Αν είσαι λάτρης του κρασιού ή έστω φίλος του, σίγουρα θα έχεις ακούσει για τις ιδιαίτερες αυτές κυπριακές ποικιλίες λευκού κρασιού οι οποίες μαζί με ακόμη τρεις, αποτελούν την κορωνίδα του κυπριακού λευκού οίνου.
Αρωματικές και καλοδουλεμένες, οι κυπριακές λευκές ποικιλίες στέκονται επάξια στο διεθνές οινολογικό στερέωμα, τοποθετώντας στην Κύπρο στη λίστα των οινικών χωρών με μεγάλη παράδοση όπως τη Γαλλία και την Ιταλία μέχρι και τη Χιλή και την Αργεντινή.
Ένας λάτρης του κρασιού, ο Σταύρος Ζαχαρία, κάτοχος διπλώματος WSET2, μας ξεναγεί στον κόσμο τον κυπριακών λευκών ποικιλιών δίνοντας μας μια πολύ μικρή γεύση από αυτά που παράγει η κυπριακή γη.
Σπούρτικο
Ναι καλά το καταλάβατε, το όνομα του το έχει πάρει από το ρήμα της κυπριακής διαλέκτου «σπουρτώ» (εκρήγνυμαι), αφού η φλούδα του είναι πολύ εύθραυστη. Το Σπούρτικο ήταν μια παραμελημένη γηγενής ποικιλία του κυπριακού αμπελώνα, που ίσως να οφείλει την διάσωσή της, στη συμβολή που έχει στη μείωση της ανθόρροιας του Μαραθεύτικου.
Και εκεί που το Σπούρτικο φυτευόταν κυρίως για να ενισχύσει την απόδοση της εκλεκτής ποικιλίας σταφυλιού Μαραθεύτικο, και κανείς δεν του έδινε τη δέουσα σημασία, τα τελευταία χρόνια μερικοί αμπελουργοί του έχουν δώσει την αγάπη και τον ιδρώτα που χρειάζεται και μαζί με τους οινοποιούς, που πίστεψαν σε αυτή την ποικιλία μας προσφέρουν σήμερα λίγες, αλλά αξιόλογες, εμφιαλώσεις, προσθέτοντας ακόμη μια αυτόχθονη ποικιλία στον κυπριακό αμπελώνα.
Μωροκανέλλα
Η πιο πολυσυζητημένη ποικιλία τα τελευταία χρόνια στο κυπριακό οινικό κοινό μιας και για ένα λάθος του υπουργείου Γεωργίας, έφτασαν στα χέρια των αμπελουργών δυο διαφορετικοί κλώνοι με το ίδιο όνομα ¨Μωροκανέλα¨. Το λάθος αυτό έκανε δύο διαφορετικές ποικιλίες με διαφορετικά χαρακτηριστικά, την Μωροκανέλα και την Βασίλισσα, (ή και άσπρη φράουλα να κυκλοφορούν στην αγορά με το ίδιο όνομα προκαλώντας σύγχιση τόσο στους καταναλωτές όσο και στους αμπελουργούς.
Πρόσφατα το υπουργείο Γεωργίας έδωσε τέρμα στο όλο ζήτημα διαχωρίζοντας τις δύο ποικιλίες σε Μωροκανέλα και Βασίλισσα δίνοντας το δικαίωμα σε όσους παράγουν Βασίλισσα να ονομάζεται για δυο χρόνια Βασίλισσα - Μωροκανέλα.
Το μυστήριο όμως με αυτή την ποικιλία δεν τελειώνει εδώ, αφού ακόμα και η ορθογραφία της δεν έχει αποκατασταθεί, μιας και η επίσημη εκδοχή της προέλευσης της δεν έχει αναδυθεί ακόμα. Άλλοι υποθέτουν ότι είναι από το κανελί χρώμα που αποκτά όταν ωριμάσει πλήρως, άλλοι στο άρωμα κανέλας ενώ σύμφωνα με ένα γλωσσάρι του 1979 η ονομασία προέρχεται από το μόρον που σημαίνει μούρο και το κανέον/κανάλλα που είναι το πλεχτό καλάθι/πανέρι. Η ετυμολογία αποδίδεται λοιπόν στα πυκνά τσαμπιά της ποικιλίας (σαν καλάθι) που έχουν αδύνατες ρώγες (σαν τα μούρα).
Και κάτω από αυτές της περιστάσεις, 5 οινοποιεία καταπιάνονται και μας συστήνουν την Μωροκανέλα, την Ντίβα του κυπριακού αμπελώνα που θέλει και τραβάει τα βλέμματα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και να δημιουργεί ένα πέπλο περιέργειας πίσω από αυτή.
Αυτή λοιπόν η ντελικάτη κυρία είναι γουλιά και συχώριο, μιας και η λιπαρότητα όπως και η πολυπλοκότητα που θα βρεις στο στόμα, είναι ότι είχες φανταστεί μυρίζοντας τα γλυκά της αρώματα.
Η Μωροκανέλα έχει λαμπρό μέλλον και αποτελεί το κρασί που θα συνεχίσει να συζητείται για πολύ ακόμα.
Βασίλισσα
Και τελικά Βασίλισσα. Τι κι αν την δοκιμάσαμε πρώτη φορά σαν Άσπρη Φράουλα και μάθαμε ότι την λένε και Τσαούση, Τελικά πήρε το όνομα Βασίλισσα. Μια ποικιλία που μας συστήθηκε κατά λάθος αλλά τα πρώτα δείγματα από τα Οινοποιεία Βασιλικό και Μακαρούνα καθώς επίσης και δύο πειραματικές οινοποιήσεις από το Βουνί Παναγίας μας κάνουν να ανυπομονούμε για την πορεία αυτής της ποικιλίας.
Πρωμάρα
Σπάνια λευκή ποικιλία του τόπου μας, με όνομα που οφείλετε στην πρωιμότητα της (ωριμάζει γρήγορα).
Η Πρωμάρα συστήθηκε στο οινόφιλο κοινό με ένα πολύ διαφορετικό τρόπο από ότι οι άλλες λευκές γηγενείς ποικιλίες.
Μια ποικιλίαπου φλερτάρει έντονα με το βαρέλι, ενώ χωρίς να έχει περάσει αρκετός χρόνος για να μπορούμε να εξάγουμε βάσιμα συμπεράσματα, η Πρωμάρα δείχνει να αντιστέκεται και να εξελίσσεται στο χρόνο καθιστώντας την ένα αξιοπρόσεκτο λευκό παλαίωσης.
Η Πρωμάρα χαρακτηρίζει την μελλοντική και αναμενόμενη εξέλιξη των κυπριακών κρασιών. Μπορεί να απέχει από τα εμπορικά θελκτικά λευκά αλλά αποτελεί την ποικιλία που θα προσφέρει δομή και πολυπλοκότητα στην λευκή απόχρωση του κυπριακού αμπελώνα.
Πρωτογνωρίσαμε την Πρωμάρα στο οινοποιείο Βουνί Παναγιάς, ένα οινοποιείο που έχει αφοσιωθεί στην ανάδειξη των ντόπιων ποικιλιών. Οι ίδιοι έχουν πειραματιστεί έντονα με την Πρωμάρα και μας πείθουν ότι το μέλλον θα είναι λαμπρό.
Ξυνιστέρι
Τι κι αν το όνομα του εικάζεται ότι προκύπτει από την έλλειψη οξύτητας (ξινό-υστερεί) η πλέον πολυφυτεμένη λευκή ποικιλία της Κύπρου δεν αποτελεί τον φτωχό συγγενή στον κυπριακό αμπελώνα.
Το ξυνιστέρι αποτελεί την πρώτη γηγενή ποικιλία που «επαναστάτησε» και δήλωσε παρούσα απέναντι στις ξένες ποικιλίες που ήταν κυρίαρχες στο κυπριακό οινικό γίγνεσθαι. Αφού λοιπόν ανακατεύτηκε με άλλες και συμμετείχε σε χαρμάνια με Sauvignon Blanc, Chardonnay, Semillon κ.ά ξεχώρισε και κέρδισε τη δέουσα προσοχή που της αρμόζει, «αναγκάζοντας» σχεδόν όλα τα οινοποιεία του τόπου να έχουν έστω μια μονοποικιλιακή έκδοση.
Τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας διαφέρουν ανάλογα με το υψόμετρο, το κλίμα, τη μορφολογία του εδάφους, στο οποίο καλλιεργείται. Έτσι, παρά την επικρατούσα λεμονάτη, δροσερή και μέτρια σε οξύτητα γεύση, σε υψηλά υψόμετρα θα συναντήσουμε Ξυνιστέρια με ικανοποιητική οξύτητα και μεταλλικό χαρακτήρα. Και αν είμαστε περήφανοι για τη Ζιβανία και την Κουμανταρία, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι και τα δύο μας τα χαρίζει η αρμονική συνύπαρξη από Ξυνιστέρι και ντόπιο Μαύρο. Αυτή η οινική συνύπαρξη, όπου τα χαρακτηριστικά του ενός συμπληρώνουν το άλλο δημιουργώντας ένα διαχρονικό ντουέτο που αντέχει στο χρόνο σαν ένα ερωτευμένο ζευγάρι.
Οι γηγενείς ποικιλίες είναι ο πλούτος και η κληρονομία μας, η κάθε μια είναι ξεχωριστή και αποτελεί μια μοναδική ψηφίδα στο παγκόσμιο οινικό μωσαϊκό.