Το 1995, λίγα δηλαδή χρόνια μετά την πτώση του σοβιετικού καθεστώτος, ο Μiron ταξίδεψε στη Μόσχα για να φωτογραφίσει τη νυχτερινή της ζωή. Οι εικόνες που αντίκρισε την ημέρα ήταν όμως τόσο σοκαριστικές που υπήρξε αδύνατο να τις αγνοήσει.
«Οι άνθρωποι που ζούσαν στο δρόμο, σε άθλιες συνθήκες, ήταν πάρα πολλοί, τόσοι πολλοί που με συγκλόνισαν. Αποφάσισα έτσι να ακυρώσω τη δουλειά της νύχτας και να στρέψω τον φακό μου στους χαμένους πολίτες της Μόσχας μήπως και τραβήξω την προσοχή του κόσμου και τους κάνω να ασχοληθούν με μια τραγωδία που όλοι φαινόταν ότι αγνοούν. Αυτοί οι άνθρωποι πέθαιναν από πείνα, αρρώστιες ή αφυδάτωση μπροστά στα μάτια χιλιάδων άλλων αλλά σχεδόν κανείς δεν φαινόταν να τους δίνει σημασία ή να νοιάζεται για αυτούς».
Μπορεί να υπήρχε πολιτικός αναβρασμός και τρελή διαφθορά σε κάθε τομέα, αλλά τα μέσα είχαν στρέψει την προσοχή τους στον πόλεμο της Τσετσενίας, έτσι οι απαράδεκτες πολιτικές, οικονομικές και ανθρωπιστικές συνθήκες που οδήγησαν αυτούς τους ανθρώπους στον δρόμο ήταν σαν να μη υπήρχαν.
Είκοσι χρόνια μετά, στην εποχή της λιτότητας και της πρωτοφανούς σε βάθος και έκταση διεθνούς ύφεσης, οι φωτογραφίες του Miron γίνονται πιο επίκαιρες από ποτέ.