Η Shagufta και η Alaa, δύο προσφύγισσες που ζουν στην Κύπρο, αφηγούνται τη θαρραλέα ιστορία τους

Με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας δύο μετανάστριες –η μία από το Αφγανιστάν και η άλλη από τη Συρία– που βίωσαν την περιθωριοποίηση, την καταπίεση και τη βία στις χώρες τους, αφηγούνται την ιστορία τους και τη νέα ζωή τους στην Κύπρο.

Η Shagufta και η Alaa, δύο προσφύγισσες που ζουν στην Κύπρο, αφηγούνται τη θαρραλέα ιστορία τους

Με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας δύο μετανάστριες –η μία από το Αφγανιστάν και η άλλη από τη Συρία– που βίωσαν την περιθωριοποίηση, την καταπίεση και τη βία στις χώρες τους, αφηγούνται την ιστορία τους και τη νέα ζωή τους στην Κύπρο.

Article featured image
Article featured image

Η Shagufta και η Alaa είναι δύο γυναίκες μετανάστριες που ζουν στην Κύπρο. Τις συναντώ ένα απόγευμα του Φεβρουαρίου στην παλιά πόλη της Λευκωσίας, στο ίσως πιο πολυπολιτισμικό μέρος της πρωτεύουσας. Γυναίκες εκτοπισμένες από τη χώρα τους που ζουν ανάμεσά μας, διεκδικώντας με αξιοπρέπεια –και με ένα διαρκές χαμόγελο στο πρόσωπό τους– τη θέση τους στη ζωή. Τα καταφέρνουν εξαιρετικά. Είναι τραυματισμένες, ωστόσο, απίστευτα δυνατές μέσα στην ευθραυστότητά τους. Επουλώνουν με αγάπη και ελπίδα τις χαίνουσες πληγές τους. Αγωνιούν, ταλαντεύονται, φοβούνται, αλλά διπλώνουν τα μεγάλα όνειρά τους μέσα σε ένα μαντιλάκι και το έχουν μονίμως φυλαγμένο στην τσέπη τους. Αν κάτι μού κάνει εντύπωση μιλώντας με αυτές τις γυναίκες είναι η τεράστιά τους δύναμη να ξαναρχίζουν κάθε φορά από την αρχή· μια δύναμη που υπερβαίνει τα στεγανά του χώρου και των συνόρων. Γυναίκες αυτόφωτες, αυτεξούσιες, αυτοκατευθυνόμενες.

Σίγουρα δεν χρειάζονται Παγκόσμιες Μέρες για να μιλήσουμε για τις γυναίκες. Με αφορμή, όμως, τη φετινή Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας επιλέξαμε να ακούσουμε και να δημοσιεύσουμε τις ιστορίες αυτών των γυναικών, στο πρόσωπο των οποίων αντανακλώνται όλες εκείνες οι σημαδεμένες υπάρξεις που χώρεσαν τα όνειρά τους σε έναν μισοάδειο μπόγο, τα κουβάλησαν χιλιάδες χιλιόμετρα και τα απέθεσαν ευλαβικά στη νέα τους γη.

Το Αφγανιστάν ήταν για μένα ένα μεγάλο κελί. Τώρα στην Κύπρο είναι λες και βρισκόμαστε στον παράδεισο.


Η Shagufta
από το Αφγανιστάν


Η Shagufta γεννήθηκε στο Πακιστάν, παντρεύτηκε στο Αφγανιστάν και πριν από 19 μήνες έφτασε στην Κύπρο μαζί με τον γιο της, αναζητώντας έναν τόπο λιγότερο εχθρικό προς τις γυναικείες υπάρξεις. Τη συναντώ έξω από το κτήριο του Caritas, στην Πύλη Πάφου στη Λευκωσία. Βρίσκεται εκεί με ένα ζευγάρι Αφγανών φίλων της, για να τους βοηθήσει με τη μετάφραση· η ίδια μιλά πολύ καλά αγγλικά, ενώ ξέρει άλλες πέντε γλώσσες. Όπως μου λέει, την καλούν συχνά για να κάνει μεταφράσεις από τα αφγανικά καθώς δεν υπάρχουν διερμηνείς της αφγανικής γλώσσας στην Κύπρο. Της δίνω το χέρι μου, αλλά αυτή επιλέγει να με αγκαλιάσει θερμά. Πίσω της, σέρνοντας ένα κόκκινο καρότσι της λαϊκής, φτάνει ο γιος της. Μού τον συστήνει, τον χαιρετώ στα αγγλικά, αλλά εκείνος μου απαντά στα ελληνικά. Φοιτά πλέον στην πέμπτη τάξη του δημοτικού, μιλά έξι γλώσσες και τα ελληνικά είναι η έβδομη γλώσσα που μαθαίνει.

Περπατώντας για να φτάσουμε στην Πλατεία Ελευθερίας, μιλώ πότε με τη Shagufta στα αγγλικά και πότε με τον γιο της στα ελληνικά. «Τού ζητώ να μου μάθει κι εμένα ελληνικά, αλλά βαριέται», μού λέει χαριτολογώντας καθώς τον ακούει να μου διηγείται ιστορίες από το σχολείο και τους φίλους του. Κάποια στιγμή, ο μικρός σταματά χωρίς προειδοποίηση στο πεζοδρόμιο, βγάζει από το καρότσι ένα κουτί με σοκολάτες και μου προσφέρει δύο. Του χαμογελώ και σκέφτομαι ότι αυτές είναι οι πιο πολύτιμες σοκολάτες που έλαβα ποτέ στη ζωή μου. Όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά γιατί ήταν δώρο από ένα παιδί που δεν έχει, αλλά ξέρει να μοιράζεται αυτό το ελάχιστο που διαθέτει.

Καθόμαστε σε ένα τραπεζάκι. Ο Fateh παίζει εκεί γύρω κι εγώ ζητάω από τη Shagufta να μου διηγηθεί την ιστορία της. Πατάω το record.

IMG_0763.jpeg



«Έφτασα στην Κύπρο τον Ιούλιο του 2023. Εγώ και ο γιος μου. Η κατάσταση στο Αφγανιστάν όπου μέναμε, ειδικά μετά την κατάληψη της χώρας από τους Ταλιμπάν, ήταν δυσβάσταχτη. Οι γυναίκες εκεί δεν έχουμε καμία θέση, είμαστε απλώς αόρατες ή αριθμοί. Το Αφγανιστάν ήταν για μένα ένα μεγάλο κελί. Τώρα στην Κύπρο είναι λες και βρισκόμαστε στον παράδεισο. Τα πράγματα ήταν δύσκολα και πριν από τους Ταλιμπάν. Εδώ τουλάχιστον δεν ζούμε με αυτόν τον συνεχή φόβο».

Στη δική της περίπτωση, βέβαια, δεν ήταν μόνο η περιρρέουσα κατάσταση επιβαρυντική. «Είχαμε μια πολύ άσχημη ζωή στο Αφγανιστάν. Ο σύζυγός μου είχε και άλλη οικογένεια –γυναίκα και παιδιά–, παραμελούσε εμένα και τον γιο μας, ενώ συστηματικά μού ασκούσε σωματική, ψυχολογική και συναισθηματική βία. Κάποια στιγμή άρχισε να με εκβιάζει και οικονομικά. Όλο αυτό επιβάρυνε σταδιακά και την υγεία μου σε μεγάλο βαθμό. Η φυγή έγινε έτσι η μόνη λύση».

Μου εξηγεί ότι ο σύζυγός της ήταν διπλωμάτης και είχε πολύ στενούς δεσμούς με την προηγούμενη κυβέρνηση, γεγονός που του έδινε μεγάλη δύναμη. Η Shagufta περιμένει ακόμη να λάβει άσυλο στη χώρα μας. Φοβάται γιατί γνωρίζει ότι αν δεν το λάβει και απελαθεί στο Αφγανιστάν, εκεί την περιμένει μόνο ο θάνατος. Νομικά θεωρείται ακόμα παντρεμένη με τον άντρα της. Δεν ξέρει αν ο ίδιος γνωρίζει πού βρίσκονται τώρα αυτή και ο γιος τους.

«Ξέρεις, στο Αφγανιστάν είναι ανεπίτρεπτο για μια γυναίκα ακόμα και να διανοηθεί να ζητήσει διαζύγιο. Προτιμούν να σε σκοτώσουν παρά να επιτρέψουν να συμβεί κάτι τέτοιο. Όταν εξέφρασα την επιθυμία να χωρίσω, ο άντρας μου και η οικογένειά του αντέδρασαν έντονα, απειλώντας να με σκοτώσουν. Δεν είχα καμία στήριξη. Οι δικοί μου γονείς απέκοψαν κάθε σχέση μαζί μου όταν επέλεξα να παντρευτώ έναν Αφγανό άνδρα και να φύγω από το Πακιστάν. Με αποκλήρωσαν. Από εκείνη τη μέρα, πάνε πια 14 χρόνια, δεν επικοινώνησαν ποτέ ξανά μαζί μου. Ήμουν μια γυναίκα μόνη και αυτός ο άντρας που παντρεύτηκα, ένιωσε ό,τι μπορούσε να μου επιβληθεί με κάθε τρόπο. Και το έκανε».

IMG_0767.jpeg

Είχαμε μια πολύ άσχημη ζωή εκεί. Ο σύζυγός μου συστηματικά μού ασκούσε σωματική και ψυχολογική βία. Στο Αφγανιστάν, είναι ανεπίτρεπτο για μια γυναίκα ακόμα και να διανοηθεί να ζητήσει διαζύγιο. Προτιμούν να σε σκοτώσουν παρά να επιτρέψουν να συμβεί κάτι τέτοιο. Η φυγή έγινε έτσι η μόνη λύση.


Στο Πακιστάν η Shagufta έκανε μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και στο Αφγανιστάν δίδασκε στο πανεπιστήμιο. Παρά το γεγονός ότι είχε μια καλή δουλειά και μια σχετικά εύπορη ζωή λόγω και του κοινωνικού status του συζύγου της, η ίδια υπέφερε. Όταν έφτασε στη χώρα μας, αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα υγείας. Ήταν σχεδόν τυφλή και ο γιος της ήταν τα μάτια της· τής διάβαζε τις επιστολές και τις ετικέτες με τις τιμές των προϊόντων. Στην Κύπρο υπεβλήθη σε εγχείρηση καταρράκτη που αποκατέστησε σε μεγάλο βαθμό την όρασή της. Τον περασμένο Δεκέμβριο έκανε, επίσης, ένα οκτάωρο, δύσκολο χειρουργείο για αφαίρεση πολλαπλών ινομυομάτων στη μήτρα και μιας κύστης.

«Ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή. Έμεινα αρκετές μέρες στο νοσοκομείο και μετά ο γιατρός μού συνέστησε να έχω βοήθεια στο σπίτι. Ωστόσο, όταν πήγα στο Γραφείο Ευημερίας, μού είπαν ότι δεν μπορούν να μου παρέχουν ένα άτομο για να με βοηθά στο σπίτι και αντ’ αυτού με έστειλαν σ’ ένα κέντρο για ψυχικά ασθενείς ανθρώπους για να αναρρώσω. Το φαντάζεστε; Όταν πήγα σε εκείνο το μέρος και κατάλαβα τι ήταν, έφυγα. Επέστρεψα στο σπίτι μου και με τη βοήθεια του γιου μου και μερικών φίλων, τα κατάφερα. Πολλές φορές, η στήριξη από το κράτος είναι ανεπαρκής και η γραφειοκρατία τεράστια. Ειδικά η εύρεση σπιτιού για έναν αιτητή ασύλου στην Κύπρο είναι ένας τεράστιος αγώνας δρόμου. Ευτυχώς, όμως, οι άνθρωποι στην Κύπρο είναι καλοί και μάς βοηθούν».

Η Shagufta είναι ευγνώμων για την καλοσύνη που συνάντησε στην Κύπρο. Δεν βίωσε ρατσισμό, πέρα από ελάχιστες εξαιρέσεις. «Η ιδιοκτήτρια του πρώτου διαμερίσματος που νοικιάσαμε, ήταν Βρετανή και είχαμε μια πολύ άσχημη εμπειρία μαζί της. Τώρα, ευτυχώς, μετακομίσαμε σε ένα άλλο διαμέρισμα και ο ιδιοκτήτης που είναι Κύπριος, είναι ένας υπέροχος άνθρωπος».

Μού μιλά για την αγαπημένη της φίλη, την Κορίνα –την αποκαλεί αδελφή– και για όλους εκείνους τους ανθρώπους που στέκονται αλληλέγγυοι προς αυτήν και τον γιο της. Πολλές φορές η επιβίωσή τους έγκειται στην αλληλεγγύη που επιδεικνύουν αυτοί οι άνθρωποι. Μού δείχνει τα ρούχα της και μού λέει συγκινημένη ότι και αυτά είναι δώρο.

«Είμαι χαρούμενη στην Κύπρο γιατί βλέπω τον γιο μου να μεγαλώνει και να ζει χωρίς φόβο. Τον βλέπω να παίζει στο πάρκο με τους φίλους του και δεν φοβάμαι ότι μια βόμβα μπορεί να εκραγεί δίπλα του. Κάνει μεγάλη και γρήγορη πρόοδο στο σχολείο. Οι δάσκαλοί του είναι ευχαριστημένοι, ενδιαφέρονται και τον βοηθούν. Έχει κάνει φίλους και οι γονείς των συμμαθητών του είναι πολύ καλοί άνθρωποι. Τον καλούν στα πάρτι γενεθλίων και, μάλιστα, τον Δεκέμβριο μια οικογένεια από το σχολείο του μάς προσκάλεσε για να γιορτάσουμε μαζί τους τα Χριστούγεννα».

Είμαι συνηθισμένη να ξεκινώ από την αρχή. Δεν φοβάμαι να σπάζω τους κανόνες που οι κοινωνίες και οι θρησκείες επιβάλλουν σε εμάς τις γυναίκες. Έφυγα από το Πακιστάν για να παντρευτώ στο Αφγανιστάν. Τόλμησα να φύγω και από εκείνη τη χώρα για να αναζητήσω ένα καλύτερο μέλλον για μένα και τον γιο μου.


Οι αιτητές ασύλου στην Κύπρο δεν επιτρέπεται να εργάζονται κατά τους πρώτους εννέα μήνες της παραμονής τους εδώ, ενώ στη συνέχεια μπορούν να εργαστούν στους περιορισμένους τομείς της οικονομίας που προνοούνται βάσει της νομοθεσίας. Η ίδια αναρρώνει ακόμη από το δύσκολο χειρουργείο της και προσπαθεί να σταθεί στα πόδια της. Προς το παρόν δεν εργάζεται κάπου, αλλά βοηθά με μεταφράσεις όποτε τής ζητηθεί.

Η Shagufta κοιτάζει, όμως, το μέλλον με αισιοδοξία. Φοβάται, σίγουρα, και νιώθει ανασφάλεια, ξέροντας ότι η αίτησή τους για άσυλο εκκρεμεί. Δεν σταματά, όμως, στιγμή να ελπίζει. Θέλει να πάρει διαζύγιο και να έχει την πλήρη γονική επιμέλεια του γιου της. Θέλει να στήσει μια μικρή επιχείρηση. Ίσως, να ανοίξει ένα εστιατόριο στην Κύπρο για να φτιάχνει φαγητά από το Αφγανιστάν. Ξέρει να μαγειρεύει πολύ καλά. Θέλει, επίσης, να ξαναφτιάξει τη ζωή της και να βρει έναν νέο σύντροφο.

«Είμαι συνηθισμένη να ξεκινώ από την αρχή. Δεν φοβάμαι να σπάζω αυτούς τους κανόνες που οι κοινωνίες και οι θρησκείες επιβάλλουν σε εμάς τις γυναίκες. Έφυγα από το Πακιστάν για να παντρευτώ στο Αφγανιστάν. Τόλμησα να φύγω και από εκείνη τη χώρα για να αναζητήσω ένα καλύτερο μέλλον για μένα και τον γιο μου. Θα το κάνω και τώρα».

Είμαι χαρούμενη στην Κύπρο γιατί βλέπω τον γιο μου να μεγαλώνει και να ζει χωρίς φόβο. Τον βλέπω να παίζει στο πάρκο με τους φίλους του και δεν φοβάμαι ότι μια βόμβα μπορεί να εκραγεί δίπλα του. Κάνει μεγάλη και γρήγορη πρόοδο στο σχολείο. Τον Δεκέμβριο μια οικογένεια από το σχολείο του μάς κάλεσε για να γιορτάσουμε μαζί τους τα Χριστούγεννα.


Η Alaa από τη Συρία


Η Alaa φτάνει όταν έχουμε ήδη τελειώσει τη συζήτηση με τη Shagufta. «Δυσκολεύτηκα να βρω πάρκινγκ», μάς λέει, καθώς αφήνει τα κλειδιά της στο τραπέζι. Για λίγο καθόμαστε και οι τρεις γύρω από το ίδιο τραπέζι. Τις συστήνω και τις παρατηρώ καθώς μιλούν μεταξύ τους. Μπροστά μου βλέπω δύο γυναίκες που μπόρεσαν να μετατρέψουν τις κακουχίες που βίωσαν, σε μια τεράστια –σχεδόν εκκωφαντική– δύναμη.

Η Alaa ζει στην Κύπρο τα τελευταία οκτώ σχεδόν χρόνια. Είναι δυναμική, αεικίνητη και, κυρίως, αυτεξούσια. Εργάζεται σε ένα βιβλιοπωλείο, αλλά αυτή δεν είναι η δουλειά που θέλει να κάνει για πάντα. Το μεγάλο της όνειρο είναι να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο Κύπρου και να προοδεύσει. Πριν ξεκινήσει να μου αφηγείται την ιστορία της, με κερνάει καφέ και νιώθω ξανά ευγνώμων, μέσα σε διάστημα μόλις μίας ώρας.

IMG_0927.jpeg



«Στην Κύπρο έφτασα τον Αύγουστο του 2017. Από τη Συρία φύγαμε το 2013, όταν ήμουν 16, λόγω του πολέμου, και πήγαμε στην Τουρκία. Στην αρχή τα πράγματα στην Τουρκία ήταν σχετικά καλά, αλλά μετά η κατάσταση έγινε δύσκολη και κάπως εχθρική, γι’ αυτό πήραμε την απόφαση με τη μητέρα μου να έρθουμε εδώ, όπου ζούσε ήδη ο αδερφός μου. Στην Κύπρο μού δόθηκε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Ήμουν 22 χρόνων όταν ήρθα εδώ και αυτόν τον μήνα έκλεισα τα 29. Είναι απίστευτο το πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός».

Της λέω ότι φαίνεται πιο μικρή και, μιλώντας για ηλικίες και αριθμούς, μού λέει πως για τα δεδομένα της κουλτούρας της έχει αργήσει πολύ να παντρευτεί. «Είμαι μουσουλμάνα και θεωρητικά θα έπρεπε να έχω ήδη παντρευτεί και να κάνω παιδιά. Δεν θέλω, όμως, να με ορίζει η θρησκεία ή η κουλτούρα μου. Ούτε περιμένω κάποιον άντρα να έρθει για να φτιάξει τη ζωή μου. Σίγουρα, θέλω κάποια στιγμή να κάνω οικογένεια, αλλά, στην παρούσα φάση, έχω άλλες προτεραιότητες».

Αισθάνομαι μερικές φορές ότι είμαι άπατρις, ότι δεν ανήκω πουθενά. Φοβάμαι να κάνω πράγματα στην Κύπρο και μετά να χρειαστεί πάλι να φύγω. Θέλω, όμως, να βρω μια σταθερότητα. Νομίζω ότι αν καταφέρω να σπουδάσω εδώ, η Κύπρος θα γίνει το πραγματικό μου σπίτι.


Η Alaa μιλά εξαιρετικά ελληνικά και μου λέει πως η εκμάθηση της γλώσσας τη βοήθησε να ενσωματωθεί στην κυπριακή κοινωνία πολύ πιο εύκολα και γρήγορα. «Όταν ήρθα στην Κύπρο, δεν ήξερα ούτε ελληνικά ούτε αγγλικά. Παρακολούθησα μαθήματα ελληνικών στο πανεπιστήμιο Κύπρου, έφτασα μέχρι το επίπεδο C1 και τώρα θέλω να συνεχίσω, για να τα βελτιώσω κι άλλο. Όταν έμαθα τη γλώσσα και μπορούσα να συνεννοούμαι, ένιωσα να έρχομαι πιο κοντά στους ανθρώπους και να κατανοώ καλύτερα την κουλτούρα σας».

Ο μεγαλύτερός της στόχος είναι να μπορέσει να συνεχίσει την εκπαίδευσή της σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Μού λέει ότι πριν φύγει από την Τουρκία, είχε καταφέρει, με μεγάλη προσωπική προσπάθεια, να γίνει δεκτή στο πανεπιστήμιο, για να φοιτήσει στο τμήμα Χημικών Μηχανικών. Αναγκάστηκε, όμως, να αφήσει τη θέση, όπως και όλη τη ζωή που είχε χτίσει μέχρι τότε, για να έρθει στην Κύπρο.

«Η ζωή δεν τα φέρνει πάντοτε όπως τα έχουμε υπολογίσει. Μερικές φορές όλο αυτό σε απογοητεύει, αλλά προσωπικά νιώθω πως η μόνη μου επιλογή είναι να συνεχίσω να παλεύω και να φτιάχνω “plan b” όταν το “plan a” δεν βγαίνει. Κάποιες μέρες νιώθω δυνατή. Κάποιες άλλες δεν έχω δύναμη να σηκωθώ από το κρεβάτι, αλλά δεν το επιτρέπω στον εαυτό μου. Όταν έφτασα στην Κύπρο, χρειάστηκε να ξεκινήσω ξανά από το μηδέν, για δεύτερη φορά στη ζωή μου. Είναι εξαντλητικό να χρειάζεται συνεχώς να πιάνεις τη ζωή σου από το μηδέν. Θέλω, όμως, πολύ να καταφέρω να μπω στο πανεπιστήμιο Κύπρου. Η ιδιωτική εκπαίδευση δεν είναι επιλογή για μένα λόγω του μεγάλου οικονομικού κόστους. Πέρυσι έκανα μια συνέντευξη για να διεκδικήσω μια θέση στο πανεπιστήμιο Κύπρου, αλλά δεν με δέχτηκαν. Απογοητεύτηκα πολύ. Φέτος, θα προσπαθήσω ξανά, για τελευταία φορά».

Είμαι μουσουλμάνα και θεωρητικά θα έπρεπε να έχω ήδη παντρευτεί και να κάνω παιδιά. Δεν θέλω, όμως, να με ορίζει η θρησκεία ή η κουλτούρα μου. Ούτε περιμένω κάποιον άντρα να έρθει για να φτιάξει τη ζωή μου.


Συνεχίζει να μου μιλάει για τη ζωή της στην Κύπρο. Είναι ευτυχισμένη εδώ, παρά τις δυσκολίες. Έχει κάνει φίλους, έχει πάρει δίπλωμα οδήγησης εδώ και τρία χρόνια, δουλεύει και ελπίζει ότι θα καταφέρει και άλλα πράγματα. Πριν από λίγο καιρό πήγε ένα εκπαιδευτικό ταξίδι στην Πορτογαλία και θέλει να κάνει και άλλα ταξίδια, αν και δεν είναι τόσο εύκολο λόγω του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας που κατέχει. Η κουβέντα πάει αβίαστα και στη νέα συνθήκη που έχει δημιουργηθεί στη Συρία μετά την πτώση Άσαντ, αλλά και στην επιθυμία πολλών συμπατριωτών της να επιστρέψουν στη χώρα τους. Η μητέρα της θέλει να γυρίσει πίσω, αλλά η ίδια δεν είναι σίγουρη αν έχει τη δύναμη να ξεκινήσει για τρίτη φορά από το μηδέν.

«Αισθάνομαι μερικές φορές ότι είμαι άπατρις, ότι δεν ανήκω πουθενά. Φοβάμαι να κάνω πράγματα στην Κύπρο και μετά να χρειαστεί πάλι να φύγω. Θέλω, όμως, να βρω μια σταθερότητα. Νομίζω ότι αν καταφέρω να σπουδάσω εδώ, η Κύπρος θα γίνει το πραγματικό μου σπίτι. Δεν θέλω να κάθομαι χωρίς να προσφέρω τίποτα ουσιαστικό στην κοινωνία. Πιστεύω πως όλοι όσοι ερχόμαστε σε μια άλλη χώρα, οφείλουμε –κατά κάποιον τρόπο– να γίνουμε κομμάτι της και να προσφέρουμε πίσω σε αυτήν ό,τι μπορούμε».

Στην αρχή η μαντήλα μού δημιουργούσε κάποια προβλήματα, κυρίως στο κομμάτι της εξεύρεσης εργασίας, αλλά σιγά σιγά ο κόσμος εδώ άρχισε να συνηθίζει τις γυναίκες με χιτζάμπ. Για μένα είναι σημαντική η μαντήλα λόγω της θρησκείας μου. Δεν μου την επέβαλε κανείς.


Από τότε που ήρθε στην Κύπρο, η Ala βίωσε ρατσιστικές συμπεριφορές, αλλά αυτές ήταν μεμονωμένα συμβάντα μπροστά στη γενικότερη καλοσύνη και αλληλεγγύη που έλαβε από τους Κύπριους. «Στην αρχή η μαντήλα μού δημιουργούσε κάποια προβλήματα, κυρίως στο κομμάτι της εξεύρεσης εργασίας, αλλά σιγά σιγά ο κόσμος εδώ άρχισε να συνηθίζει τις γυναίκες με χιτζάμπ. Για μένα είναι σημαντική η μαντήλα λόγω της θρησκείας μου. Δεν μου την επέβαλε κανείς. Στη Συρία βλέπεις και γυναίκες με μαντήλα, αλλά και πολλές που επιλέγουν να μην τη φορούν», μου λέει, εξηγώντας μου παράλληλα ότι η χώρα της υπήρξε ανέκαθεν κοσμική και πολυπολιτισμική.

Τη ρωτάω λίγο πριν κλείσουμε αν κοιτάζει το μέλλον με αισιοδοξία και μου λέει –μέσες άκρες– πως δεν έχει άλλη επιλογή από αυτό. «Φοβάμαι, ναι. Υπάρχουν μέρες που είναι πιο δύσκολες από τις άλλες και νιώθω ότι δεν έχω τη δύναμη να βγω και να αντιμετωπίσω τον κόσμο εκεί έξω. Την ίδια στιγμή, όμως, σκέφτομαι μέχρι πού κατάφερα να φτάσω και, κυρίως, πού θέλω να φτάσω. Και, τότε, σηκώνομαι από το κρεβάτι, βάζω τα ρούχα μου και πάω στη δουλειά μου. Κοιτάζω τα χέρια μου και σκέφτομαι ότι κανείς δεν θα έρθει να με πάρει από αυτά για να με τραβήξει μπροστά. Είμαι μόνο εγώ και τα χέρια μου. Και έτσι συνεχίζω».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ