Διανύουμε μια περίοδο που το παζάρι εκεί έξω τα ‘χει κάνει τα μαθηματικά του. Βγάζει σε προσφορές τα ρούχα, κουβαλάει από παράλληλες αγορές τα τρόφιμα και άμα θέλει να επιβιώσει χρεώνει τις υπηρεσίες του όσο πρέπει, όχι όσο του κατεβεί. Το παζάρι πήρε χαμπάρι πως έτσι θα προσεγγίσει την μάζα που ξέμεινε από μετρητά, δυνάμεις και ελπίδα.
Τέτοιες περιόδους λένε πως ανθίζουν οι τέχνες. Κι η μουσική μαζί. Εκείνο το είδος που δεν έχει CFO και λειτουργεί, ανέκαθεν λειτουργούσε έτσι, εντελώς αντίθετα απ’ ότι το παζάρι. Δεν κάνει σκόντο, ούτε πουλάει ήχους με ημερομηνία λήξης.
Κι εκεί που για χρόνια η βιομηχανία προωθούσε «ταλέντα» απ’ το ράφι των προσφορών, νά που τώρα εμφανίζονται Ταλέντα, που δεν είναι μέλη της hardcore βιομηχανίας, αλλά ακόμα μιας παρέας που ίσως, τώρα που μιλάμε, να γράφει την δική της σελίδα στην ιστορία.
Κι όσο περνάει ο καιρός αυτά τα «παιδιά της κρίσης», της «γενιάς των 500 ευρώ» γίνονται ολοένα και πιο αρεστά. Δεν στήνουν show, στήνουν τα δοκάρια, για να πάρουμε δύναμη γι’ αυτά που έρχονται.
Αυτή η επιφανειακά άγονη περίοδος, όπου όλα μοιάζουν να λιγοστεύουν, να μικραίνουν και να εξαφανίζονται, δίνει χώρο για κάποιους να μεγαλώνουν και να γεννούν νέα πράματα.
Το περασμένο Σάββατο πέρασα τα γενέθλιά μου στο Σκαλί Αγλαντζιάς. Εκεί τραγουδούσε ο Χαρούλης ο Γιάννης, που και «παιδί της κρίσης» είναι και ταλαντούχος επίσης.
Ήταν η πρώτη φορά που τον έβλεπα live. Μετά από τόσα πήγαινε-έλα, με την μικρή να τραγουδάει στο πίσω κάθισμα τα τραγούδια του, ήταν η πρώτη φορά που τον έβλεπα στη σκηνή.
Μέσα σ’ ένα τρίωρο, με τους πιο όμορφους ήχους που θα μπορούσαν να ντύσουν το φεύγα του Σεπτέμβρη, ο Χαρούλης με κάλυψε.
Ο άντρας που τραγουδούσε στη σκηνή είναι το αγόρι που πριν από μια δεκαετία διασκέδαζε τον κόσμο παίζοντας μουσική στα πανηγύρια. Το αγόρι που τυχαία γνώρισε τον Χρήστο Θηβαίο αλλά δεν ήταν καθόλου τυχαίο το ότι καλέστηκε να λάβει μέρος, ένα χρόνο μετά την γνωριμία τους, σε συναυλία - αφιέρωμα στο Ξυλούρη, στο θέατρο του Λυκαβηττού. Και που καταχειροκροτήθηκε από 7 χιλιάδες ζευγάρια χέρια, όταν τραγούδησε το «Οι πόνοι της Παναγιάς». Και που δεν μπορούσε να πιστέψει όλο αυτό που συνέβαινε και που άρχισε να κλαίει.
Ο Χαρούλης είναι όμορφος. Έχει μια μαγκιά όπως πρέπει κι ένα φυζίκ αντρικό, απ’ αυτά που δεν βλέπεις μες στον δρόμο πια συχνά. Θυμίζει άντρα παλιάς κοπής, σε νέα ανάγνωση, και βγάζει μια αφοπλιστική σεμνότητα και παράλληλα ένα χαριτωμένο αυθορμητισμό. Και ποτισμένος απ’ την κρητική μουσική παράδοση, καταφέρνει να συνδυάζει το αυθεντικό ροκ στοιχείο σ’ αυτό που εκπέμπει.
Μια γρήγορη ‘στατιστική’ ματιά, εδώ, στη Λευκωσία της Κύπρου, σε πείθει πως έχει κληρονομήσει ένα εξίσου όμορφο μ’ αυτόν κοινό, με όμορφα μουσικά ακούσματα κι έχει την χάρη να παρασύρει κι άλλους σ’ όλο αυτό.
Κοιτάζω την πιτσιρικαρία στο κοινό, μπροστά-μπροστά, το ηλικιωμένο ζευγάρι παραδίπλα που δεν σταμάτησε να χειροκροτεί και χαζεύω τους συνομήλικούς μου, που είναι και συνομήλικοί του, και περιμένω αντιδράσεις. Κι όλοι σιγοτραγουδούν μαζί του, με τον αυτοδίδακτο, που ήταν αρκετά τυχερός αντί για το ποδήλατο που ήθελε μικρός να πάρει ένα μαντολίνο δώρο απ’ τον πατέρα του.
Όταν τραγουδάει ο Χαρούλης, δεν φαίνεται να νοιάζεται αν είναι τεχνικά ορθός. Ούτε κανείς άλλος φαίνεται να νοιάζεται γι' αυτό. Το κοινό σ' αυτή την περίπτωση δεν ψηφίζει επηρεασμένο απ’ τους ειδήμονες καμίας κριτικής επιτροπής. Το κοινό μάλλον εντυπωσιάζει η ευκολία με την οποία χειρίζεται αυτή την υπέροχη φωνή που πετάγεται απ’ τα παραδοσιακά κρητικά, στα ροκ και τα σπανιόλικα φλαμέγκο.
Και που καταφέρνει να κάνει την σκηνή και το αμφιθέατρο ολόκληρο να μοιάζει με σαλόνι, όπου μαζεύτηκε μια παρέα φίλων για να πιει ρακή, να καπνίσει τσιγάρο και να βγάλει τα σώψυχά της. Καμία υπερπροσπάθεια, καμία επιτήδευση.
Κι όπως σε παρασέρνει, κάνει διάλειμμα. Σηκώνει το ποτήρι του και εύχεται «Στην υγεία σας ρε κοπέλια», με το λάμδα όπως το προφέρουν στην Κρήτη, όχι το δικό μας που ακούγεται σαν γάμμα.
Κι οι μουσικοί του, μες το κάδρο κι αυτοί, ισότιμοι. Γιατί φαίνεται άμα ο καλλιτέχνης δεν επιδιώκει να ‘ναι μπροστάρης της μπάντας του. Κι ο Ηπειρώτης Κωνσταντής στα πνευστά να κερδίζει τις εντυπώσεις.
Ποιος νοιάζεται αν ο Χαρούλης είναι «εναλλακτικός», «έντεχνος», «τραγουδοποιός» ή οτιδήποτε απ’ όλα αυτά; Ποιος πραγματικά θέλει να το συζητήσει για πάνω από δυο λεπτά αν πρόκειται για τον «νέο Ξυλούρη»; Είναι εδώ και είναι ότι πιο φρέσκο. Και το νιώθεις, πως πρόκειται για μια περίπτωση που, όσο θα ωριμάζει, θα γίνεται ακόμα πιο σπουδαία.
Και στις εποχές που διανύουμε έχουμε ανάγκη, περισσότερο από ποτέ, αυτή τη φρεσκάδα. Ανθρώπους που τραγουδούν ποίηση και ποιούν ήθος. Ανθρώπους που τονίζουν τα σύμφωνα και συμφωνούμε μαζί τους.
Φτάνει με τα ξεπουλήματα. Πήραμε.