Όπως αναφέρει η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον Κιτ Όπι του Τμήματος Ανθρωπολογίας του University College του Λονδίνου, τόσο στο Science όσο και στον Guardian, η εξελικτική ιστορία του οστού στα αρσενικά γεννητικά όργανα και τα συμπεράσματά τους ανατρέπουν αρκετά από όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.
Το ίδιο οστό εξακολουθούν να έχουν και σήμερα αρκετά θηλαστικά όπως οι χιμπατζήδες και οι μπονόμπο. Αυτό αυξάνει την πιθανότητα εύρεσης συντρόφου και στη συνέχεια, της γονιμοποίησης τους.
Το συγκεκριμένο οστό μάλιστα ποικίλει εντυπωσιακά από είδος σε είδος (σε μήκος και όχι μόνο), γι’ αυτό έχει θεωρηθεί ως το πιο διαφοροποιημένο οστό που έχει υπάρξει ποτέ.
Ο άνθρωπος όπως υποστηρίζει η έρευνα «έχασε» το συγκεκριμένο κόκκαλο από τότε που έγινε μονογαμικός και πλέον «δεν το είχε ανάγκη».
Το εν λόγω οστό εκτιμάται ότι πρωτοεμφανίσθηκε πριν από 145 έως 95 εκατ. χρόνια και άρχισε να εξαφανίζεται στην εποχή του Homo Erectus, (του Όρθιου Ανθρώπου).
Είναι η εποχή που η μονογαμία αναδύθηκε ως βασική αναπαραγωγική στρατηγική στους προγόνους του σύγχρονου ανθρώπου.
Η μείωση του ανταγωνισμού στην αναζήτηση συντρόφου λοιπόν σταδιακά εξάλειψε την ανάγκη ύπαρξης του συγκεκριμένου οστού.
Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το χρονικό όριο για τη διάρκεια της διείσδυσης του αρσενικού οργάνου, πέρα από το οποίο το οστό κρίνεται αναγκαίο, είναι τα τρία λεπτά.
Κάτω από τα τρία λεπτά συνουσίας, το οστό αρχίζει να γίνεται περιττό. Έτσι, όταν ο χρόνος της ερωτικής συνεύρεσης του ανθρώπου μειώθηκε, το συγκεκριμένο οστό δεν είχε καμία χρησιμότητα και σταδιακά εξαφανίστηκε.