Μίλα μου
Η 27χρονη Λένια κουβαλά έναν τεράστιο «Ποξιά» με βιώματα των προσφύγων
«Νομίζω ήταν πιο ενδιαφέροντα τα πράγματα που είπαμε off the record», μου λέει η Λένια Γεωργίου αμέσως μετά που σταμάτησα να την ηχογραφώ, έστω κι αν η θεματολογία των όσων συζητήσαμε -πριν και κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης- ήταν παρόμοια.
Αρχικά, -ίσως γιατί αυτή την εντύπωση είχα κι εγώ, ίσως από ευγένεια, ίσως πάλι και από αφέλεια- συμφώνησα. Ακούγοντας όμως ξανά εκ των υστέρων τα όσα είπαμε εκείνο το μεσημέρι στο Γρανάζι, νομίζω πως μάλλον ήμασταν λίγο άδικοι ως προς το περιεχόμενο της ίδιας της συνέντευξης.
Όπως και να ‘χει, η Λένια, η οποία ασχολείται με την Εικαστική Θεραπεία, είναι ένας άνθρωπος που ειλικρινά απολαμβάνεις να την έχεις απέναντί σου ως συνομιλητή. Και παρόλο που αφορμή για την συνάντηση-κουβέντα μας αποτέλεσε ένα πρότζεκτ της, ο Ποξιάς, που μέσα του χωράει ένα μικρό μέρος του πάντα επίκαιρου θέματος-δράματος των απανταχού προσφύγων, εντούτοις η συζήτησή μας είχε τελικά πολύ μεγαλύτερο εύρος από τα 4 τετραγωνικά μέτρα του ίδιου του Ποξιά που έφτιαξε μαζί με τους πρόσφυγες στην Κοφίνου και ο οποίος εδώ και 2,5 χρόνια ταξιδεύει από έκθεση σε έκθεση και από προορισμό σε προορισμό.
«Αυτή είναι και η ουσία του έργου», μου λέει καταληκτικά, «να ταξιδεύει, να συνεχίσει να υπάρχει και να μαθαίνει ο κόσμος αυτές τις ιστορίες. Πώς γεννήθηκε ο Ποξιάς, το πρόβλημα της Κύπρου, τις ιστορίες των προσφύγων…».
Βάζαμε τους ανθρώπους που συμμετείχαν να παρουσιάσουν τον εαυτό τους, να κινηθούν και να φύγουν απ’ αυτή την ακινησία και την κατάθλιψη. Οι πλείστοι έτρωγαν, έπιναν και κοιμόντουσαν. Δεν είχαν κάποια άλλη δραστηριότητα να ασχοληθούν. Αρκετές φορές, έπρεπε να πάω να τους κτυπήσω την πόρτα του κοντέινερ και να τους φωνάξω.
Λένια, τι μπορεί να χωρέσει ένας ποξιάς στο ταξίδι της εκτόπισης, της μετακίνησης και της ξενιτιάς; Κυριολεκτικά τι μπορεί να χωρέσει;
Πολύ λίγα πράγματα, αυτά που θεωρεί σημαντικά ο εκτοπισμένος βασικά. Μπορεί να είναι ένα κινητό, ένα προσωπικό αντικείμενο που του έχουν χαρίσει… Για μένα, όμως, το πιο σημαντικό πράγμα είναι πως ο ποξιάς συμβολίζει το σώμα και το ταξίδι. Που σημαίνει πως, άμα είναι να φύγω, παίρνω τον ίδιο μου τον εαυτό μαζί μου, που στο τέλος της ημέρας είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Κατ’ επέκταση, είναι τα συναισθήματα, οι σκέψεις και ο ψυχικός κόσμος, που επίσης θα μεταφέρω.
Όταν λες συναισθήματα, σκέψεις, εννοείς τη ζωή που αφήνεις πίσω σου;
Είναι ο τόπος σου, αυτός που αναγκάζεσαι να εγκαταλείψεις, η χώρα που θα πας, το τι θα αντιμετωπίσεις, το ταξίδι, τα άτομα της οικογένειας που θα αφήσεις, το πώς φαντάζεσαι την χώρα που θα πας, αλλά και πώς θα είναι τελικά όταν (και αν) τα καταφέρεις να φτάσεις…
Η Κοφίνου πώς προέκυψε, τι ακριβώς έκανες εκεί με τους αιτητές ασύλου και που ταξίδεψε μετά ο Ποξιάς;
Η Κοφίνου προέκυψε από τη διατριβή μου για το μεταπτυχιακό μου στην Εικαστική Θεραπεία. Αποφάσισα να δουλέψω με τους αιτητές ασύλου, αρχικά από δικές μου προσωπικές εμπειρίες και τις δικές μου μετακινήσεις -γεννήθηκα Νότια Αφρική, μετά ήρθα Κύπρο, έφυγα για σπουδές σε Αγγλία και Ιταλία-, αλλά κυρίως το έκανα αφού υπάρχει και το πρόβλημα της Κύπρου. Ήθελα να παρουσιάσω στη διατριβή μου το Κυπριακό, να δώσω έμφαση στο πρόβλημά μας. Να μιλήσω για τους πρόσφυγες του ’74 -οι οποίοι είναι μεν διαφορετικοί από αυτούς τους πρόσφυγες αφού είναι εσωτερικοί- και να κάνω αυτή τη σύνδεση. Εξ ου και επεδίωξα λοιπόν να δουλέψω με τους αιτητές ασύλου στην Κύπρο και όχι σε κάποια άλλη χώρα.
Αν ήμουν άτομο που επηρεαζόταν από αυτό το πράγμα, δεν θα έκανα αυτό το επάγγελμα. Εγώ είμαι αυτή που τους επηρεάζει θετικά. Θα έλεγα πως αυτοί ρουφάνε ενέργεια από εμένα και όχι εγώ από αυτούς.
Εσύ το πρότεινες;
Ναι. Την άνοιξη του 2014 έπιασα έγκριση και πήγα στο Κέντρο Υποδοχής Προσφύγων για τούτο το project. Κάναμε δύο γκρουπ, ένα με άντρες και ένα με γυναίκες, ενώ το εργαστήρι χωριζόταν και σε δύο μέρη. Το ένα ήταν αυτό του σώματος, όπου βάζαμε τους ανθρώπους που συμμετείχαν να παρουσιάσουν τον εαυτό τους, να κινηθούν και να φύγουν απ’ αυτή την ακινησία και την κατάθλιψη. Οι πλείστοι έτρωγαν, έπιναν και κοιμόντουσαν. Δεν είχαν κάποια άλλη δραστηριότητα να ασχοληθούν. Αρκετές φορές, έπρεπε να πάω να τους κτυπήσω την πόρτα του κοντέινερ και να τους φωνάξω. Πολλοί ήταν αυτοί που ήθελαν σπρώξιμο. Άρα, τα πρώτα μαθήματα αφορούσαν στο σώμα, στην κίνηση, στο χορό, ενώ μετά αρχίσαμε να βάζουμε μέσα και το ύφασμα πάνω στο οποίο θα δουλεύαμε αλλά και τη ζωγραφική. Ο καθένας δημιούργησε τον δικό του μπόγο (ποξιά), το κομμάτι του και εν τέλει ενώθηκαν μαζί όλα τα κομμάτια, τα ράψαμε και δημιουργήσαμε το τελικό έργο, τον Συλλογικό Ποξιά.
Το οποίο έχει κάτι μέσα;
Όχι, απλώς έχει μια συγκεκριμένη δομή για να διατηρεί το σχήμα του, ενώ μέρος του έργου είναι και τα γράμματα που επίσης είναι μέσα. Τους είχα πει να γράψουν ένα γράμμα που δεν θα στείλουν ποτέ, και στην έκθεση που έκανα στη Ρώμη ανακάλυψα κάτι πολύ συγκινητικό: ένας Άραβας που ήταν εκεί ήρθε και μου είπε: «Είναι πολύ συγκινητικό αυτό που γράφει εδώ (σ.σ. ήταν στα αραβικά το συγκεκριμένο γράμμα οπότε η Λένια δεν το είχε διαβάσει μέχρι εκείνη τη μέρα). Ο συγκεκριμένος πρόσφυγας έγραψε τη διαθήκη του θανάτου του και ότι θέλει να πεθάνει στη χώρα του αλλά δεν τα καταφέρνει, δεν μπορεί».
Πού ακριβώς εκτέθηκε μέχρι στιγμής ο Ποξιάς;
Μετά την Κοφίνου, το έργο εκτέθηκε στις «Αποθήκες» στη Λάρνακα, μετά έφυγε και παρουσιάστηκε στο πλαίσιο μιας συλλογικής έκθεσης στην Crema της Ιταλίας, ακολούθως έλαβα μέρος σε μια έκθεση στα Σκόπια όπου μπορούσες να προτείνεις ένα οποιοδήποτε έργο και πρότεινα τον Ποξιά. Τέλος, τον περασμένο Οκτώβριο, το έργο κέρδισε ένα βραβείο στη Ρώμη, από ένα περιοδικό, στο πλαίσιο μιας έκθεσης στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (MACRO).
Και τώρα που είναι το έργο;
Τώρα είναι Κύπρο. Πριν λίγες μέρες όμως επικοινώνησε μαζί μου ένας τύπος που έχει έναν εναλλακτικό χώρο στην Ιταλία, στην Περούτζια, όπου εκεί διαμένουν Roma, πολιτικοί πρόσφυγες, αιτητές ασύλου, άστεγοι κλπ. Ο χώρος αυτός έγινε πόλος έλξης καλλιτεχνών εξ ου και δίπλα από τον χώρο που διαμένουν οι άνθρωποι υπάρχουν πάρα πολλά έργα τέχνης. Είχα επισκεφτεί τον χώρο αφού ήθελα αρχικά να δω πώς μοιάζει αυτό το σημείο για το οποίο μιλάνε όλοι, να μάθω πόσο παράξενο και ενδιαφέρον είναι, αλλά και να δω από κοντά με ποιο τρόπο βοηθούν τα έργα τέχνης όλους όσοι μένουν εκεί. Γνωριστήκαμε τότε και έτσι πριν λίγες μέρες μου έστειλε πρόσκληση για να λάβω μέρος σε μια έκθεση που διοργανώνει με τίτλο «Γυναίκες με χρώμα» και να εκθέσω εκεί τον Ποξιά.
Θα μπορούσε να μείνει και στη μόνιμη συλλογή του χώρου εκεί ή κάποιου άλλου μουσείου;
Από τη στιγμή που δεν κατάφερα να κάνω ξανά εργαστήρι με άλλους πρόσφυγες, όχι. Εννοώντας πως δεν μου δόθηκε ακόμα η ευκαιρία να δημιουργήσω άλλον ποξιά και άρα να σκεφτώ να αφήσω κάπου μόνιμα αυτόν. Έτσι κι αλλιώς, όμως, η ουσία αυτού του έργου είναι να ταξιδεύει, να συνεχίσει να υπάρχει και να μαθαίνει ο κόσμος αυτές τις ιστορίες. Πώς γεννήθηκε ο Ποξιάς, το πρόβλημα της Κύπρου, τις ιστορίες των προσφύγων.
Τους είχα πει να γράψουν ένα γράμμα που δεν θα στείλουν ποτέ, και στη Ρώμη ανακάλυψα κάτι πολύ συγκινητικό. Ένας Άραβας που ήταν εκεί μου είπε: «Είναι πολύ συγκινητικό αυτό που γράφει εδώ. Ο συγκεκριμένος πρόσφυγας έγραψε τη διαθήκη του θανάτου του και ότι θέλει να πεθάνει στη χώρα του αλλά δεν τα καταφέρνει, δεν μπορεί».
Από τη στιγμή που το έργο έχει εμβαδόν 4 τετραγωνικά μέρα, πόσο δύσκολο είναι να ταξιδέψει;
Το εσωτερικό του είναι φτιαγμένο με συναρμολογούμενα μέρη, ενώ το ύφασμα διπλώνεται και μεταφέρεται εύκολα.
Είναι ελαφρύς;
Κυριολεκτικά, ναι.
Νοιώθεις όμως μια ευθύνη μεταφέροντάς τον; Τον έχεις έγνοια;
Ναι, μεγάλη. Και αυτό έχει να κάνει κυρίως με τη συναισθηματική επένδυση που έχει και από εμένα. Είναι αλήθεια πως δεν είναι ένα έργο που μπορώ να το κοστολογήσω και να το δώσω.
Ουσιαστικά είναι ένα έργο που έγινε από τους πρόσφυγες στην Κοφίνου. Στις διάφορες εκθέσεις πώς καταφέρνεις να το συνδέσεις με τον Κυπριακό πρόβλημα;
Καταρχάς, θα σε ρωτήσουν πώς γεννήθηκε το έργο και γιατί διάλεξες τους πρόσφυγες, όπως επίσης από πού είσαι και γιατί είσαι εδώ. Και τότε θα διηγηθείς την ιστορία και θα εξηγήσεις ότι το έργο γεννήθηκε γι’ αυτό και γι’ αυτό τον λόγο.
Το ότι ως κοινωνία επενδύουμε πάνω σε αυτές τις εναλλακτικές θεραπείες, όπως η Εικαστική Θεραπεία, η Μουσικοθεραπεία και η Δραματοθεραπεία και μας ενδιαφέρει, είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Έτυχε να ασχοληθείς και με Κύπριους πρόσφυγες;
Ήθελα να το κάνω, αλλά μου είπαν ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να τους βρω, και ότι ο καθένας πλέον είναι στο σπίτι του και ότι συνέχισαν με τη ζωή τους και ότι είναι εντάξει… Είναι εντάξει, όχι με την έννοια ότι δεν τους ενδιαφέρει πλέον αυτό που άφησαν πίσω, αλλά με το σκεπτικό ότι οι πρόσφυγες που συνάντησα τελικά στην Κοφίνου, οι οποίοι έρχονται από πρόσφατες καταστάσεις πολέμου, με έχουν περισσότερο «ανάγκη».
Εκτός από την Κοφίνου, έχεις εργαστεί και άλλες φορές με μετανάστες;
Είχα εργαστεί με μετανάστριες στην Ιταλία, οι οποίες ήταν από διάφορες χώρες, όπως Κεντρική Αφρική, Ινδονησία κλπ.
Τι προσπαθείς να κερδίσεις μπαίνοντας σε αυτή τη διαδικασία;
Είναι ένα θέμα που με ενδιαφέρει πάρα πολύ και το κρατώ και το διαιωνίζω επειδή τούτο το πρόβλημα υπήρχε και θα υπάρχει πάντα. Απλώς, κατά διαστήματα βγαίνει στη δημοσιότητα και μετά χάνεται ξανά. Στην ουσία όμως είναι πάντα εκεί. Το θυμόμαστε μόνο όταν έρθει καμιά βάρκα, ενώ τα θύματα καθημερινά είναι χιλιάδες.
Πόσο λυτρωτικό είναι να εκφράζεις τα προσωπικά σου βιώματα μέσω της τέχνης;
Είναι καθαρτικό, είναι τα πάντα. Για εμένα είναι το Α και το Ω. Το μη λεκτικό, που βγαίνει από το υποσυνείδητο, είναι πάντα πιο αυθόρμητο, ενώ είναι και πιο αληθινό.
Παρατηρώντας απλά και μόνο έναν άνθρωπο μπορείς να καταλάβεις τον ψυχικό του κόσμο;
Δεν είμαι ψυχολόγος, αλλά ναι, αντιλαμβάνεσαι αρκετά πράγματα. Μέσω της τριβής σου με τον κόσμο μπορείς να αντιληφθείς.
Πόσο εύκολο είναι για κάποιον να κατανοήσει ότι η τέχνη μπορεί να τον βοηθήσει να εκφραστεί και να λυτρωθεί;
Άμα είσαι ανοικτός, θα το κάνεις. Άμα είσαι λίγο διστακτικός, μπαίνοντας στη διαδικασία και βιώνοντάς το, θα καταλάβεις σιγά-σιγά ότι όντως μπορεί να σε βοηθήσει.
Εκτός από το ταξίδι του Ποξιά, τι άλλο κάνεις, πώς βιοπορίζεσαι;
Δουλεύω με μωρά από 4 μέχρι 9 χρονών σε ένα ιδιωτικό φροντιστήριο και κάνω εικαστική θεραπεία, όπου εκεί συνδυάζω τα διάφορα πράγματα που έμαθα. Ως καλλιτέχνης, ασχολούμαι επίσης με την κίνηση του σώματος, ενώ είμαι και ενεργή ως εικαστικός. Άρα, στην εικαστική θεραπεία χρησιμοποιούμε διάφορα μέσα και όχι μόνο τη ζωγραφική. Απ’ εκεί βγαίνουν άλλες δυναμικές, η αφήγηση, το παιχνίδι, οι κατασκευές. Οπότε, δεν περιοριζόμαστε μόνο στη ζωγραφική ή στο να αφήσω σημάδια με την κίνηση. Επίσης, είμαι εξωτερικός συνεργάτης στο Κέντρα Μέρας των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, δουλεύοντας με άτομα με ψυχικές διαταραχές, χρόνια περιστατικά, που είναι όμως σταθερά. Αυτοί οι άνθρωποι έρχονται και περνούν τη μέρα τους μέχρι το απόγευμα, κάνοντας κι άλλα προγράμματα, όπως μουσικοθεραπεία ή δραματοθεραπεία, που θα τους βοηθήσουν να επανενταχθούν στην κοινωνία. Το ότι ως κοινωνία επενδύουμε πάνω σε αυτές τις εναλλακτικές θεραπείες και μας ενδιαφέρει, είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Δούλεψες σε αντίστοιχα Κέντρα στο εξωτερικό;
Στην Ιταλία, σε Κέντρα Μέρας πιο κλειστά, με λίγα άτομα, αλλά και σε πιο μεγάλα κέντρα, κλειστούς θαλάμους, πιο μεγάλες κλινικές και με πιο σοβαρά περιστατικά. Δούλεψα επίσης στις φυλακές, με γυναίκες και άντρες. Εκεί είναι άλλα τα προβλήματα, άλλη η προσέγγιση και πρέπει είσαι αρκετά επιφυλακτικός, προσεκτικός και να ξέρεις τα όρια.
Λύσε μου μια απορία. Το να συναναστρέφεσαι με κόσμο που είναι ενδεχομένως down, που έχει άλλη ενέργεια τελοσπάντων, δεν είναι κάτι που μπορεί να επηρεάσει τον δικό σου ψυχισμό;
Όχι. Αν ήμουν άτομο που επηρεαζόταν από αυτό το πράγμα, δεν θα έκανα αυτό το επάγγελμα. Εγώ είμαι αυτή που τους επηρεάζει θετικά. Σίγουρα, δεν είναι όλες οι ημέρες το ίδιο. Μπορεί κι εγώ, λόγω κάποιου περιστατικού, να έρθω σε λίγο περισσότερη εμπάθεια απ’ ότι συνήθως και να επηρεαστώ. Συνήθως όμως δεν γίνεται αυτό το πράγμα, δεν το αφήνω. Πρέπει να κρατάς τις σωστές αποστάσεις ως επαγγελματίας. Οπότε, θα έλεγα πως αυτοί ρουφάνε ενέργεια από εμένα και όχι εγώ από αυτούς.
Ο θεραπευτής πορεύεται με το άτομο που έχει το πρόβλημα, ή πιο σωστά, το άτομο που θέλει να εκφραστεί μέσω της τέχνης και του δείχνει αυτό τον δρόμο. Του διευκολύνει, καλύτερα, τον δρόμο, δίνοντάς του τα εργαλεία για να εκφραστεί με ένα μη λεκτικό τρόπο.
Γιατί αποφάσισες να ακολουθήσεις αυτή την κατεύθυνση στη ζωή σου, εννοώντας να ασχοληθείς με ευπαθείς ομάδες ανθρώπων;
Όταν σπούδαζα Αγγλία διάβαζα αρκετές ώρες μόνη μου και είχα πέσει πάνω σε τούτο το πράγμα, την Εικαστική Θεραπεία, το οποίο μου κίνησε την περιέργεια. Τότε αποφάσισα πως αυτό είναι κάτι στο οποίο θα ήθελα να μπω εις βάθος.
Τι σπούδασες ακριβώς;
Το πρώτο μου πτυχίο ήταν Καλές Τέχνες στην Αγγλία και το δεύτερο είναι Εικαστική Θεραπεία στην Ιταλία. Στην ουσία, ο θεραπευτής πορεύεται με το άτομο που έχει το πρόβλημα, ή πιο σωστά, το άτομο που θέλει να εκφραστεί μέσω της τέχνης και του δείχνει αυτό τον δρόμο. Του διευκολύνει, καλύτερα, τον δρόμο, δίνοντάς του τα εργαλεία για να εκφραστεί με ένα μη λεκτικό τρόπο.
Έτσι εκφράζεσαι κι εσύ ή βρίσκεις άλλους τρόπους να το κάνεις;
Ναι κι εγώ εκφράζομαι μέσα από τη ζωγραφική αλλά ως επί το πλείστο εγώ εκφράζομαι περισσότερο μέσα από την κίνηση και τον χορό. Ως καλλιτέχνης χρησιμοποιώ πολύ το performance και τον σύγχρονο χορό, τον οποίο πρόσφατα ένταξα και στη δουλειά μου. Ο χορός είναι αυτό που εκτονώνει περισσότερο εμένα προσωπικά. Πλέον, την κίνηση τη συνδυάζω και στη δουλειά. Εξ ου και το project με τους πρόσφυγες στην Κοφίνου είχε μέσα ένα μεγάλο κεφάλαιο κίνησης.
H Λένια Γεωργίου γεννήθηκε το 1990 στην Αδελαΐδα της Νότιας Αφρικής από Κύπριους γονείς. Σπούδασε Καλές Τέχνες στο «Kingston University» του Λονδίνου και σήμερα ζει στην Ιταλία, όπου τα τελευταία δύο χρόνια σπουδάζει στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μιλάνου, «Brera», στο μεταπτυχιακό κλάδο της Εικαστικής Θεραπείας.
Ο «Ποξιάς» αποτελεί τμήμα της μεταπτυχιακής της διατριβής με τίτλο «Ψυχικοί μπόγοι» και έχει στόχο την έκφραση των προσωπικών βιωμάτων μέσω της τέχνης. Στο πλαίσιο της έρευνας πραγματοποιήθηκε ένα βιωματικό εργαστήριο με συμμετέχοντες τους αιτητές ασύλου στην Κύπρο.
Θεμελιώδης σκοπός είναι και η ανάδειξη/προσέγγιση του Κυπριακού προβλήματος με τη διχοτόμηση του νησιού μας το 1974 και τους Κύπριους που έγιναν πρόσφυγες στη ίδια τους τη χώρα. Το έκθεμα είναι ένας συλλογικός μπόγος ή αλλιώς Πoξιάς όπως ονομάζεται στην κυπριακή διάλεκτο και οριοθετεί/προβάλλει το ταξίδι της εκτόπισης, της μετακίνησης και της ξενιτιάς για ένα καλύτερο μέλλον.