Και αυτά σε ένα περιβάλλον, όπου το κατεστημένο θέλει τους νέους αλυσοδεμένους στα γρανάζια του και έχει ναρκοθετήσει το πεδίο αξιοποίησης των δυνατοτήτων τους. Και έτσι διερωτόμαστε γιατί οι νέοι κλείνουν τ’ αυτιά. Γιατί απαξιώνουν τη συμμετοχή στον συλλογικό βίο; Πώς πρέπει να ενεργήσουμε για να τους αγγίξουμε; Η απάντηση είναι μια. Και είναι ξεκάθαρη: Να κλείσουμε το στόμα και να ανοίξουμε τ’ αυτιά, να τους ακούσουμε. Όχι ως επικοινωνιακή κίνηση εντυπωσιασμού, αλλά με διάθεση να στοχαστούμε επί των απόψεων τους.
Γράφει ο Παναγιώτης Σεντώνας / Πρόεδρος Οργανισμού Νεολαίας Κύπρου
Στην ερώτηση «Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζετε σήμερα;» η μεγάλη πλειοψηφία των νέων στην Κύπρο απαντά «το άγχος για το μέλλον»
Στις 27 Νοεμβρίου 2015, ο Οργανισμός Νεολαίας παρουσίασε τα ευρήματα της παγκύπριας έρευνας για την καταγραφή των απόψεων των νέων της Κύπρου, που διεξήχθη από την εταιρεία KPMG. Η πλειοψηφία των νέων που συμμετείχαν στην έρευνα, στην ερώτηση «Πώς αισθάνεστε για το μέλλον;» απαντά «ουδέτερα». Ενώ στην ερώτηση «Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζετε σήμερα;» η μεγάλη πλειοψηφία απαντά «το άγχος για το μέλλον». Από την παράλληλη ανάγνωση των δύο ευρημάτων συμπεραίνουμε τη μεγάλη αγωνία των νέων και την αβεβαιότητα που νιώθουν για το αύριο. Αντί αυτή η κοινωνία να τους δώσει ελπίδα για να προχωρήσουν μαχητικά να κτίσουν την νέα Κύπρο, τους φόρτωσε με το άγχος των αδιεξόδων της.
Στέκομαι στις συγκεκριμένες απαντήσεις των νέων γιατί αυτές φωτίζουν τη μεγάλη εικόνα αλλά και τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η πολιτεία αλλά και η κοινωνία. Και αυτός δεν είναι άλλος από την πολύπλευρη ενδυνάμωση των νέων. Εξάλλου, μια κοινωνία που δεν έχει στις πρώτιστες προτεραιότητές της την ενδυνάμωση των νέων της είναι μια κοινωνία χωρίς στρατηγική για το μέλλον της, μίζερη, με ημερομηνία λήξης.
Οι νέοι είναι το πιο ζωτικό κεφάλαιο της χώρας. Και η πολιτεία οφείλει (και το οφείλει πρωτίστως στον εαυτό της) να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους και να τους παρέχει γόνιμο έδαφος για την ανθοφορία των ικανοτήτων και των ταλέντων τους. Αν αυτή η εμπιστοσύνη μας ενδιαφέρει, είναι τρία πράγματα που, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να γίνουν. Πρώτο: Να τους ακούσουμε. Με προσοχή και με ανοιχτά τα μυαλά μας. Δεύτερο: Να τους απαντήσουμε με πράξεις και πολιτικές που αφορούν στις πραγματικές ανάγκες τους και όχι με ακατάπαυστο μπλα μπλα. Άλλωστε, το ισχυρότερο μέσο πειθούς ανέκαθεν ήταν η πράξη. Και τρίτο: Να τους δώσουμε χώρο να αναπνεύσουν. Να τους δώσουμε ρόλο στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Και όσοι τους πατρονάρουν να κάτσουν στον πάγκο.