Ο πόλεμος που μαίνεται εδώ και δέκα χρόνια στη Συρία, με χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες και εκατομμύρια πρόσφυγες, έχει, δυστυχώς, να επιδείξει πολλές θλιβερές ιστορίες. Κάποιες από αυτές έχουν, όμως, happy end. Όχι ακριβώς όπως αυτό που συναντάται στα παραμύθια, αλλά μια ευτυχή κατάληξη που φέρνει έστω λίγο φως στο σκοτάδι.
Μια από αυτές τις ιστορίες αφορά σε μια πολυμελή οικογένεια Σύρων από την πόλη Χομς. Επί τρία χρόνια ο 37χρονος πατέρας και τα πέντε παιδιά πίστευαν ότι η μητέρα της οικογένειας είχε σκοτωθεί σε βομβαρδισμό στη Συρία, γεγονός που ανάγκασε τον ίδιο να πάρει τα παιδιά του και να φύγει για να γλιτώσουν. Έχοντας βρει καταφύγιο στην Ελλάδα, ο 37χρονος Α. μαζί με τα πέντε παιδιά του, έμαθε, ύστερα από διαρκείς αναζητήσεις, ότι τελικά η 32χρονη γυναίκα του ήταν ζωντανή και τον περασμένο Νοέμβριο η οικογένεια επανενώθηκε!
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΑΡΣΙΣ, η οικογένεια ζει πλέον στη Θεσσαλονίκη σε διαμέρισμα που νοικιάζει μέσω του προγράμματος ένταξης των δικαιούχων ασύλου «Ηλιος» του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ).
«Ο Α. και η Κ. παντρεύτηκαν το 2010 και έναν χρόνο μετά άρχισε ο πόλεμος. Περιπλανήθηκαν μέσα στη Συρία αναζητώντας ασφαλή περιοχή, συνολικά άλλαξαν κατοικία 38 φορές. Μέχρι, που ένα πρωινό του 2017, πολεμικά αεροσκάφη βομβάρδισαν την περιοχή όπου διέμεναν την ώρα που η μητέρα βρισκόταν σε υπαίθρια αγορά. Ο νεαρός άντρας δεν είχε νέα από τη γυναίκα του κι αφού έψαξε χωρίς αποτέλεσμα, πήρε τα πέντε παιδιά τους -ανάμεσά τους ένα νεογέννητο- και άρχισε ένα δύσκολο ταξίδι προς την Τουρκία», αναφέρεται σχετικά στη ανακοίνωση, προσθέτοντας ότι ο πατέρας προσπάθησε τέσσερις φορές να περάσει από τη Συρία στην Τουρκία και τα κατάφερε την πέμπτη. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού έζησε με τα παιδιά του οριακές καταστάσεις, δίχως νερό και φαγητό, χρήματα, τηλέφωνο και βενζίνη.
Η χειρότερη, όμως, στιγμή του ταξιδιού ήταν όταν βρέθηκαν μπροστά σε ναρκοπέδιο. «Τελικά πέρασαν (το ναρκοπέδιο) αφού ένας βοσκός που είχε παρακολουθήσει τον στρατό όταν ναρκοθετούσε το πεδίο, δέχθηκε να τον βοηθήσει δίνοντας πληροφορίες -με αντάλλαγμα τσιγάρα- για τον τρόπο που θα απέφευγε τις νάρκες», σημειώνεται σχετικά.
Στην Τουρκία παρέμειναν για μικρό χρονικό διάστημα και τον χειμώνα του 2017 πέρασαν με βάρκα από τα τουρκικά παράλια στη Χίο. Από εκεί μεταφέρθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα και τελικά στις 7 Μαρτίου 2018, ο πατέρας και τα πέντε παιδιά του παραπέμφθηκαν στο «Φιλοξενείο Οικογενειών Αιτούντων Άσυλο», που λειτουργεί ο δήμος Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με την ΑΡΣΙΣ - Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων.
Τα παιδιά άρχισαν να φοιτούν σε σχολεία και πλέον μιλούν άπταιστα ελληνικά, βοηθώντας, μάλιστα, στις διερμηνείες. Παράλληλα, ο 37χρονος συνέχιζε να αναζητά τα ίχνη της γυναίκας του μέσω συγγενών και φίλων, καθώς και με αναρτήσεις σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Όπως εν τέλει αποδείχθηκε, η 32χρονη είχε χάσει την ακοή της στον βομβαρδισμό και την είχαν μεταφέρει σε νοσοκομείο. Όταν αποθεραπεύτηκε, γύρισε στο χωριό και μη βρίσκοντας την οικογένειά της άρχισε την αναζήτηση μέχρι που εντόπισε λογαριασμό του 10χρονου γιου της σε πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης.
«Η Κ. ταξίδεψε μέχρι την Ελλάδα και τελικά, τον περασμένο Νοέμβριο επανενώθηκε η οικογένεια ύστερα από σχεδόν τρία χρόνια», τονίζεται στην ανακοίνωση της ΑΡΣΙΣ.
Τα παιδιά ακόμη δεν μπορούν να πιστέψουν ότι η μητέρα τους είναι ζωντανή, αλλά ο Α. μπορεί πλέον να λέει ότι «το μεγαλύτερο μάθημα από όλη αυτήν την περιπέτεια είναι η υπομονή». Τους λείπουν οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γιορτές που έκαναν μαζί, αλλά θεωρούν πλέον τη Θεσσαλονίκη δεύτερη πατρίδα τους και πιστεύουν σε ένα καλύτερο μέλλον.