Είναι, ίσως, από τα πιο συνήθη φαινόμενα που εντοπίζουμε στην Κύπρο (και όχι μόνο) με προϊόντα καθημερινής χρήσης, τα οποία ένεκα της μεγάλης τους αποδοχής, αλλά και του δυνατού marketing στο κομμάτι του brand awareness όταν πρωτοεμφανίστηκαν στη ζωή μας, στιγμάτισαν τόσο πολύ το προϊόν που «ανάγκασαν» την αγορά να τα ζητάει με το εν λόγω brand και όχι με τη χρήση/ιδιότητα του προϊόντος.
Γενικευτικά ονόματα
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά σε ένα άρθρο του ο Γιώργος Ι. Ξυδόπουλος, επιτυχία για κάποια προϊοντικά ονόματα είναι και η δυνατότητά τους να μετατρέπονται σε γενικευτικά ονόματα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποκτούν διευρυμένη αναφορά σε όλα του ίδιου τύπου προϊόντα, ασχέτως του κατασκευαστή τους, ή ακόμα και σε ενέργειες, ιδιότητες ή καταστάσεις που σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά ή τις λειτουργίες του προϊόντος.
Για παράδειγμα, η λέξη Hoover χρησιμοποιείται για όλες τις ηλεκτρικές σκούπες αλλά και για το ρήμα «σκουπίζω με ηλεκτρική σκούπα» στα αγγλικά. Λέμε «θα κάνω χούβερ».
Ένα προϊόν δηλαδή έδωσε την ονομασία του στη γενική κατηγορία προϊόντων, και αυτό συμβαίνει και με πολλά brand names.
Πιο κάτω 17 από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα που σίγουρα όλοι έχουμε χρησιμοποιήσει:
PANADOL: Όταν ζητάς παυσίπονα για τον πονοκέφαλο ή την ημικρανία.
NESCAFE: Όταν θες στιγμιαίο καφέ στο ρόφημά σου.
KLEENEX: Όταν ζητάς χαρτομάντηλο για τη μύτη σου.
TIPPEX: Για κάθε φορά που ήθελες διορθωτικό υγρό, για να σβήσεις κάτι που έγραψες με στυλό.
DIXAN: Όταν θέλεις απορρυπαντικό πλυντηρίου.
COMFORT: Όταν ζητάς μαλακτικό ρούχων.
PAMPERS: Όταν θέλεις πάνες για το μωρό.
TUPPERWARE: Για κάθε φορά που ήθελες πλαστικά δοχεία αποθήκευσης φαγητού.
HOOVER: Για κάθε φορά που ήθελες να χρησιμοποιήσεις την ηλεκτρική σκούπα.
KELLOGG’S: Όταν θέλεις να φας δημητριακά.
MODESS ή Μότες (κατά την κυπριακήν): Όταν θέλεις σερβιέτες.