Μίλα μου
Οι ειδικοί μάς λένε πως θα είναι το εκπαιδευτικό μας σύστημα μετά τη λύση του Κυπριακού
Σε περίπτωση λύσης, μια από τις απορίες που προκύπτουν αφορά στο πώς θα διαμορφωθεί το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Θα υπάρχουν δύο είδη σχολείων, θα καταργηθούν οι γιορτές και οι αργίες ή θα τα γιορτάζουμε όλα μαζί και σε τι γλώσσα θα γίνεται η διδασκαλία; Αυτές ήταν μόνο μερικές από τις απορίες που η CITY έκανε στον Μιχαλίνο Ζεμπύλα.
Στις 11 Απριλίου, έπειτα από μια ταραγμένη περίοδο μεταξύ των δύο κοινοτήτων, οι δύο ηγέτες αποφάσισαν πώς θα επαναρχίσουν τις συνομιλίες για την εξεύρεση λύσης στο Κυπριακό πρόβλημα, αφήνοντας πίσω όλα εκείνα που έφεραν τη ρήξη...
Μια ρήξη, όμως, που πριν λίγο καιρό κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει, αφού οι δύο ηγέτες είχαν φροντίσει με τις δηλώσεις και τη στάση τους να δημιουργήσουν ξανά την ελπίδα στον κόσμο, ότι αυτή τη φορά είμαστε πιο κοντά στη λύση από κάθε άλλη φορά.
Συζητώντας, τότε, για το πώς θα είναι τα πράγματα αφότου επανενωθεί το νησί, μια από τις απορίες που προέκυψαν αφορούσε στο πώς θα διαμορφωθεί το εκπαιδευτικό σύστημα. Θα υπάρχουν δύο είδη σχολείων; Θα καταργηθούν οι γιορτές και οι αργίες ή θα τα γιορτάζουμε όλα μαζί; Σε τι γλώσσα θα γίνεται η διδασκαλία;
Ο ρόλος της εκπαίδευσης θεωρείται μεγάλης σημασίας στην οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας, η οποία θα μπορούσε να αποτρέψει πιθανές συγκρούσεις, όπως αυτές του παρελθόντος.
Παρότι εδώ και πολλά χρόνια συζητούνται θέματα όπως το περιουσιακό, οι εξουσίες και η μορφή που θα έχει το τελικό κράτος, το ζήτημα της εκπαίδευσης αν και μείζον, δεν αναλύθηκε ποτέ εκτενώς, ούτε είχαμε ποτέ ιδιαίτερες πληροφορίες για το πώς θα εξελιχθεί μετά τη λύση.
Ψάχνοντας για πληροφορίες, μάθαμε πως τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έχει συσταθεί στην Κύπρο μια δικοινοτική τεχνική επιτροπή, που ασχολείται ακριβώς με αυτά τα ζητήματα. Μια 24μελής επιτροπή, που αποτελείται από 12 Ε/κ και 12 Τ/κ με υπεύθυνους τον ακαδημαϊκό Μιχαλίνο Ζεμπύλα και την Meltem Onurkan Samani.
Όταν επικοινωνήσαμε μαζί τους για μια συνάντηση πριν από μερικούς μήνες, και οι δύο ήταν πρόθυμοι να μας μιλήσουν. Παρόλα αυτά, λόγω της ευαισθησίας του θέματος έπρεπε να τηρηθεί το πρωτόκολλο και να δοθούν οι απαραίτητες εγκρίσεις, αφού εκείνη την περίοδο η πολύ θετική πορεία του Κυπριακού, δεν επέτρεπε τέτοιου είδους λάθη και συγκρούσεις.
Συναντηθήκαμε αρχές λίγες βδομάδες αργότερα, στο «Σπίτι της Συνεργασίας», έπειτα από αρκετά τηλεφωνήματα και email, για να καθορίσουμε το πλαίσιο στο οποίο θα συζητούσαμε. Η Meltem λόγω κωλυμάτων δεν κατάφερε να έρθει τελικά και η συζήτηση έγινε τελικά μόνο με τον κ. Μιχαλίνο Ζεμπύλα.
Από τη στιγμή που υπάρχει ένα εκπαιδευτικό σύστημα με συγκεκριμένους στόχους και αναλυτικά προγράμματα, το να ζητάς εξαιρέσεις σημαίνει ότι δεν ενστερνίζεσαι τους στόχους ή τα οράματα του εκπαιδευτικού εκείνου συστήματος.
Αρκετούς μήνες αργότερα και αφού η συζήτηση εκείνη έμεινε για μεγάλο διάστημα στο "περίμενε", αποφασίσαμε πως τώρα, λίγο πριν την επανέναρξη του νέου κύκλου των συνομιλιών, είναι η κατάλληλη περίοδος για να τη δημοσιεύσουμε.
Παρότι το ζήτημα της εκπαίδευσης αποτελεί σημαντικό πυλώνα στη μετά τη λύση εποχή, εντούτοις παρατηρούμε πώς δεν απασχολεί συχνά τη δημόσια σφαίρα. Ποιος είναι ο λόγος;
Υπάρχουν διάφορες ερμηνείες που μπορεί να συμβαίνει αυτό. Η μια ερμηνεία θα μπορούσε να ήταν ότι μονοπωλούν το ενδιαφέρον άλλα ζητήματα, όπως το περιουσιακό ή παρόμοιας φύσης ζητήματα, τα οποία δημοσιογραφικά ίσως να έχουν περισσότερο ενδιαφέρον. Μια άλλη πιθανή ερμηνεία θεωρώ πώς είναι ότι υπάρχουν ευαίσθητα ζητήματα στο θέμα της εκπαίδευσης τα οποία κάποιοι φαίνεται πώς θέλουν να αποφύγουν να θίξουν.
Εντούτοις το ζήτημα της εκπαίδευσης είναι πολύ σημαντικό, ειδικά αν λάβουμε υπόψη παραδείγματα όπως αυτό της Κολομβίας, όπου τα ζητήματα της εκπαίδευσης μπήκαν στο ίδιο το Σύνταγμα, με το ρόλο της εκπαίδευσης να θεωρείται μεγάλης σημασίας στην οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας, η οποία θα μπορούσε να αποτρέψει στο μέλλον πιθανές συγκρούσεις, όπως αυτές του παρελθόντος.
Η κάθε κοινότητα θα έχει το δικό της σύστημα, παρόλα αυτά θα πρέπει να υπάρχει κάποια εναρμόνιση και συνεννόηση μεταξύ των δύο.
Εδώ και περίπου 1,5 χρόνο, έχει συσταθεί μια δικοινοτική επιτροπή, η οποία αποτελείται από 24 άτομα. Ποιος ακριβώς είναι ο ρόλος και οι δραστηριότητες της;
Η επιτροπή αυτή όπως είπες είναι δικοινοτική και βασίζεται σε τρεις διαφορετικούς πυλώνες, ως όρους εντολής. Ο πρώτος πυλώνας είναι η μελέτη της διεθνούς και της παγκόσμιας βιβλιογραφίας, ούτως ώστε να μπορέσουμε στην πορεία να προτείνουμε συγκεκριμένα μέτρα και εισηγήσεις, τα οποία θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν την εκπαίδευση ενάντια στη μισαλλοδοξία και τον εξτρεμισμό. Να προωθούν την ενσυναίσθηση, την ειρηνική συμβίωση, την συμφιλίωση και άλλες παρόμοιες αξίες.
Ο δεύτερος πυλώνας αφορά την ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ παιδιών, εκπαιδευτικών και γονιών από τις δύο κοινότητες, κάτι που δεν υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια. Ο τρίτος πυλώνας έχει να κάνει με τις πολιτικές εναρμόνισης μεταξύ των δύο εκπαιδευτικών συστημάτων.
Ένα θέμα το οποίο θεωρούμε πολύ σημαντικό, είναι η διδασκαλία της γλώσσας του άλλου.
Άρα είναι δεδομένο ότι θα υπάρχουν δύο ξεχωριστά εκπαιδευτικά συστήματα;
Αυτό ίσως είναι το μόνο δεδομένο που έχουμε μέχρι σήμερα. Η κάθε κοινότητα θα έχει το δικό της σύστημα, παρόλα αυτά θα πρέπει να υπάρχει κάποια εναρμόνιση και συνεννόηση μεταξύ των δύο, ούτως ώστε να προωθούνται οι ίδιε αξίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων.
Στον 1,5 χρόνο που υφίσταται η επιτροπή, ποιες από αυτές τις ενέργειες έχουν υλοποιηθεί;
Κάθε πυλώνας διαθέτει και μια υποεπιτροπή, η οποία εργάζεται τόσο ενδοκοινοτικά όσο και δικοινοτικά, για να καταθέσει συγκεκριμένες εισηγήσεις. Το μεγαλύτερο επίτευγμα που καταφέραμε μέχρι τώρα μπορώ να πω, είναι η μεγάλη εκδήλωση που είχαμε στο «Σπίτι της Συνεργασίας» τον Ιούνιο του 2016, όπου ήταν παρόντες και οι δύο ηγέτες. Μια ενέργεια που κάλυψε ανάγκες που αφορούν το δεύτερο πυλώνα, αυτόν της επαφής.
Στο κομμάτι των άλλων πυλώνων;
Στο πλαίσιο του πρώτου πυλώνα, η επιτροπή έχει εκπονήσει μια έκθεση η οποία περιλαμβάνει ειδήσεις από διεθνές και τοπικό επίπεδο, για έρευνες, πολιτικές και παιδαγωγικές πρακτικές. Το ίδιο ισχύει και για τον τρίτο πυλώνα, όπου καταθέσαμε μια σειρά εισηγήσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να προετοιμάσουν το έδαφος για μια λύση η οποία βασίζεται στις πρόνοιες της δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικά κάποιες από αυτές τις εισηγήσεις;
Ένα θέμα το οποίο θεωρούμε πολύ σημαντικό, είναι η διδασκαλία της γλώσσας του άλλου. Το να υπάρχει, σε ένα βασικό επίπεδο τουλάχιστον επικοινωνίας, η δυνατότητα να συνεννοούμαστε με άτομα της άλλης κοινότητας στη γλώσσα τους και αυτή στη δική μας, είναι πολύ σημαντικό.
Τώρα πώς θα εφαρμοστεί αυτό και πότε θα εισαχθεί η διδασκαλία της τουρκικής στα ελληνοκυπριακά σχολεία και της ελληνικής στα τουρκοκυπριακά, είναι ένα πρακτικό ζήτημα το οποίο ακόμη συζητείται. Παρόλα αυτά είναι θέση αρχής, ότι πρέπει να υπάρχει η διδασκαλία της γλώσσας του άλλου, και μάλιστα σε ηλικίες που θα μπορεί το παιδί να επικοινωνεί άνετα.
Υπάρχουν βέβαια κι αυτοί που θεωρούν πώς η διδασκαλία της γλώσσας, θα έπρεπε να έχει ήδη εφαρμοστεί, εάν και εφόσον το κοινό μας όραμα είναι η λύση.
Θεωρητικά η διδασκαλία της γλώσσας, σε περίπτωση λύσης, δεν θα έπρεπε να εισαχθεί και στα δύο εκπαιδευτικά συστήματα από την Α’ τάξη δημοτικού για να αφομοιωθεί η γλώσσα και υπάρχει εξοικείωση;
Έχεις δίκαιο ότι θα πρέπει να ξεκινήσει από μικρή ηλικία, αλλά το ποια ηλικία θα είναι αυτή, δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Όλες αυτές οι λεπτομέρειες, αφορούν καθαρά πρακτικά ζητήματα, τα οποία θα καθοριστούν αφού παρθούν αποφάσεις. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που θεωρούν πώς η διδασκαλία της γλώσσας, θα έπρεπε να έχει ήδη εφαρμοστεί, εάν και εφόσον το κοινό μας όραμα είναι η λύση.
Νομίζω ότι δεν είναι θέμα επιλογής των γονιών αν τα παιδιά τους εξαιρεθούν.
Η διδασκαλία αυτή υποθέτω θα είναι υποχρεωτική. Αν υπάρχουν αντιδράσεις από γονείς οι οποίοι αρνηθούν τα παιδιά τους να μάθουν τουρκικά ή ελληνικά αντίστοιχα;
Πριν απαντήσω σε αυτό, θα σε πάω ένα βήμα πριν, στο αν θα είναι υποχρεωτική η διδασκαλία της γλώσσας. Προσωπικά θεωρώ πώς πρέπει να είναι, αλλά το με ποια μορφή θα είναι υποχρεωτική, αυτό είναι κάτι το οποίο σίγουρα μπορεί να συζητηθεί και να διαμορφωθεί αναλόγως.
Αν όμως θεωρήσουμε πώς και τα δύο εκπαιδευτικά συστήματα υιοθετήσουν την υποχρεωτική διδασκαλία της γλώσσας του άλλου, νομίζω ότι δεν είναι θέμα επιλογής των γονιών αν τα παιδιά τους εξαιρεθούν, και πιστεύω πώς κακώς εξαιρούνται από κάποια μαθήματα ή ζητούν εξαιρέσεις.
Από τη στιγμή που υπάρχει ένα εκπαιδευτικό σύστημα με συγκεκριμένους στόχους και αναλυτικά προγράμματα, το να ζητάς εξαιρέσεις σημαίνει ότι δεν ενστερνίζεσαι τους στόχους ή τα οράματα του εκπαιδευτικού εκείνου συστήματος.
Συνεπώς αν δεν συμφωνείς με αυτά τα οράματα, ενδεχόμενος να πρέπει να αναζητηθούν άλλες προοπτικές. Που δεν είναι κακό να υπάρχουν και εναλλακτικές επιλογές. Όπως για παράδειγμα η επιλογή ένα παιδί να φοιτά σε μεικτό σχολείο, για να θίξουμε ένα ζήτημα το οποίο σχολιάζεται έντονα.
Όταν αναφερόμαστε σε μεικτά σχολεία, πώς ακριβώς προσδιορίζεται αυτό;
Υπάρχουν παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων σε χώρες όπως το Ισραήλ, η Β. Ιρλανδία και ο Καναδάς. Υπάρχουν σχολεία τα οποία χρηματοδοτούνται από την πολιτεία και απευθύνονται σε γονείς που δεν επιθυμούν τα παιδιά τους να φοιτούν στα παραδοσιακά μονοκοινοτικά σχολεία, αλλά σε δικοινοτικά ή πολυκοινοτικά.
Μα ήδη λειτουργούν στην Κύπρο σχολεία που φιλοξενούν παιδιά άλλων χωρών και Τουρκοκύπριους. Αυτό δεν θεωρείται μεικτό σχολείο;
Όχι, η μορφή αυτή που αναφέρεις δεν αντιστοιχεί στον ορισμό του μεικτού σχολείου, αφού για να ισχύει αυτός ο όρος, πρέπει να πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις.
Για να θεωρηθεί ένα σχολείο μεικτό, πρέπει να υπάρχει ίσος αριθμός μαθητών από τις διάφορες κοινότητες που θα αποτελείται, όπως συμβαίνει σε σχολεία του Ισραήλ ή της Β. Ιρλανδίας. Επίσης πρέπει να υπάρχουν εκπαιδευτικοί και διευθυντές από όλες τις κοινότητες. Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό, που είναι ο πιο δόκιμος, τα δικά μας δεν θεωρούνται μεικτά. Στα δικά μας απλά φιλοξενείται ένας μικρός αριθμός τουρκόφωνων μαθητών, ή μαθητών άλλων χωρών. Όλες αυτές οι προϋποθέσεις όπως μπορεί εύκολα να γίνει κατανοητό, υπάρχουν για πολύ συγκεκριμένους λόγους, αφού σκοπός είναι να αποφευχθούν σχέσεις πλειοψηφίας και μειοψηφίας, οι οποίες στην πορεία θα φέρουν άλλα προβλήματα.
Νομίζω ότι μια ομοσπονδιακή πολιτεία, θα μπορούσε να προωθήσει κάποιες αξίες και αρχές, τις οποίες όλα τα σχολεία θα πρέπει να υιοθετήσουν, ανεξάρτητα από τον τρόπο χρηματοδότησης τους.
Μέχρι τώρα αναφερθήκαμε μόνο στο δημόσιο σύστημα παιδείας. Τι γίνεται με την ιδιωτική εκπαίδευση;
Αυτό είναι ένα πολύ καλό ερώτημα, το οποίο όμως για να είμαι ειλικρινής δεν έχει τεθεί ακόμη στο τραπέζι. Μας έχει απασχολήσει παρόλα αυτά ένα συγκεκριμένο ιδιωτικό σχολείο στη Λευκωσία, το οποίο έχει δεχτεί Τουρκοκύπριους μαθητές, αλλά δεν έχει μέχρι στιγμής συζητηθεί κάτι περισσότερο.
Βεβαίως είναι δεδομένο ότι υπάρχουν κάποιες βασικές αρχές, οι οποίες θα πρέπει να τηρούνται. Δεν μπορεί το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα να προωθεί κάποιες συγκεκριμένες αρχές όπως η πολύπρισματικότητα και η πολιτότητα σε μια ομοσπονδιακή πολιτεία και να υπάρχουν σχολεία τα οποία θα αντιστρατεύονται και θα προωθούν ρατσιστικές, μισαλλόδοξες ή εθνικιστικές ιδέες. Νομίζω ότι μια ομοσπονδιακή πολιτεία, θα μπορούσε να προωθήσει κάποιες αξίες και αρχές, τις οποίες όλα τα σχολεία θα πρέπει να υιοθετήσουν, ανεξάρτητα από τον τρόπο χρηματοδότησης τους.
Είναι ξεκάθαρο ότι μετά τη λύση του Κυπριακού, θα έχουμε δύο διαφορετικά εκπαιδευτικά συστήματα. Πώς όμως αυτά θα λειτουργούν στην πράξη;
Όπως έχω πει και στην αρχή, είμαστε στη φάση που συζητούμε διάφορες ιδέες στο πλαίσιο της τεχνικής επιτροπής, για να καταθέσουμε προτάσεις έτσι ώστε να γίνει αυτή η εναρμόνιση που είχαμε αναφέρει. Δεν έχουμε μπει ακόμη σε τέτοιες λεπτομέρειες, αυτό είναι κάτι που θα καθοριστεί αργότερα. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πιο άμεσα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν.
Σίγουρα όμως σε ομοσπονδιακό επίπεδο και αυτό μας το λέει η εμπειρία και όσα έχουμε μελετήσει από άλλα αντίστοιχα συστήματα, μπορεί να υπάρχει σε επίπεδο πολιτειών, ένα ενιαίο εκπαιδευτικό σύστημά που θα επιλαμβάνεται τα της πολιτείας, όσον αφορά την παιδεία, αλλά σίγουρα σε ομοσπονδιακό επίπεδο θα πρέπει να υπάρχει ένας μηχανισμός, και αυτή είναι προσωπική μου αντίληψη, ο οποίος θα επιτελεί αυτή την εναρμόνιση και θα αποτρέπει λανθασμένους χειρισμούς του παρελθόντος.
Δεν μπορεί για παράδειγμα η μια πολιτεία να βγάζει ένα συγκεκριμένο πολίτη, με συγκεκριμένες δεξιότητες και η άλλη πολιτεία να επιτελεί υποδεέστερο έργο.
Υπάρχουν επιτυχημένα παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων, τα οποία θα μπορούσαμε να «αντιγράψουμε»;
Αυτός, είναι ένας μηχανισμός ο οποίος εφαρμόζεται ήδη σε άλλα ομοσπονδιακά συστήματα, όπως αυτό του Βελγίου ή της Ελβετίας, την οποία έχουμε μελετήσει διεξοδικά, αφού κάποιοι θεωρούν ότι είμαστε πιο κοντά λόγω της πολυγλωσσίας.
Σε αυτά τα συστήματα, υπάρχουν κάποιοι μηχανισμοί σε ομοσπονδιακό επίπεδο οι οποίοι φροντίζουν να γίνεται αυτή η εναρμόνιση, να μη δημιουργούνται αντιπαλότητες και να υπάρχει μια ισονομία στον τρόπο με τον οποίο ο κάθε πολίτη βγαίνει από το κάθε εκπαιδευτικό σύστημα.
Δηλαδή;
Δεν μπορεί για παράδειγμα η μια πολιτεία να βγάζει ένα συγκεκριμένο πολίτη, με συγκεκριμένες δεξιότητες και η άλλη πολιτεία να επιτελεί υποδεέστερο έργο. Στόχος πρέπει να είναι η ποιότητα της εκπαίδευσης για όλους.
Η κάθε πολιτεία θα έχει τις γιορτές της και τη διδασκαλία την οποία επιθυμεί να έχει, όσον αφορά τα ξεχωριστά μαθήματα του αναλυτικού προγράμματος με τη μορφή που θα έχει.
Ένα άλλο ζήτημα το οποίο θίγεται συχνά είναι αυτό των εθνικών και των θρησκευτικών εορτών, αλλά και των διάφορων αργιών. Πώς θα διαμορφωθεί αυτό στο νέο σύστημα, πάντα σε θεωρητικό επίπεδο;
Σωστά είπες θεωρητικά, αφού ακόμη δεν έχουμε μπει σε λεπτομέρειες τέτοιου τύπου. Από τη στιγμή όμως που αναφερόμαστε σε δύο ξεχωριστά εκπαιδευτικά συστήματα, σημαίνει ότι θα ακολουθούν το εορτολόγιο και τις δημόσιες αργίες τις οποίες η κάθε πολιτεία θα έχει στη διάθεση της.
Άρα, λοιπόν, η κάθε πολιτεία θα έχει τις γιορτές της και τη διδασκαλία την οποία επιθυμεί να έχει, όσον αφορά τα ξεχωριστά μαθήματα του αναλυτικού προγράμματος με τη μορφή που θα έχει. Εντούτοις πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πώς οι πολιτικές και οι παιδαγωγικές πρακτικές οι οποίες θα εφαρμόζονται στην κάθε πλευρά να μην αντιστρατεύονται την άλλη. Δεν μπορεί μια κοινότητα να προωθεί την ειρηνική συμβίωση και η άλλη να κάνει κάτι που να την αντιστρατεύεται.
Για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, η εθνική εορτή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, θα πάψει να εορτάζεται με τον τρόπο που ξέρουμε σήμερα;
Νομίζω είναι παγίδα αυτή τη στιγμή να κάνουμε μια συζήτηση, για το αν θα πρέπει ή για το αν θα καταργηθούν εορτές και αργίες, λόγω της υψηλής ευαισθησίας τέτοιων θεμάτων. Προσωπικά πιστεύω ότι μπορεί να γίνονται πράγματα μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα. Αν δηλαδή καλλιεργήσεις κριτική συνειδητοποίηση, ενσυναίσθηση και πολυπρισματικότητα, τότε ξεφεύγεις από πλαίσια της μονολιθικότητας και ερμηνεύεις διαφορετικά τέτοιες καταστάσεις. Ένα γεγονός δεν μπορεί να διαβάζεται μονοδιάστατα, πρέπει να μπορείς να κατανοήσεις και την άλλη πλευρά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα πρέπει να υποβαθμίσεις την εθνική σου ταυτότητα, ή την θρησκευτική σου.
Έχουν γίνει μεγάλα βήματα, αλλά έχουμε ακόμη πολλή δρόμο. Σίγουρα όμως δεν είμαστε όμως στο μηδέν.
Αυτό θα επηρεάσει και τη διδασκαλία της ιστορίας, όπως την ξέρουμε σήμερα;
Σίγουρα. Αν λάβουμε υπόψη τη λέει η διεθνής βιβλιογραφία που συστήνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και αφορά τις καλές πρακτικές και πολιτικές διδασκαλίας της ιστορίας, κυρίως ευαίσθητων ζητημάτων, σίγουρα οι δεξιότητες που είχα αναφέρει προηγουμένως, είναι αξίες οι οποίες θα πρέπει να προταχθούν. Αξίες οι οποίες υπάρχουν και σήμερα, αλλά όχι στο βαθμό που ενδεχομένως χρειάζεται. Έχουν γίνει μεγάλα βήματα, αλλά έχουμε ακόμη πολλή δρόμο. Σίγουρα όμως δεν είμαστε όμως στο μηδέν.
Όσο καλές και αν είναι οι προθέσεις σου, δεν μπορεί να πιστεύεις ότι θα κάνεις επαναστατικές τομές από τη μια στιγμή στην άλλη, χωρίς να δημιουργήσεις ανησυχίες.
Υπάρχει εύφορο έδαφος στα σχολεία, για να ακολουθηθεί μια πορεία ειρηνικής συμβίωσης;
Ναι, θεωρώ ότι υπάρχει αρκετό εύφορο έδαφος. Είναι πάρα πολλές οι ΜΚΟ που τα τελευταία 15 χρόνια έχουν ενεργοποιηθεί σε αυτή την κατεύθυνση και έχουν προετοιμάσει το έδαφος, για πολλές από τις δραστηριότητες που εμείς προσπαθούμε να εισαγάγουμε σήμερα πιο συστηματικά και πιο επίσημα στα εκπαιδευτικά συστήματα των δύο κοινοτήτων.
Συνεπώς το έδαφος υπάρχει. Πολλά από αυτά τα ζητήματα όμως, είναι ζητήματα πολιτικής βούλησης, αλλά και στρατηγικής. Σε πιο σημείο δηλαδή μπορείς να εισαγάγεις κάποια μέτρα σταδιακά, ούτως ώστε να μπορέσουν μαθητές και εκπαιδευτικοί να τα αφομοιώσουν με τον πιο παραγωγικό τρόπο και να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που θα παρουσιαστούν. Διότι δεν μπορεί να πει κάποιος ότι δεν υπάρχουν συναισθηματικές δυσκολίες και άλλου είδους δυσκολίες, οι οποίες πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Άρα όσο καλές και αν είναι οι προθέσεις σου, δεν μπορεί να πιστεύεις ότι θα κάνεις επαναστατικές τομές από τη μια στιγμή στην άλλη, χωρίς να δημιουργήσεις ανησυχίες. Οι οποίες μπορεί να είναι εύλογες, μπορεί να είναι μη εύλογες, μπορεί να είναι αμφιλεγόμενες. Όπως και έχει όμως, πρέπει να λάβεις υπόψη αυτές τις ανησυχίες, για να μπορέσεις να οικοδομήσεις σταδιακά.
Μια λύση θα φέρει και μετακινήσεις πληθυσμών σε περιοχές που θα βρίσκονται υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση και το αντίστροφο. Θα υπάρχουν σχολεία ελληνόφωνα και αντίστοιχα τουρκόφωνα, στην εκάστοτε περιοχή για να καλύψει αυτές τις ανάγκες;
Παρόλο που δεν υπάρχει καμία επίσημη απόφαση, θα σου πω την προσωπική μου άποψη. Θεωρώ λοιπόν πώς ναι, σε πρώτο στάδιο θα πρέπει να υπάρχουν, από τη στιγμή που μιλάμε για την αρχή της εκπαίδευσης και του δικαιώματος σε αυτήν. Στο πλαίσιο λοιπόν ενός κοινοτικού εκπαιδευτικού συστήματος, θα πρέπει να υπάρχει αυτή η επιλογή εκατέρωθεν.
Συνεπώς, επιπλέον με τις άλλες επιλογές που μπορεί να έχει κάποιος, όπως τα μεικτά σχολεία, θα πρέπει να δίνεται και αυτή η επιλογή. Δεδομένου βέβαια ότι τηρούνται κάποια κριτήρια, όπως ο απαραίτητος αριθμός μαθητών.