Πολιτισμός
Εσύ έπαιζες με το ζιννάπι (της κότας);
Ένα παιχνίδι -σίγουρα ακατάλληλο για vegans- που παίζαμε μικροί.
Από τον Χαράλαμπο Παναγιώτου
Πολύ πριν όλα (σχεδόν) τα παιχνίδια μεταφερθούν σε μια οθόνη, τα παιδιά συνήθιζαν να παίζουν σε αυλές και αλάνες. Ενίοτε εφεύρισκαν δικά τους παιχνίδια και άλλοτε απασχολούνταν ώρες ή και μέρες παίζοντας με τα πιο «ευτελή» αντικείμενα. Πρόσφατα, στο γραφείο, μιλώντας για παιχνίδια, θυμηθήκαμε το ζιννάπι, ένα αγαπημένο παιχνίδι των παιδικών μας χρόνων, και κάπως νοσταλγήσαμε εκείνες τις στιγμές που η μόνη μας έγνοια ήταν να μη χάσουμε το στοίχημα.
Οι κανόνες του παιχνιδιού
Το ζιννάπι είναι το διχαλωτό κόκκαλο του στέρνου της κότας. Σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού, δύο άτομα ορίζουν από πριν ένα στοίχημα, παίρνουν από μία άκρη του κόκκαλου και το σπάνε λέγοντας τη λέξη ζιννάπι ή αλλιώς γιάντες, που προέρχεται από την τουρκική λέξη «yâd» που σημαίνει θύμηση. Το παιχνίδι είναι γνωστό και ως γιάντες – ζιννάπι είναι η κυπριακή ονομασία του.
Από το σημείο αυτό και έπειτα, δεν πρέπει να πάρει ο ένας από το χέρι του άλλου οτιδήποτε χωρίς να πει τη φράση «θυμάμαι». Σε αντίθετη περίπτωση, χάνουν το στοίχημα. Δηλαδή, όποιος από τους δύο ξεχαστεί και λάβει κάτι από τον άλλο, τότε πρέπει να κάνει αυτό που προβλέπει το ορισθέν στοίχημα. Φυσικά, σε κάθε περιοχή της Κύπρου το παιχνίδι μπορεί να παιζόταν διαφορετικά, αφού υπάρχουν διάφορες παραλλαγές του.
Η μαρτυρία της Χρυσταλλούς
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε στη CITY η γιαγιά Χρυσταλλού, το παιχνίδι αυτό το θυμάται από τότε που ήταν μικρή, ωστόσο, δεν το έπαιζαν πολύ συχνά, γιατί ο κόσμος δεν είχε συχνά στο τραπέζι του κρέας.
Όπως ανέφερε, το κρέας ήταν πολυτέλεια για ένα νοικοκυριό. Όταν ο πατέρας της κατάφερνε, ωστόσο, να εξασφαλίσει κοτόπουλο, η μητέρα της το έβαζε ολόκληρο στον φούρνο και τότε, δεν έχαναν την ευκαιρία με την αδελφή της να παίξουν με το διχαλωτό κοκαλάκι της κότας.
«Το παιχνίδι με την αδελφή μου διαρκούσε ακόμη και μέρες. Δεν σου κρύβω ότι κάποιες φορές υπήρχαν τσακωμοί, ακόμη και κλάματα σε περίπτωση που μία από τις δύο έχανε. Για εμάς ήταν μία σημαντική διαδικασία και την παίρναμε στα σοβαρά. Ίσως γιατί ως παιδιά δεν είχαμε σημαντικότερα προβλήματα να διαχειριστούμε», τόνισε.
Όσον αφορά στο στοίχημα που έβαζαν, συνήθως ήταν για το ποιος θα κάνει τις δουλειές του σπιτιού και του χωραφιού επειδή αποτελούσαν δύσκολες δουλειές της εποχής και προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να τις αποφύγουν.
Η προέλευση του παιχνιδιού
Το παιχνίδι αυτό φημολογείται ότι «γεννήθηκε» πολλά χρόνια πριν και φυσικά δεν παίζεται μόνο στην Κύπρο.
Συγκεκριμένα, μέλη της αρχαίας ιταλικής φυλής των Ετρούσκων, η οποία πίστευε ότι τα πτηνά μπορούσαν να προβλέψουν το μέλλον, έπαιρναν το κόκκαλο αυτό και το έβαζαν στον ήλιο να στεγνώσει. Ακολούθως, οι σοφοί της εποχής το εξέταζαν και μέσω αυτού προέβλεπαν τον καιρό των επόμενων ημερών και αποκρυπτογραφούσαν τα μηνύματα για το μέλλον. Λόγω του ότι το οστό θεωρείτο ιερό, μπορούσαν να το κρατήσουν και να κάνουν τη δική τους ευχή.
Μετά από χρόνια οι Ρωμαίοι ασπάστηκαν το έθιμο της ευχής και μέσω των κατακτήσεών τους το μετέφεραν σε πάρα πολλές χώρες, κάτι που έκαναν εν μέρει και οι Βρετανοί. Με αυτόν τον τρόπο ίσως να έφτασε στο νησί μας κατά την Αγγλοκρατία.
Το οστό αυτό οι Βρετανοί το ονομάζουν «wishbone», κόκκαλο ευχής και το χρησιμοποιούσαν τη μέρα των ευχαριστιών. Δύο άτομα έπαιρναν το κοκαλάκι και έκαναν από μια ευχή. Μετά, το έσπαζαν στη μέση και σε αυτόν που απέμενε το μεγαλύτερο κομμάτι υποτίθεται ότι θα πραγματοποιείτο η ευχή του.