Γνωρίζεις πόσα είναι τα είδη βατράχων στην Κύπρο; [εικόνες & βίντεο]

Από τη στιγμή που ξέρουμε πως δεν είναι επικύνδυνος, δεν μπαίνουμε στη διαδικασία να μάθουμε πράγματα για το είδος του βατράχου… και είναι λογικό.

 


Article featured image
Article featured image

Όλοι έχουμε δει βάτραχους, ενίοτε ακόμα και στον κήπο μας. Οι περισσότεροι όμως ίσως να μην γνωρίζουμε ότι στην Κύπρο υπάρχουν 3 διαφορετικά είδη βατράχων.

Ας γνωρίσουμε λοιπόν τους 3 βατράχους που υπάρχουν στο νησί, μαθαίνοντας παράλληλα για όλα τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματά τους.

 

Φωτογραφίες / βίντεο: Γιώργος Κωνσταντίνου, Πρόεδρος του Συνδέσμου Προστασίας Φυσικής Κληρονομιάς και Βιοποικιλότητας της Κύπρου

Πηγή πληροφοριών: Ερπετολογικός Σύνδεσμος Κύπρου

 

ΔΕΝΤΡΟΒΙΟΣ ΒΑΤΡΑΧΟΣ

Πλήρες όνομα: Hyla savignyi (Andouin, 1827)

Περιγραφή: Μικρόσωμο είδος με μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα 4,5cm. Διαθέτει λεία επιδερμίδα η ραχιαία επιφάνεια της οποίας έχει πράσινο χρώμα και κοιλιακή επιφάνεια ενιαίο λευκο/κίτρινο χρωματισμό. Η πλευρική επιφάνεια του σώματος διατρέχεται από μια συνεχή σκουρόχρωμη λωρίδα με λευκό περίγραμμα.

Ενδιαίτημα: Απαντά σε περιοχές με μέτριου ύψους βλάστηση κοντά σε υδατοσυλλογές. Προτιμά θαμνώδεις ή δασικά ενδιαιτήματα.

Τροφή:

Ενήλικα άτομα: Ασπόνδυλα, κυρίως έντομα

Γυρίνοι: Φύκη και φυτικό υλικό.

Αναπαραγωγή: Πραγματοποιείται σε στάσιμα νερά κατά την περίοδο της άνοιξης. Κάθε θηλυκό γεννά περίπου 200-2.000 αυγά που ελευθερώνονται τμηματικά. Από τα αυγά εκκολάπτονται γυρίνοι οι οποίοι παραμένουν στην υδατοσυλλογή μέχρι και την μεταμόρφωση τους σε ενήλικα άτομα προς τα τέλη Μαΐου.

Εξάπλωση στο νησί: Από την παραλία μέχρι το υψόμετρο των 1000 μέτρων.

Παγκόσμια εξάπλωση: Κύπρος, νοτιοανατολική Τουρκία, παράλια ανατολικής Μεσογείου μέχρι τη Γεωργία και το Ιράν. Η Κύπρος αποτελεί το δυτικότερο σημείο εξάπλωσής του.

Κατάσταση: Κοινό

Ιδιαίτερη Προστασία:

• Προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Οδηγία 92/43/ΕΚ

• Προστατεύεται από τον Κυπριακό Νόμο 153(Ι)2003

 

 

ΒΑΛΤΟΒΙΟΣ ΒΑΤΡΑΧΟΣ

Πλήρες όνομα: Pelophylax bedriagae (Camerano, 1882)

Περιγραφή: Αμφίβιο μεσαίου μεγέθους με μήκος σώματος που κυμαίνεται από 5-20cm (συνήθως 9-10cm). Η επιφάνεια του δέρματός του είναι πιο λεία από του Πράσινου Φρύνου αλλά λιγότερο λεία από του Δεντροβάτραχου. Η ραχιαία και η πλευρική περιοχή του σώματος διαθέτει πρασινοκάστανο χρώμα και σε αυτήν εντοπιζονται πράσινες, καστανές και μαύρες κηλίδες. Η κοιλιακή περιοχή διαθέτει συνήθως υπόλευκο ή κίτρινο χρώμα.

Ενδιαίτημα: Ευρεία εξάπλωση στο νησί. Καταλαμβάνει όλες τις υδατοσυλλογές που είναι διαθέσιμες (π.χ ποτάμια, δεξαμενές, φράγματα, αδρευτικά κανάλια).

Τροφή:

Ενήλικα άτομα: Χερσαία ασπόνδυλα, μικρά σπονδυλωτά (πουλιά, σαύρες).

Γυρίνοι: Φύκη, φυτικό υλικό και μικρά βενθικά ασπόνδυλα

Αναπαραγωγή: Πραγματοποιείται σε στάσιμα νερά κατά την περίοδο της άνοιξης. Κάθε θηλυκό γεννά συμπαγείς μάζες αυγών που μπορεί να περιέχουν μέχρι και 10.000 αυγά σε κάθε γέννα. Από τα αυγά εκκολάπτονται γυρίνοι οι οποίοι παραμένουν στην υδατοσυλλογή μέχρι και την μεταμόρφωση τους σε πλήρη άτομα εντός του καλοκαιριού.

Εξάπλωση στο νησί: Από την παραλία μέχρι το υψόμετρο των 1700 μέτρων.

Παγκόσμια εξάπλωση: Δυτικά παράλια της Τουρκίας, νησιά του ανατολικού Αιγαίου, Κύπρος, παράλια ανατολικής Μεσογείου μέχρι την Αίγυπτο.

Κατάσταση: Κοινό

Ιδιαίτερη Προστασία:

•  Προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Οδηγία 92/43/ΕΚ ως Pelophylax ridibundus

 

 

ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΦΡΥΝΟΣ

Πλήρες όνομα: Bufotes viridis (Laurenti, 1768)

Πρόκειται για νυχτόβιο είδος το οποίο δραστηριοποιείται από την δύση του ήλιου μέχρι την αυγή. Κατά τη διάρκεια της ημέρας παραμένει κρυμμένο σε προστατευμένες θέσεις σε τρύπες στο έδαφος ή κάτω από πέτρες. Σε αντίθεση με τα άλλα δύο είδη βατράχων που εντοπίζονται στο νησί, ο πράσινος φρύνος είναι αρκετά ανθεκτικός σε παρατεταμένες περιόδους ξηρασίας.

Περιγραφή: Αμφίβιο μεσαίου μεγέθους με μήκος σώματος που μπορεί να φτάσει τα 12cm. Φέρει στην επιφάνεια του δέρματος πολλά επάρματα και οι παρώτιοι αδένες είναι πολύ καλά ανεπτυγμένοι και εξέχουν από το κεφάλι. Η ραχιαία και η πλευρική περιοχή του σώματος διαθέτει γκρίζο προς λαδί χρώμα στο οποίο εντοπίζονται πολλές σκούρες λαδί κηλίδες και πορτοκαλί στίγματα. Η κοιλιακή περιοχή διαθέτει συνήθως ανοικτό γκρίζο χρώμα.

Ενδιαίτημα: Ευρεία εξάπλωση στο νησί, χωρίς ιδιαίτερη προτίμηση για συγκεκριμένο ενδιαίτημα.

Τροφή:

Ενήλικα άτομα: Εδαφόβια ασπόνδυλα, κυρίως έντομα

Γυρίνοι: Φύκη και φυτικό υλικό.

Αναπαραγωγή: Πραγματοποιείται σε στάσιμα νερά κατά την περίοδο της άνοιξης και του καλοκαιριού. Κάθε θηλυκό γεννά περίπου 2.000-30.000 αυγά τα οποία σχηματίζουν ζελατινώδη επιμήκη νήματα. Από τα αυγά εκκολάπτονται γυρίνοι οι οποίοι παραμένουν στην υδατοσυλλογή μέχρι και την μεταμόρφωση τους σε πλήρη άτομα προς τα τέλη του καλοκαιριού. Οι γυρίνοι του είδους είναι οι μεγαλύτεροι σε μέγεθος γυρίνοι που απαντώνται στην Κύπρο.

Εξάπλωση στο νησί: Από την παραλία μέχρι το υψόμετρο των 700 μέτρων.

Παγκόσμια εξάπλωση: Παρουσιάζει ευρεία εξάπλωση σε όλη την περιοχή της Μεσογείου και στο μεγαλύτερο μέρος της κεντρικής και νότιάς Ευρώπης ενώ ανατολικά επεκτείνεται μέχρι και την κεντρική Ασία.

Κατάσταση: Κοινό

Ιδιαίτερη Προστασία:

• Προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Οδηγία 92/43/ΕΚ

• Προστατεύεται από τον Κυπριακό Νόμο 153(Ι)2003]



ΔΕΣ ΑΚΟΜΑ: ΟΙ 11 ΣΑΥΡΕΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ


Πηγή

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ