Σάββατο. Οι επιγραφές μέσα και έξω από την εκκλησία, με αυστηρό ύφος γραμμένες, προειδοποιούσαν πώς απαγορεύεται να εισέλθεις με απρεπή ενδυμασία -ιδίως οι γυναίκες, μόνο με φούστα μακριά και καλυμμένα τα άκρα μπορούν να μπουν, αλλιώς πρέπει να φορέσουν μια ρόμπα που θα βρουν στην είσοδο.

Η λειτουργία τελείωσε, βγήκαμε στην αυλή, πήραμε καφέ και αλμυρά (από μια μικρή αίθουσα) και ο κόσμος συζητούσε σε πηγαδάκια. Έτσι γίνεται κάθε Σάββατο, τα πράγματα για το πρόγευμα τα φέρνουν οι πιστοί που έρχονται εκεί.

Τίποτα περίεργο, όμως, δεν είδα και φυσικά, τίποτα απ’ όλα όσα φανταζόμουν στη διαδρομή προς εκεί.

 



Δεν πέρασε πολλή ώρα και μια κυρία με πλησίασε και μου έδωσε ένα πλαστικό μπουκάλι για να πάω, λέει, να μου δώσει αγίασμα ο ιερέας.

Τι γίνεται εδώ; Έχω ακούσει διάφορα για τον ιερέα, για τους εξορκισμούς. Είναι αλήθεια;

Ο πάτερ είναι ένας διορατικός άνθρωπος τζαι βοηθά πολλά. Εμέναν εν πολλές φορές που με έσωσεν που σίγουρο θάνατο. Κάθε Σάββατο ερχόμαστε δαμέ, εγίναμεν οικογένεια, ιδίως μετά που τούτα που εζήσαμε.

Τι ζήσατε δηλαδή;

Πριν αρκετό καιρό ένας κύριος ήρτε στο ξωκλήσι, δεν ήταν καλά. Είχαν του κάμει μάγια. Ο πάτερ τον βοήθησε να θεραπευτεί, εξόρκισεν τα δαιμόνια τζαι έσωσεν τον.  Εν τζίνος τζιαμέ, ο μικροκαμωμένος, ο γκριζομάλλης. Ετράβησεν πολλά που τα δαιμόνια, τωρά όμως εν καλά. Πλέον έρκεται κάθε Σάββατο πάνω τζαι βοηθά μας.

Όση ώρα μου εξιστορούσε την ιστορία του κυρίου, εγώ τον παρατηρούσα και προσπαθούσα να εξηγήσω με τη λογική όλα αυτά που άκουγα -δεν τα κατάφερα.

«Εν αλήθκεια ούλλα, ήταν μια πολλά δύσκολη περίοδος. Για να καταλάβεις, είχα το πάρει απόφαση ότι ήταν να πεθάνω τζαι αποχαιρετούσα συγγενείς τζαι φίλους. Σε όσους γιατρούς είχα πάει, εν μου εβρίσκαν τίποτε, κάτι παθολογικό, αλλά εγώ εμέτρουν αντίστροφα, το είχα πάρει απόφαση ότι θα πέθαινα».


Ώσπου να καθαρίσω εν έμπαινα μέσα στην εκκλησία. Όποτε εδοκίμαζα, έχανα τα λογικά μου. Εβαστούσαν με τέσσερις για να με βάλουν μέσα τζαι ώσπου εκόντευκεν ο τζαιρός να καθαρίσω, τα πράματα εγίνουνταν σιειρόττερα. Αντιδρούσε, εν έθελεν να φύει που μέσα μου…




Και τελικά τι έγινε, πώς τα καταφέρατε;

Ο πάτερ, αυτός με έσωσε. Δαπάνω εβρέθηκα τυχαία. Την πρώτη φορά όταν εμπήκα μέσα στην εκκλησία τζαι άκουσα τον να ψάλλει ένιωσα μια δυσφορία τζαι εφκήκα στο προαύλιο. Έφυα, αλλά το επόμενο Σάββατο ήθελα να ξαναπάω. Επροσπάθησα να μπω τζαι να ακούσω τη λειτουργία, ένιωσα περίεργα, ότι έχανα τον έλεγχο, μιαν περίεργην αδυναμίαν. Εσηκώσαν με τζαι εφκάλαν με έξω τζαι αμέσως εσυνήλθα. Μόλις ετέλειωσεν ο πάτερ τη λειτουργία ήρτεν κοντά μου τζαι είπε μου που μόνος του, αρχικά ότι έχω μάτι και στη συνέχεια ότι εκάμαν μου μάγια και για αυτό νοιώθω έτσι μες στην εκκλησία, τζαι ότι, αν το θέλω, μπορεί να με βοηθήσει.

«Εν η μοναδική εκκλησία που όσοι έχουν δαιμόνια εν μπορούν να αντέξουν, εν πολλά δυνατή η ενέργεια», συμπληρώνει η κυρία δίπλα του.

Πώς να σας βοηθήσει δηλαδή, τι να κάνει;

Κάθε Σάββατο, επήαινα στην εκκλησία τζαι μετά τη λειτουργία επαίρναν με μέσα στην εκκλησία για να αρχίσει τον εξορκισμό. Ώσπου να καθαρίσω εν έμπαινα μέσα. Όποτε εδοκίμαζα, έχανα τα λογικά μου. Εβαστούσαν με τέσσερις για να με βάλουν μέσα τζαι ώσπου εκόντευκεν ο τζαιρός να καθαρίσω, τα πράματα εγίνουνταν σιειρόττερα. Αντιδρούσε, εν έθελεν να φύει που μέσα μου… Μάλιστα, το διάστημα του εξορκισμού, εσυνέβαιναν πολλά περίεργα πράματα σπίτι μου. Εσπάζαν σταυροί, επέφταν οι εικόνες…

«Ήταν κάτι απίστευτο, εφέρναν τον μέσα οι συγγενείς του τζαι διάφοροι άλλοι που ήταν τζιαμέ τζαι πάλε εν εμπορούσαν να τον συγκρατήσουν, εφώναζεν, έβριζεν τον πάτερ, έφτυνε, εχτυπούσεν τον κόσμο. Θυμούμαι μια φοράν, έππεσεν χαμέ τζαι εφώναζεν ακαταλαβίστικα πράματα τζαι ελέαμεν του να φωνάξει ‘Κύριε Ελέησον’ τζαι έφκαλεν τη γλώσσα του τζαι έφτυνε μας».

Εσείς, τα θυμάστε όλα αυτά;

Πολλά λλία πράματα, παραπάνω θυμούμαι που τζείνα που μου ελέαν μετά που εσυνέρχουμουν. Το πιο έντονο ήταν τις θκιο τελευταίες φορές. Όπως μου είπασιν, μόλις με εβάλλαν μες στην εκκλησία, εμεταμορφώνουμουν σε κάτι άλλο, ο ίδιος ο δαίμονας. Εζητούσα νερό, τζαι εδιούσαν μου αγίασμα τζαι ενόμιζα πώς εκάφκουμουν, εφέρναν τον Τίμιο Σταυρό κοντά μου τζαι εφώναζα που τον πόνο. Εφώναζα του πάτερ ‘Κρούζεις με ρε, κρούζεις με, ίντα που μου κάμνεις, θέλεις να με πεθάνεις;’. Εβαστούσαν με ούλλοι που ήταν τζιαμέ -άντρες δυνατοί, διπλάσιοι που μένα, τζαι εκούντουν τους τζαι επέφταν χαμέ.

«Αν δεν το ζήσεις εν μπορείς να καταλάβεις, εκλέεαμεν ούλλοι που τον εβλέπαμε να βασανίζεται, να πονεί. Έσωσεν τον όμως η δύναμη του Αγίου τζαι του πάτερ».

Γυρνώντας πάνω στον κύριο Μ., τον είδα βουρκωμένο και να δακρύζει. «Ο Άγιος και ο πάτερ με έσωσαν. Θυμούμαι που με αναγκάζαν να φιλήσω την εικόνα του τζαι εν έθελα, τζαι εκόυντουν τους να με αφήκουν να φύω, τζαι που το πούποτε ένιωσα ένα σιέρι να με κουντά στην εικόνα τζαι να προσκυνώ. Όταν ερώτησα ποιος το έκαμε, ο πάτερ είπεν μου ότι εν ήταν κανένας που τζιαμέ, αλλά ο ίδιος ο Άγιος.

Κόμπιαζε και κάθε τόσο σταματούσε τη διήγηση θυμούμενος τι είχε περάσει και ότι τώρα είναι καλά, το πίστευε, το ζούσε. Από τις 8 Αυγούστου είναι ‘καθαρός’, λέει. «8 του Αυγούστου ‘εκαθάρισα’ από τα μάγια που μου είχαν κάνει».

 



Η λειτουργία (Παράκληση κατ’ ακρίβεια) θα ξεκινούσε σε λίγα λεπτά και έπρεπε να επιστρέψουμε στην εκκλησία…

Το ίδιο και ο κύριος Μ.  που είναι στο Ιερό και βοηθά τον πάτερ με το Αγίασμα που δίνει στους πιστούς. Αυτό που μας έκανε εντύπωση είναι πως, δεν δίνει όλους την ίδια ποσότητα. Σε άλλους δίνει περισσότερο και σε άλλους λιγότερο. Παίρνει το μπουκάλι, το δίνει παρακάτω υποδεικνύοντας πόσο Αγίασμα να μπει και σου το επιστρέφει.

Κατά τ' άλλα, όταν ξεκίνησε η Παράκληση, τίποτα περίεργο, τίποτα αλλόκοτο που να σε προδιαθέτει για σκηνικά όπως αυτά που είχα ακούσει προ ολίγου. Η παρουσία του πάτερ στο χώρο ήταν επιβλητική, μας μοίραζαν ευχητάρια για να ψέλνουμε όλοι μαζί τις ευχές, τις δεήσεις, τους εξορκισμούς -«Μεγαλυνάρια» έγραφε ένα από αυτά. Αναφέρθηκε μεν στον σατανά κάποιες φορές, θα είναι όμως, σκέφτηκα, στο πλαίσιο της Παράκλησης και των ευχών που διαβάζει. Σε ότι αφορά στον ρόλο των ψαλτάδων, δυο κοπέλες, νεαρές, με πολύ ωραίες φωνές, είχαν αναλάβει τα σχετικά καθήκοντα.

Γύρω στις 14:00 η Παράκληση είχε τελειώσει και ο πάτερ έβγαλε έξω ακριβώς από το Ιερό ένα μικρό τραπεζάκι και δύο καρέκλες. Ήταν η στιγμή που, όπως φάνηκε, όλοι περίμεναν με ανυπομονησία -λίγη ώρα με τον διορατικό ιερέα, για να του μιλήσουν και ενδεχομένως να βοηθηθούν από αυτόν, από τα λόγια του. Ο κόσμος συνέχισε να καταφθάνει ακόμα και το απόγευμα, όλες οι ηλικίες και όχι μόνο Κύπριοι. Πήγαιναν κοντά του, του μιλούσαν και πολλοί έφευγαν κλαίγοντας. Τι να τους έλεγε άραγε…

Είχε πάει 5:00 το απόγευμα και ακόμη ο πάτερ μιλούσε με τους πιστούς. Βλέπει πολλά, μου είπαν, ξέρει να σε διαβάζει. Κανείς δεν μπορούσε να το εξηγήσει, απλώς ήταν κάτι που συνέβαινε, προφανώς το ένοιωθαν και αυτό αρκούσε για να τον εμπιστευτούν…

Πριν φύγω, ρώτησα τον κύριο Μ. αν ξέρει ποιος του έκανε τα μάγια και αν φοβάται μήπως έχει ξανά «επισκέπτες». Όπως μου είπε, ο πάτερ δεν του λέει ποιοι έκαναν τα μάγια, γιατί είναι άτομα οικεία, του στενού του περιβάλλοντος και δεν θέλει να τον στεναχωρήσει. «Δεν φοβάμαι ότι θα αρρωστήσω ξανά, είμαι δίπλα στο Θεό και αυτό είναι αρκετό για να είμαι καλά και να παραμείνω καθαρός».

 


Αυτό που έζησα, δεν περίμενα ποτέ πώς υπάρχει στ’ αλήθεια. Είδα έναν άνθρωπο να βγάζει άναρθρες κραυγές, να βρίζει, να αλλάζει φωνές, να σπάει την καρέκλα και να προσπαθεί να ξεφύγει. Δέος, μόνο δέος. Όταν τον ξανάδα ήταν μια χαρά, πράος φιλικός, χαμογελαστός.


 

Αμέσως μετά τη δημοσίευση του άρθρου στη City Free Press, η εκπομπή Ανοικτή Γραμμή του SIGMA ασχολήθηκε με το θέμα του εξορκισμού, με τον κύριο Μ. να κάνει παρέμβαση και να διηγείται εκ νέου, στον αέρα αυτή την φορά, τα όσα βίωσε:




Μαρτυρία προσώπου που ισχυρίζεται ότι ήταν δαιμονισμένος και υπέστει εξορκισμό.


Posted by Ανοιχτή Γραμμή on Friday, 22 January 2016


 



Κι όμως, την ιστορία του κύριου Μ.  την είχα ξανακούσει, πριν επισκεφθώ το ξωκλήσι. Μήνες πριν, μια καλή φίλη μου περιέγραφε κάτι που είχε ζήσει. Μια εμπειρία που τη σημάδεψε και κάθε φορά που την θυμόταν, ένοιωθε περίεργα. Ο κύριος Μ.  απλώς μου επιβεβαίωσε όσα μου είχε διηγηθεί η Μαρία.

Η ίδια δεν είναι θρησκόληπτη, πιστεύει στον Θεό όπως οι περισσότεροι. Στο ξωκλήσι βρέθηκε πρώτη φορά πριν από 3 χρόνια και πήγε ξανά τον περασμένο Ιούνη. Εκείνο το Σάββατο που πήγε, ήταν ένα από τα τελευταία Σάββατα, λίγο πριν «καθαρίσει» ο κύριος Μ.

«Όταν τελείωσε η λειτουργία, ο πάτερ μας είπε, ότι θα γινόταν εξορκισμός και να μη φοβηθούμε, αλλά ούτε και να κοροϊδέψουμε. Έβγαλε τους γονείς με τα μικρά παιδιά έξω και ζήτησε να φέρουν μέσα τον κύριο Μ.

Τον κρατούσαν 8 άτομα και με το ζόρι μπορούσαν να τον ελέγξουν, το κάθισαν στη μέση της εκκλησίας, σε μια καρέκλα και άρχισε η όλη τελετή. Αυτό που έζησα, δεν περίμενα ποτέ πώς υπάρχει στ’ αλήθεια. Είδα έναν άνθρωπο να βγάζει άναρθρες κραυγές, να βρίζει, να αλλάζει φωνές, να σπάει την καρέκλα και να προσπαθεί να ξεφύγει. Δέος, μόνο δέος. Όταν τον ξανάδα ήταν μια χαρά, πράος φιλικός, χαμογελαστός».

Μια ιστορία που επιβεβαιώθηκε από τον ίδιο και τους υπόλοιπους που έζησαν αυτή την εμπειρία, λίγους μήνες μετά. Μια ιστορία τόσο απίστευτη και τόσο πιστευτή συνάμα.

 


Τελετές εξορκισμού γίνονταν ανέκαθεν. Παρόλα αυτά, πρέπει να γίνεται με φειδώ και σύνεση σε άτομα που έχουν όντως τα δαιμόνια μέσα τους. Κάθε περίπτωση που γίνεται για οικονομική εκμετάλλευση, είτε ατόμων ψυχικά άρρωστων, είτε ευάλωτων ομάδων, είναι κατακριτέα.


«Η εκκλησία πιστεύει στα δαιμόνια, αλλά τέτοιες τελετές πρέπει να γίνονται με φειδώ»

Ο Μητροπολίτης Τριμυθούντος κ. Βαρνάβας, έχει γνώση της κατάστασης.

«Επικοινωνήσαμε με τον ιερέα αρκετές φορές και ο ίδιος υποστηρίζει ότι, δεν παροτρύνει αυτός τον κόσμο να έρθει για εξορκισμό, μόνοι τους έρχονται και τον βρίσκουν παρακαλώντας τον να τους εξορκίσει. Δεν μπορούμε εμείς να επέμβουμε και να σταματήσουμε κάτι τέτοιο.

Υπάρχουν στη θρησκεία μας ευχητάρια με εξορκισμούς, του Αγίου Βασιλείου και του Αγίου Χρυσοστόμου, τελετές εξορκισμού γίνονταν ανέκαθεν. Τον 2ο και 3ο αι. μάλιστα υπήρχαν και τμήματα εξορκισμού στις διάφορες εκκλησίες. Παρόλα αυτά, πρέπει να γίνεται με φειδώ και σύνεση σε άτομα που έχουν όντως τα δαιμόνια μέσα τους.

Κάθε περίπτωση που γίνεται για οικονομική εκμετάλλευση, είτε ατόμων ψυχικά άρρωστων, είτε ευάλωτων ομάδων, είναι κατακριτέα».

Όπως μας ενημέρωσε ο Μητροπολίτης, δεν γνωρίζει εάν γίνεται κάποιου είδους οικονομική συναλλαγή για τους εξορκισμούς, παρά μόνο ότι πραγματοποιούνται οι συνήθεις εισφορές των πιστών προς το ξωκλήσι.



«Πολλοί πιστοί που πάνε με σκοπό να καθαρίσουν δεν τα καταφέρνουν και κατηγορούν τον ιερέα ότι τους κορόιδεψε, άλλοι πάλι γιατρεύονται και τον ακολουθούν πιστά, γίνονται οπαδοί του και τον στηρίζουν».

Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι αιτίες που μπορεί κάποιος να φτάσει σε αυτό το σημείο;

«Βασικό αίτιο είναι η έκλυτη ζωή μακριά από την εκκλησία και τον Θεό. Έπειτα θεωρώ ότι τα δαιμόνια μπορεί να μεταφερθούν και μέσω γονιδίων ή και με μαγγανείες και μάγια».

 

Αμφιβολία. Αυτό θαρρώ είναι το κυρίαρχο αίσθημα, αυτό που με βασανίζει απ’ εκείνη την ημέρα. Πού σταματά η αλήθεια και πού ξεκινά ο μύθος; Είναι η δύναμη του μυαλού ή κάτι ανώτερο και ανεξήγητο; Μπορεί ένας άνθρωπος να κατέχει τέτοια δύναμη και να σε σώσει από δαιμόνια και μάγια; Μπορεί ένας άνθρωπος να έχει τέτοια δύναμη και να σου καταστρέψει τη ζωή με μάγια;


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ