Κύπρος
«Η επίθεση των αστυνομικών ήταν άμεση. Τόσο λεκτική όσο και σωματική»
Οι 10 συλληφθέντες που συμμετείχαν στην εκδήλωση διαμαρτυρίας για τον θάνατο του Ανισούρ Ραχμάν, έξω από τα γραφεία της Κεντρικής Αστυνομίας Λεμεσού, δημοσίευσαν ανακοίνωση για τα όσα συνέβησαν το επίμαχο εκείνο βράδυ και κυρίως όσα έγιναν μετά τη σύλληψή τους.
Το περασμένο Σάββατο, δέκα διαδηλωτές που μαζεύτηκαν έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση Λεμεσού για να διαμαρτυρηθούν για τον θάνατο Ανισούρ Ραχμάν, του νεαρού από το Μπαγλαντές που έχασε τη ζωή του πηδώντας από τον 5ο όροφο πολυκατοικίας όταν αστυνομικοί μπήκαν στο διαμέρισμά του, συνελήφθησαν από αστυνομικούς.
Οι δέκα συλληφθέντες (έξι άνδρες και τέσσερις γυναίκες) βρίσκονται αντιμέτωποι με τα αδικήματα της οχλαγωγίας, ανησυχίας, δημόσιας εξύβρισης, επίθεσης εναντίον αστυνομικού και οδηγήθηκαν ενώπιον δικαστηρίου. Ωστόσο, το δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα της αστυνομίας για προσωποκράτησή τους τονίζοντας πως «δεν κρίνεται αναγκαία η περαιτέρω κράτησή τους για το ανακριτικό έργο που υπολείπεται, παρά το ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια για διάπραξη των αδικημάτων που διερευνώνται εναντίον τους».
Η ομάδα που είχε προγραμματίσει τη διαμαρτυρία έξω από την ΑΔΕ Λεμεσού έκανε λόγο για «απρόκλητη επίθεση από μέλη της αστυνομίας, τα οποία συνέλαβαν διαδηλωτές και διαδηλώτριες, χωρίς αιτία», ενώ από την πλευρά της η αστυνομία σε ανακοίνωσή της ανέφερε πως «κατά τη διάρκεια της διαμαρτυρίας, μέλος της Αστυνομίας τραυματίστηκε μετά από επίθεση που δέχθηκε και μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού, όπου διαπιστώθηκε, ότι υπέστη κάκωση στη λεκάνη και στο γόνατο και αφού έτυχε των πρώτων βοηθειών, του δόθηκε εξιτήριο».
Χθες οι δέκα συλληφθέντες, δημοσίευσαν ανακοίνωση ,με τα γεγονότα που εξελίχθηκαν, όπως ισχυρίζονται, εντός των κρατητηρίων που παρέμειναν το βράδυ οι συλληφθέντες. Στην ανακοίνωσή τους μεταξύ άλλων αναφέρουν πως υπήρξε κλίμα εκφοβισμού από τα μέλη της αστυνομίας, καθώς επίσης ότι τα κινητά τους τηλέφωνα συλλέχθηκαν και ισχυρίζονται πως ανοίχτηκαν από την αστυνομία.
Συγκεκριμένα αναφέρουν πως «στις 27 Απριλίου, ημέρα Σάββατο, πραγματοποιήθηκε πορεία ενάντια στα ψηλά ενοίκια στις 17:00 το απόγευμα. Μετά το τέλος της πορείας, όπως ανακοινώθηκε στο διαδίκτυο από την Συνέλευση ενάντια στην Κρατική Δολοφονία του Ανίς Ραχμάντ θα ακολουθούσε συγκέντρωση στο ΤΑΕ Λεμεσού με δύο βασικούς στόχους. Πρώτον, να ζητηθεί δικαιοσύνη για τον θάνατο του 19χρονου Ανίς Ραχμάντ και τον τραυματισμό του Φαχάντ, εργατών από το Μπαγκλαντέζ, που προκλήθηκαν κατά την διάρκεια αστυνομικής επιχείρησης της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Αλλοδαπών. Ο δεύτερος στόχος της συγκέντρωσης ήταν να απαιτήσει από το ΤΑΕ Λεμεσού να γνωστοποιήσει τη μοίρα των υπόλοιπων συγκατοίκων του Ανίς και του Φαχάντ, οι οποίοι κρατούνταν εκεί τις προηγούμενες μέρες και αποτελούν βασικοί μάρτυρες του θανάτου. Να σημειώσουμε ότι έγιναν διάφορες παρεμβάσεις στο ΤΑΕ Λεμεσού από επίσημους φορείς και δικηγόρους, που ζητούσαν ενημέρωσεις για τους 7 Μπαγκλαντεσιανούς, οι οποίες όμως δεν έβρισκαν ανταπόκριση.
Στις 19:25 συγκεντρώθηκαν 20 άτομα έξω από το ΤΑΕ Λεμεσού, στο απέναντι πεζοδρόμιο, φωνάζοντας συνθήματα κατά της αστυνομικής αυθαιρεσίας, της αστυνομοκρατίας και τον ρόλο της καταστολής μέσα στη κοινωνία. Ταυτόχρονα από τουτούκκα ανακοινώνονταν τα αιτήματα δημόσια, έξω από την αστυνομία.
Μέσα σε λίγα λεπτά, βγήκαν έξω από τα κεντρικά της Λεμεσού, ένας μεγάλος αριθμός αστυνομικών, με και χωρίς στολή, ενώ από τα δεξία της συγκέντρωσης προσέγγισε διμοιρία της ΜΜΑΔ. Η επίθεση τους ήταν άμεση. Τόσο λεκτική όσο και σωματική. Οι ΜΜΑΔίτες φορούσαν τα κράνη και χρησιμοποίησαν τα γκλοπ ενώ οι υπόλοιποι αστυνομικοί άσκησαν σωματική βία και προέβησαν σε συλλήψεις. Το αποτέλεσμα ήταν δέκα συλλήψεις με άτομα να έχουν χτυπηθεί και ριχθεί στο έδαφος, ενώ οι υπόλοιποι συγκεντρωμένοι/-ες κυνηγήθηκαν στα στενά της Λεμεσού».
Παράλληλα, όσον αφορά τις συνθήκες κράτησής τους αναφέρουν πως, «οι δέκα συλληφθέντες/-ισσες βρέθηκαν σε γραφείο εντός του ΤΑΕ. Εκεί ακολούθησαν φωνές και απειλές από μέρους των αστυνομικών, ενώ και εμείς με την σειρά μας διαμαρτυρόμασταν έντονα για το άδικο της σύλληψης. Σε κάποια στιγμή, ένας από τους αστυνομικούς ισχυρίστηκε ότι εντόπισε μικρή ποσότητα κάνναβης στο τσαντάκι ενός από τους συλληφθέντες και η αντίδραση του ήταν να χτυπήσει στο πρόσωπο τόσο το συλληφθέντα με το τσαντάκι, όσο και τον συλληφθέντα που ήταν δεμένος μαζί του με χειροπέδες. Αμέσως μετά ξεκινήσαν έντονες διαμαρτυρίες από όλους/-ες τους συλληφθέντες/-είσσες λόγω της βίας που προκλήθηκε.
Οι αστυνομικοί προσπάθησαν να ενισχύσουν το κλίμα εκφοβισμού εναντίον μας προσπαθώντας να μας φιμώσουν με σκοπό να αποδεχτούμε την βία που δεχτήκαμε. Στη συνέχεια μας διαχωρίσαν όλους/-ες σε διάφορα γραφεία. Ο ένστολος που χτύπησε τους συλληφθέντες αυτοαποκαλέστηκε ως ο ΧΧΧΧΧΧ που τα Αλέκτορα, “ο πιο πελλός μπάτσος της Λεμεσού”, “που ούλλοι φοούνται τον”, “τζαι ότι εννά μας καταστρέψει ένα-ένα όταν μας έβρει έξω”. Ο συγκεκριμένος ένστολος, επισκέφθηκε προσωπικά κάποιους από τους συλληφθέντες/-ισσες στα γραφεία που μας είχαν μοιράσει. Εκεί ξεκίνησε μια ιστορία με έντονες φωνές και απειλές στα μούτρα των συλληφθέντων-ίσσων. Από την μία προσπαθούσε να στρέψει τον έναν απέναντι στην άλλη λέγοντας ότι “στα άλλα γραφεία ρουφιανεύει ο ένας την άλλη”, “ότι εννά καταλάβετε ότι είσαστε ρίφκια του τάδε”. Μετά ξεκίνησε να ισχυρίζεται ότι είπαμε κάτι για την μάνα του, βγάζοντας ένα σεξιστικό οχετό αρκετά προσβλητικό για την ίδια του την μάνα, με απειλές ότι θα μας θάψει, θα μας κάτσει μέσα, ότι είμαστε ΛΟΑΤΚΙ, φιλομουσουλμάνοι κ.λπ. Όλοι/-ες του απαντήσαμε ότι, τουλάχιστον όσο αφορά τους συγκεκριμένους συλληφθέντες/-εισσες, δεν μιλάμε από ηθική\αξιακή θέση ενάντια στην μητέρα κανενός ούτε και σεξιστικά γενικότερα. Εκείνος συνέχισε το θέατρο με φωνές και απειλές, και μετέπειτα όλο το αφήγημα του εντάχθηκε στη δικογραφία της δίωξης. Ο λόγος που τα αναφέρουμε είναι για να καταδείξουμε τις τακτικές εκφοβισμού και ψυχολογικής χειραγώγησης εκ μέρους συγκεκριμένων ένστολων.
Αφού επικοινωνήσαμε με τους δικηγόρους μας αρκετά αργά, δώσαμε καταθέσεις. Οι κατηγορίες που διερευνούνται εις βάρος μας είναι 1) Συνωμοσία για διάπραξη πλημμελήματος 2) Οχλαγωγία 3) Ανησυχία 4) Επίθεση σε αστυνομικό 5) Δημόσια Εξύβριση 6) Διασάλευση Ειρήνης 7) Απόπειρα Απόδρασης σε Σύλληψη 8) Αντίσταση στη Σύλληψη. Ανάλογα τον κρατούμενο/-η αποδόθηκαν διάφορες κατηγορίες (από τέσσερεις μέχρι και οκτώ). Ακολούθως χωριστήκαμε σε διάφορα κρατητήρια».
Όπως ισχυρίζονται μέσα από την ανακοίνωσή τους, «οι συλληφθείσες γυναίκες οδηγηθήκαν, οι δύο στα κρατητήρια της Πάφου, η μία εγκυμονούσα απομονώθηκε στα κρατητήρια της Κοφίνου, ενώ η τέταρτη σε κρατητήριο στο Στρουμπί. Στην Πάφο οι συλληφθείσες βρέθηκαν σε κρατητήρια που ήταν διαχωρισμένα σε αντρών και γυναικών. Ο προαυλισμός δεν επιτράπηκε στις συλληφθείσες, τα κελιά τους ήταν σε άθλια κατάσταση και κατάφεραν να αποκτήσουν υλικά καθαριότητας μετά από συνεχείς διαμαρτυρίες. Ενώ αντιμετώπισαν και φραστικές επιθέσεις από τους κρατούμενους των αντρικών κρατητηρίων λόγω του ότι τα κρατητήρια των γυναικών και των αντρών είχαν κάποια επαφή, κατ’αποκλειστική ευθύνη της αστυνομίας. Η μια συλληφθείσα πήγε νοσοκομείο με εμφανή χτυπήματα στα χέρια και στη λεκάνη ενώ διαγνώστηκε, μετά από αξονικό, χτύπημα και στον αυχένα. Αρνήθηκαν να της παρέχουν έγγραφη αναφορά για την κατάσταση της με το πρόσχημα ότι “δεν υπήρχε ένταλμα σύλληψης”.
Η εγκυμονούσα στο νοσοκομείο έκανε ultra sound όπου διαπιστώθηκε ότι το έμβρυο έχαιρε άκρας υγείας και εκεί της έδωσαν έγγραφη αναφορά. Τέλος, στην μια εκ των τεσσάρων όταν ζητούσε τουαλέτα δεν της επέτρεπαν να κλείνει την πόρτα και την επέβλεπαν γυναίκες αστυνομικοί κατά την διάρκεια που βρίσκονταν στην τουαλέτα».
Όσον αφορά τους άντρες συλληφθέντες, οδηγήθηκαν στα κρατητήρια του ΤΑΕ Λεμεσού. Εκεί έγινε ίσως ένα από τα πιο επικίνδυνα γεγονότα της συνολικής κατάστασης. Κάποιοι αστυνομικοί υπεύθυνοι της βάρδιας είπαν ψέματα σε ήδη υπάρχοντες κρατούμενους του ΤΑΕ πως κάποιοι από εμάς τραυμάτισαν αστυνομικούς οι οποίοι είναι φίλοι και συγγενείς των κρατουμένων και τους βοηθούν να έχουν καλύτερη διαβίωση στα κρατητήρια. Οι αστυνομικοί προέτρεψαν τους κρατούμενους να μας “διαλύσουν” ως αντίποινα για τη στάση που είχαμε. Ένα τέτοιο γεγονός, βάση της ψυχολογικής κατάστασης στην οποία βρίσκονται οι κρατούμενοι και το σε πόσο βίαιη κατάσταση τους επιβάλλει το κράτος να ζουν, θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολύ βαριούς τραυματισμούς των συλληφθέντων της συγκέντρωσης, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν μέχρι και στην εντατική. Τελικά, λόγω διάφορων παραγόντων, η βία που εξασκήθηκε από κρατούμενο σε συλληφθέντα της συγκέντρωσης το ίδιο βράδυ ήταν πολύ χαμηλότερης έντασης».
«Την επόμενη μέρα οι συλληφθέντες της συγκέντρωσης μίλησαν με τους κρατούμενους εντός των κρατητηρίων του ΤΑΕ και από κοινού διαπίστωσαν ότι το όλο περιστατικό συνδεόταν με ψεύδη που μετέφεραν συγκεκριμένοι αστυνομικοί προς αυτούς. Σκοπός των αναφερόμενων αστυνομικών ήταν κάποιοι από εμάς να τραυματιστούμε βαριά με ευθύνη των κρατουμένων και όχι των ιδίων των αστυνομικών, για να εκδικηθούν το γεγονός ότι δεν φιμωθήκαμε, δεν φοβηθήκαμε και δείξαμε ξανά στην κοινωνία τον ρόλο τους. Το παιχνίδι τους απέτυχε γιατί νίκησε η αλληλεγγύη και η συνεννόηση των κρατουμένων.
Γνωστοποιούμε το όλο γεγονός, όχι για να φοβήσουμε κάποιον/κάποιαν, αλλά για να δείξουμε ποσό αδίσταχτοι είναι, τι κύκλωμα υπάρχει, και πως αν συμβεί κάτι στο μέλλον σε ανθρώπους οι οποίοι συμμετέχουν σε διαδηλώσεις, εντός των κρατητηρίων, υπάρχουν συγκεκριμένοι αστυνομικοί και υπεύθυνοι αξιωματικοί που έχουν ευθύνες», αναφέρουν.
Όσον αφορά την επόμενη ημέρα, αναφέρουν πως «στο δικαστήριο την επόμενη μέρα, ήρθε να καταθέσει από την μεριά των αστυνομικών, ένας αξιωματικός της αστυνομίας, ο οποίος δεν ήταν καν μάρτυρας στα γεγονότα. Σκοπός του ήταν να εξασφαλίσει ακόμα δύο μέρες προσωποκράτησης για όλους τους συλληφθέντες/-εισσες. Οι δικηγόροι υπεράσπισης απέδειξαν εντός του δικαστηρίου το πόσο στημένη είναι η υπόθεση, πόσο αλλότριο κίνητρο υπάρχει από την μεριά της αστυνομίας και πόσο ανυπόστατο είναι να ζητάνε προσωποκράτηση για περαιτέρω διερεύνηση για γεγονότα που συνέβησαν μπροστά στα μάτια τους, και αφορούν μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας. Οι δικηγόροι στο τέλος, εξήγησαν ότι τυχόν προσωποκράτηση εντείνει το καθεστώς αστυνομοκρατίας στην κυπριακή κοινωνία.
Δυστυχώς η δικαστής αποφάσισε να μην πάρει απόφαση την ίδια μέρα αλλά την επόμενη, συνεχίζοντας πρακτικώς την κράτηση μας.
Εδώ θέλουμε να αναφέρουμε ότι παρότι η δίκη ήταν δημόσια, δεν επέτρεψαν σε κανένα από τους/τις τριάντα και πλέον συγκεντρωμένους/-νες αλληληλέγγυους/-ες να εισέλθουν στην αίθουσα και να παρακολουθήσουν.
Μετά το τέλος της δίκης επιστρέψαμε πάλι στα κρατητήρια. Για τις συλληφθείσες αυτό που άλλαξε ήταν ότι μαζί με τις δύο που βρισκόντουσαν στην Πάφο μεταφέρθηκε και εκείνη που ήταν στο Στρουμπί, ενώ η εγκυμονούσα συνέχισε την απομόνωση της από τις άλλες στα κρατητήρια της Κοφίνου, όπου για κάποιο λόγο οι δεσμοφύλακες-γυναίκες δεν ανταποκρίνονταν σε βασικά αιτήματά της όπως το να της δώσουν τα ρούχα που της έφεραν από έξω δικοί της άνθρωποι.
Την επόμενη μέρα, ξαναβρεθήκαμε στα δικαστήρια όπου η δικαστής αποφάσισε να άρει την κράτηση μας υιοθετώντας μεγάλο μέρος του σκεπτικού που κατέθεσαν οι δικηγόροι υπεράσπισης. Να σημειώσουμε επίσης πως όταν αφέθηκαμε ελεύθεροι/ες επιστρέψαμε στα κρατητήρια για να παραλαβουμε τα προσωπικά μας αντικείμενα. Εκει κάποιοι/ες διαπιστώσαμε πως παραβιάστηκαν τα κινητά μας κατά την κράτηση. Ενώ τα κινητά ήταν κλειστά οταν παραδόθηκαν, επιστράφηκαν ανοικτά και με πλήρη πρόσβαση (χωρίς δηλαδή προυπόθεση εισαγωγής κωδικού)».
«Θέλουμε να ευχαριστήσουμε από τα βάθη της καρδιάς μας όλες και όλους τις συντρόφισσες και συντρόφους μας, όπως και κάθε άνθρωπο που έτρεξε να παρέχει την αλληλεγγύη του με κάθε τρόπο, που γνωστοποίησε τα γεγονότα, έβγαλε ανακοινώσεις, όπως και τους γονείς που στάθηκαν στο πλάι των παιδιών τους και δεν πίστεψαν το επίσημο αφήγημα της αστυνομίας.
Δεύτερο, θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε ότι στην παρούσα φάση, και μετά από όλο αυτό το φιάσκο, παραμένουμε ΥΠΟΠΤΟΙ/ ΥΠΟΠΤΕΣ και όχι κατηγορούμενοι/-νες. Είναι στο χέρι της αστυνομίας και του υπουργείου δικαιοσύνης,αν θέλει, να προχωρήσει την υπόθεση και να εκτεθεί πλήρως. Καλό είναι μάλιστα να βγουν δημόσια να απολογηθούν και να αποκαταστήσουν και τις ζημιές, όπως το σπασμένο κινητό της μιας συλληφθείσας και το αεροπορικό εισητήριο δυο συλληφθέντων. Όσον αφορά την άδικη στέρηση ελευθερίας, τις σωματικές βλάβες και τον ψυχολογικό εκφοβισμό που προκάλεσαν ας σκεφτούν εκείνοι τι θα έκαναν αν ήταν άνθρωποι από το φιλικό και οικογενειακό τους περιβάλλον στη θέση μας.
Τέλος, θεωρούμε ότι έγινε ξανά ξεκάθαρο ότι το τελευταίο πράγμα που χρειαζόμαστε για προστασία στις πορείες μας είναι την αστυνομία. Ελπίζουμε να μην ξανά έρθουν σε πορεία-συγκέντρωση-εκδήλωση μετά από αυτό το περιστατικό, με την δικαιολογία ότι ήρθαν να μας προστατέψουν. Μάλλον εμείς πρέπει να βρούμε τρόπους να προστατευτούμε από αυτους.
Η όλη υπόθεση δεν είναι μεμονωμένη. Υπάρχει ένα νήμα που συνδέει την καταστολή των διαδηλώσεων του ΩΣ ΔΑΜΕ, το κουκκούλωμα της δολοφονίας του Θανάση Νικολάου, την αστυνομική βία και διώξεις που δέχονται καθημερινά μετανάστες/-τριες εργάτες/-τριες με πρόσχημα την νομιμότητα τους και οι νεολαίοι/-ες στις γειτονιές με πρόσχημα τον οπαδισμό, τις λαμπρατζιές ή την χρήση ναρκωτικών, τη συγκάλυψη κακοποιήσεων και βιασμών, γυναικοκτονιών και του εγκληματικού τράφικινγκ που γίνεται εις γνώση της αστυνομίας Κύπρου και την συνδρομή συγκεκριμένων αστυνομικών, την αύξηση της αστυνομικής παρουσίας στο κέντρο των πόλεων και των κάμερων παρακολούθησης, την ασταμάτητη αύξηση των φυλακισμένων ανθρώπων ακόμα και για μικρά προστίματα και την όλο και μεγαλύτερη κατανάλωση των δημόσιων πόρων των φορολογουμένων για την αύξηση και ενδυνάμωση του κατασταλτικού μηχανισμού αστυνομία-φυλακή-έλεγχος. Η αστυνομοκρατία πάει χέρι χέρι με την αύξηση των επενδύσεων και την κατάληψη των πόλεων από τους πλουτοκράτες ξένους και ντόπιους επενδυτές.
Θέλουμε να τονίσουμε ότι παρ’ όλη την απόπειρα φίμωσης και εκφοβισμού δεν θα σταματήσουμε τους αγώνες μας ενάντια στο σιδερένιο κλουβί στο οποίο θέλουν να κλείσουν την κοινωνία μας και τα κατώτερα λαϊκά στρώματα», καταλήγουν στην ανακοίνωσή τους οι δέκα συλληφθέντες.