Μια σπουδαία ανακάλυψη σε σχέση με τη χημειοθεραπεία και η παρερμηνεία της

Πολλές φορές, μεταξύ μας (οι συντάκτες), σχολιάζουμε το πώς έχει εξελιχθεί η πληροφόρηση στις μέρες μας και πώς η επικράτηση του διαδικτύου έχει δημιουργήσει στην ουσία ένα «τέρας» παραπληροφόρησης και ψευδών ή αλλοιωμένων ειδήσεων. 

 


Article featured image
Article featured image

Όταν δε εντοπίζεις φαινόμενα παραποίησης πολύ σημαντικών επιστημονικών ευρημάτων, τα οποία μεταφράζονται κατά το δοκούν, άκριτα και απερίσκεπτα, τότε αντιλαμβάνεσαι ότι το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο απ’ ότι ίσως υποψιαζόσουν. 

Πριν μερικές εβδομάδες «πετύχαμε» σε ειδησεογραφικές ιστοσελίδες του εξωτερικού, ένα δημοσίευμα το οποίο αφορούσε τα αποτελέσματα επιστημονικής έρευνας που δημοσίευσε το αμερικανικό ινστιτούτο Albert Einstein College of Medicine, σχετικά με τις παρενέργειες της χημειοθεραπείας σε προ-εγχειρητικό στάδιο.


Το άρθρο προβάλει μια επιστημονική ευκαιρία για να βελτιώσουμε όσο γίνεται τη χημειοθεραπεία και οι ασθενείς να επωφελούνται των κλινικών οφελών της και όχι των παρενεργειών της.


Συνοπτικά το δημοσίευμα υποστήριζε πως η επιστημονική ομάδα του ινστιτούτου αποκάλυψε πως η χημειοθεραπεία που δέχονται οι ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο του μαστού, πριν την επέμβαση αφαίρεσης του όγκου, μπορεί να προκαλέσει μεταστάσεις των καρκινωμάτων και σε υγιή κύτταρα. Επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας ήταν οι Δρ. Γιώργος Καραγιάννης, Dr. Condeelis και Dr. Oktay.

Η συγκεκριμένη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Science Translational Medicine και η οποία εξέδωσε πολύ σημαντικά ευρήματα, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα έγινε βορρά σε διάφορες ιστοσελίδες «ιατρικού» περιεχομένου, αλλά και όπλο στα χέρια ούτω καλούμενων θεραπευτών και γιατρών, οι οποίοι προσπαθούν να προωθήσουν τις δικές τους μεθόδους, ακυρώνοντας ενδεδειγμένες θεραπείες χρόνων.

 



Οι επικεφαλής της ομάδας Dr. Condeelis, Δρ. Καραγιάννης, Dr. Oktay 

 

Σε μια προσπάθεια να ξεκαθαρίσουμε το τι ακριβώς τελικά έλεγε η έρευνα και ποια ήταν τα ευρήματα της, επικοινωνήσαμε με τον Δρ. Γιώργο Καραγιάννη, τον Έλληνα γιατρό επικεφαλής της ομάδας για να μας εξηγήσει με απλά λόγια τα αποτελέσματα της έρευνάς τους. «Σας ευχαριστώ πολύ που επικοινωνήσατε μαζί μου, ξέρετε τις τελευταίες ημέρες διαβάζω διάφορα αναληθή δημοσιεύματα στον ελληνικό τύπο σχετικά με τα αποτελέσματα της έρευνας, και απ’ όλους αυτούς οι μόνοι που επικοινώνησαν μαζί μου, που στο κάτω-κάτω είμαι μέλος της επιστημονικής ομάδας, ήταν τα «Ελληνικά Hoaxes» κι εσείς. Κανείς άλλος δεν ενδιαφέρθηκε να ρωτήσει, να μάθει την αλήθεια», ήταν η αρχική αντίδραση του Δρ. Καραγιάννη όταν του ζητήσαμε να απαντήσει σε κάποια ερωτήματα σχετικά με τα αποτελέσματα της έρευνας.


Προβάλλεται η πεποίθηση ότι η έρευνα μας είναι πολέμια της χημειοθεραπείας. Ωστόσο, δεν ισχύει κάτι τέτοιο.


Μπορείτε να μας εξηγήσετε το πεδίο της έρευνας και τα αποτελέσματα με απλά λόγια;

Το μοντέλο που περιγράφουμε αφορά τη διαδικασία της χημειοθεραπείας που λαμβάνεται προ-εγχειρητικά, πριν ακόμη αφαιρεθεί ο καρκίνος χειρουργικά.  Όπως φαίνεται μέσα από τα αποτελέσματα της έρευνας, κατά την προ-εγχειρητική χημειοθεραπεία δημιουργούνται οι συνθήκες εκείνες (βλάβες) μέσα στη μάζα του καρκίνου που προωθούν δύο προμεταστατικές αλλοιώσεις, δύο αλλοιώσεις δηλαδή που αυξάνουν σημαντικά την πιθανότητα να γίνει αιματογενής διασπορά καρκινικών κυττάρων, αλλιώς μετάσταση. Οι αλλοιώσεις αυτές αφορούν την αύξηση των TMEM (μια δομή που δουλεύει σαν τούνελ από το οποίο περνούν καρκινικά κύτταρα μέσα στο αίμα) και την αύξηση της επιθετικότητας τον καρκινικών κυττάρων, δηλαδή περισσότερα καρκινικά κύτταρα κινούνται προς τις εστίες TMEM. Αν θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε το αιμοφόρο αγγείο σαν τα διόδια που πρέπει να πληρώσουν τα αμάξια σε έναν δρόμο, τότε τα TMEM αντιπροσωπεύουν τις λωρίδες του δρόμου, και τα επιθετικά καρκινικά κύτταρα τα αμάξια. Αν έχεις περισσότερες λωρίδες (TMEM) σε έναν δρόμο, τότε έχεις και περισσότερα αμάξια που μπορούν να περάσουν από τα διόδια κάθε στιγμή.

 


 Η χημειοθεραπεία έχει πολλά κλινικά οφέλη που αυξάνουν σημαντικά το προσδόκιμο επιβίωσης των ανθρώπων.


Η χημειοθεραπεία δηλαδή αντί να θεραπεύσει έναν ασθενή, επιβαρύνει την υγεία του;

Αυτή είναι μια μεγάλη παρανόηση που έχει γίνει, και τα περισσότερα media την αναπαράγουν χωρίς καν να επικοινωνήσουν με τους συγγραφείς της έρευνας για επιστημονική εγκυρότητα. Πράγματι, με βάση τα όσα εξηγήσαμε, προβάλλεται η πεποίθηση ότι η έρευνα μας είναι πολέμια της χημειοθεραπείας. Ωστόσο, δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Υπάρχουν πολλές έρευνες που δείχνουν ότι αν δεν κάνεις χημειοθεραπεία θα ζήσεις κατά μέσο όρο λιγότερο σε σύγκριση με το αν κάνεις. Επομένως, η χημειοθεραπεία έχει πολλά κλινικά οφέλη που αυξάνουν σημαντικά το προσδόκιμο επιβίωσης των ανθρώπων. Ωστόσο, ασθενείς που παίρνουν χημειοθεραπεία, θα αναπτύξουν μεταστάσεις έπειτα από κάποια χρόνια και αυτό είναι κάτι το οποίο γνωρίζουν οι ογκολόγοι. Εμείς απλά εξηγήσαμε λεπτομερώς με ποιο μηχανισμό γίνεται αυτό. Ας το κάνουμε με υποθετικά νούμερα για να γίνει πιο κατανοητό στον κόσμο.


Ασθενείς που παίρνουν χημειοθεραπεία θα αναπτύξουν μεταστάσεις έπειτα από κάποια χρόνια και αυτό είναι κάτι το οποίο γνωρίζουν οι ογκολόγοι.


Τονίζω ότι τα νούμερα είναι υποθετικά, και δεν βασίζονται σε πειραματικά δεδομένα -απλώς το κάνω για λόγους απλοποίησης. Αν δεν κάνεις καθόλου χημειοθεραπεία θα ζήσεις ας πούμε 2-3 χρόνια. Αν πάρεις χημειοθεραπεία θα ζήσεις τα διπλάσια χρόνια. Αν όμως μπορούσαμε να σταματήσουμε με κάποιον τρόπο αυτή την παρενέργεια της χημειοθεραπείας που περιγράψαμε, δηλαδή την μεταστατική διασπορά που γίνεται από την χημειοθεραπεία, θα μπορούσαμε να παρατείνουμε τα 4-6 χρόνια κατά πολύ περισσότερο, ή ακόμη και μέχρι ο ασθενής να πεθάνει από άλλα φυσικά αίτια. Επομένως, το άρθρο μας προβάλει μια επιστημονική ευκαιρία για να βελτιώσουμε όσο γίνεται τη χημειοθεραπεία και οι ασθενείς να επωμίζονται των κλινικών οφελών της και όχι των παρενεργειών της.

 

Πόσο καιρό σας πήρε για να εξάγετε ασφαλή συμπεράσματα και να δημοσιοποιήσετε τα αποτελέσματα;

Στο συγκεκριμένο project δουλεύουμε από τον Ιανουάριο του 2015, παρόλα αυτά πριν από εμένα, εργάστηκαν πάνω σ’ αυτό άλλοι δύο post-doc παράγοντας κάποια δεδομένα σε μικρότερα στατιστικά δείγματα. Τα δεδομένα αυτά ήταν τόσο υποσχόμενα, που βοήθησαν πολύ στο να πάρει το εργαστήριο χρηματοδότηση για περεταίρω μελέτες και να σχεδιαστούν νέα πειράματα, σε μεγαλύτερη κλίμακα προκειμένου να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα. Η εργασία αυτή λοιπόν δεν είναι οπορτουνιστική και ουρανοκατέβατη όπως πολλοί κακεντρεχείς αναφέρουν σε δημοσιεύματα τους, αλλά ένα προϊόν που προήλθε έπειτα από πολλά χρόνια ερευνών, συμπεριλαμβανομένης και της έρευνας που έγινε πριν από τα δικά μου πειράματα.

 

Γιατί θεωρείτε ότι έχουμε αυτά τα αποτελέσματα από την χορήγηση των συγκεκριμένων φαρμάκων;

Η εξήγηση έγκειται στο γεγονός ότι οι χημειοθεραπείες είναι γενικά κυτταροτοξικές. Τα φάρμακα αυτά δεν είναι «έξυπνα», δεν μπορούν να ξεχωρίσουν για το αν ένα κύτταρο είναι καρκινικό η φυσιολογικό, ώστε να δράσουν ανάλογα. Θα καταστρέψουν τα κύτταρα που βρίσκονται σε στάδιο πολλαπλασιασμού -και τα καρκινικά κύτταρα συνήθως είναι σε αυτό το στάδιο-, χωρίς καμία διάκριση.


Η εργασία αυτή δεν είναι οπορτουνιστική και ουρανοκατέβατη όπως πολλοί κακεντρεχείς αναφέρουν σε δημοσιεύματα τους, αλλά ένα προϊόν που προήλθε έπειτα από πολλά χρόνια ερευνών, συμπεριλαμβανομένης και της έρευνας που έγινε πριν από τα δικά μου πειράματα.


Αυτό θα δημιουργήσει μαζικό θάνατο κυττάρων και άρα φλεγμονή, και έκκριση κυτταροκινών στην κυκλοφορία του ασθενούς. Όλα αυτά θα προάγουν τον μηχανισμό επιδιορθώσεως, επειδή ο οργανισμός βλέπει πλέον αυτό το πεδίο μάχης σαν μια βλάβη που δεν πρέπει να αφήσει ανεξέλεγκτη, διότι μπορεί να «προκαλέσει» σήψη, μέχρι και θάνατο του οργανισμού. Καθώς επιδιορθώνει λοιπόν το πρόβλημα δημιουργεί εστίες TMEM, που ο πραγματικός σκοπός τους είναι να «επανασκευάσουν» τα αγγεία και να ρυθμίσουν την διαπερατότητα τους σε ουσίες που είναι ωφέλιμες για τον οργανισμό. Δυστυχώς, όμως, ο καρκίνος είναι «έξυπνος» και εκμεταλλεύεται τα TMEM για να διαφύγει από την πρωτογενή του εστία και να βρει νέες εστίες. Το φαινόμενο περνάει ουσιαστικά απαρατήρητο μέσα από τον φυσιολογικό μηχανισμό επιδιόρθωσης των βλαβών.

Στην έρευνα μας χρησιμοποιήσαμε 3 κοινά χημειοθεραπευτικά σκευάσματα και δείχνουμε ότι και τα τρία προκαλούν αυτό το φαινόμενο σε συγκριτικά ίδιο βαθμό. Επομένως, δεν είναι κάποια διαβολική και επιτήδεια ουσία σε κάποιο συγκεκριμένο χημειοθεραπευτικό σκεύασμα η οποία «σκοτώνει» ανθρώπους, όπως κακώς παρερμηνεύθηκε από τα media, αλλά μια γενική ανταπόκριση του οργανισμού στο κυτταροτοξικό stress. Η εργασία μας προσπαθεί να μεταφέρει το ενδιαφέρον των επιστημόνων στο πώς μπορούμε να μειώσουμε τις επιπτώσεις αυτού του κυτταροτοξικού stress.


Φαίνεται λίγο παράδοξο να δίνεις ένα φάρμακο για να σταματήσεις την παρενέργεια ενός άλλου φαρμάκου, δυστυχώς όμως δεν υπάρχει κάτι καλύτερο από την χημειοθεραπεία προς το παρόν για να την αντικαταστήσουμε πλήρως, άρα προσπαθούμε να κάνουμε το καλύτερο για να την βελτιώσουμε.



Τα φάρμακα αυτά δεν είναι «έξυπνα», δεν μπορούν να ξεχωρίσουν αν ένα κύτταρο είναι καρκινικό η φυσιολογικό.


Σε τι στάδιο βρίσκεστε σήμερα σε επίπεδο ερευνών; Υπάρχουν άλλα ανακοινώσιμα αποτελέσματα;

Έχουμε πολύ ισχυρά δεδομένα ότι κάποιοι άλλοι καρκίνοι όπως για παράδειγμα οι νευροενδοκρινείς καρκίνοι του παγκρέατος διαθέτουν παρόμοιο μηχανισμό αιματογενούς διασποράς. Θεωρητικά, δεν υπάρχει λόγος οι καρκίνοι που έχουν τον ίδιο μηχανισμό μετάστασης να μην ανταποκρίνονται με τον ίδιο τρόπο στην προεγχειρητική χημειοθεραπεία. Ωστόσο, πρέπει να γίνουν οι αντίστοιχες μελέτες για να αποδειχτεί αυτό. Επομένως, δεν υπάρχουν ανακοινώσιμα αποτελέσματα σε αυτό το κομμάτι. Εντούτοις, υπάρχουν κάποια φάρμακα υπό δοκιμή που φαίνεται ότι δεν έχουν παρενέργειες και δρουν ως αναστολείς των TMEM.

Η λογική τους είναι να χρησιμοποιηθούν μαζί με τη χημειοθεραπεία, προκειμένου να σταματήσουν την παρενέργεια της που περιγράψαμε πιο πάνω. Φαίνεται λίγο παράδοξο να δίνεις ένα φάρμακο για να σταματήσεις την παρενέργεια ενός άλλου φαρμάκου, δυστυχώς όμως δεν υπάρχει κάτι καλύτερο από την χημειοθεραπεία προς το παρόν για να την αντικαταστήσουμε πλήρως, άρα προσπαθούμε να κάνουμε το καλύτερο για να την βελτιώσουμε.


Υπάρχουν κάποια φάρμακα υπό δοκιμή που φαίνεται ότι δεν έχουν παρενέργειες και δρουν ως αναστολείς των TMEM.


Τα φάρμακα αυτά είναι σε κλινικές δοκιμές με ενθαρρυντικά αποτελέσματα, και εδώ θέλω να τονίσω ότι η ομάδα μας δεν κατέχει καμία πατέντα αυτών των σκευασμάτων. Επομένως, εάν κάποτε κυκλοφορήσουν στην αγορά, εμείς δεν θα έχουμε κανένα οικονομικό όφελος. Παρόλα αυτά, τέτοιου είδους φάρμακα χρειάζονται πολλά χρόνια ερευνών και δοκιμών πριν δοθούν στην αγορά για χρήση.

Ο δρ. Καραγιάννης ξεκαθαρίζει ότι η συγκεκριμένη έρευνα ασχολήθηκε με την προεγχειρητική θεραπεία, και δεν υπάρχει κανένα δεδομένο για το αν παρόμοιοι μηχανισμοί συμβαίνουν και κατά την μετεγχειρητική χημειοθεραπεία. Τουλάχιστον με τα αμερικανικά δεδομένα το 20% των ασθενών με καρκίνο του μαστού δέχεται χημειοθεραπεία προεγχειρητικά με σκοπό να μειωθεί το μέγεθος του καρκίνου και να γίνει πιο αποτελεσματικό το έργο του χειρούργου. Η γενίκευση λοιπόν ότι η χημειοθεραπεία αυξάνει την μετάσταση, είναι πολύ επικίνδυνη.

«Ειπώθηκε από κάποια Μέσα, ότι η έρευνα μας έδειξε πως άνθρωποι ασθενείς που πήραν χημειοθεραπεία έκαναν μεταστάσεις. Και αυτό έχει παρερμηνευθεί. Η έρευνα μας ουσιαστικά έδειξε, ότι από τους 20 ασθενείς που πήραν προεγχειρητική χημειοθεραπεία, περισσότεροι από το 50% αυτών, ανταποκρίνεται με αύξηση των TMEM. Η αύξηση αυτή συνδέεται με αυξημένο ρίσκο για μετάσταση, δεν υποδηλώνει όμως ότι έχει γίνει η μετάσταση ήδη».


Δεν είναι κάποια διαβολική και επιτήδεια ουσία σε κάποιο συγκεκριμένο χημειοθεραπευτικό σκεύασμα η οποία «σκοτώνει» ανθρώπους, όπως κακώς παρερμηνεύθηκε από τα media, αλλά μια γενική ανταπόκριση του οργανισμού στο κυτταροτοξικό stress. Η εργασία μας προσπαθεί να μεταφέρει το ενδιαφέρον των επιστημόνων στο πώς μπορούμε να μειώσουμε τις επιπτώσεις αυτού του κυτταροτοξικού stress.


Στην όλη διαδικασία της έρευνας συμμετείχαν ως επικεφαλής οι Dr. Condeelis καθηγητής του Albert Einstein College of Medicine, και διευθυντής του Biophotonics Center, η Dr. Oktay επίσης καθηγήτρια στο Albert Einstein College of Medicine και παθολόγος στο Montefiore Hospital και ο Dr. Γιώργος Καραγιάννης. Η ομάδα είχε επίσης πολλούς επιφανείς επιστήμονες, όπως ο Dr. Joe Sparano, διευθυντής της Ογκολογικής Κλινικής Montefiore, και ο Dr. Thomas Rohan, επικεφαλής του Τμήματος Επιδημιολογίας του Ινστιτούτου.

 

 

Βιογραφικό:

Ο Δρ. Γιώργος Καργιάννης γεννήθηκε, μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Σχολή της Κτηνιατρικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης το 2008. «Κατά την διάρκεια των σπουδών μου ασχολήθηκα ερευνητικά, ως εθελοντής ερευνητής, στο εργαστήριο μοριακής βιολογίας της σχολής , κάτω από την επιτήρηση της Δρ. Κατερίνας Αγγελοπούλου, όπου μελέτησα την έκφραση κάποιων γονιδίων σε καρκίνους του μαστού στον σκύλο. Τότε απέκτησα το ερευνητικό ενδιαφέρον να ασχοληθώ με την ανθρώπινη υπόσταση της ασθένειας σε μοριακό επίπεδο, χρησιμοποιώντας ζωικά μοντέλα για τον καρκίνο».

Το 2008 ο Δρ. Καραγιάννης βρέθηκε στο University of Toronto του Καναδά στο εργαστήριο του Δρ. Ελευθέριου Διαμαντή (κυπριακής καταγωγής), όπου και ολοκλήρωσε (2014) το διδακτορικό του πάνω στην μετάσταση του καρκίνου του παχέος εντέρου στον άνθρωπο. «Μετά από σύντομη παύση κάποιων μηνών, κυνήγησα μεταδιδακτορική έρευνα στο εργαστήριο του Dr John Condeelis και της Dr Maja Oktay στο Albert Einstein College of Medicine. Έκτοτε, ασχολούμαι με την βιολογία και τους μοριακούς μηχανισμούς τις μετάστασης στο καρκίνο του μαστού».


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ