Η αύξηση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο κατάθλιψης με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με μια ολοκληρωμένη νέα μελέτη διδύμων που περιλάμβανε συμμετέχοντες από τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Δανία και τη Σουηδία.
Οι μελέτες διδύμων είναι ιδιαίτερα χρήσιμες για τους επιστήμονες επειδή τα δίδυμα είναι τόσο παρόμοια γενετικά. Οποιεσδήποτε διαφορές στην υγεία – όπως τα συμπτώματα της κατάθλιψης, σε αυτήν την περίπτωση – είναι επομένως πιο πιθανό να οφείλονται σε μεταβλητές όπως η διατροφή, η άσκηση και οι συνθήκες διαβίωσης.
Με επικεφαλής ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας (UNSW) στην Αυστραλία, η μελέτη ανέλυσε δεδομένα για τη διατροφή και τη διάθεση από 3.483 άτομα. Όλοι οι συμμετέχοντες ήταν ηλικίας 45 ετών και άνω, με περιόδους παρακολούθησης έως και 11 ετών.
Η ομάδα διαπίστωσε μια «μέτρια» διαφορά στα συμπτώματα κατάθλιψης μεταξύ εκείνων που κατανάλωναν υψηλή ποσότητα φρούτων και λαχανικών (κατά μέσο όρο 2,1 και 2 μερίδες την ημέρα αντίστοιχα) και εκείνων που κατανάλωναν μικρή ποσότητα (0,3 και 0,5 κατά μέσο όρο ημερήσιες μερίδες αντίστοιχα). Όταν οι ερευνητές συνέκριναν τη μέτρια πρόσληψη λαχανικών και φρούτων με τη χαμηλή πρόσληψη, η διαφορά στην κατάθλιψη ήταν λιγότερο έντονη.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι συμμετέχοντες στη μελέτη εξακολουθούσαν να καταναλώνουν λιγότερη ποσότητα λαχανικών και φρούτων από τη συνιστώμενη, η οποία είναι τουλάχιστον πέντε μερίδες την ημέρα.
«Διαπιστώσαμε ότι η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών στις δύο μεγάλες σκανδιναβικές μελέτες ήταν ιδιαίτερα χαμηλή, με τον μέσο όρο και για τις δύο να είναι λιγότερο από το ήμισυ της συνιστώμενης πρόσληψης», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Άναμπελ Μάτισον από το UNSW.
«Δεν είναι ξεκάθαρο ποια θα ήταν η μείωση του κινδύνου κατάθλιψης εάν η πρόσληψη αυξανόταν στα συνιστώμενα επίπεδα» πρόσθεσε.