Cityzens
«Γιατί δεν κάνεις ποτέ like στις φωτογραφίες μου στο Facebook; Όλοι κάνουν εκτός εσύ»
Όταν οι πραγματικές φιλίες χρόνων, δοκιμάζονται και αξιολογούνται από τα like στο Facebook ή τα fav στο Twitter.
Cityzens
«Γιατί δεν κάνεις ποτέ like στις φωτογραφίες μου στο Facebook; Όλοι κάνουν εκτός εσύ»
Όταν οι πραγματικές φιλίες χρόνων, δοκιμάζονται και αξιολογούνται από τα like στο Facebook ή τα fav στο Twitter.
Γράφει (η πάντα καυστική) Μ.Γ
Η στιγμή της δραματικής συνειδητοποίησης ότι η κοινωνικοποίηση σε επίπεδο φυσικής παρουσίας δεν είναι αρκετή σε μια φιλία -οι καφέδες, οι κουβέντες, τα ψώνια, οι βόλτες, τα τηλέφωνα, οι ευγενικές χειρονομίες, οι ευχές στις γιορτές, οι συμβουλές βάλσαμο που σε ανακουφίζουν την κατάλληλη στιγμή, όλες γενικά οι κοινωνικές τελετουργίες τις οποίες συνηθίζουν να μοιράζονται οι φίλοι- ήρθε για μένα όταν η κολλητή μου με ρώτησε με παράπονο: «γιατί δεν κάνεις ποτέ like στις φωτογραφίες μου στο Facebook; Όλοι οι άλλοι κάνουν εκτός εσύ!».
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ο καθαγιασμός του περίεργου και του κουτσομπόλη.
Όλοι εκτός εγώ! Ποιοι είναι όλοι; Όλη η Facebook παλιοπαρέα, δηλαδή οι συμμαθητές από το δημοτικό, το γυμνάσιο, το λύκειο, συμφοιτητές, συνάδελφοι, γκόμενοι, κολλητοί, γείτονες, γνωριμίες επί σκοπού, γνωριμίες τυχαίες, γνωριμίες που ίσως σε στιγμάτισαν και γνωριμίες που πολύ πιθανόν και να μην θυμάσαι σε κάποιο κοινωνικό γεγονός, στο οποίο ίσως και να βαρέθηκες. Γενικά κάθε είδους γνωριμία που έδωσες τα πιο βασικά σου προσωπικά σου δεδομένα δηλαδή όνομα και ίσως και επώνυμο ή συναναστροφές κατηγορίας «φίλος, φίλου».
Αν βέβαια έχεις πέσει σε συλλέκτη, είδος πιο επίμονο αφού συλλέγει μανιωδώς friends, τότε πρέπει να φανείς ανθεκτικός, γιατί ο συλλέκτης έχει αναπτύξει σοφιστικέ τεχνικές στο να αποσπά πληροφορίες. Επιπλέον έχει αναπτύξει το κίνητρο της θέλησης να σπάει ρεκόρ σε νούμερα συναγωνιζόμενος άλλα «νούμερα» πρωταθλητές στο είδος και την πεποίθηση της ιερότητας του σκοπού «sharing is caring».
Ένας τέτοιος τύπος στην κοινωνική πραγματικότητα θεωρείται λίγο εμμονικός, λίγο επεμβατικός στην καλύτερη περίπτωση λίγο αγενής, στην κοινωνία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ωστόσο, θεωρείται βασιλιάς.
Γενικά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ο καθαγιασμός του περίεργου και του κουτσομπόλη. Είναι το μέσο του! Ειδικότερα είναι φτιαγμένο, σχεδόν ειδικά αφιερωμένο, στον τεμπέλη κουτσομπόλη, που ναι μεν τον τρώει η περιέργεια, αλλά από την άλλη βαριέται να κουνηθεί και πολύ.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λοιπόν είναι το σπορ του. Χωρίς να χρειάζεται να καταβάλει οποιαδήποτε προσπάθεια εκτός από το να παραμείνει ξύπνιος, είναι όλα στην οθόνη του. «Tρία κλίκ αριστερά» και γνωρίζει ποιος είναι με ποιον και πού είναι ποιος, με σχετικό φωτογραφικό υλικό ώστε να λυθούν και οι απορίες τύπου με ποιους και τι, βλέπει και τα σχόλια επίσης για να ξέρει και τι είπαν οι άλλοι, κάνει ένα μίνι scroll up και scroll down για να βεβαιωθεί ότι έχει στην κατοχή του όλες τις πληροφορίες που τον ενδιαφέρουν και πέφτει για ύπνο «σοφότερος».
Για μένα το απόλυτο venue για reunion με τους παλιούς συμμαθητές εξακολουθεί να είναι η περιφορά του Επιταφίου κάθε μεγάλη Παρασκευή στην παλιά μου γειτονιά.
Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσής ανθίζουν βέβαια και πιο δραστήρια πνεύματα με άγρυπνα βλέμματα, που καταβάλουν την προσπάθεια της υπέρβασης. Αυτοί το ψάχνουν λίγο περισσότερο και σε ξέρουν πιο καλά απ’ όλους, είναι η κατηγορία «μη χάνεις στιγμή».
Ξέρουν πότε μπαίνεις, πότε βγαίνεις, που πας, τι σ αρέσει να φοράς, τι να τρως, με ποιους συναναστρέφεσαι, τα ενδιαφέροντά σου και γενικά τον προσωπικό σου «χάρτη». Όταν σε χαρτογραφήσουν και ανακαλύψουν το μοτίβο σου με μεγάλη ικανοποίηση παίρνουν τη σχέση στο επόμενο επίπεδο, όπου θεωρούν ότι πλέον μπορούν και να σε «προβλέψουν».
Σε αυτή την περίπτωση εσύ πέφτεις και κοιμάσαι ανυποψίαστος, ενώ ίσως θα έπρεπε να επαναξιολογήσεις τις φιλίες σου.
Κατά τον Αριστοτέλη τα είδη φιλίας είναι τρία· η φιλία που βασίζεται σε ένα κοινό συμφέρον, η φιλία που βασίζεται σε ένα κοινό ενδιαφέρον και η φιλία της αρετής, που βασίζεται στην καλοσύνη, στην εμπιστοσύνη και τη διάρκεια της στο χρόνο.
Η φιλία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ευτυχία και πηγή δύναμης. Είναι το «μαξιλάρι» για να πέσεις στα μαλακά όταν τα πράγματα γίνονται σκληρά και είναι η κινητήριος δύναμη για να ξανασηκωθείς. Δεν παίζει ρόλο πως εκφράζεται, είναι σημαντικό να υπάρχει χωρίς πολλά κλικ και όχι απαραίτητα να τεκμηριώνεται με σχετικό φωτορεπορτάζ online.
Βαριέμαι αφόρητα να βλέπω φωτογραφίες από τις ζωές άλλων και λόγω τρομερής έλλειψης φωτογένειας τρομάζω όταν βλέπω φωτογραφίες δικές μου να εμφανίζονται online ξαφνικά.
Εγώ είμαι old fashion. Για μένα το απόλυτο venue για reunion με τους παλιούς συμμαθητές εξακολουθεί να είναι η περιφορά του Επιταφίου κάθε μεγάλη Παρασκευή στην παλιά μου γειτονιά. Ακόμα τηλεφωνώ ή στέλνω μήνυμα για να μάθω νέα των αγαπημένων μου και όταν δεν τηλεφωνώ ή δεν στέλνω μήνυμα ακόμα με συγχωρούν, χωρίς να με παραπέμπουν σε σχετικά ενημερωτικά status.
Για μένα ένα κοινωνικό γεγονός τελειώνει όταν επιστρέψω σπίτι και το τελευταίο βήμα είναι όταν κλείσω την πόρτα και όχι όταν το αναρτήσω σε ένα τύπου Facebook.
Βαριέμαι αφόρητα να βλέπω φωτογραφίες από τις ζωές άλλων και λόγω τρομερής έλλειψης φωτογένειας τρομάζω όταν βλέπω φωτογραφίες δικές μου να εμφανίζονται online ξαφνικά. Δεν μπορώ να διαχειριστώ την δημοσιότητα των 3000 «φίλων» και «followers», που γνώρισα (αν τους γνώρισα) κάπου τυχαία κάποτε και θέλω να συντηρώ και μια αίσθηση -έστω και ψευδαίσθηση- ενός ιδιωτικού χώρου και μιας προσωπική ελευθερίας. Είμαι λοιπόν σοβαρά αντικοινωνική.
Με αυτό το πρόβλημα, το «Έβερεστ» μου είναι το παιγνίδι second life (δεύτερη ζωή). Ένας μικρόκοσμος εικονικής πραγματικότητας με άπειρες δυνατότητες, μπορείς να επιλέξεις ποιος είσαι, τις κοινωνικές ομάδες που θέλεις να ανήκεις, να ταξιδέψεις, να επενδύσεις, να πετάξεις, να έχεις όσες ταυτότητες θέλεις και όσες ζωές θέλεις, πάντα μέσα στο περιβάλλον του παιγνιδιού. Είναι μια πλατφόρμα που σου επιτρέπει να εφεύρεις τον εαυτό σου ή τους εαυτούς σου αν επιλέξεις να οικοδομήσεις πολλαπλές προσωπικότητες μέσα στην εικονική πραγματικότητα. Έχεις μια δεύτερη ζωή.
Το ερώτημα όμως είναι, γιατί όχι αυτή η ζωή;