Γιατί δεν ακούμε (τόσο συχνά) στα ραδιόφωνα του νησιού μας τραγούδια Κυπρίων καλλιτεχνών;

Πέντε ειδικοί και γνώστες του αντικειμένου απαντούν και βάζουν τα πράγματα στη θέση τους.

Article featured image
Article featured image


«Μα, υπάρχει στη χώρα μας ανεξάρτητη κυπριακή μουσική παραγωγή;». Αυτή είναι μια απορία που δημιουργείται συχνά στους πλείστους Κύπριους πολίτες, όποτε γίνεται αναφορά στη σημασία της στήριξης των Κυπρίων καλλιτεχνών. Γεγονός που αποδεικνύει ακράδαντα την άγνοια που επικρατεί για την ύπαρξη της πρωτότυπης μουσικής των καλλιτεχνών της χώρας μας. Ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης για αυτό φέρουν και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί, οι οποίοι ανέκαθεν περιθωριοποιούσαν τις μουσικές δημιουργίες των Κύπριων καλλιτεχνών με αντάλλαγμα την εμπορική «επιτυχία». Ως αποτέλεσμα, πάρα πολλοί ταλαντούχοι μουσικοί με πολιτιστική προσφορά στη χώρα μας παραμένουν αδίκως στην αφάνεια. Η διδάκτορας μουσικολογίας Μαρία Κούβαρου, ο Διδάκτωρ και ραδιοφωνικός παραγωγός Μάικ Χατζημιχαήλ, ο επί χρόνια ραδιοφωνικός παραγωγός Ζήνων Ζηντίλης, ο Πρόεδρος της Ένωσης Μουσικών Κύπρου, Κούλης Θεοδώρου και η καλλιτέχνις Αναστασία Δημητριάδου μοιράζονται τις σκέψεις τους και τους προβληματισμούς τους μαζί μας, πάνω σε αυτό το φαινόμενο και στην εξήγησή του.


Τι εννοούμε με τον όρο ανεξάρτητη κυπριακή μουσική παραγωγή


Αρχικά, ο όρος ανεξάρτητη κυπριακή μουσική παραγωγή, σύμφωνα με την κα Κούβαρου, περιγράφει τα τραγούδια οποιουδήποτε είδους μουσικής, σε οποιαδήποτε γλώσσα που το μεγαλύτερο μέρος της δημιουργικής τους διαδικασίας παράγεται από πλειοψηφία Κυπρίων καλλιτεχνών και κυρίως εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ωστόσο, η ορολογία δεν εμπίπτει σε αυστηρά πλαίσια, καθώς διάφοροι παράγοντες καθιστούν δύσκολη την κατηγοριοποίηση τραγουδιών. Ο κυριότερος παράγοντας είναι το κυπριακό ζήτημα, εφόσον δυσκολεύει τη συμπερίληψη του έργου Τουρκοκυπρίων καλλιτεχνών.

Ο όρος ανεξάρτητη κυπριακή μουσική παραγωγή περιγράφει τα τραγούδια οποιουδήποτε είδους μουσικής, σε οποιαδήποτε γλώσσα που το μεγαλύτερο μέρος της δημιουργικής τους διαδικασίας παράγεται από πλειοψηφία Κυπρίων καλλιτεχνών και κυρίως εντός της ΚΔ.


Η αυθεντική μουσική παραγωγή στην Κύπρο ακμάζει


Ενώ η ανεξάρτητη μουσική παραγωγή βρίσκεται σε περίοδο ακμής τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, παρατηρείται τεράστιο ποσοστό άγνοιας του κυπριακού λαού για την ύπαρξή της. Όπως καταγράφει στην έρευνά της η κα Κούβαρου -η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη- από την 1η Ιανουαρίου 2015 μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει από Ελληνοκύπριους καλλιτέχνες τουλάχιστον 3500 τραγούδια. Ένας πολύ σημαντικός αριθμός αναλογικά με μια τόσο μικρή χώρα. «Διαβεβαιώ ότι κάθε μέρα ανακαλύπτω και καινούργιους Κύπριους καλλιτέχνες (για μένα), καθώς και τραγούδια», τόνισε η κα Κούβαρου.

Εκτός αυτού, επικρατεί ακόμη περισσότερο η λανθασμένη αντίληψη πως η μουσική παραγωγή αποτελείται εξ ολοκλήρου από παραδοσιακά τραγούδια στην κυπριακή διάλεκτο. Στην πραγματικότητα εντοπίζονται τραγούδια Κυπρίων καλλιτεχνών που να ικανοποιούν κάθε γούστο μουσικής και κυρίως στην αγγλική γλώσσα, από λαϊκά - παραδοσιακά μέχρι και rock-metal, hip hop.

Εξάλλου, η δισκογραφία στην Κύπρο δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Εμφανίζεται από τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη δεκαετία του ‘60. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, σύμφωνα με έρευνα του Μάικ Χατζημιχαήλ, αποτελεί η κυπριακή δισκογραφική εταιρία «Keravnophone records».

alexey-ruban-73o_FzZ5x-w-unsplash.jpg


Η εμπορευματοποίηση επισκιάζει την καλλιτεχνική δημιουργία του τόπου


Και οι πέντε ερωτηθέντες συμφωνούν πως ο κύριος λόγος που οι ραδιοφωνικοί σταθμοί παραγκωνίζουν την κυπριακή μουσική παραγωγή είναι η εμπορευματοποίηση του ραδιοφώνου, η οποία ενισχύθηκε από την έναρξη της ιδιωτικής ραδιοφωνίας στην Κύπρο, τη δεκαετία του 1990. Το αυστηρό επιχειρησιακό μοντέλο που ακολουθούν οι ραδιοσταθμοί δεν επιτρέπει την παρέκκλιση από τις τυπικές λίστες τραγουδιών των παγκόσμιων και πανελλήνιων «charts».

Σύμφωνα με τον Ζήνωνα Ζηντίλη, υπάρχει μια δυσκολία να ενταχθούν ανεξάρτητες κυπριακές παραγωγές στους ραδιοσταθμούς που ανταγωνίζονται στο πιο εμπορικό ρεπερτόριο. «Επειδή οι σταθμοί μας ακολουθούν σε μεγάλο βαθμό τις επιλογές των ελληνικών σταθμών και τις σχέσεις τους με τις μεγάλες εταιρείες δύσκολα δίνουν ευκαιρία σε άγνωστα ονόματα ή καλλιτέχνες που δεν έχουν αποδεδειγμένα επιτυχίες».

Ο καθηγητής Χατζημιχαήλ δηλώνει πως υπάρχει και πολλή διαφθορά στο ραδιόφωνο της Κύπρου. «Για να σε παίξουν πρέπει να τους πληρώσεις. Είναι διαφθορά αυτό το πράγμα», επεσήμανε.

Ένας άλλος λόγος που το κυπριακό ραδιόφωνο δεν προωθεί την κυπριακή μουσική είναι η τάση της ξενομανίας. «Υπάρχει μια ξενομανία με οτιδήποτε έρχεται εισαγόμενο», ανέφερε ο κ. Ζηντίλης, ωστόσο επεσήμανε πως δεν αφορά όλους τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς. Η Αναστασία Δημητριάδου αποδίδει αυτήν τη ξενομανία στα μετααποικιακά τραύματα που φέρει ακόμη ο κυπριακός λαός. «Νομίζω υπάρχει ένα αίσθημα κατωτερότητας που μαστίζει την κυπριακή κοινωνία λόγω του ότι είμαστε πρώην αποικία. Οι Κύπριοι σκεφτόμαστε ότι οι άλλοι είναι καλύτεροι από εμάς. Οτιδήποτε δεν είναι κυπριακό είναι καλύτερο».

Βέβαια, υπάρχουν εξαιρέσεις με μερικούς ραδιοσταθμούς να ξεφεύγουν λίγο από τις αυστηρές φόρμες της «mainstream» μουσικής βιομηχανίας και να επιλέγουν ένα πιο εξειδικευμένο ρεπερτόριο. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενθαρρύνονται οι παραγωγοί να βάζουν την προσωπική τους σφραγίδα στις επιλογές. Ωστόσο, 2-3 άτομα μόνο επιλέγουν να προωθήσουν κυπριακές παραγωγές και αυτό κατά τις «νεκρές ζώνες» του ραδιοφώνου.

Το αυστηρό επιχειρησιακό μοντέλο που ακολουθούν οι ραδιοσταθμοί δεν επιτρέπει την παρέκκλιση από τις τυπικές λίστες τραγουδιών των παγκόσμιων και πανελλήνιων «charts».


Δεν είναι θέμα ζήτησης, αν ο κόσμος δεν γνωρίζει την προσφορά


Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί ισχυρίζονται ότι δεν προσφέρουν ανεξάρτητες κυπριακές μουσικές παραγωγές γιατί δεν υπάρχει ζήτηση στην αγορά. Η Μαρία Κούβαρου κρίνει αυτόν τον ισχυρισμό παράδοξο διότι «δεν ξέρουν τι πραγματικά θέλει να ακούσει ο κόσμος». Η ίδια δεν γνωρίζει να έχουν γίνει όντως έτσι έρευνες αγοράς. «Γιατί να αποκόπτεις την ολότητα της δημιουργίας μιας ολόκληρης χώρας από τις πιθανότητες των ακροατών να ανακαλύψουν μουσική που σίγουρα θα τους αρέσει και δημιουργείται μέσα στην ίδιά τους τη χώρα;», λέει η μουσικολόγος. Διότι, σίγουρα το να ανακαλύπτεις νέα μουσική που σου αρέσει και ταυτόχρονα είναι προσβάσιμη σε εσένα, φέρει διάφορα πλεονεκτήματα, όπως την ευκολότερη πρόσβαση σε συναυλίες εντός Κύπρου. «Οι καλλιτέχνες δεν είναι ‘χομπίστες’, είναι εργάτες του πολιτισμού. Προσφέρουν στην πολιτιστική κληρονομιά του τόπου τους».

Άρα, δημιουργείται το εύλογο ερώτημα πώς μπορεί ο κόσμος να θέλει να ακούσει κάτι το οποίο δεν του έχει προσφερθεί ποτέ. «Άρα πως μπορείς εσύ, ως ραδιοφωνικός παραγωγός, να πάρεις αυθαίρετα την απόφαση ότι αυτό το τραγούδι που θα έπαιζε άνετα και στην Αμερική, ο κόσμος δεν θέλει να το ακούσει;», διερωτάται η κα Κούβαρου.

Ο Κούλης Θεοδώρου, από την άλλη, υποστηρίζει πως δεν υπάρχει ζήτηση από την αγορά διότι δεν υπάρχει αγορά, εξαιτίας του μικρού πληθυσμού της Κύπρου.

«Αν το κράτος δεν έχει πολιτική πάνω στη μουσική και τη ραδιοφωνία, επικρατεί μια ζούγκλα στην οποία όλοι κάνουν ό,τι θέλουν. Το κράτος πρέπει να καθιερώσει την προώθηση ντόπιων καλλιτεχνών»


Το κράτος μπορεί να γεφυρώσει το χάσμα


Φαίνεται πως την υφιστάμενη κατάσταση θα βοηθούσε η ύπαρξη κατάλληλων κρατικών πολιτικών, οι οποίες θα στόχευαν στην προστασία της πολιτιστικής ταυτότητας του νησιού, χωρίς διακρίσεις.

«Είμαστε σε μια χώρα που όταν δημιουργήθηκε το καταστατικό, δεν ήταν σε θέση να έχει υπόψη της και τη θωράκιση της πολιτιστικής της ταυτότητας», υπογράμμισε η κα Κούβαρου. «Δεν έχουμε την υποδομή να την προστατεύσουμε», είπε. Η Διδάκτορας Μουσικολογίας πιστεύει ότι θα βοηθούσε αν γενικότερα υπήρχε μια νοοτροπία προτεραιότητας στους καλλιτέχνες μας που ζουν και δημιουργούν εδώ.

Ο Μάικ Χατζημιχαήλ, προτείνει ως παράδειγμα τη φιλοσοφία που διατηρεί η Γαλλία σε αυτόν τον τομέα. Στη Γαλλία, εδώ και δεκαετίες, οφείλουν να παίζουν στο ράδιο τουλάχιστον 50% μουσική στη γλώσσα τους. «Αν το κράτος δεν έχει πολιτική πάνω στη μουσική και τη ραδιοφωνία, επικρατεί μια ζούγκλα στην οποία κάνουν ό,τι θέλουν. Το κράτος έπρεπε να καθιερώσει την προώθηση ντόπιων καλλιτεχνών. Είμαστε ο χειρότερος εχθρός του εαυτού μας». Ο κ. Χατζημιχαήλ δήλωσε ότι ένας τόπος πρέπει να έχει την ταυτότητά του και στην Κύπρο «είμαστε ένας πολύ συγχυσμένος τόπος από άποψη ταυτότητας». Μπορεί ο καθένας να εκφράζεται ελεύθερα, ωστόσο δεν παύει να υπάρχει συστημικός ρατσισμός ως προς την ταυτότητά μας και τη χρήση της κυπριακής διαλέκτου.

Ο Κούλης Θεοδώρου υπογράμμισε ότι οι συνθήκες για τους μουσικούς επιδεινώνονται όταν οι περικοπές στους προϋπολογισμούς στοχεύουν πρώτα τα κονδύλια του πολιτισμού. «Όσο έχουμε κυβερνήσεις που δεν ενδιαφέρονται για τον πολιτισμό τα πράγματα θα γίνονται ακόμα χειρότερα».

iStock-1665393390.jpg


Μάχη ανάμεσα σε οπτιμισμό ή πεσιμισμό για το μέλλον


Οι απόψεις των ατόμων του χώρου όσον αφορά προοπτικές για θετική αλλαγή στο μέλλον διίστανται με κάποιους να παραμένουν πιο απαισιόδοξοι από άλλους. Ο Πρόεδρος της Ένωσης Μουσικών Κύπρου θεωρεί πως η κατάσταση δεν μπορεί να αλλάξει και ισχυρίζεται ότι ο μόνος τρόπος για έναν Κύπριο καλλιτέχνη να εξαπλωθεί είναι να μετακομίσει στο εξωτερικό, τουλάχιστον στην Αθήνα. «Ουδέποτε δεν θα σταματήσει ο παραγκωνισμός της κυπριακής μουσικής. Θα συνεχίζεται αυτό μια ζωή».

Από την άλλη, η Μαρία Κούβαρου παραμένει αισιόδοξη και πιστεύει ότι η κατάσταση πρέπει και θα βελτιωθεί. «Δεν είναι θέμα εχθρών. Υπάρχει απλώς μια απόσταση στην επικοινωνία και στην αντίληψη του τι συμβαίνει σε αυτόν τον τόπο. Και πιστεύω πάρα πολύ ότι θα καταλάβουν τα μέσα ότι ειδικά η νέα γενιά ενδιαφέρεται για τις κυπριακές παραγωγές».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ