Μίλα μου
«Κάποιοι κοιτάνε τι δεν έχει η ζωή, εγώ κοιτάω τι ωραίο έχει»
«Θέλω να γίνουμε φίλοι» του είπα σε κάποια φάση της κουβέντας μας και γέλασε, απαντώντας μου ως εξής: «Μα είμαστε φίλοι ρε συ. Εγώ αισθάνομαι πως είμαστε πνευματικά αδέρφια. Τα τραγούδια μου δεν είναι και τα πιο εύκολα τραγούδια του κόσμου, έχουνε μια παραξενιά, έχουνε μια άλλη γραφή. Η μουσική, είναι η γνωστή μουσική. Ο λόγος όμως, όπως τον χρησιμοποιώ, απευθύνεται σε έξυπνους, δεν απευθύνεται σε ηλίθιους. Και όταν ακούω ανθρώπους να λένε πως με πάνε, αυτό είναι πραγματικά τιμή για μένα».
Τον Γιάννη Μηλιώκα δεν τον γνώριζα -πέρα από τα γνωστά τραγούδια του. Μετά τη μικρή έρευνα όμως που έκανα κατά την προετοιμασία για τη κουβέντα μας αλλά κυρίως μετά την ίδια τη συζήτησή μας, τον εκτίμησα ιδιαίτερα.
Έχει χιούμορ, αυτοσαρκάζεται όσο λίγοι εκεί έξω, έχει ωραία φιλοσοφία ζωής, δηλώνει πως νοιώθει ευγνώμον για ότι έχει και δεν επιζητά τα όσα δεν έχει, ενώ σίγουρα νοιώθει τυχερός και για τα όσα έχει «κερδίσει» μέσα από το τραγούδι αλλά και μέσα από το διάβασμα και το ψάξιμο…
Ο Γιάννης Μηλιώκας είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση καλλιτέχνη που αξίζει τη σημασία μας και ο οποίος αυτές τις μέρες βρίσκεται στην Κύπρο για να παρουσιάσει «ένα πάρτι για έξυπνους» όπως ο ίδιος το χαρακτηρίζει.
«Θα δώσουμε ένα ραντεβού, να γελάσουμε, να στεναχωρηθούμε, να προβληματιστούμε, να ευθυμήσουμε, να ηρεμήσουμε, να σκεφτούμε».
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το χιούμορ στους στίχους είναι trademark στην περίπτωσή σας;
Δεν ξέρω αν είναι ένας τρόπος προώθησης καινούργιων ιδεών, ή ένας τρόπος μιας διάθεσης που έχει αρχίσει να εξαφανίζεται, εγώ πάντως έχω σκοπό να διατηρήσω στη ζωή μου και ένα χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα γελάω καθημερινά ότι και να γίνει. Και αυτό το γέλιο που έχω και που μου χρειάζεται, βλέπω ότι χρειάζεται και γύρω μου, αφού βλέπω στεναχωρημένους ανθρώπους για πράγματα που όταν έρθουν οι πραγματικές στεναχώριες θα μετανιώσουν που στεναχωριόντουσαν για τέτοιες χαζομάρες… Κάποιοι στεναχωριούνται γιατί είναι στη μόδα. Κι εγώ βεβαίως στεναχωριέμαι για πράγματα αλλά δεν ξεχνάω το γέλιο, δεν ξεχνάω ότι η ζωή μας είναι και τα δύο.
Φόβους και τέτοιου είδους συναισθήματα, έχω έναν τρόπο και τα πετάω από πάνω μου όπως την τρίχα απ’ το ζυμάρι.
Ποια θεωρείτε πως είναι τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα σας ως καλλιτέχνης και κατ’ επέκταση ως άνθρωπος; Πόσο ψηλά στη λίστα βρίσκεται ο αυτοσαρκασμός;
Πρώτος-πρώτος. Και γι’ αυτό ακριβώς μου δίνεται και το δικαίωμα να κοροϊδεύω ότι υπάρχει γύρω μου. Πολλές φορές με εξετάζω με περιέργεια, εξετάζω πράγματα που κάνω και πραγματικά έχει πολύ γέλιο αυτό αλλά και η ζωή γενικότερα. Εξάλλου, για τον ίδιο λόγο που στεναχωριέσαι μπορείς να γελάσεις κιόλας. Ακόμα και να γλιστρήσεις και να πέσεις, μπορείς είτε να σηκωθείς και να βρίζεις είτε να γελάσεις με τον τρόπο που έπεσες. Κατά τ’ άλλα, πέραν από τον αυτοσαρκασμό, νομίζω ότι είμαι της σχολής των παλαιότερων ανθρώπων που προβληματίστηκαν πολύ πριν από εμάς, για εμάς. Υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι δούλεψαν πάρα πολύ για να έχουμε εμείς σήμερα όλα αυτά που έχουμε, εννοώ αυτά τα οποία νομίζουμε ότι φυτρώνουν στην φύση. Σε κανένα χωράφι δεν υπάρχουνε πιρουνιές, κουταλιές, μαχαιριές, καρεκλιές, ή τραπεζιές. Όλα αυτά είναι πράγματα που τα σκέφτηκαν οι άνθρωποι χιλιάδες χρόνια πριν για να μπορούμε να έχουμε ένα ποτήρι να πίνουμε νερό, μια κούπα, να έχουμε ποδήλατο, ρεύμα, τηλέφωνο, για να είναι η ζωή μας πάρα πολύ καλύτερη. Και μέσα από αυτό το σκεπτικό, κοιτάζω να δω τι μπορώ να κάνω κι εγώ, πως μπορώ να προσφέρω, πως μπορώ να αξιοποιήσω το κοιμισμένο μου μυαλό -ο εχθρός κατάφερε να μας κοιμίσει τα τελευταία χρόνια και να μπει στην πόλη, όχι με σφαίρες αλλά με χαρτονομίσματα. Με μία λέξη, είμαι εργασιομανής.
Μια και μιλάτε για εχθρό, ποιος είναι αλήθεια ο μεγαλύτερος φόβος σας;
Αν βρεθώ σε ένα αεροπλάνο που θα γίνει μια έκρηξη, φοβάμαι μην παραμείνω ζωντανός, να πέφτω για δέκα λεπτά στον αέρα, θα αρχίσουν να με τρώνε οι καρχαρίες… Εκεί επάνω θα έχω μια λαχτάρα και μια τρομάρα. Προς το παρόν, φόβους και τέτοιου είδους συναισθήματα, έχω έναν τρόπο και τα πετάω από πάνω μου όπως την τρίχα απ’ το ζυμάρι. Δεν είναι καθόλου καλός σύμβουλος ο φόβος, ενώ έχω την εντύπωση ότι φοβήθηκα όσο λίγοι άνθρωποι. Γι’ αυτό και οι φίλοι μου στο θέμα του θάρρους με χαρακτηρίζουν τρελό. Παίρνω αποφάσεις πολύ τολμηρές. Λένε ‘θα σε δείρουν, ‘θα σε σκοτώσουν’, ‘δεν λέγονται αυτά τα πράγματα’, αλλά εγώ δεν φοβάμαι. Ο χειρότερος φόβος που υπάρχει, είναι αυτός που ο ίδιος ο άνθρωπος βάζει μέσα στην καρδιά του. Σε γενικές γραμμές θα έλεγα πως δύο είναι οι κινητήριες δυνάμεις μας. Η μία είναι η αγάπη για την ζωή και η άλλη ο φόβος του θανάτου. Πολλοί, φοβούμενοι τον θάνατο, δεν ζούνε. Ας το πάρουν αλλιώς αφού ο δρόμος αυτός είναι κακοτράχαλος, είναι στενός και θα πάθουν κανένα ατύχημα. Η αγάπη για τη ζωή είναι ο δρόμος. Να την αγαπάς και να σε τραβά να κάνεις ωραία πράγματα, γιατί η πραγματικότητα είναι ότι, όπως ψάχνουν οι επιστήμονες γύρω-γύρω για να βρουν κανένα πλανήτη που να μοιάζει με τη γη και βρήκαν έναν που είναι 100 εκατομμύρια έτη φωτός μακριά, έτσι και ο παράδεισος είναι εδώ, από σήμερα, δεν πρέπει δηλαδή να πεθάνουμε για να πάμε στον παράδεισο, αλλά να ανοίξουμε λίγο τα μάτια μας και να δούμε τι χρώματα έχει ο ουρανός και η θάλασσα, τα δέντρα, τα φυτά, τα λουλούδια, όλο αυτό υπέροχο σκηνικό στο οποίο είμαστε. Και δεν είναι θέμα φόβου και αγάπης. Είναι θέμα αχαριστίας. Όταν ο άνθρωπος είναι αχάριστος δεν αισθάνεται την χάρη που του έκανε η ζωή να τον φέρει σε τούτο το υπέροχο τοπίο, να βρει τους φίλους του, να βρει την αγάπη, να παίξει με τα παιδιά του και αρχίζει την μιζέρια του γνωστού μίζερου που πηγαίνει σε μια ταβέρνα και βγάζει την ψυχή του ταβερνιάρη, όχι για αυτά τα ωραία που έχει αλλά για αυτά που δεν έχει. ‘Δεν έχετε μύδια Ισπανίας;’. ‘Δεν έχουμε κύριε’. ‘Γιατί δεν έχετε κύριε;’. Αυτοί κοιτάνε τι δεν έχει η ζωή. Εγώ κοιτάω τι ωραίο έχει η ζωή. Πιστέψτε με, περνάω πάρα πολύ καλά και αυτό το κόλπο δεν είναι δικό μου, μου το έμαθε η κόρη μου όταν μεγάλωνε, που έκανε ότι ήθελε και αποφάσισα κι εγώ, αντί να την συμβουλεύσω, να την συμβουλευτώ. Μου ξαναθύμησε ότι είμαι και παιδί και τα παιδιά δεν είναι αχάριστα, τα παιδιά δεν φοβούνται.
Βγήκα στη δισκογραφία το ’85, με τις χειρότερες συνθήκες γιατί ήτανε καλοκαίρι, όλοι είχανε πάει για μπάνιο και τα μηχανήματα που τυπώνανε τους δίσκους ήτανε κλειστά.
Πάντως, οι φίλοι σας είναι πολύ τυχεροί. Θα ‘θελα να ήμουν ένας εξ αυτών.
Είμαστε φίλοι ρε συ. Ευχαριστώ για την ατάκα που μου ‘δωσες γιατί εγώ αισθάνομαι πως είμαστε πνευματικά αδέρφια. Γιατί τα τραγούδια μου δεν είναι και τα πιο εύκολα τραγούδια του κόσμου, έχουνε μια παραξενιά, έχουνε μια άλλη γραφή. Η μουσική είναι η γνωστή μουσική. Ο λόγος όμως όπως τον χρησιμοποιώ, απευθύνεται σε έξυπνους, δεν απευθύνεται σε ηλίθιους. Και όταν ακούω ανθρώπους να λένε πως με πάνε, αυτό είναι πραγματικά τιμή για μένα.
Ξέρω ότι δεν σας αρέσει να βάζετε ταμπέλα στα τραγούδια σας. Θέλω να μου πείτε όμως ποιες είναι οι μουσικές αναφορές σας;
Λόγω του ότι τα τραγούδια, την εποχή που μεγάλωνα, είχανε μια μιζέρια παραπάνω από αυτήν που άντεχα, υπήρχε πολλή κλάψα στα λαϊκά, υπήρχε πολλή καφρίλα, αυτή βέβαια που υπάρχει και στις μέρες σε πιο περιορισμένη εμβέλεια, γύρισα προς την σκηνή εξωτερικού, χωρίς να ξέρω αγγλικά τότε, απλώς γιατί είχανε μια ζωντάνια, μια αισιοδοξία. Ο τρόπος με τον οποίο παίζονταν ήταν πιο χαρούμενος, ενώ εδώ ήτανε βαρύς, έπρεπε να ζεις με έναν πόνο, τον οποίο πόνο εγώ, όπως σου εξήγησα και πριν, δεν τον ένοιωσα ποτέ. Όλοι πονάμε, αλλά… Είναι σαν μια ταινία με τον Βέγγο που είχε πονοκέφαλο και του λέει ‘Πάρε μια ασπιρίνη’. Παίρνει αυτός μια ασπιρίνη και μετά λέει ‘Αχ’. ‘Πάλι αχ;’. ‘Αχ, πως πονούσα…’. Είχανε μια κλάψα παραπάνω τα δικά μας. Μετά είδα ότι τα νησιώτικα, τα δημοτικά, οι καντάδες κλπ, όλα αυτά που υπήρχανε πριν από τα λαϊκά είχαν εξαιρετικό ενδιαφέρον και κάπου εκεί ανάμεσα και κοροϊδεύοντας λίγο και το λαϊκό με κάποια τραγούδια σαν την ‘Σκύλα’, έδειξα περίπου μουσικά που βρίσκομαι. Αυτό το παιχνίδι πάντως δεν έχει τελειωμό, αφού τώρα κάτι άλλο έχω στο νου μου. Έχω κάνει ένα στουντιάκι δικό μου και μαθαίνω τις ιδιότητες του ήχου, κάτι δηλαδή που δεν είναι απαραίτητο να γίνει τραγούδι, μπορεί να έχει θεραπευτικές ιδιότητες. Είναι τρελός ο καλλιτέχνης, δεν σταματάει ποτέ.
Δουλεύετε πάνω σε κάποιο καινούργιο πρότζεκτ δισκογραφικά;
Κάτι ετοιμάζω αλλά επειδή έχουν αλλάξει όλα στην Ελλάδα και όλοι παρακολουθούνε 12 φορές την ημέρα ειδήσεις, τα πράγματα είναι πολύ ρευστά, ανάλογα με αυτό που συμβαίνει προχωράω κι εγώ. Θα μπορούσα να προχωρήσω αν ήμουνα μόνος μου, αλλά είμαι σε μια κοινωνία η οποία φοβάται, σκέφτεται, εμποδίζεται, κι έτσι δεν υπάρχουνε προγραμματισμοί. Πάντως, καινούργια τραγούδια στα live μου παρουσιάζω.
Εμείς θέλουμε απλά να υπάρχει ένα μνημείο στην Ακρόπολη με μια λίστα που να λέει ‘Αυτοί προσπάθησαν να πουλήσουν την Ελλάδα σ’ αυτούς’.
Πως ήταν παλιά τα πράγματα στην ελληνική δισκογραφία και πως είναι σήμερα;
Δεν ξέρω, δεν συμμετέχω στο γαϊτανάκι της παρουσίασης καινούργιων τραγουδιών. Το ζητούμενο για μένα είναι να γράψω ένα τραγούδι, να είμαι αληθινός απέναντι σε αυτά που αισθάνομαι και αυτά που γράφω. Ακόμα και το ξεκίνημά μου ήτανε τόσο καθοριστικό και τόσο ενδεικτικό για το τι θα γίνει με την περίπτωσή μου, που δεν αφήνει περιθώρια παρεξηγήσεως. Καμία σχέση με το πως παρουσίαζαν όλοι τον δίσκο τους. Βγήκα το ’85, με τις χειρότερες συνθήκες γιατί ήτανε καλοκαίρι, όλοι είχανε πάει για μπάνιο και τα μηχανήματα που τυπώνανε τους δίσκους ήτανε κλειστά. Βγάλανε 500 και τους μοίρασαν σε όλη την Ελλάδα. Τα παίξανε δυο ραδιόφωνα όλα κι όλα. Την άλλη βδομάδα, τυπώνανε 3000 δίσκους την ημέρα, καλοκαιριάτικα, σε 24ωρη βάση, ενώ ξαναγυρίσανε οι υπάλληλοι πίσω για να προλάβουνε τη ζήτηση. Εγώ την επαφή μου με τον κόσμο, την έκανα μέσα από το ‘Ποιμενικό ροκ’, θέλοντας να συστηθώ και να πω πως δεν θα πω τα πράγματα στενάχωρα -παρόλο που ο ίδιος έζησα πολύ στενάχωρα. Απλώς παρουσίασα 10 τραγούδια και ξαφνικά μου δώσανε θυμάμαι κάτι πρωτοσέλιδα σε εφημερίδα με τίτλο ‘Θεσσαλονικιός πουλάει περισσότερους απ’ όλους’.
Πόσο πιστεύετε στη νέα γενιά;
Πιστεύω πολύ και μόνο στη νέα γενιά. Πρόλαβαν να σπουδάσουν αυτό που ήθελαν, πρόλαβαν να ενημερωθούν με την τεχνολογία, πρόλαβαν να γνωριστούν σε συνθήκες ειρήνης και να αγαπήσουν ο ένας τον άλλο, να αγαπήσουν το περιβάλλον, να αγαπήσουν τα ζώα. Σε σχέση με τους προηγούμενους, αυτά τα παιδιά είναι άγγελοι. Πολύ σύντομα θα βρουν την θέση τους, πολύ σύντομα θα αλλάξει το σκηνικό. Λίγο να τελειώσουν οι μπακάληδες με τις δώσεις και τα ρέστα και το ποιος χρωστάει ποιον… Εμείς απλά θέλουμε να υπάρχει ένα μνημείο στην Ακρόπολη με μια λίστα που να λέει ‘Αυτοί προσπάθησαν να πουλήσουν την Ελλάδα σ’ αυτούς’. Προσωπικά, δεν θέλω να δω κανέναν μες στην φυλακή, δεν μ’ αρέσει σαν εικόνα. Ούτως ή άλλως ήταν φυλακισμένοι μέσα στα λεφτά τους αυτοί που κλέψανε και κατάφεραν να χαραμίσουν τη ζωή τους. Δεν μπορείς να αγοράσεις γυναίκα. Άμα δεν σε αγαπήσει η γυναίκα τίποτα δεν πάει καλά. Και αυτοί τις αγοράσαν. Δεν μπορείς να αγαπήσεις φίλους. Άμα δεν έχεις γνήσιους φίλους, τίποτα δεν πάει καλά. Και αυτοί αγοράσαν φίλους. Αγοράσαν τα πάντα. Είναι πεθαμένοι ανάμεσά μας. Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι να μπούνε σε μια λίστα, να μπούνε μες στην Ακρόπολη με πεντελικό μάρμαρο και να γραφτεί ότι προσπάθησαν να πουλήσουν την Ελλάδα σ’ αυτούς. Για να μην ξαναγίνει… Ούτε στην Κύπρο, ούτε στην Ελλάδα. Είμαστε τόσο πλούσια χώρα, με τόσο σπουδαίο πολιτισμό που, αν δεν το ξαναπάθουμε θα είμαστε και οικονομικά πρώτοι. Γιατί πολιτιστικά είμαστε πρώτοι σ’ όλο τον πλανήτη. Αυτοί που κυβερνάνε τον τόπο δεν ξέρουν ότι ο πλανήτης έχει 5 δισεκατομμύρια Έλληνες. Ότι τα τελευταία 120 χρόνια γυμνάστηκαν με τους Ολυμπιακούς Αγώνες δισεκατομμύρια άνθρωποι, μέσα από τον τρόπο της ελληνικής γυμναστικής και έχουνε κάνει όλοι αγαλμάτινα σώματα. Δεν το πρόσεξε κανείς ηλίθιος από τους Έλληνες πολιτικούς, δεν πρόσεξε κανένας ότι 6 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη προσπαθούν να συνεννοηθούν με δημοκρατικές διαδικασίες. Ο πλανήτης αυτή τη στιγμή προσπαθεί να γίνει Έλληνας κι εμείς προσπαθούμε να ξεχρεώσουμε τα κλεφτρόνια. Προσπαθούμε να μπούμε στην Ευρώπη. Κι ύστερα πες μου πώς να μη γελάω; Θέλω να δω τα ειδικά δικαστήρια να βγάζουν αποφάσεις και να καταδικάζουν τουλάχιστον ηθικά. Κάποιος πρέπει να τους καταδικάσει ηθικά για να δώσει το νομικό δικαίωμα και το ηθικό δικαίωμα στους καλλιτέχνες να καταγράψουν τα ονόματά τους στην Ακρόπολη για πάντα. Όπως ήτανε παλιά ο προδότης των Σπαρτιατών, ο Εφιάλτης. Να ξέρουμε ποιοι είναι οι σημερινοί Εφιάλτες.
Πιστεύετε στον ιστορικό του μέλλοντος για απόδοση ευθυνών σε όλα όσα συμβαίνουν σήμερα, ή μήπως αυτά τα λένε κάποιοι ευσυνείδητοι για να παρηγοριούνται μεταξύ τους;
Όχι, όχι, εγώ είμαι απολύτως σίγουρος και στις μαντεψιές μου πετυχαίνω πάντα, ότι στο βιβλίο της ιστορίας θα καταγραφεί ως ‘η ληστεία του χρηματιστηρίου’ ή ως ‘ληστεία της μεταπολίτευσης’ ή ως ‘τέλος της μεταπολίτευσης’ και θα αναφέρεται σε κάποια ονόματα που αυτή τη στιγμή προσπαθούν να μας κάνουν να ξεχάσουμε, άκουσον-άκουσον, ότι μας κλέψανε και να ξαναπάρουν τα ηνία. Είναι σαν να περνάνε door to door, να μας κάνουν ένεση αμνησίας γι’ αυτά τα τελευταία χρόνια και να ‘ρθουν ξανά σαν να μην τρέχει τίποτα.
Ο πλανήτης αυτή τη στιγμή προσπαθεί να γίνει Έλληνας κι εμείς προσπαθούμε να ξεχρεώσουμε τα κλεφτρόνια.
Και πότε θα ηττηθεί το χρήμα;
Είναι ένα καινούργιο είδος γιατρών εν εξελίξει. Ακούω κάτι γιατρούς οι οποίοι έχουν βρει τρόπους που σε δέκα θα λειτουργήσουν και πραγματικά θα δώσουν μια άλλη εικόνα της ιατρικής και της θεραπείας, οι οποίοι από τώρα υπολογίζεται ότι είναι τρισεκατομυριούχοι. Και αυτοί τα χρήματα δεν θα τα πάρουν. Χαρίζουν την εφεύρεσή τους, τη δουλειά τους ολόκληρη, διότι είναι καθηγητές σε κάποιο πανεπιστήμιο κλπ. Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι δυστυχώς στις μέρες μας δεν είναι γνωστοί, ωστόσο θα γίνουνε. Η τελική ήττα του χρήματος θα σημειωθεί όταν υπάρξουν αυτά τα παραδείγματα, έστω και σποραδικά. Τα παιδιά θέλουν να βλέπουν. Δεν θέλουν λόγια, τα παιδιά είναι κουφά, δεν ακούν τις τους λες. Έχουν μάτια και βλέπουν. Εάν δουν κάποιον, θα το μιμηθούν. Εάν κάποιος αξίζει 10 χιλιάρικα και παίρνει ένα, θα τον μιμηθούν. Γιατί αγαπούν το καλό, το έξυπνο.
Για το τέλος, πείτε μας κιόλας πως θα είναι το πρόγραμμα το επικείμενων συναυλιών στην Κύπρο;
Θα ‘ρθω να παίξω με παιδιά από σας, στη Λεμεσό και στη Λευκωσία, στο Πέραμα και τη Διαχρονική, με γκρουπ που παίζουν πολύ καλά δικά τους και άλλα τραγούδια και είναι διατεθειμένοι (και τους ευχαριστώ δημόσια γι’ αυτό) να κάνουμε κάποιες πρόβες μαζί για να γνωριστούμε καλύτερα. Θα παίξουμε ότι γουστάρουν αυτοί από την πλευρά τους, ότι γουστάρει η Βιολέτα και ανάλογα με αυτό που συμβαίνει, ότι γουστάρω κι εγώ. Δεν θέλω να τους πάρω τη μερίδα του λέοντος, θα τους βάλω με το ζόρι να εμφανίσουνε ότι καλύτερο έχουνε και αν χρειαστεί να πω και κάνα-δυο λιγότερα τραγούδια δεν χάθηκε ο κόσμος. Γενικά, θα δώσουμε ένα ραντεβού, να γελάσουμε, να στεναχωρηθούμε, να προβληματιστούμε, να ευθυμήσουμε, να ηρεμήσουμε, να σκεφτούμε. Ένα πάρτι για έξυπνους. Κάπως έτσι το έχω εγώ στο μυαλό μου.
Στο Πέραμα, Λεμεσός.
Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου & Σάββατο 3 Οκτωβρίου
Ώρα 22.30. Εισιτήρια €10.
Πληροφορίες 25373763.
Διαχρονική, Λευκωσία.
Παρασκευή 2 Οκτωβρίου
Ώρα 22.30.
Πληροφορίες 99783455.
* Μέρος της συνέντευξης δημοσιεύεται στο Time Out Cyprus, τεύχος Οκτωβρίου, που κυκλοφορεί στα πείπτερα.
Φωτογραφίες: Σπύρος Σταυρόπουλος / Music Corner