Διαπιστώθηκε ότι, μεταξύ των ανθρώπων χωρίς αυτοάνοσο ιστορικό, πάνω από 15% από όσους είχαν Covid-19, ανέπτυξαν στη συνέχεια για πρώτη φορά αυτοάνοσο νόσημα, έναντι ποσοστού περίπου 11% στην ομάδα ελέγχου που δεν είχε αρρωστήσει με Covid-19. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι με Covid-19 εμφάνιζαν μια αύξηση κατά 43% στην πιθανότητα αυτοάνοσης ασθένειας. Επίσης, μεταξύ όσων είχαν προϋπάρχον αυτοάνοσο νόσημα, όσοι είχαν Covid-19, είχαν 23% μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν κατόπιν μια επιπρόσθετη αυτοάνοση διαταραχή.
Η Covid-19 συνδεόταν πιο έντονα με αυξημένο κίνδυνο (κατά 63%) για αγγειίτιδα, μια φλεγμονή των αιμοφόρων αγγείων, καθώς επίσης σε μικρότερο βαθμό με αυτοάνοσα προβλήματα στον θυρεοειδή (π.χ. Χασιμότο), με ψωρίαση στο δέρμα και με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
«Αυτά τα ευρήματα δεν μπορούν να αγνοηθούν. Πρέπει να μελετήσουμε περαιτέρω πώς η Covid-19 μπορεί δυνητικά να πυροδοτήσει αυτοάνοσο νόσημα, καθώς πολλοί άνθρωποι συνεχίζουν να υποφέρουν από τις συνέπειες της Covid-19», δήλωσε ο δρ Ανουράντα Σουμπραμανιάν του βρετανικού Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ.
Στο παρελθόν και άλλες ιογενείς λοιμώξεις, όπως η γρίπη, έχουν συνδεθεί με αυτοάνοσες ασθένειες. Από την άλλη, η νέα μελέτη δείχνει ότι υπάρχει απλώς μια συσχέτιση και όχι μια σχέση αιτίας-αποτελέσματος ανάμεσα στον κορωνοϊό και στα αυτοάνοσα. Δεν είναι ακόμη σαφές κατά πόσο διαφορετικές παραλλαγές του κορωνοϊού (π.χ. η Όμικρον) συνδέονται με μεγαλύτερο ή μικρότερο κίνδυνο για αυτοάνοσο, ούτε σε ποιο βαθμό ο εμβολιασμός κατά του κορωνοϊού μειώνει αυτόν τον κίνδυνο.