Μελέτη αμφισβητεί όσα ξέραμε μέχρι σήμερα για την Κύπρο
Μεταναστευτικές ροές εντοπίστηκαν στο νησί, χιλιάδες χρόνια πριν τα push backs.
Σάββατο 18 Μαΐου 2024
2
λεπτά
Η πρώτη ανθρώπινη παρουσία στην Κύπρο εντοπίζεται στην περίοδο μεταξύ πριν από 14250 χρόνια και 13180 χρόνια, πολύ νωρίτερα από τους έως σήμερα υπολογισμούς, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Φλίντερς, της Αυστραλίας.
Η μελέτη αμφισβητεί παλαιότερες μελέτες που ανέφεραν ότι τα νησιά της Μεσογείου, κατά την πλειστόκαινη περίοδο, δεν ήταν φιλόξενα και δεν μπορούσαν να κατοικηθούν, αλλά αντίθετα υποστηρίζει ότι τα μεγάλα μεσογειακά νησιά ήταν ελκυστικοί και δημοφιλείς προορισμοί για τους ανθρώπους - κυνηγούς της παλαιολιθικής εποχής.
Η εγκατάσταση κατοίκων στην Κύπρο ήταν ραγδαία και όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, μέσα σε 100 χρόνια σε δύο ή τρία μεταναστευτικά κύματα και 11 γενεές, ο πληθυσμός της Κύπρου έφτασε στις τέσσερις έως πέντε χιλιάδες. Οι πρώτες περιοχές που κατοικήθηκαν ήταν στην επαρχία Πάφου, με επικρατέστερη την Κισσόνεργα.
Επίσης υποστηρίζεται, ότι τη μετανάστευση επέβαλαν δημογραφικές πιέσεις και ραγδαίες κλιματικές αλλαγές στις ηπειρωτικές περιοχές.
Εξετάζοντας το χρονοδιάγραμμα της πρώτης ανθρώπινης κατοχής στην Κύπρο, έρευνα με επικεφαλής τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Flinders Corey Bradshaw διαπίστωσε ότι τα μεγάλα νησιά στη Μεσόγειο Θάλασσα ήταν ελκυστικοί και ευνοϊκοί προορισμοί για τους παλαιολιθικούς λαούς.
Ο καθηγητής Bradshaw, με τη Δρ. Θεοδώρα Μούτσιου, τον Δρ. Christian Reepmeyer και άλλους, χρησιμοποίησαν αρχαιολογικά δεδομένα, εκτιμήσεις για το κλίμα και δημογραφικά μοντέλα για να αποκαλύψουν τον πρώιμο πληθυσμό της Κύπρου. Η ανάλυση της αρχαιολογικής χρονολόγησης από τις 10 αρχαιότερες τοποθεσίες σε ολόκληρη την Κύπρο πρότεινε την πρώτη ανθρώπινη κατοίκηση μεταξύ 14.257 και 13.182 ετών.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, τότε το νησί εποικίστηκε γρήγορα. Η μοντελοποίηση του κλίματος έδειξε ότι αυτός ο πρώιμος πληθυσμός συνέπεσε με αυξήσεις στη θερμοκρασία, τις βροχοπτώσεις και την περιβαλλοντική παραγωγικότητα που επαρκούσαν για τη διατήρηση μεγάλων πληθυσμών των ανθρώπων κυνηγών.
«Αυτό το μοτίβο οικισμού συνεπάγεται με οργανωμένο σχεδιασμό και χρήση προηγμένων σκαφών», λέει ο καθηγητής Bradshaw. Η Δρ Μούτσιου αναφέρει ότι τα αποτελέσματα δείχνουν πως η Κύπρος δεν ήταν τόσο αφιλόξενη και ίσως άλλα νησιά της Μεσογείου θα ήταν ελκυστικοί προορισμοί για τις κοινωνίες των ανθρώπων-κυνηγών της παλαιολιθικής εποχής.
«Έχει υποστηριχθεί ότι η διασπορά και ο εποικισμός της Κύπρου, όπως και άλλων νησιών της Ανατολικής Μεσογείου αποδίδεται σε δημογραφικές πιέσεις στην ηπειρωτική χώρα μετά την απότομη κλιματική αλλαγή που είδε περιοχές να πλημμυρίζουν από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, αναγκάζοντας τους αγροτικούς πληθυσμούς να μετακινηθούν αλλού από ανάγκη και όχι από επιλογή», ανέφερε.
Ο Δρ. Reepmeyer προσθέτει ότι αυτή η ερμηνεία ήρθε ως συνέπεια μεγάλων κενών στην αρχαιολογική καταγραφή της Κύπρου, που προέρχονται από διαφοροποιημένη συντήρηση αρχαιολογικού υλικού, προκαταλήψεις διατήρησης, αβεβαιότητες που σχετίζονται με τη χρονολόγηση και περιορισμένα στοιχεία του DNA.
«Η έρευνά μας, που βασίζεται σε περισσότερα αρχαιολογικά στοιχεία και προηγμένες τεχνικές μοντελοποίησης, το αλλάζει», είπε.
Ο καθηγητής Bradshaw λέει ότι τα νέα ερευνητικά αποτελέσματα υπογραμμίζουν την ανάγκη επανεξέτασης των ερωτημάτων της πρώιμης ανθρώπινης μετανάστευσης στη Μεσόγειο και να ελεγχθεί η εγκυρότητα των αντιληπτών πρώιμων ημερομηνιών εγκατάστασης υπό το φως των νέων τεχνολογιών, μεθόδων πεδίου και των δεδομένων.