Κύπρος
Το δικαστήριο ακύρωσε το διορισμό της Διευθύντριας του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών
Τρία χρόνια μετά τον διορισμό της, τον Μάρτιο του 2017.
Την ακύρωση του διορισμού της Διευθύντριας του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών Σόφης Μιχαηλίδου αποφάσισε σήμερα το Διοικητικό Δικαστήριο.
Εξετάζοντας προσφυγή που είχε κάνει προ τριετίας η Αλίκη Στυλιανού κατά του διορισμού της Σόφης Μιχαηλίδου, το διοικητικό δικαστήριο αποφάσισε να ακυρώσει τον διορισμό αφού στην ουσία αποδέχτηκε ότι η κα. Μιχαηλίδου δεν ήταν η καλύτερη υποψήφια για διορισμό στη συγκεκριμένη θέση.
Τη θέση διεκδικούσε και η Αλίκη Στυλιανού η οποία σήμερα είναι εκπρόσωπος τύπου της Κεντρικής Τράπεζας.
Η κα Μιχαηλίδου διορίστηκε στη θέση της Διευθύντριας του ΓΤΠ τον Μάρτιο του 2017.
Όπως αναφέρει το ΚΥΠΕ, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, για την επίδικη θέση υποβλήθηκαν 34 αιτήσεις και ενώπιον της ΕΔΥ κλήθηκαν για προφορική εξέταση δέκα υποψήφιοι που θεωρήθηκαν ότι ικανοποιούν τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.
Όπως αναφέρεται, στη διαδικασία της προφορικής συνέντευξης παρέστη και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, ο οποίος αξιολόγησε την απόδοση της κας Στυλιανού ως «Καλή», ενώ την απόδοση της κας Μιχαηλίδου ως «Εξαίρετη», συστήνοντας την για διορισμό.
Η ΕΔΥ, από την πλευρά της, αξιολόγησε την κα. Στυλιανού ως «Πολύ Καλή» και την κα. Μιχαηλίδου ως «Εξαίρετη», ενώ αποφάσισε όπως μη υιοθετήσει τη σύσταση του Διευθυντή υπέρ της.
Η Επιτροπή επέλεξε, τελικά, ως καταλληλότερη για διορισμό στην επίδικη θέση την κα. Μιχαηλίδου, κρίνοντας την ότι υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων.
Η κα. Στυλιανού προσέφυγε κατά της εν λόγω απόφασης, ζητώντας την ακύρωσή της, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι "η ίδια κατείχε το πλεονέκτημα με βάση το Master in Public Sector Management του CIIM, το οποίο της είχε πιστώσει ήδη η ΕΔΥ, που σύμφωνα με τη νομολογία ο κάτοχος αυτού, αποκτά προβάδισμα έναντι του υποψηφίου που δεν το κατέχει…».
Προέβαλε επίσης τη θέση ότι υπερέχει έναντι της κας Μιχαηλίδου και στα προσόντα, αφού κατέχει και δεύτερο μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, ήτοι Master in European Studies, το οποίο ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, ενώ η κα. Μιχαηλίδου δεν είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου, υποστηρίζοντας ότι αυτό θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη.
Προώθησε επίσης τη θέση ότι η συνολικά υπέρτερη πείρα της, που ανέρχεται σε 22 χρόνια και 8 μήνες, έναντι της κας Μιχαηλίδου, της οποίας η πείρα ανέρχεται σε 11 χρόνια και 4 μήνες, σε συσχετισμό με την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας περί κατοχής δεκαετούς τουλάχιστον πείρας σε υπεύθυνη θέση, αποτελούσε ουσιαστικό στοιχείο που επαύξανε την καταλληλότητα της και η παραγνώριση αυτής από την ΕΔΥ, ήταν πεπλανημένη.
Η πλευρά της κα. Μιχαηλίδου προέβαλε τη θέση ότι «δεν έχουν σημασία μόνον οι τίτλοι σπουδών των υποψηφίων, αλλά σημασία έχει όπως αυτός που θα επιλεγεί, να γνωρίζει πολύ καλά τις ανάγκες της υπηρεσίας και με τις γνώσεις που έχει, να είναι σε θέση να διοικεί και είναι γι’ αυτό που αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική συνέντευξη».
Αφού άκουσε και τις δυο πλευρές, η Δικαστής του Διοικητικού Δικαστηρίου Ε. Γαβριήλ εξέδωσε σήμερα την απόφασή της, στην οποία αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι το ζήτημα του πλεονεκτήματος, κατά πάγια αρχή της νομολογίας, αποτελεί σημαντικό στοιχείο στο οποίο αποδίδεται ουσιώδης σημασία και ο κάτοχός του, αποκτά προβάδισμα έναντι όλων εκείνων των ανθυποψηφίων του που δεν το κατέχουν.
«Στη βάση των ενώπιον μου δεδομένων, κρίνεται ότι η αιτήτρια έχει δίκαιο στο ζήτημα», σημειώνει.
Προκύπτει από τα πρακτικά συνεδρίας της ΕΔΥ ημερομηνίας 24.1.2017, αναφέρει η Δικαστής, ότι «ο λόγος της παραγνώρισης του πλεονεκτήματος που κατέχει η κα. Στυλαινού, έγκειται στο γεγονός της καλύτερης απόδοσης της κας Μιχαηλίδου στην ενώπιον της προφορική συνέντευξη..»
«Ουσιαστικά», αναφέρει η Δικαστής, « η ΕΔΥ, γνωρίζοντας ότι πρέπει να δώσει ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος της αιτήτριας, αυτοπεριορίστηκε στην επανάληψη της καλύτερης απόδοσης του ενδιαφερόμενου μέρος στην προφορική συνέντευξη, καθώς επίσης και στο γεγονός ότι επρόκειτο περί διευθυντικής θέσης, στοιχεία που έχουν κατ’ επανάληψη νομολογηθεί, ότι δεν είναι ικανά προκειμένου να δικαιολογήσουν νομίμως παραγνώριση του πλεονεκτήματος».
Σύμφωνα με την απόφαση, «κρίνεται ότι η δοθείσα εκ της ΕΔΥ αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος της αιτήτριας, δεν ήταν ούτε ειδική, αλλά ούτε και νόμιμη, αφού αντιστρατεύεται όλες τις πιο πάνω αναφερόμενες αρχές, περιοριζόμενη και μόνον στην καλύτερη απόδοση του ενδιαφερόμενου μέρους κατά την ενώπιον της προφορική συνέντευξη, που έχει ήδη κριθεί νομολογιακά, ότι δεν συνιστά ικανό στοιχείο για νόμιμο παραμερισμό του προβαδίσματος της αιτήτριας, λόγω του πλεονεκτήματος».
Κατά συνέπεια, προστίθεται, «κρίνεται ότι η ΕΔΥ άσκησε πλημμελώς τη διακριτική της ευχέρεια αποφασίζοντας την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους για πλήρωση της επίδικης θέσης».
«Παρόλη την επιτυχία του πρώτου λόγου ακύρωσης», όπως αναφέρεται, «κρίνεται επίσης σημαντική αναφορά στην πείρα που κατέχει η αιτήτρια, όπως αυτή σκιαγραφήθηκε από την ίδια την ΕΔΥ κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 8.12.2016, που αυτή ανέρχεται συνολικά σε 22 χρόνια και 8 μήνες, έναντι της συνολικής πείρας που κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος που ανέρχεται σε 11 χρόνια και 4 μήνες».
Η πείρα αυτή, αναφέρει η απόφαση, σε συνάρτηση με τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας και ειδικότερα της παραγράφου (3) των απαιτούμενων προσόντων, που προδιαγράφεται ως «Δεκαετής τουλάχιστον πείρα εις υπεύθυνον θέσιν εκ της οποίας πενταετής τουλάχιστον διοικητική πείρα», και ιδίως της απαίτησης της κατ’ ελάχιστον δεκαετούς πείρας σε υπεύθυνη θέση, "συνιστούσε στοιχείο που έπρεπε να συσταθμιστεί και να τύχει αξιολόγησης και συνεκτίμησης, συγκριτικά, αφού καμία καταγραφή ή αναφορά έγινε στη διπλάσια σε χρόνια κατοχή εμπειρίας της αιτήτριας, συγκριτικά με το ενδιαφερόμενο μέρος από το αρμόδιο προς τούτο διοικητικό όργανο".
«Υπό το φως των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση €1.400 πλέον Φ.Π.Α», καταλήγει η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου.