Τα «σαντουιτσίδικα» της λεωφόρου Σπύρου Κυπριανού

Στις μέρες μας, το λένε street food και έχει γίνει το νέο must για όλες τις τάξεις και όλα τα βαλάντια.

 


Article featured image
Article featured image

Φωτογραφίες: Θεοδώρα Ιακώβου 



Το φαγητό του δρόμου, όμως, δεν είναι καινούργια υπόθεση, ούτε μια μόδα που εμφανίστηκε πριν λίγα χρόνια και θα σβήσει στα επόμενα.

Το φαγητό του δρόμου και πιο συγκεκριμένα τα «σαντουιτσίδικα» κάνουν καριέρα στην Κύπρο εδώ και πολλές δεκαετίες, με πολλούς από τους ιδιοκτήτες καραβανιών ή καντίνων με σάντουιτς, να γίνονται κάτι σαν θρύλοι και να ακούγονται σε όλη την Κύπρο, για τα χορταστικά και πλούσια σάντουιτς που έφτιαχναν.

Στη Λεμεσό, θυμάμαι να μας πηγαίνουν βόλτα οι γονείς μου και να κάνουμε στάση δύο με τρείς φορές τη βδομάδα στα σάντουιτς του Γιαννάκη στην πλατεία Ηρώων, για να παραγγείλουμε τα γνωστά με κοτόπουλο και πίκλα.


Μπορεί να μεν εσπούδασα σε πανεπιστήμιο αλλά εσπούδασα τον δρόμο τζιαι τούτον εν η πιο μεγάλη σπουδή που ούλλες. Στον δρόμο θα συναντήσεις πολλές καταστάσεις, τζιαι πρέπει να είσαι δυνατός για να τα φκάλεις πέρα. 


Όλοι μας έχουμε φάει ζεστό ή κρύο σάντουιτς από τον δρόμο και σε κάποιες περιπτώσεις αυτό αποτέλεσε μια από τις καλύτερες και πιο έντονες γεύσεις που δοκιμάσαμε ποτέ.

Μια τάση, που ενώ τα προηγούμενα χρόνια είχε πορεία φθίνουσα, μετά την ύφεση της οικονομίας άρχισε να επανακάμπτει, να αποκτά ξανά πιστούς οπαδούς, ενώ νέο αίμα φαίνεται να επιστρέφει στην αγορά εργασίας, με τα κλασσικά σαντουϊτσίδικα.

Στη Λευκωσία, ένας από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους, η Λεωφόρος Σπύρου Κυπριανού (πρώην Τροόδους), φιλοξενεί 4 καντίνες του δρόμου, με την καθεμιά από αυτές να έχει το δικό του κοινό και πελατεία. 4 διαφορετικές γενιές ανθρώπων που κάνουν το ίδιο επάγγελμα, μιλάνε στη CITY για τις δυσκολίες του επαγγέλματος, τους περίεργους πελάτες, τις καλές εποχές, αλλά και την αγάπη που έχουν γι’ αυτό που κάνουν.



 

Παύλος / Παύλος Snacks





Ο κύριος Παύλος, είναι από τους παλαιότερους στο επάγγελμα με μια πορεία 35 χρόνων, ενώ στο συγκεκριμένο σημείο βρίσκεται για περισσότερα από 25 χρόνια.

«Ανοίγω το καραβάνι από τις 8:00 το πρωί και κλείνω λίγο μετά τις 15:00. Τζίνες τις ώρες εν η πολλή δουλειά. Εμείς δουλεύαμε με τον εργαζόμενο κόσμο, τον σιδερά, τον καλουψή, τον πελεκάνο, τον υδραυλικό, τα φορτηγά, τις βαρέλλες, αυτός ο κόσμος έτρωε και τρώει, η εργατική τάξη».

Το αγαπημένο σάντουιτς των πελατών του είναι το «σάντουιτς διάφορα», λούτζα, χαλούμι, χαμ, λουκάνικο.

 



Μετά την κρίση η κίνηση μειώθηκε;

Μα ήταν επόμενο να μειωθεί. Αφού όλοι οι πελάτες μου πλέον εν δουλεύκουν, άρα εν έρκουνται να αγοράσουν. Περνούμε, αλλά σίουρα ενεν όπως παλιά.



Όλα αυτά τα χρόνια στο δρόμο, δεν σας έτυχε κάτι περίεργο;

Το πιο περίεργο που μπορώ να σκεφτώ ήταν όταν κάποιοι προσπαθούν να μου γελάσουν για να φύουν χωρίς να πληρώσουν.

Μια φορά μάλιστα ήρτεν ένας που τον ήξερα, τζιαι παραγγέλει μου 15 σάντουιτς και αναψυκτικά. Κάμνω του τα και λέει μου να τον αφήκω να πεταχτεί να τα πάρει των φίλων του που ήταν πιο κάτω τζιαι να έρτει να με πληρώσει. Αν με πλήρωσες εσύ, επλήρωσε με τζιαι τζίνος. Αλλά τούτα εν ένα-δύο περαστικά στους 100. Τωρά να έρτει ένας να μου πει, εν κρατώ να πιάσω σάντουιτς, θα τον κεράσω, μαζί με το ποτό του, να φάει το πλάσμα.

 



 

Σήμερα ένας νέος αξίζει τον κόπο να ανοίξει καραβάνι;

Σήμερα ούτε εγώ αν ήμουν νέος θα έκαμνα τούτην τη δουλειά. Τότε που εξεκινούσαμεν εμείς, είμαστε μετρημένοι. Σήμερα έχουν ούλλοι φαΐ. Στους φούρνους βρίσκεις σάντουιτς, στις πεζίνες, στα περίπτερα, παντού ανεξέλεγκτα.

Υπάρχει τόσο μεγάλη προσφορά που στην αγορά, που ο κόσμος εν ξέρει που να πρωτοπάει. Επηρεάσαν μας τζιαι τούτοι εμάς. Παλιά έρκουνταν που μίλια μακριά για να φαν σάντουιτς στον Παύλο.

«Για να είμαι ειλικρινής εκουράστηκα. Δουλεύκω από τα 12 μου χωρίς να σταματήσω ως σήμερα που είμαι 65. Υπολογίζω ακόμα ένα-δύο χρόνια και μετά να κάτσω να ξεκουραστώ. Εκάμαμεν την οικογένεια μας, εμεγαλώσαμεν τα παιδιά μας, κανεί, εν ήμαστε άπληστοι εμείς».

 

 

Άντρη / Τα κρύα σάντουιτς του SIR Φραντζολάκι

 





Τα δύο αδέλφια Μάριος και Άντρη Ιωάννου, αποτελούν τη νέα γενιά που αναλαμβάνουν να φέρουν ξανά στο προσκήνιο τα παλιά σαντουιτσίδικα, με ένα μοντέρνο twist.

Πριν ενάμιση χρόνο, μέσα στην οικονομική κρίση, αποφάσισαν να ρισκάρουν και να φτιάξουν κάτι το οποίο πίστευαν πώς έλειπε από την αγορά. Σήμερα, ο «SIR φρατζολάκης» έχει γίνει στέκι, αφού οι πελάτες του το προτιμούν τόσο για την ποιότητα και την φρεσκάδα των προϊόντων του, όσο και για τις πολύ χαμηλές τιμές.

«Η σκέψη ήταν να κάνουμε κάτι καινούργιο, κάτι οικονομικό και παράλληλα ποιοτικό, συμβαδίζοντας με την ευρύτερη εποχή της οικονομικής δυσχέρειας που διανύουμε. Κάτι εύκολο στο δρόμο, για το δρόμο. Ξεκινάμε από τις 6:00 το πρωί, και κλείνουμε στις 16:00 το απόγευμα, από τη Δευτέρα μέχρι και το Σάββατο.

 

Η οικονομική κρίση θεωρείς πώς σε ωφέλησε;

Μα ο «SIR Φραντζολάκης» δημιουργήθηκε λόγω της κρίσης, άρα σκοπός μας ήταν να κερδίσουμε όλους αυτούς που δεν είχαν τη δυνατότητα να ξοδεύουν καθημερινά 5 και 6 ευρώ για ένα σάντουιτς με αναψυκτικό.



Αν άνοιγες δηλαδή πριν μια 5ετία τα πράγματα θα ήταν αλλιώς;

Ναι, ίσως να μας αντιμετώπιζαν και με καχυποψία. Αν πουλούσα πριν την κρίση σάντουιτς 2 ευρώ οι περισσότεροι θα ξένιζαν. Σήμερα μας έχουν ως παράδειγμα.

 



 

Ποιο σάντουιτς αγαπούν οι πελάτες σου περισσότερο;

Όλα έχουν το κοινό τους, αλλά ο κόσμος ζητά το σάντουιτς διάφορα, το ρόστο και το κοτόπουλο. Ενώ υπάρχουν και οι πιο γκουρμέ που επιλέγουν το σάντουιτς με πατέ φουά, και το σάντουιτς με ντιπ νάτσος. Παρόλα αυτά το μενού προσαρμόζεται ανάλογα και με τις εποχές. Σύντομα μάλιστα θα ετοιμάσουμε και το χειμερινό μενού, με καινούργιες γεύσεις.



Το θέμα της ποιότητας των υλικών σου, πώς το εξασφαλίζεις;

Ακριβώς επειδή κάνουμε μόνο κρύα σάντουιτς, δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μπαγιάτικα αλλαντικά, γιατί ο πελάτης θα το καταλάβει αμέσως. Οι εντολές που δίνω στους προμηθευτές μου είναι ξεκάθαρες, καθημερινά ότι μου περισσεύει τα επιστρέφω και μου φέρνουν φρέσκα, με ημερομηνία παραγωγής για να είμαι σίγουρη. Δεν το ρισκάρω να έχω στο μαγαζί μου αλλαντικό της προηγούμενης ημέρας.

Το ίδιο συμβαίνει και με τα φραντζολάκια, τα οποία παραλαμβάνω δύο με τρεις φορές την ημέρα. Παρόλα αυτά όταν μου μένουν σάντουιτς στο μαγαζί, τα φορτώνουμε και τα μοιράζουμε σε άπορες οικογένειες.

 



 

Με τους πελάτες σας έχετε και μια σχέση ψυχολόγου-εξομολογητή; 

Ναι πολύ συχνά συμβαίνει και αυτό. Είναι λογικό όμως, αφού με τον καιρό οι συχνοί πελάτες αποκτούν οικειότητα μαζί μας και νοιώθουν άνετα να μας εξομολογηθούν τα προβλήματα τους.



Εκτός από την καντίνα, έχετε και ένα καραβάνι. Πώς λειτουργεί αυτό;

Το καραβάνι του «SIR Φραντζολάκη, βρίσκεται σταθερά σε συγκεκριμένο σημείο στην Βιομηχανική Ιδαλίου. Στο δρόμο το βγάζουμε μόνο για φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, και τα έσοδα σε αυτές τις περιπτώσεις δίνονται σε δωρεές. Ποτέ δεν το βγάζουμε για δουλειά.



Είναι εύκολο να ανοίξει κάποιος μια τέτοια επιχείρηση σήμερα;

Δεν είναι εύκολο και θέλεις πολύ υπομονή και αγάπη για να σε μάθει ο κόσμος και να τον κερδίσεις. Η δουλειά είναι αέρας και δύσκολα αποκτάς σταθερή πελατεία.

 

 

Στέλλα / Stella Snacks



 

«Είμαι στη δουλειά εδώ και 25 χρόνια, αφότου χώρισα έπρεπε να κάνω κάτι για να ζήσω. Στην αρχή έφτιαχνα διάφορα γλυκά και τα πουλούσα στα γήπεδα. Έβλεπα όμως τα καραβάνια με τα σάντουιτς και έλεγα μέσα μου πώς μια μέρα θα κάνω κι εγώ το δικό μου».

Η κ. Στέλλα είναι έξω καρδιά, πρόσχαρη, κοινωνική, ευδιάθετη. Χωρίς να το έχει σπουδάσει, ξέρεις τους βασικούς κανόνες της αγοράς και του marketing και τους εφαρμόζει χρόνια τώρα, για αυτό έχει πελάτες που την ακολουθούν παντού.

«Πολλές φορές που πάω σε ποδοσφαιρικούς αγώνες σε άλλες πόλεις, όταν πιάσω κανένα απόμερο πόστο, ο κόσμος γυρεύκει με, ρωτά που εν η Στέλλα».

 

Το αγαπημένο σάντουιτς των πελατών σου;

Το turbo! Βάζω μέσα χαμ, χαλούμι, λούντζα, μπέικον, λουκάνικο και στο τέλος σπάζω από πάνω και ένα αυγό.

«Είμαι δαμέ κάθε μέρα από τις 7:30, ως τις 15:00 κάθε μέρα. Αλλά η δουλειά εν αέρας, έσχη μέρες που μπορεί να έχω 20 πελάτες, έχει μέρα που έχω 5, αλλά εν έχω παράπονο».

 

Ποιες είναι οι μέρες με την περισσότερη πελατεία;

Στις αρχές του μήνα που ο κόσμος εν πληρωμένος, εκεί καταλάβεις τη διαφορά. Μέσα, προς τέλος του μήνα αρχίζει να πέφτει η κίνηση.

 

Η κρίση επηρέασε την πελατεία;

Πριν την κρίση είχαμε πολλή δουλειά. Τα τελευταία 2-3 χρόνια όμως τα πράγματα έχουν πέσει πολύ, λιγότερο από τη μισή πελατεία. Εμείς εδουλεύκαμε με τα φορτηγά, τις βαρέλλες, τους καλουψίες, τους χτιστάες, τους πελεκάνους. Τώρα δεν έχει τίποτε, αφού ούτε σπίτια χτίζονται ούτε οικοδομές γίνονται. Πλέον δουλεύουμε με τους περαστικούς. 

 



 

Κάθονται πελάτες και σου λένε τα προβλήματα τους; 

Συνέχεια! Είμαι η ψυχολόγος τους, είμαι ο άνθρωπος που μου λαλούν όλα τους τα προβλήματα. Πάντα όμως με εχεμύθεια, και έχω το σαν αρχή τούτο.



Σου έτυχαν περίεργα περιστατικά τόσα χρόνια;

Πλέον εν συμβαίνει τούτο, ο κόσμος ξέρει με τζιαι αγαπάμε. Περνούν που απέναντι τζιαι φωνάζουν να με χαιρετήσουν. Πιο παλιά εγίνουνταν διάφορα, αλλά είχα τον τρόπου μου.

Μπορεί να μεν εσπούδασα σε πανεπιστήμιο, αλλά εσπούδασα το δρόμο τζιαι τούτον εν η πιο μεγάλη σπουδή που ούλλες. Στο δρόμο θα συναντήσεις πολλές καταστάσεις, τζιαι πρέπει να είσαι δυνατός για να τα φκάλεις πέρα.  

Που ήμουν πιο νέα, είχα πολλές παρενοχλήσεις που πελάτες. Όποιος έρκετουν για σάντουιτς ήθελε να με φκάλει έξω για ποτό, αλλά όπως σου είπα είχα πάντα τον τρόπο μου. Ούτε βρισιές ούτε καυγάδες, αλλά μια άλλη προσέγγιση φιλική.  

Να καταλάβει ότι δαμε εν η δουλειά μου, η ζήση μου και μόνο. Αν θέλει να μιλήσουμε, να συζητήσουμε κάτι που τον απασχολεί, να του κεράσω τζιαι το σάντουιτς, αλλά μέχρι εκεί. Βέβαια ακόμα τζιαι σήμερα μετά που τόσα χρόνια, έχει κάποιους ηλικωμένους που τους διας τα ρέστα και προσπαθούν να σε χαϊδέψουν, αλλά σταματώ τους.



Μπορεί κάποιος νέος να ανοίξει καραβάνι σήμερα και να πετύχει;

Πολλά δύσκολα. Έρκουνται πολλοί κατά καιρούς και με ρωτούν για να τους πω τη γνώμη μου και τους παροτρύνω να μην το κάνουν. Δεν φοβάμαι μη μου κλέψουν την πελατεία, αλλά ξέρω που πρώτο χέρι πόση δουλειά χρειάζεται για να σε μάθει ο κόσμος τζιαι να χτίσεις πελατεία. Θέλει κόπο να φκάλεις όνομα. Εμένα πλέον εμάθα με τζιε γυρεύκουν με.

Πολλοί νομίζουν ότι μόλις ανοίξουν καραβάνι, θα περιμένει ο κόσμος γραμμή να αγοράσει σάντουιτς. Ένεν έτσι απλά όμως. Εγώ όταν άνοιξα, για 4 χρόνια δεν έκαμα ούτε διακοπές, ούτε άδεια, ήμουν κάθε μέρα χειμώνα καλοκαίρι ανοιχτή, ώσπου να με μάθει ο κόσμος και να κάμω πελατεία.

 

Σκέφτεσαι να σταματήσεις σύντομα;

Όχι δεν το σκέφτομαι. Αρέσκει μου η δουλειά μου, δια μου ζωή, με αναζωογονεί. Νοιώθω πολύ νέα ακόμα για να σκεφτώ να σταματήσω.  

 

 

Αντώνης / Sandwich Omeros 



 

«Αγόρασα το καραβάνι από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη πριν 7 χρόνια, ήμουν μόνο 21 ετών. Τελείωσα τις υποχρεώσεις μου στο στρατό και εμπήκα δαμαί. Στην αρχή ήμουν λίγο διστακτικό, πλέον μπορώ να σου πω σίουρα ότι είμαι ερωτευμένος με τη δουλειά μου. Εν μπορώ να περάσει μια μέρα χωρίς να ψήσω».

Ο Αντώνης, μπήκε σε αυτή τη δουλειά πολύ πριν την κρίση, πολλοί μάλιστα τότε δεν πίστευαν ότι είναι ‘σαντουιτσής’, «Στις αρχές πολλοί με περνούσαν για ξένο και μου μιλούσαν αγγλικά, δεν πίστευαν ότι μπορεί ένας Κυπραίος στην ηλικία μου να κάμνει έτσι δουλειά. Όταν τους μιλούσα ελληνικά, και πάλι κοίταγαν παράξενα, δεν εμπορούσαν με τίποτε να δεχτούν ότι είμαι από Κύπρο».

 

Έχει δουλειά το καραβάνι;

Αν είσαι προσεκτικός θα βγάλεις ένα μεροκάματο σίγουρα. Η δουλειά όμως είναι αέρας, κάποιες μέρες μπορεί να μην προλαβαίνεις του πελάτες και τις επόμενες να έχεις ελάχιστους.



Ιδιότροπους πελάτες έχεις;

Ξέρεις κάτι αυτό που ρωτάς δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται. Στην αρχή που εμπήκα στη δουλειά, εθεωρούσα πώς οι πελάτες έχουν πολλές ιδιοτροπίες. Με τον καιρό όμως αντιλαμβάνεσαι πώς τελικά δεν έχουμε ιδιοτροπίες στο φαγητό, αλλά προτιμήσεις και ιδιορρυθμίες.

Αυτά που επιλέγουμε να φάμε έχουν να κάμουν με τις γεύσεις που εμάθαμε που το σπίτι μας, με το γούστο μας, άρα ενεν ιδιοτροπίες.







Ποιο σάντουιτς πουλά περισσότερο;

Το σάντουιτς διάφορα με λουκάνικο, μπέικον, αυγά, το βαρύ πυροβολικό όπως τους λαλώ. Το επιλέγει ο άλλος γιατί θέλει να χορτάσει, πολλοί μάλιστα προσθέτουν κι άλλα προϊόντα. 



Αν μπει κάποιος σήμερα σε αυτή τη δουλειά, μπορεί να είναι βιώσιμος;  

Μπορεί αν το θέλει πραγματικά. Εγώ τόσα χρόνια δεν εγύρεψα ποτέ άλλη δουλειά. Σήμερα όμως για να μπεις στα σάντουιτς και να τα καταφέρεις, πρέπει να φτηνοδουλέψεις πολύ καιρό στην αρχή, μέχρι να σε μάθει ο κόσμος. Κι εμείς περνάμε δύσκολα, αλλά μας σώζει η σταθερή πελατεία.



Ανέλαβες ένα καραβάνι με μεγάλη ιστορία στη Λευκωσία, κράτησες την πελατεία του, ή έφερες καινούργια;

Όχι μόνο κατάφερα να κρατήσω την πελατεία του προηγούμενου ιδιοκτήτη, αλλά την αύξησα και κατά 25% περίπου.

 



 

Θα ήθελες σε κάποια στιγμή να φτιάξεις και ένα δικό σου χώρο, μια καντίνα;

Σκέφτομαι κατά καιρούς να κάνω το επόμενο βήμα και να φτιάξω και μια καντίνα εκτός από το καραβάνι, αλλά η αλήθεια είναι ότι το φοβάμαι ακόμα, λόγω της κατάστασης. Είναι όμως κάτι που το έχω στο μυαλό μου.



Το γεγονός ότι δουλεύεις με καραβάνι και στην ουσία δεν έχεις ρίζες, σου δίνει μια διαφορετική αίσθηση ελευθερίας; 

Ναι και είναι ένα στοιχείο το οποίο μου αρέσει πάρα πολλά στη δουλειά μου. Το ότι ανά πάσα στιγμή μπορώ να πάω όπου θέλω, να αλλάξω παραστάσεις τζιαι εικόνες. Βέβαια δεν είναι τόσο απλό, αφού για να αλλάξεις πόστο χρειάζονται άδειες και εγκρίσεις, αλλά και πάλι η κινητή καντίνα έχει μια ανεξαρτησία, μια γλυκιά ελευθερία.


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ