Μια ομάδα Ελλήνων και Αμερικανών ερευνητών μελέτησε τα μηνιαία στατιστικά στοιχεία για τις αυτοκτονίες στην Ελλάδα από το 1983 ως το 2012 σε συσχετισμό με τα γεγονότα που συνδέονται με τα προγράμματα λιτότητας από το 2008.
«Η ανάλυσή μάς δείχνει μια σημαντική άνοδο των αυτοκτονιών στην Ελλάδα έπειτα από γεγονότα που συνδέονται με τη λιτότητα» διαπιστώνεται στη μελέτη.
Η ανακοίνωση τον Ιούνιο 2011 από την ελληνική κυβέρνηση ενός δεύτερου πακέτου μέτρων λιτότητας που περιλάμβανε μειώσεις των μισθών των δημόσιων υπαλλήλων και μείωση των δαπανών για την κοινωνική προστασία, μοιάζει να είχε την ισχυρότερη επίδραση στην καμπύλη των αυτοκτονιών.
Ο αριθμός των αυτοκτονιών (ανδρών και γυναικών) αυξήθηκε κατά μέσο όρο 35,7% «στους μήνες που ακολούθησαν αυτή την ημερομηνία, σε σχέση με τον μέσο όρο των προηγούμενων μηνών» σύμφωνα με τον κύριο συντάκτη της μελέτης, καθηγητή Τσαρλς Μπράνας.
Οι ερευνητές επισημαίνουν, επίσης, την άνοδο του αριθμού των αυτοκτονιών μεταξύ των ανδρών μετά την έναρξη της ελληνικής ύφεσης τον Οκτώβριο του 2008 (+13,1%), καθώς και τον Απρίλιο του 2012 (+29,7%), μετά την αυτοκτονία ενός συνταξιούχου στην πλατεία Συντάγματος.
Τον Μάιο και τον Ιούλιο του 2012 ο μηνιαίος αριθμός των αυτοκτονιών έφθασε στο υψηλότερο σημείο που είχε παρατηρηθεί ποτέ τα τελευταία 30 χρόνια, με 62 και 64 αυτοκτονίες αντιστοίχως γι’ αυτούς τους δύο μήνες.
Αντίθετα τα χαμηλότερα επίπεδα στους ετήσιους απολογισμούς των αυτοκτονιών ανάγονται στις πιο ευνοϊκές οικονομικά περιόδους: Φεβρουάριος 1983 και Νοέμβριος 1999 (14 αυτοκτονίες).
Καθηγητής Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, ο Τσαρλς Μπράνας εκτιμά ότι δεν είναι μόνον οι οικονομικές πολιτικές που επηρεάζουν την καμπύλη των αυτοκτονιών, αλλά επίσης «τα δημόσια μηνύματα» που συνοδεύουν αυτές τις πολιτικές.
Αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις καθώς και τα Μέσα ενημέρωσης οφείλουν να έχουν συνείδηση «του εν δυνάμει αρνητικού αντίκτυπου που έχουν στη δημόσια υγεία, ιδιαίτερα στις αυτοκτονίες» αυτά τα μέτρα λιτότητας, υπογραμμίζει ο καθηγητής μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Προτείνει να παρουσιάζονται οι πολιτικές λιτότητας στο κοινό με τρόπο «λιγότερο δραματικό» και επίσης να επιλέγονται οι «λιγότερο δραστικές» πολιτικές όταν έχουν την ίδια οικονομική αποτελεσματικότητα.