«Να πεθάνουνε οι άντρες, να πεθάνουνε» γράφει η λεζάντα δίπλα από την πειραγμένη στο πρόσωπο φωτογραφία μιας κοπέλας με σούπερ μίνι φούστα και λουλουδέ και με βάτες πουκάμισο σε ρεπορτάζ του «Π» από τεύχος Μαρτίου του 1995.
Σε μία εποχή που η ισότητα μεταξύ των δύο φύλων βρισκόταν προφανώς σε πρώιμα στάδια, αρκετές ήταν και στην Κύπρο οι καταπιεσμένες γυναίκες που περίμεναν τη μέρα τους «για να ξεσκάσουν και να νιώσουν ελεύθερες».
Διαβάστε αποσπάσματα από το σχετικό ρεπορτάζ:
«Γυναίκες που οπουδήποτε αλλού να τις δεις είναι άκρως ήσυχες και σεμνές, το συγκεκριμένο βράδυ τις βλέπεις αναμαλλιασμένες να βγαίνουν πάνω στα τραπέζια και τους πάγκους, αδιαφορώντας πλήρως αν το σούπερ μίνι τους βγάζει μάτι, και ξεβιδώνονται κάτω από τους ήχους λαϊκών ασμάτων, τύπου: "Μπες μες το καμπριολέ, πάμε για κανένα καφέ…" ή "Έχω κλάψει, για πολλές γυναίκες έχω κλάψει…" και δώσ’ του κουνήματα και δώσ’ του φιγούρες και καμώματα. Περιττό να πούμε ότι μέχρι τις δύο περίπου το πρωί είναι όλες τους λουλουδάκια απ’ το ποτό γιατί ‘σήμερα κι αν πρέπει να πιούμε’».
«Πηγαίνουν λοιπόν, το βράδυ στα διάφορα κέντρα διασκεδάσεως ή καλύτερα, για να λέμε και τα πράγματα με τ’ όνομά τους, στα σκυλάδικα, και κυριολεκτικά τα κάνουvε λίμπα. Νέες γυναίκες που υποτίθεται ξέρουν πέντε πράγματα παραπάνω, ξεχύνονται στην πίστα, πετάνε παπούτσια (κι ό,τι άλλο βρεθεί πρόχειρο εκείνη την ώρα) και κουνιούνται σαν τρελές μέχρι το πρωί, γιορτάζοντας κάτι που καλά καλά δεν ξέρουν τι είναι».
Το συγκεκριμένο βράδυ τις βλέπεις αναμαλλιασμένες να βγαίνουν πάνω στα τραπέζια και τους πάγκους
«Κάθε χρόνο η ίδια κατάσταση και φτου κι απ’ την αρχή. Κι ας βλέπουμε στην τηλεόραση γυναίκες, νεαρές και μη, να δηλώνουν με έμφαση πως ο θεσμός της Μέρας της Γυναίκας δε σημαίνει τίποτα γι’ αυτές. Κι ας λένε πως ζουν την ελευθερία και τη θηλυκότητά τους κάθε μέρα και κάθε λεπτό. Κι ας λένε οι ιδιοκτήτες των κέντρων διασκέδασης ότι φέτος τα πράγματα ήταν πολύ πιο ήρεμα από άλλες χρονιές. Δεν έκαναν, λέει, έκτροπα αυτή τη φορά. Απλά διασκέδασαν όπως οποιοδήποτε άλλο βράδυ. Αλίμονό μας, αν έτσι είναι που διασκεδάζουν κάθε βράδυ!»