Την έκθεσή του μοιράστηκε μαζί μας ο Γιώργος Μαργαρίτης, αναφέροντας πως είναι το δώρο του στην ανθρωπότητα για το 2018 (βλ. σχετικό post στο τέλος).
Σκέφτομαι και γράφω με θέμα: Πώς φαντάζομαι το πρώτο μου ραντεβού
Ενώ σ’ όλο το σπίτι υπάρχει μονοτονία ξαφνικά χτυπά το τηλέφωνο και μου χαλάει την ηρεμία. Το σηκώνω τάχα τώρα άνετος, ρωτάω ποιος είναι. Μου απαντά τότε μια γλυκιά γυναικεία φωνή:
- Θέλεις να βγούμε το βράδυ;
Μου ‘ρθε νταμπλάς τότε αλλά φυσικά δε θα ‘χανα την ευκαιρία:
- Ναι!, της απαντάω ψύχραιμος.
Αφού κανονίσαμε τόπο, χρόνο κου του λου (κ.τ.λ.) κλείνουμε το τηλέφωνο και γυρνάω να συνεχίσω τη «δουλειά» μου.
Η μεγάλη μέρα φτάνει. Παραλίγο να το ξεχάσω. Σηκώνομαι απ’ την σκληρή δουλειά που έκανα (ξάπλωνα) και αρχίζω. Πρώτα βγάζω ρούχα, τα φοράω, κολονίζομαι, φτιάχνω το μαλλί μου και… έτοιμος. Όμως κάτι έλειπε. Δεν ήταν το TULIP. Ήταν το χαρτζιλίκι. Αφού το κανόνισα κι αυτό, βάζω το μπουφάν μου και κατεβαίνω να πάω να την πάρω.
Φτάνω σπίτι της, βρίσκω το κουμπί, φωνάζω έναν κύριο να μου το πατήσει γιατί είναι ψηλά και της λέω
- Αργήσαμε, κατέβα.
Κατεβαίνει όλο χαρά και τότε της προσφέρω ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα. Το τι έγινε μετά είναι ακατάλληλο για μικρά παιδάκια.
Την παίρνω και ξεκινάμε. Στο δρόμο συζητούσαμε για τα προσωπικά μας. Είχα λίγο τρακ επειδή ήμουν πρωτάρης ακόμα, αλλά το ‘παιξα cool (κουλ). Φτάσαμε στο μέρος. Σαν «τζέντλεμαν» που είμαι της τραβάω την καρέκλα να καθίσει.
- Τι θα πάρεις; Ρωτάω με ένα ύφος.
- Τίποτα κάνω δίαιτα, μου λέει.
- Να σε κεράσω; ρωτάω.
Έτσι η ώρα κύλισε. Η ώρα πήγε 8 και 24 και 32. Ετοιμαστήκαμε να φύγουμε, πλήρωσα, άφησα και μπουρμπουάρ. Βγαίνουμε έξω την πάω σπίτι και γυρνάω σπίτι.
Ξεντύθηκα και ξάπλωσα. Όλο το βράδυ σκεφτόμουν το ραντεβού. Τώρα πια δε θα ήμουν πρωτάρης. Αν δεν ήταν βράδυ θα ούρλιαζα, αλλά ούρλιαξα στο όνειρό μου.
Υ.Γ. Και μετά ξύπνησα.
Μαργαρίτης Γιώργος
Σχόλια δασκάλας: Μπράβο! Να διαβαστεί!
Πηγή: Μικροπράγματα