Παρόλο που ως πελάτισσα δεν το χάρηκα (έκλεισα ωστόσο το ραντεβού γιατί είμαι περίεργη να μάθω τι σκατά κάνει στα νύχια των ανθρώπων και έχει τόσο μεγάλο σουξέ), σαν άνθρωπος που βλέπει μπροστά, αναγνώρισα πως η κυρία είναι «κοψονούρα» επιχειρηματίας, επιτυχημένη επαγγελματίας, που έκανε τα παλούκια της χρυσά κατά πάσα πιθανότητα γιατί κατά τη διάρκεια του σχολικού επαγγελματικού προσανατολισμού αυτή άκουγε το μέλλον και όχι τις κλισεδούρες των καθηγητών μας.
Σκέψου πως αυτή η κυρία δεν πληρώνει ενοίκιο, φως, νερό, τηλέφωνο, internet -κάνει κατ’ οίκον επισκέψεις- δεν κόβει αποδείξεις, δεν έχει υπαλλήλους και τα έξοδά της είναι η βενζίνη και ο εξοπλισμός της. Αν υποθέσουμε πως ένα μανικιούρ-πεντικιούρ διαρκεί μέσο όρο 90 λεπτά και κοστίζει επίσης κατά μέσο όρο 50 ευρώ, και αν επίσης υποθέσουμε πως η κυρία επιλέγει να δουλεύει ένα γεμάτο 8ωρο ημερησίως, τότε μιλάμε για πέντε ραντεβού την ημέρα. Πέντε ραντεβού την ημέρα σημαίνει 250 ευρώ μαύρα... στην πούγκα που λέμε. Μα 250 ευρώ ημερησίως, σημαίνει 1250 ευρώ την εβδομάδα αν υποθέσουμε πως δουλεύει πενθήμερο, τουτέστιν 5.000 ακριβώς το μήνα! Παρεμπιπτόντως η κυρία είναι 25 ετών! Κόπηκες; Εσύ τι δουλειά είπαμε πως κάνεις;
Ας υποθέσουμε τώρα πως ανήκεις στην κατηγορία των ανθρώπων που κατά τη διάρκεια του σχολικού επαγγελματικού προσανατολισμού, δεν είχες βγει για τσιγάρο και άκουγες τον καθηγητή σου να μιλάει για Πανεπιστήμια, επαγγέλματα με μέλλον και επαγγελματική αποκατάσταση. Τότε είσαι από αυτούς που αποφοίτησαν στα 17 και πέρασαν σε ένα Πανεπιστήμιο από το οποίο αποφοίτησαν 4 χρόνια μετά, στα 21. Γνωρίζοντας όμως πως με ένα πτυχίο, δουλειά δεν θα βρεις, έκανες και ένα μεταπτυχιακό, το οποίο ολοκλήρωσες στα 23 σου. Μέχρι στιγμής δεν έχεις επαγγελματική πείρα, οπότε αποφασίζεις να κάνεις και ένα PhD δουλεύοντας ταυτόχρονα ως intern. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα τελειώσεις στα 28 σου αν είσαι γυναίκα. Αν είσαι αγοράκι, τότε είσαι 30 καθώς χρειάστηκε να υπηρετήσεις τη μαμά πατρίδα -μη τα ξεχνάμε αυτά. Εννοείται πως έχεις σπουδάσει οικονομικά, λογιστικά, επιχειρήσεις ή κάτι άλλο εξίσου fancy και θεωρητικό. Επιστρέφοντας στην Κύπρο, ψάχνεις για δουλειά σε μεγάλους κολοσσούς όπου ο ανταγωνισμός όμως είναι μεγάλος.
Αν λοιπόν το Πανεπιστήμιο στην Αγγλία δεν ήταν από τα καλά ή δεν συνέχισες μετά το Master, μάλλον μετά τις πρώτες απορριπτικές επιστολές, και αφού δεν σώνεις να επιστρέψεις στα έδρανα για να διορθώσεις την κατάσταση, βάζεις τους γονείς σου μπροστά, οι οποίοι κινητοποιούν λυτούς και δεμένους, πάνε σε γάμους βουλευτών περιμένοντας στην ουρά για τη «χαιρέτηση» 45 λεπτά -για να είναι τα πλάνα από το drone πλούσια- προκειμένου να σου εξασφαλίσουν δουλειά σε μια δημόσια υπηρεσία.
Από τη μια λοιπόν έχουμε αυτούς που δουλεύουν γεμίζοντας τη σακούλα με μαύρα και στη καλύτερη των περιπτώσεων δηλώνουν αυτοεργοδοτούμενοι με 500 ευρώ έσοδα και από την άλλη αυτούς που θα αρχίσουν δουλειά στα 30 τους. Για να γεμίσει το κενό υπάρχει και ένας φουσκωμένος δημόσιος τομέας που δεν λειτουργεί, δεν παράγει, αλλά απορροφάει χρήμα αβέρτα. Εν τω μεταξύ, πρέπει να πληρωθούν οι υφιστάμενες συντάξεις και να συντηρήσουμε τις κοινωνικές ασφαλίσεις των επόμενων 30 ετών. Πόσο πιθανό σου φαίνεται;
Ας υποθέσουμε όμως πως δεν αντέχεις το δημοσιουπαλληλίκι, ούτε θέλεις να ζήσεις μια ζωή σε campus. Ας υποθέσουμε πως είσαι ο μετρίως μέτριος και πάντα μετρημένος που αναφέρει και ο Πορτοκάλογου στο άσμα του. Ας υποθέσουμε πως δημιουργείς τη δική σου δουλειά πληρώνοντας ενοίκιο, κοινωνικές ασφαλίσεις, φόρο και όλα τα σχετικά ή σπούδασες καλές τέχνες, ηθοποιός, γραφίστας, χορευτής. Πολύ καλά έκανες, ελπίζω όμως να μην επέστρεψες στην πλούσια σε ήλιο αλλά λειψή σε υποδομές χώρα. Από προσωπική εμπειρία, σου λέω πως αν δεν είσαι λίγο λαμόγιο ή αν δεν έχεις κουμπάρο «δυνάμενο», στην Κύπρο καριέρα δεν κάνεις.
Οπότε ανάμεσα στο δημοσιουπαλληλίκι, τον αιώνιο φοιτητή, τον εποχιακά-εργαζόμενο-αλλά-μονίμως-συντηρούμενο-από-την-οικογένεια και το νύχι Shellac εσύ τι διαλέγεις;
Προσωπικά όταν μεγαλώσω, θέλω να γίνω νυχού.