Cityzens
Και meta, τι;
«Σε 10 χρόνια (το πολύ), γιαγιά, θα υπάρχω σε δύο σύμπαντα. Σε αυτό -που είναι ήδη overcomplicated, έχασες επεισόδια- και στο “meta”, σύμφωνα με τον Μάρκο μας. Θα μπορώ να στέλνω το ολόγραμμά μου για μίτινγκ στην Κίνα, μετά για training στο Λονδίνο και θα κάνω και μια στάση ενδιάμεσα για να δω τη μαμά, να της κάνω εικονική αγκαλιά και να πάρω τα virtual τάπερ μου γιατί στις επαυξημένης πραγματικότητας Λόντρες, "ποιος θα σου μαειρεύκει"»;
Αυτές τις ημέρες, γιαγιά, σε κατάλαβα λίγο παραπάνω. Μπήκα λίγο στα παπούτσια σου και στο πώς ένιωσες όταν εγώ κράταγα εκείνο το ρημάδι το 3310 (μα πόσο ρετρό φαντάζει σήμερα) κι εσύ το αποκαλούσες «μαραφέτι». Λες και σε ακούω είναι. «Μα γιατί εν πάτε σιόρ για έναν καφέ και μιλάτε μόνο που τα τηλέφωνα. Εν θωρκέστε πκιον;». Αυτές τις ημέρες αφουγκράστηκα, σε έναν βαθμό έστω, τη δική σου ψυχολογική κατάσταση, τότε.
Στα 20 σου -άμα κάνω σωστά τους υπολογισμούς μου- η τηλεόραση μόλις θα ‘χε κάνει «ντου», ίιισα που θα είχαν ξεκινήσει να βγαίνουν στον αέρα προγράμματα στημένα, κομμένα και ραμμένα για το μέσο. Κι άμα θυμάμαι καλά από τις ιστορίες σου -δεν με βοηθά το μνημονικό ούτε εμένα πια, μεγαλώνοντας βρίσκω να έχουμε πολλά περισσότερα κοινά- χρήματα δεν… ώστε, να έφτασε στο σαλόνι σου το κουτί στα 40φεύγα σου; Εμένα ποια θα ήταν η αντίδρασή μου; Θα σού είμαι ωμά ειλικρινής.
Η ίδια με τη δική σου, Παρασκευού μου: «Τι είναι αυτό το κουτί», «πώς βρέθηκε αυτός ο κύριος στο σαλόνι μου», «τι κάνει αυτό το ρημαδιασμένο το κόκκινο κουμπί», «κοίτα που έφτασε η τεχνολογία ε…»; Και αυτό το «ε…» θα ήταν ένα τραβηγμένο χρονικά ψέλλισμα, θα έσβηνε σιγά, χλιαρά, θα κυμαίνετο σε χαμηλά έως πολύ χαμηλά ντεσιμπέλ, θα έμπαινε τελεία με μια εσάνς απορίας/φόβου στη φωνή και θα έκλεινε με μια μικρή σε διάρκεια -σχεδόν νεκρική δε, σιγή. Έπειτα θα συνέχιζα τη ζωούλα μου, κάνοντας αρχικά πως δεν είδα, πως δεν άκουσα και πως οι απορίες μου δεν έκρυβαν φόβο, ανασφάλεια. Zero fucks given... και καλά.
Μα αν μοιάζουμε λίγο -που μοιάζουμε- οι δικές σου σίγουρα έκρυβαν. Και υποψιάζομαι τώρα τον λόγο. Είναι το «άγνωστο» που φέρνει καθετί νέο και που δεν γίνεται να μην «κουβαλάει παραμάσχαλα» μαζί του και αβεβαιότητα. Σε καθετί νέο, καινοτόμο, έχεις μηδέν έλεγχο. Πολύ λογικό, αυτό που δεν ξέρεις, αυτό φοβάσαι. Αυτό που δεν ελέγχεις, αυτό σε αλαφιάζει.
Κι αφήνεις τους αμυντικούς σου μηχανισμούς ξαμόλυτους, να κάνουν αυτό που ξέρουν καλά. Να σε προετοιμάσουν. Αρχικά λοιπόν «παρκάρουν» το θεματάκι για λίγο, μετά πλησιάζουν δειλά-δειλά κοντά του «για να μεν κόψεις πίσω» και όταν είσαι ΟΚ, αποκτάς -και καλά κάνεις- άποψη. Γιατί, ήθελες-δεν ήθελες, εξοικειώθηκες, ζορίστηκες αλλά εν τέλει απέκτησες τη γνώση. Κι έχεις τον έλεγχο ξανά.
Τι θα κάνω όντας σε 2; Σε ποιο σύμπαν θα αφήσω τα κομμάτια μου και ποιο virtual ή κανονικό φιλαράκι θα τα μαζέψει;
Αλλά, ειδικά την τεχνολογία, άντε να τη προλάβεις, Παρασκευού μου. Κι εσύ με το «τραβάτε με κι ας κλαίω» την ακολουθούσες. Ώσπου το άγνωστο να κάνει convert σε γνώριμο, έσκαγε άλλο άγνωστο, και μετά κι άλλο, άντε μετά παράλλο. Κι εσύ ήσουν σε συνεχή φάση «πάμε πάλι», «αυτό τώρα το καινούριο φρούτο», «από πού έσκασε τώρα αυτό». Κι έτρεχες ταπισόν του.
Τρέξε-τρέξε, κουράζεσαι... Όταν έβλεπες εμένα, κρατώντας το 3310 μου (που επαναλαμβάνω, είναι για τα μουσεία πχια), να σε κοιτάζω με άκομψη και υποτιμητική σχεδόν απορία, τουτέστιν με υφάκι, και να σου λέω «ώχου, κινητό είναι ρε γιαγιά, τι δεν καταλαβαίνεις» -σχώρα με, νιάτο ήμουν, εσύ ήδη είχες σβήσει το κοντέρ. Με πολλά καταγεγραμμένα χιλιόμετρα, ούσα μια ζωή στο ξωπίσω τής κατανόησης, μάλλον... σε έπιασα στο «φτάνει» σου.
Αυτές τις ημέρες σε πλησίασα. Δεν είμαι στο «φτάνει» μου. Αλλά είμαι μάλλον σε εκείνο το ευαίσθητά ψυχολογικό σημείο, εκεί που ήσουν κι εσύ όταν σου προσγειώθηκε και το, δε ξέρω, να πω το web 1.0; «Νισάφι πια» θα ‘σουν, στανταράκι. Με μια μικρή διαφορά -και σόρρι αλλα θα μου το δώσεις. Οι ρυθμοί εξέλιξής μας διαφέρουν. Είπαμε, σε καταλαβαίνω, αλλά τα τελευταία 20 χρόνια η τεχνολογία έχει τον ασταμάτητο, έχει κάνει όσα άλματα δεν έκανε τα προηγούμενα 2000. Το λες και βαρύ, το χαρακτηρίζεις και «ακραίο» -ναι δεν έχω κόψει το GNTM.
Σε 10 χρόνια (το πολύ) λοιπόν γιαγιά μου, θα πρέπει να υπάρχω σε δύο σύμπαντα -με το «πρέπει» να είναι η λέξη «κλειδί» μάλλον. Δεν ξέρω αν θέλω. Πάντως σωστά άκουσες, δεν σε περιπαίζω, Jonny². Σε δύο σύμπαντα, σε λίγους μήνες ίσως γίνουν και 3, 4 ποιος ξέρει. Άβυσσος η ψυχή των μεγαλομεγάλων, εκεί στο καζάνι της Silicon Valley.
Ποια είναι αυτά; Το κανονικό, αυτό που ξέρεις και που ζούσαμε μαζί σε αυτό ως και πριν από λίγα χρόνια -που είναι ήδη overcomplicated, έχασες επεισόδια- και στο “meta”, σύμφωνα με τον Μάρκο μας. Θα μπορώ να στέλνω το ολόγραμμά μου για μίτινγκ στην Κίνα, μετά για speed-training στο Λονδίνο KAI θα κάνω και μια στάση στο μεσοδιάστημα για να δω τη μαμά, να της κάνω εικονική αγκαλιά και να πάρω τα virtual τάπερ μου για το δρόμο -γιατί στις επαυξημένης πραγματικότητας 'Λόντρες', «ποιος θα σου μαειρεύκει»;
Και αν σε αυτά προσθέσω πως μάλλον θα πρέπει να διαχειριστώ ένα σπίτι που θα κουμαντάρεται από botάκια, ένα αυτοκίνητο που θα αυτό-παρκάρεται και πως, καθώς συμβαίνει όλο αυτό στον αυτόματο, η γη θα καίγεται επίσης στον αυτόματο (global warming remember;), ενώ παράλληλα υποψιάζομαι πως ήδη ψάχνουν να μας μετακομίσουν στον Άρη για να σωθούμε, ΟΚ, σκιάζομαι κομματάκι. Δικαιολογημένα. Εδώ καλά-καλά ίσα που τα βγάζω πέρα σε αυτήν την πραγματικότητα. Τι θα κάνω όντας σε 2; Σε ποιο σύμπαν θα αφήσω τα κομμάτια μου και ποιο virtual ή κανονικό φιλαράκι θα τα μαζέψει.
Και να μου το θυμηθείς. «Ύστερα φέρνει ο φούρνος την πυρά» μου 'λεγες. Σε κάποια χρόνια από σήμερα, θα μου μιλάνε κάτι πιτσιρικάδες με υφάκι, γιατί θα με βλέπουν που θα μου φαίνεται γελοίο που κάνουν 2 ώρες να διαλέξουν τι θα φορέσουν και πώς θα φτιάξουν το μαλλί, παίζοντας με το virtual memoji τους και δεν ανοίγουν απλώς τις ντουλάπες τους. Αναπόφευκτα το δικό μου σήμερα θα γίνει τόσο, μα τόσο ρετρό, πιο πολύ και από το 3310 μου, και θα έχω φτάσει στο «φτάνει» μου.
Να σου πω όμως κάτι; Τελικά νιώθω πως η ανασφάλειά μου γι' αυτό που έρχεται, δεν είναι αποτέλεσμα φόβου μιας αναπόφευκτης εξέλιξης. Θα ήταν αδικαιολόγητος, θα ήμουν αδικαιολόγητος. Π.χ. μακάρι να μπορούσα να σε πάρω αγκαλιά, κι ας ήταν εικονική. Θα φιλούσα τα πόδια του Ζούκερμπεργκ. Ας έρθει η τεχνολογία και ας μας πάει όπου μπορεί να μας πάει. Κανένα πρόβλημα εδώ.
Τη συμπεριφορά και την αντίδραση των ανθρώπων, με τους οποίους θα πορευτούμε μαζί σε αυτήν την εξέλιξη τρέμω, καλή μου Παρασκευού. Και την «κακομεταχείρισή» της. Γιατί η τεχνολογία, η εξέλιξη, το «μπροστά», δεν ήταν ποτέ πρόβλημα. Πληροφορία έφερε, σύνδεση έφερε, τη ζωή μας απλούστερη έκανε. Τα καιροσκοπικά και υποχθόνια χέρια που θα την εκμεταλλευτούν για κάτι άλλα, για «κάτι δικά τους» φοβάμαι.
Κάποιος, κάπου φιλοσόφησε -βαριέμαι τώρα να κάνω γκουγκλ το όνομά του- πως μαζί με τα φάρμακα φτιάξαμε και δηλητήρια και πως τα όπλα που «μηχανέψαμε» δεν γυρίσαν την κάννη τους μόνο σε ζώα-θηράματα για να χορτάσουμε. Τη γύρισαν και στον διπλανό τους. Γιαγιά μου, σε αφήνω, ξέρω πως θέλω δεν θέλω, τα χρόνια σου να ζήσω μόνο, η απορία μου θα λυθεί. Και meta τι;