Μίλα μου
Ο Σωτήρης επαναλειτούργησε το παλιό παρπερκό στον Κάμπο της Τσακκίστρας
Σ' ένα από τα πιο απομακρυσμένα χωριά της ελεύθερης Κύπρου, που παρά την απομόνωση, εξακολουθεί να αντιστέκεται.
Μίλα μου
Ο Σωτήρης επαναλειτούργησε το παλιό παρπερκό στον Κάμπο της Τσακκίστρας
Σ' ένα από τα πιο απομακρυσμένα χωριά της ελεύθερης Κύπρου, που παρά την απομόνωση, εξακολουθεί να αντιστέκεται.
Τα τελευταία χρόνια η κοινότητα Κάμπου της Τσακκίστρας, που βρίσκεται περικυκλωμένη από τις καταπράσινες πλαγιές του δάσους του Κύκκου, καταβάλλει προσπάθειες για περαιτέρω ανάπτυξη. Οι κάτοικοι της περιοχής μέσα από διάφορες δράσεις δείχνουν πως η κοινότητα με τη στήριξη της πολιτείας μπορεί να αντέξει στον χρόνο.
Μπορεί οι μόνιμοι κάτοικοι του χωριού χρόνο με τον χρόνο να λιγοστεύουν, όμως οι νέοι που πέρασαν όλα τα σαββατοκύριακα και τα καλοκαίρια τους στον Κάμπο δηλώνουν παρόντες. Ένας από αυτούς είναι και ο Σωτήρης Τσιαμέζης.
Ο Σωτήρης, με καταγωγή από τον Κάμπο, τον περασμένο μήνα πήρε την απόφαση να επαναλειτουργήσει το παλιό παρπερκό του χωριού, έπειτα από σχετική πρόταση του κοινοτικού συμβουλίου. Δύσκολο εγχείρημα, εάν συνυπολογίσει κανείς το ρίσκο, αλλά και τις πρακτικές δυσκολίες καθώς ο ίδιος και η οικογένειά του ζουν μόνιμα στη Λευκωσία. Κι όμως, όπως μας ανέφερε πίνοντας την πρώτη γουλιά καφέ της ημέρας, όλο αυτό ήταν μία ευκαιρία για να προσφέρει πίσω στον τόπο του.
Η συνάντησή μας προγραμματίστηκε ένα Σάββατο του Σεπτέμβρη στο παρπερκό του, στον Κάμπο. Εκείνο το Σάββατο, όπως μας είπε, ήταν μόλις η δεύτερη φορά που θα ξεδείκλωνε την πόρτα του παλιού παρπερκού. Μάλιστα, όταν φτάσαμε, ήδη ένας νεαρός περίμενε έξω για να πάρει σειρά για να κουρευτεί, ενώ ο Σωτήρης εξυπηρετούσε άλλον πελάτη, κάτοικο του χωριού.
Η ιδέα για την επαναλειτουργία του μαγαζιού προέκυψε έπειτα από ένα τηλεφώνημα που έλαβε ο ίδιος από τη γραμματέα του κοινοτικού συμβουλίου. «Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα ποτέ να συμβεί κάτι τέτοιο. Είχαν ακούσει, όπως μου είπαν, ότι ξέρω να κουρεύω, οπότε σκέφτηκαν πως θα ήμουν ο ιδανικός να αναλάβω το παρπερκό, εάν ήθελα. Το είδα σαν ευκαιρία για να προσφέρω πίσω στην κοινότητα, αλλά και για να ξεφύγω λίγο από τη ρουτίνα της καθημερινότητας, έτσι και αποδέχτηκα. Η αλήθεια είναι πως επισκέπτομαι το χωριό κάθε σαββατοκύριακο για ξεκούραση και για να δω φίλους και συγχωριανούς, οπότε δεν ήταν δύσκολη απόφαση».
Όπως μας λέει ο Σωτήρης, μέχρι να αναλάβει το παρπερκό, οι κάτοικοι του χωριού αναγκάζονταν να πηγαίνουν σε άλλα χωριά ή στη Λευκωσία για κούρεμα, κάτι που προϋπόθετε μεγάλη ταλαιπωρία και οργάνωση, καθώς έπρεπε παράλληλα να προγραμματίσουν κι άλλες δουλειές, για να δικαιολογήσουν τη διαδρομή. «Φυσικά, σημαντική είναι και η στήριξη της γυναίκας μου, που ακολουθεί τα βήματά μου μαζί με την κορούλα μας, σε ό,τι και εάν αποφασίσω. Χωρίς αυτήν, δεν θα μπορούσα να κάνω και πολλά».
Από την ημέρα που άνοιξε του κουρείο, η χαρά των χωριανών είναι μεγάλη. Και δεν είναι μόνο το κούρεμα ή το ξύρισμα. Είναι η τελετουργία.
Η αποδοχή και η αγάπη της κοινότητας αλλά και των περαστικών ήταν απρόσμενη. «Όταν μαθεύτηκε ότι θα ανοίξω το κουρείο οι χωριανοί ενθουσιάστηκαν. Η ανταπόκριση του κόσμου ξεπέρασε τις προσδοκίες μου. Ξέρετε, είναι πολύ σημαντικό για τους ίδιους να μην χρειάζεται να διανύσουν δρόμο για να πάνε σε κάποια άλλη περιοχή για να κουρευτούν ή να ξυριστούν. Συνήθως πήγαιναν στην Κακοπετριά ή στη Λευκωσία όταν έπρεπε να κάνουν κι άλλες δουλειές. Από την ημέρα που άνοιξε του κουρείο, η χαρά τους είναι μεγάλη. Και δεν είναι μόνο το κούρεμα ή το ξύρισμα. Είναι η τελετουργία. Είναι το ότι έχουν ένα μέρος που κάποιος θα τους περιποιηθεί, θα πουν τα δικά τους, θα χαλαρώσουν χωρίς να χρειάζεται να οδηγήσουν ώρες γι' αυτήν τη μικρή απόλαυση ή πολυτέλεια αν προτιμάτε. Στην αρχή, ομολογώ, ήμουν κάπως διστακτικός. Όμως το αποτέλεσμα με διέψευσε. Όλοι έρχονται από το παρπέρικο, ακόμα και οι ξένοι που ανεβαίνουν στον Κάμπο για το σαββατοκύριακο. Αυτό με κάνει πραγματικά χαρούμενο. Νιώθω ότι ήρθε το χωριό και με αγκάλιασε».
Η μόνιμη εγκατάσταση στο χωριό
Μας λέει πως από μικρό παιδί περνούσε πολλές ημέρες του χρόνου στον Κάμπο. Αν και μένει μόνιμα Λευκωσία με τη σύζυγο και το παιδί του, ένα μεγάλο κομμάτι της καρδιάς του ανήκει εκεί, λόγω και της καταγωγής του, αφού και οι δύο του γονείς έχουν καταγωγή από τον Κάμπο.
Πολλές στιγμές τις έζησε εκεί και σε μεγαλύτερη ηλικία, ως εργαζόμενος στο μοναστήρι του Κύκκου, αλλά και ως στρατιώτης στη μονάδα που βρισκόταν παλιά στο χωριό. «Από παιδί ένιωθα αυτήν τη δυνατή σύνδεση με το χωριό. Ως παιδί εργαζόμουν στο μοναστήρι του Κύκκου σε διάφορα πόστα και έμενα για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο χωριό στους παππούδες μου. Μετά, στον στρατό, έκανα τέσσερις μήνες στο τάγμα που υπήρχε στο χωριό. Όταν έκλεισε, επέστρεψα Λευκωσία, στους δικούς μου. Η επιστροφή μου στο χωριό, έστω και υπό αυτές τις συνθήκες είναι κάτι που χαροποίησε και τους γονείς μου. Ήταν μια επιβεβαίωση για τους ίδιους ότι αγαπώ πραγματικά τον τόπο μου».
«Στο πίσω μέρος του μυαλού μου υπάρχει η σκέψη ότι μια μέρα θα καταφέρω να μείνω μόνιμα εδώ με την οικογένειά μου. Άλλωστε ο Κάμπος δεν είναι όπως παλιά, τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να παίρνει ξανά ζωή, και να αλλάζει όψη. Έχουν ανοίξει μαγαζιά και υπάρχει μια συγκρατημένη ανάπτυξη που με χαροποιεί ιδιαίτερα. Έχει και σχολείο εδώ, οπότε εάν μας δοθεί μια καλή ευκαιρία και έρθουμε μόνιμα εδώ, σίγουρα θα συμβάλουμε κι εμείς ώστε να μην κλείσει, όπως φημολογείται κάθε χρόνο, λόγω έλλειψης μαθητών. Ξέρεις, όμως, ο βασικός λόγος που θα ήθελα να επιστρέψω μόνιμα στο χωριό είναι πως πλέον δεν αντέχω τη βαβούρα και τους έντονους ρυθμούς της Λευκωσίας. Έχει άλλη ποιότητα ζωής εδώ, όλα κυλούν διαφορετικά. Είναι ήρεμα, ήσυχα, γαλήνια. Θα ήθελα η κόρη μου να μεγαλώσει στο χωριό. Οι άνθρωποι εδώ είναι πιο αγνοί. Όσοι ζουν εδώ εξελίσσονται διαφορετικά σε σύγκριση με τα παιδιά που μεγαλώνουν στις πόλεις. Αυτό το μέλλον ονειρεύομαι για την ίδια. Στην αρχή σαφώς θα είναι δύσκολα, γιατί η αλλαγή είναι μεγάλη, αλλά στο χέρι μας είναι να κάνουμε τα πράγματα εύκολα. Και ελπίζω πως αν κάνω την αρχή, θα ακολουθήσουν κι άλλοι και θα αναστήσουμε και πάλι τον Κάμπο, γιατί το αξίζει!».
Όσοι ζουν εδώ εξελίσσονται διαφορετικά σε σύγκριση με τα παιδιά που μεγαλώνουν στις πόλεις. Αυτό το μέλλον ονειρεύομαι για την κόρη μου
Η ώρα είχε περάσει και ούτε που καταλάβαμε το πότε το παρπερκό γέμισε με κόσμο που μας παρακολουθούσε και χαμογελούσε περήφανος για τον Σωτήρη! Ίσως γιατί εκτός από το παρπερκό, αυτό το νέο παιδί άνοιξε και ένα παράθυρο ελπίδας για το μέλλον τούτου του τόπου.
Στον καφενέ, λίγο πιο δίπλα, μάς περίμενε ήδη καφές και κεράσματα, όπως μας είπε ο Σωτηρης, δεν υπήρχε περίπτωση να μας αφήσουν να φύγουμε έτσι. Εκεί σταμάτησε και μια ομάδα ποδηλατών για ένα σύντομο διάλειμμα από τη βόλτα τους.
Απολαύσαμε τον καφέ μας με θέα το Ιαπωνικό Πάρκο Κερασιών και παρέα τα γέλια των ντόπιων, από τα διπλανά τραπέζια.