Μίλα μου
«Εν μαθθαίνεις πράματα αν δεν τα μερώσεις»
Ο Ιάκωβος Χατζηπιερής απέδωσε στην κυπριακή διάλεκτο τον «Μικρό Πρίγκιπα», διασκεύασε, επίσης, στα κυπριακά τον αισώπειο μύθο, «Το Λιοντάριν, ο Λύκος τζι’ ο Αλουπός», ενώ είναι ο ένας εκ των δύο συγγραφέων του «Κοινού Λεξικού της Ελληνοκυπριακής και Τουρκοκυπριακής Διαλέκτου». Στη συνέντευξη που κάναμε, μιλήσαμε γι’ αυτά, αλλά κυρίως με αφορμή αυτά.
«Εν μαθθαίνεις πράματα αν δεν τα μερώσεις». Οι αθθρώποι εν έχουν πιον τζιαιρόν να μάθουν τίποτε. Γοράζουν τα ούλλα έτοιμα που τους εμπόρους. Αλλά επειδή εν έσσιει εμπόρους που να πουλούν φίλους, οι αθθρώποι μεινίσκουν δίχα φίλους. Αν θέλεις έναν φίλον, μέρωσ’ με», είπε η αλεπού στον Μικρό Πρίγκιπα. Εκείνος την εξημέρωσε. Και εκείνη στο τέλος, όταν πια θα έπρεπε να αποχωριστούν ο ένας τον άλλο, τού χάρισε (ίσως) την πιο μεγάλη αλήθειά της. «Έλα τζιαι το μυστικόν μου. Εν πολλά απλόν: Μόνον με την καρκιάν μπόρεις να το δεις. Την ουσίαν εν ιμπόρουν να την δουν τα μμάθκια».
Ο Ιάκωβος Χατζηπιέρης που απέδωσε στην κυπριακή διάλεκτο το αριστούργημα του Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ, «Ο Μικρός Πρίγκιπας», γνωρίζει πως όλα τα «παραμύθια» κρύβουν αυτές τις μικρές ή μεγάλες αλήθειες. Όπως και ο διασκευασμένος στα κυπριακά, επίσης από τον ίδιο, μύθος του Αισώπου, «Το Λιοντάριν, ο Λύκος τζ’ ο Αλουπός», που τελειώνει με το εξής γνωμικό: «Κατηγορίες, αλουπκιές όπκοιος ιξιστομίσει, εννά ‘σιει πανούργον αλουπόν πάντα να του την στήσει». Άλλωστε, όπως θα μου πει ο ίδιος: «Είμαι σίγουρος πως πάλι, σε έναν άλλο σταθμό της ζωής μου, μπροστά σε καινούργια αδιέξοδα, όταν θα ηχήσουν οι σειρήνες μιας επερχόμενης υπαρξιακής ανησυχίας, θα ψάξω και θα βρω πάλι μέσα από αυτά τα παραμύθια τις απαντήσεις ή τα ερεθίσματα».
Κατά τη διάρκεια της συνάντησής μας, αφορμή της οποίας στάθηκε η πρόσφατη κυκλοφορία –μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο– του διασκευασμένου αισώπειου μύθου, μιλήσαμε για πολλά και διάφορα. Ξεκινώντας από το εγχείρημα να αποδώσει στην κυπριακή διάλεκτο τα εν λόγω κείμενα, η συζήτηση δεν θα μπορούσε να μη στραφεί γύρω από την ίδια τη διάλεκτο και τη δυναμική ή τη θέση της σε σχέση με την κοινή νεοελληνική.
Συζήτηση αναπόφευκτη, μιας και ο Ιάκωβος Χατζηπιερής, πέραν των προαναφερθέντων εγχειρημάτων, συνέγραψε με τον Ορχάν Καπατάς το «Κοινό Λεξικό της Ελληνοκυπριακής και Τουρκοκυπριακής Διαλέκτου». Ένα έργο που πέραν της πρακτικής και επιστημονικής του σημασίας, αποτελεί και μία προσπάθεια να σταλεί το μήνυμα της ειρηνικής συνύπαρξης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, η οποία δύναται να οικοδομηθεί και μέσω της ίδιας της γλώσσας.
«Είναι προφανές ότι η διάσωση του κοινού αυτού γλωσσικού πλούτου προβάλλει τη δυνατότητα της γλώσσας να υπερβεί τις όποιες διαφορές μεταξύ των δύο κοινοτήτων και να αποτελέσει ένα από τα ισχυρότερα θεμέλια για την επίτευξη συνύπαρξης και ειρήνης στην Κύπρο», θα μου πει χαρακτηριστικά. Όταν τέλος τον ρώτησα αν είναι αισιόδοξος κάθε φορά που η κουβέντα έρχεται γύρω από την ειρηνική συμβίωση και την επανένωση, μου απάντησε ότι είναι πεπεισμένος πως «όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα κομμάτια και να γίνει αυτός ο τόπος, η φύση θα έχει τη λύση να απαντά πάντα αισιόδοξα».
Προσπαθώντας να μεταφέρω τα λόγια των κειμένων όσο πιο πιστά μπορούσα, είτε με συνέπαιρνε η φωνή του Μικρού Πρίγκιπα που προσπαθούσε να ημερέψει την αλεπού, είτε άκουγα ψίθυρους από τα ηθικοδιδάγματα του Αισώπου. Πραγματικά είναι απόλαυση να ξανασυναντιέσαι με κάτι που έχεις διαβάσει σε μια άλλη ηλικία.
Αρχικά ο «Ο Μικρός Πρίγκιπας» στα κυπριακά και τώρα ο μύθος του Αισώπου «Το Λιοντάριν, ο Λύκος τζι’ ο Αλουπός». Πώς γεννήθηκε η ιδέα για απόδοση στην κυπριακή διάλεκτο των εν λόγω κειμένων;
Πέραν από την εκτίμηση και τον θαυμασμό προς τα εν λόγω κείμενα, έγνοιά μου ήταν να αναδείξω και να τιμήσω την κυπριακή διάλεκτο και να καθιερώσω τη σχέση γλώσσας και σκέψης μέσα από τρόπο φιλοσοφικό, που να μην εκλαμβάνεται –λανθασμένα από κάποιους– ως ένας λαϊκός, προφορικός λόγος και μια γραφική πεζή κωμωδία. Και αυτό πάντοτε με απόλυτο σεβασμό στον λογοτεχνικό λόγο του συγγραφέα και με ταυτόχρονη επιδίωξη να ξεπεράσω το εμπόδιο της προκατάληψης και του συμπλέγματος που σχετίζεται με τη χρήση της διαλέκτου, η οποία συχνά εκλαμβάνεται ως κάτι το απολίτιστο, το κωμικό ή το χωρκάτικο. Τελικά, αποδεικνύεται πως και οι διάλεκτοι μπορούν να καταστούν τροφή σκέψης και φιλοσοφίας. Και για να μην ξεχνιόμαστε, οι πιο πολλοί άνθρωποι στον κόσμο είναι φορείς διαλέκτων.
Γιατί επέλεξες τα συγκεκριμένα κείμενα; Φέρουν κάποιο ειδικό «βάρος» είτε για εσένα προσωπικά είτε γενικότερα;
Διαβάζοντάς τα από μικρός, κατάλαβα στην πορεία πως τα παραμύθια και οι μύθοι μού έδωσαν την αναγκαία πνευματική τροφή να «πετάξω» από το παράθυρο του σπιτιού μου και να κοιτάξω πέρα από τον ορίζοντα. Γενικότερα όμως, προσπάθησα να συνδυάσω την αναγνωρισμένη ποιότητα των συγκεκριμένων κειμένων με τα κυπριακά, για να κεντρίσω με αυτόν τον τρόπο το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού. Στόχος ήταν, μεταξύ άλλων, να καταστήσω σαφές ότι η κυπριακή μας διάλεκτος μπορεί να γραφεί και να διαβαστεί, ακόμη και να χρησιμοποιηθεί σε παραμύθια και μύθους τέτοιας παγκόσμιας εμβέλειας.
Υπήρξε και εξακολουθεί να υπάρχει μια συζήτηση σχετικά με την αναγωγή της διαλέκτου σε γλώσσα ή για να το θέσω ορθότερα σε επίσημη ποικιλία. Ποια είναι η δική σου άποψη ως προς την αυτονόμηση της διαλέκτου;
Είμαι λάτρης της κάθε γλώσσας, πόσω μάλλον της ελληνικής. Θεωρώ, όμως, ότι στα σχολεία μας μάς έχουν αποκρύψει τη μισή πραγματικότητα, ότι δηλαδή η ελληνική γλώσσα στην Κύπρο συνυπάρχει και χρησιμοποιείται με δύο γλωσσικούς κώδικες, την Κυπριακή Ελληνική και την Κοινή Νεοελληνική. Το ζητούμενο είναι οι αρμόδιοι να μας διδάξουν να γράφουμε ό,τι ομιλούμε και να ομιλούμε ό,τι γράφουμε, εξίσου καλά και στους δύο αυτούς κώδικες. Όχι φυσικά εις βάρος μιας γλώσσας, αλλά ούτε και εις βάρος της διαλέκτου. Και υπάρχουν πλέον οι καταρτισμένες επιστημονικές μέθοδοι να διδάσκεται η διγλωσσία και να μη συγχέεται ο ομιλητής. Να μπορεί, δηλαδή, κάποιος να χρησιμοποιεί τον κατάλληλο γλωσσικό κώδικα κατ’ επιλογή αναλόγως με την περίσταση, για να εκφραστεί και να επικοινωνήσει με τον συνομιλητή του ή το ακροατήριό του ως –εξίσου καλός– γνώστης της κοινής νεοελληνικής γλώσσας ή της κυπριακής διαλέκτου. Άρα το ερώτημα απαντά σε πραγματοποιήσιμους και ωφέλιμους στόχους, που θα μπορούσαν να αναπτύξουν τον γλωσσικό πλουραλισμό στην Κύπρο.
Ποιες δυσκολίες αντιμετώπισες κατά την απόδοση των κειμένων στην κυπριακή διάλεκτο;
Σε αντίθεση με την ευκολία να εκφραστώ αβίαστα όσον αφορά στη λεκτική απόδοση της ιστορίας του Μικρού Πρίγκιπα στην κυπριακή διάλεκτο, συνάντησα μεγάλη δυσκολία στον τρόπο γραφής της. Όπως γνωρίζουμε, δεν υπάρχει τυποποιημένη γραφή που να επιτρέπει σε όλους τους Κυπρίους να μπορούν να γράφουν με τον ίδιο γραπτό, κοινό κώδικα την κυπριακή διάλεκτο. Γνωρίζοντας αυτήν τη δεδομένη διαχρονική αδυναμία, σκέφτηκα να διασκευάσω τον μύθο του Αισώπου «Το Λιοντάριν, ο Λύκος τζι’ ο Αλουπός», βασισμένο σε ονόματα ζώων στα κυπριακά, κατ’ αλφαβητική σειρά, χρησιμοποιώντας τα είκοσι τέσσερα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου. Για παράδειγμα, στο γράμμα Άλφα εμφανίζεται το Αγρινόν, στο Βήτα ο Βόρτακος, στο Γάμα ο Γάρος και συνεχίζει ως το γράμμα Ωμέγα. Για ορισμένα ελληνικά σύμφωνα παρατίθενται και υποσημειώσεις, με παραδείγματα λέξεων για το πώς θα μπορούσαν να γράφονται κάποια αλλόφωνα σύμφωνα, ώστε να ακούγονται όσο πιο κοντά γίνεται στην κυπριακή διάλεκτο. Το γράμμα /κ/, για παράδειγμα, στη λέξη κυνηγός γίνεται τζιυνηός ή το γράμμα /χ/ στη λέξη χελώνα γίνεται σιελώνα. Μέσα από αυτήν τη δυσκολία, την οποία συναντούμε όλοι εμείς οι Κύπριοι που γράφουμε κυπριακά, ελπίζω με δουλειές όπως αυτές, να δοθεί η ευκαιρία διασαφήνισης του τρόπου γραφής της κυπριακής διαλέκτου.
Στόχος ήταν, μεταξύ άλλων, να καταστήσω σαφές ότι η κυπριακή μας διάλεκτος μπορεί να γραφεί και να διαβαστεί, ακόμη και να χρησιμοποιηθεί σε παραμύθια και μύθους τέτοιας παγκόσμιας εμβέλειας.
Κατά τη διάρκεια της ενασχόλησής σου με τα κείμενα ένιωσες να συνδέεσαι εκ νέου μαζί τους; Σού ξανασυστήθηκαν κατά κάποιον τρόπο;
Ό,τι πιο ωραίο και μαγικό θα μπορούσε να μου έχει συμβεί σε αυτήν τη διαδικασία. Προσπαθώντας να μεταφέρω τα λόγια των κειμένων όσο πιο πιστά μπορούσα, είτε με συνέπαιρνε η φωνή του Μικρού Πρίγκιπα που προσπαθούσε να ημερέψει την αλεπού, είτε άκουγα ψίθυρους από τα ηθικοδιδάγματα του Αισώπου. Πραγματικά είναι απόλαυση να ξανασυναντιέσαι με κάτι που έχεις διαβάσει σε μια άλλη ηλικία. Είμαι σίγουρος πως πάλι, σε έναν άλλο σταθμό της ζωής μου, μπροστά σε καινούργια αδιέξοδα, όταν θα ηχήσουν οι σειρήνες μιας επερχόμενης υπαρξιακής ανησυχίας, θα ψάξω και θα βρω πάλι μέσα από αυτά τα παραμύθια τις απαντήσεις ή τα ερεθίσματα.
Πέραν των δύο βιβλίων, στα οποία αναφερθήκαμε, συνέγραψες με τον Ορχάν Καπατάς το «Κοινό Λεξικό της Ελληνοκυπριακής και Τουρκοκυπριακής Διαλέκτου». Πώς προέκυψε η ιδέα για τη συγγραφή ενός τέτοιου λεξικού;
Η ιδέα για τη λεξικογραφική αυτή συγγραφή προέκυψε σε μένα και τον Ορχάν, αφού εντοπίσαμε τη γλωσσική επαφή της ελληνικής και της τουρκικής γλώσσας στην Κύπρο από προηγούμενές μας συγγραφικές συνεργασίες. Το γεγονός βέβαια ότι εντοπίσαμε αυτές τις λέξεις δεν ήταν κάτι εντελώς καινούργιο για εμάς. Λίγο πολύ αυτές οι λέξεις είχαν εντοπισθεί και από άλλα παλαιότερα, αλλά και σχετικά νεότερα, αξιόλογα λεξικά. Σημαντική καινοτομία της δικής μας δουλειάς, θεωρώ πως ήταν το γεγονός ότι προχωρήσαμε στη σύζευξη των λέξεων των δύο διαλέκτων, ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής, μέσα σε ένα κείμενο, το οποίο οδήγησε στο «Κοινό Λεξικό». Γιατί είτε ελληνογενείς είτε τουρκογενείς οι λέξεις αυτές δεν παύουν από το να είναι κυπριακές.
Μπορείς να μας δώσεις κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα λέξεων που χρησιμοποιούνται και στις δύο διαλέκτους;
Θα αναφέρω γνωστές λέξεις που προέρχονται από την ελληνική και τουρκική και, άσχετα από την απώτερή τους αρχή, χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα και από τις δύο κοινότητες του νησιού ως κυπριακές. Συγκεκριμένα:
αγγόνιν - angoni
αΐπιν - ayıp
αρσενικοθήλυκος - arsenofiligo
άσιλα - asıl
άσσιοϊλε - aşöyle
ατζιαμής - acamı
αχαμάκκης - ahmak
άχρηστος - ahristo
βόρτος - vordo
βοσκός - vosgo
επιστάτης - ebistad
ζάφτιν - zapt
ίσσιαλλα - işşallah
καπύρα - gabira
κουφή - gufi
μάσσιαλα - maşallah
μαυρογέρημος - mavroyerimo
πιλέ (μου) - bile
ποτήριν - bodiri
σπανός - ısbano
τζιερεμέ - cereme
τταράφκια - taraf
χάζιν - haz
χαλάλιν - helal
χαρράμιν – haram
Ίσως αυτό το κοινό συναίσθημα Ε/κ και Τ/κ που βίωσαν και μοιράστηκαν ζωές, ιστορίες και εμπειρίες, να είναι και ο λόγος που το «Κοινό Λεξικό» είχε τόσο μεγάλη απήχηση. Οι περισσότεροι αναγνώστες μάλιστα μου διηγούνται, εντυπωσιασμένοι, πολλές άλλες λέξεις που ξέρουν πριν ακόμη κοιτάξουν στη δεύτερη σελίδα του Λεξικού.
Εκτός από την πρακτική και επιστημονική σημασία ενός τέτοιου έργου, αποτελεί και μία προσπάθεια να σταλεί το μήνυμα της ειρηνικής συνύπαρξης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων; Και πώς κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί μέσω της γλώσσας;
Είναι προφανές ότι η διάσωση του κοινού αυτού γλωσσικού πλούτου προβάλλει τη δυνατότητα της γλώσσας να υπερβεί τις όποιες διαφορές μεταξύ των δύο κοινοτήτων και να αποτελέσει ένα από τα ισχυρότερα θεμέλια για την επίτευξη συνύπαρξης και ειρήνης στην Κύπρο. Τεκμηριώνει, επίσης, επιστημονικά την κοινή διαπίστωση όλων των πολιτισμένων λαών ότι η γλώσσα αποτελεί τον πλέον σημαντικό, συνεκτικό δεσμό ανάμεσα σε λαούς, οι οποίοι είναι δυνατόν να παρουσιάζουν μεταξύ τους θρησκευτικές ή εθνικές διαφορές. Ας θυμίσουμε πως στην Κύπρο, πριν από περίπου μισό αιώνα, φαινόταν απίθανο να μιλάμε τη «γλώσσα του εχθρού», τα αγγλικά. Για να θεμελιωθεί λοιπόν ένα σωστό, υγιές κράτος, χρειάζεται να έχουμε γνώση και των δύο γλωσσών-διαλέκτων που θα ξεδιπλώσουν τα όριά τους ήδη από την πρώτη μέρα της επανένωσης για την αναγκαία επικοινωνία μεταξύ των πολιτών.
Μιλάς για την επανένωση ως κάτι αναπόφευκτο ή αδιαπραγμάτευτο. Πόσο αισιόδοξος είσαι όταν η κουβέντα έρχεται γύρω από την ειρηνική συμβίωση των δύο κοινοτήτων;
Σίγουρα η επικράτηση της ειρήνης στην Κύπρο και η επίλυση του κυπριακού ζητήματος δεν θα θεμελιώνονται μονάχα σε κανονισμούς συνταγματικού δικαίου. Οι άνθρωποι που θα κατοικούν στο κυπριακό κράτος, θα πρέπει να έχουν γνώση των κοινών γλωσσικών και πολιτισμικών τους καταγωγών, στοιχείο που θα αποτελεί την ισχυρότερη εγγύηση για τη σταθερότητα και την ειρήνη. Τώρα σε ό,τι αφορά άμεσα το ερώτημα, πιστεύω πως όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα κομμάτια και να γίνει αυτός ο τόπος, η φύση θα έχει τη λύση να απαντά πάντα αισιόδοξα.
Το εγχείρημα με το «Κοινό Λεξικό» πώς αντιμετωπίστηκε από τις δύο κοινότητες του νησιού;
Το κυπριακό αναγνωστικό κοινό, με φυσικούς ομιλητές της κυπριακής διαλέκτου τους Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, έδειξε πραγματικά να εκτιμά τις κοινές λέξεις, με τις οποίες έχει μεγαλώσει και μέσω των οποίων κουβαλά αμέτρητα βιώματα. Ίσως αυτό το κοινό συναίσθημα Ε/κ και Τ/κ που βίωσαν και μοιράστηκαν ζωές, ιστορίες και εμπειρίες, να είναι και ο λόγος που το «Κοινό Λεξικό» είχε τόσο μεγάλη απήχηση. Οι περισσότεροι αναγνώστες μάλιστα μου διηγούνται, εντυπωσιασμένοι, πολλές άλλες λέξεις που ξέρουν πριν ακόμη κοιτάξουν στη δεύτερη σελίδα του Λεξικού. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό που ο κόσμος έχει από μόνος του κριτήριο να αγαπά και να εκτιμά το ίδιό του το «είναι», δηλαδή τις ρίζες της καταγωγής και της παράδοσής του. Εν προκειμένω, το «είναι» μας είναι αυτό που αντανακλά εν γένει την κυπριακή μας πραγματικότητα και ύπαρξη.
Υπάρχουν άλλες μεταφράσεις στα σκαριά ή σχέδια για μια δεύτερη εμπλουτισμένη έκδοση του λεξικού; Γενικά τι άλλα σχέδια έχεις για το μέλλον;
Γενικά ο κύκλος δεν τελειώνει εδώ. Και όταν λέω κύκλος εννοώ τη θεματολογία των πιο σημαντικών κειμένων που εμπερικλείουν λογοτεχνία, φιλοσοφία, κοινωνιολογία, πολιτική, θρησκεία κ.ά. Στην περίπτωση του εν λόγω Λεξικού, όπως και σε κάθε πρώτη έκδοση, βεβαίως θα υπάρξει και μια δεύτερη έκδοση πιο εμπλουτισμένη. Τώρα, για τον άμεσο στόχο, στα σκαριά είναι ένα φιλοσοφικό δοκίμιο που θα αποδοθεί στα κυπριακά. Τη μεταφορά του θα αναλάβει ο Μιχάλης Ελευθερίου και εγώ την επιμέλεια.