Φέτος είναι αλλιώς

5:30 το πρωί. Με ξυπνάει ο ήχος από τις σειρήνες και τα ταραγμένα γαβγίσματα των σκυλιών της γειτονιάς. Κλείνω τα μάτια και περιμένω να τελειώσει το μαρτύριο. Φέτος η 20ή Ιουλίου δεν μοιάζει με καμιά άλλη των προηγούμενων 47 χρόνων.

Article featured image
Article featured image


Εδώ και μέρες είχα ένα περίεργο συναίσθημα. Ένα σφίξιμο στο στομάχι που, όσο πλησίαζε ο καιρός γινόταν όλο και πιο έντονο. Δεν είχα νιώσει ποτέ άλλοτε έτσι, μα μεγαλώνω και μεγαλώνοντας αντιλαμβάνομαι όλο και περισσότερο πως κάθε χρόνο χάνω ακόμη λίγο από τον τόπο μου.

Πρόσφυγας δεν είμαι, αλλά δεν σημαίνει και κάτι αυτό. Ο τόπος μας είναι ένας και τα κοτσιάνα δεν κάνουν καμία διαφορά. Δεν θα έπρεπε τουλάχιστον να κάνουν. Στις 5:30 ακούω τις σειρήνες. Ξυπνάω, ίσως πρώτη φορά στα τόσα χρόνια. Τα γαβγίσματα των σκύλων της γειτονιάς δεν μπορούν να καλύψουν το διαπεραστικό ουρλιαχτό της υπενθύμισης. Κλείνω τα μάτια και περιμένω να περάσει το μαρτύριο της μνήμης. Όχι της μνήμης της εισβολής, ούτε του πόνου, του σπαραγμού, των αδελφοκτόνων, ούτε του διχασμού. Μιας μνήμης πιο σκληρής, που υπενθυμίζει τη λήθη.

Φέτος είναι αλλιώς.

Φέτος το πραξικόπημα και η εισβολή μοιάζουν να έχουν ξεθωριάσει επικίνδυνα και μαζί μ’ αυτά και η απαίτηση, η ανάγκη για λύση, για επανένωση, για πραγματική ελευθερία.

Φέτος είναι αλλιώς. Κανείς δεν ασχολείται και πολύ. Μερικές σκόρπιες αναφορές, ξύλινες, τυπικές, άοσμες και έπειτα πίσω στα «σοβαρά».

Φέτος, η προεκλογική ατζέντα έβαλε το Κυπριακό σε τέταρτη μοίρα. Πρώτα η επιβίωσή μας. Μα κανείς πουθενά δεν αναφέρει πως αν δεν επιβιώσει πρώτα ο τόπος, δεν θα έχει νόημα η όποια πρόσκαιρη σωτηρία μας.

Οι σειρήνες σώπασαν μα το μαρτύριο δεν περνά. Στο ραδιόφωνο ακούω να το λένε κι άλλοι: Φέτος είναι αλλιώς. Εύχονται λύση και απελευθέρωση και παράλληλα συμπληρώνουν πως εδώ που φτάσαμε σήμερα, φαίνεται να έχουμε ακόμη πολλούς Ιούληδες για να θρηνούμε και να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας σε ευχολόγια.

Στον αυτοκινητόδρομο για Λευκωσία κάποια πανό γράφουν: «Δεν ξεχνώ» και «Επιστροφή». Μα οι λέξεις μοιάζουν άδειες, κενές νοήματος και περιεχομένου.

Φέτος είναι αλλιώς γιατί κανείς δεν ξέχασε, μα οι περισσότεροι συνήθισαν. Και δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα απ’ όταν ο πόνος γίνεται ρουτίνα και συνήθεια. Γιατί τότε παύει πλέον να είναι πόνος.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ