Περίεργα
Πώς (και πόσο) μιλάμε στα παιδιά για τον θάνατο
Και ειδικά με αφορμή την απώλεια ενός κοντινού μας προσώπου.
Πώς διαχειριζόμαστε την απώλεια ενός κοντινού μας προσώπου, όταν τριγύρω μας υπάρχουν παιδιά, πώς τους μιλάμε για τον θάνατο και πόσο τους μιλάμε (αναλόγως ηλικίας) και φυσικά, ποιο λεξιλόγιο είναι καλύτερα να αποφεύγουμε σε μια τέτοια δύσκολη κατάσταση, η οποία για τα παιδιά είναι ακόμα πιο δύσκολη.
Η ψυχολόγος Στέλλα Μυριάνθους (MSc) μάς κατατοπίζει σχετικά.
Ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, όλοι το γνωρίζουμε, όμως είναι πάντα δύσκολο να το αντιμετωπίσουμε. Ο μόνος τρόπος να το ξεπεράσουμε είναι θρηνώντας. Η διαδικασία του θρήνου μάς πονά, αλλά είναι αναγκαία για να προχωρήσουμε, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ξεχνούμε αυτόν που έχει πεθάνει.
Παρόλο που δεν υπάρχει προκαθορισμένος δρόμος για τον θρήνο, αφού όλοι είμαστε διαφορετικοί, υπάρχουν πέντε κοινά βήματα που λίγο πολύ όλοι περνάμε: άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη και αποδοχή.
Ως ενήλικες, όταν αντιμετωπίζουμε την απώλεια νιώθουμε να μας κυριεύουν τα συναισθήματα. Για ένα παιδί είναι ακόμα πιο δύσκολο και είναι κάτι από το οποίο δεν μπορούμε να τα προστατεύσουμε. Γι’ αυτό θα πρέπει να τα βοηθήσουμε να το χειριστούν. Θα πρέπει να πούμε την αλήθεια για το τι έχει συμβεί, το γρηγορότερο, έτσι ώστε να κατανοήσουν τη θλίψη, τα δάκρυα και τις ενέργειές μας.
Δεν υπάρχει μαγικός τρόπος που θα το πούμε για να μην υπάρξει συναισθηματική αντίδραση, για να το απαλύνουμε. Η ειλικρίνεια και η χρήση ξεκάθαρων λέξεων όπως θάνατος, νεκρός, πέθανε, θα βοηθήσουν στην κατανόηση του τι έχει συμβεί και θα αποφευχθεί οποιαδήποτε σύγχυση (πχ «ο παππούς κοιμήθηκε» μπορεί να οδηγήσει το παιδί σε φοβίες σχετικές με τον ύπνο).
Αφήστε το ίδιο το παιδί να σας καθοδηγήσει με τις ερωτήσεις του και πείτε την αλήθεια ακόμα και αν αυτή είναι «δεν ξέρω». Συμπεριλάβετε το παιδί στη διαδικασία (βρες φωτογραφία, να διαλέξουμε λουλούδια κλπ) αν το ζητά και το θέλει. Αυτό θα του δώσει ένα αίσθημα ελέγχου της κατάστασης. Μιλήστε για το τι θα γίνει στο μέλλον, τόσο στην κηδεία όσο και στη ζωή χωρίς το άτομο αυτό. Θρηνώντας μαζί με το παιδί (έχοντας υπόψη την ηλικία και τον χαρακτήρα του παιδιού σας), το βοηθάτε, ενώ κρύβοντας τη θλίψη σας δίνετε το μήνυμα πως δεν επιτρέπεται να θρηνήσουμε, πως δεν θα έπρεπε να νιώθουμε θλίψη και στερούμε του παιδιού την ανάγκη να κάνει ερωτήσεις σχετικές με τον θάνατο.
Τα παιδιά που είναι σε μεγάλες ηλικίες και είναι συναισθηματικά ώριμα, θα είναι καλό να τους δοθεί η επιλογή αν θα παραβρεθούν στην κηδεία ή όχι. Θα μπορούσε κάποιος που δεν είναι άμεσα συνδεδεμένος (ένας φίλος) να είναι μαζί τους και να απαντά στις όποιες ερωτήσεις μπορεί να υπάρξουν. Δεν θα πρέπει να στερήσουμε από τα παιδιά την ανάγκη να πουν «αντίο». Το πού θα βάλουμε όριο, πού θα τραβήξουμε τη γραμμή (πχ να παραβρεθούν στην εκκλησία αλλά όχι στην ταφή) θα εξαρτηθεί από το πώς ολόκληρη η οικογένεια χειρίζεται την απώλεια και πώς το παιδί το κατανοεί (πχ καταλαβαίνει πως το σώμα είναι άδειο και ο παππούς δεν είναι εκεί, δεν νιώθει, δεν πονάει κλπ ή θα πανικοβληθεί στην θέα της ταφής;).
Τα παιδάκια γύρω στα δύο χρόνια, λόγω ηλικίας, έχουν ανάγκη να διατηρήσουν την καθημερινή τους ρουτίνα, για να νιώθουν ασφάλεια, έτσι ώστε να το αντιμετωπίσουν πιο εύκολα. Σε αυτές τις ηλικίες η μονιμότητα του θανάτου είναι δύσκολο να κατανοηθεί, για τον λόγο αυτό ίσως χρειαστεί να υπενθυμίζεται τακτικά ότι το άτομο αυτό δεν θα επιστρέψει.
Τα παιδιά από 5 μέχρι 8, περίπου, επειδή γλωσσικά κυριολεκτούν, θα πρέπει να προσέχουμε τις λέξεις που χρησιμοποιούμε για να αποφύγουμε άλλες φοβίες (ύπνου, αποχωρισμού κλπ). Δηλαδή, δεν λέμε κοιμάται, έφυγε, πήγε ψηλά κλπ. Επίσης, κάνουμε ξεκάθαρο ότι τίποτα που κάναμε ή είπαμε δεν το προκάλεσε αυτό. Τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες τείνουν να πιστεύουν ότι έχουν τη δύναμη να επηρεάσουν τον κόσμο γύρω τους και ίσως νιώθουν υπεύθυνα.
Ακόμα, στον δύσκολο ρόλο μας να μιλήσουμε για τον θάνατο, θα ήταν βοηθητικό να χρησιμοποιήσουμε παραδείγματα από προηγούμενη εμπειρία του παιδιού, ίσως με ένα κατοικίδιο που πέθανε ή φυτό που μαράθηκε.
Επίσης, τα οικογενειακά, θρησκευτικά μας πιστεύω, τα οποία λειτουργούν σαν μηχανισμοί αντιμετώπισης της θλίψης και του θρήνου μας, θα μπορούσαν να δώσουν απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα των παιδιών και να ελαφρύνουν το συναισθηματικό τους φορτίο.
Συχνές ερωτήσεις των παιδιών:
Γιατί έχει πεθάνει;
Εσύ θα πεθάνεις;
Εγώ θα πεθάνω; Πότε;
Τι συμβαίνει όταν πεθάνει κάποιος;
Νιώθει κρύο, πόνο, ζέστη;
Μπορεί να με δει;