Be My Guest
Μήπως είναι η ώρα να αλλάξουμε εμείς;
«Ζητώ ν’ αλλάξει αυτός ο κόσμος, δεν τον αντέχω, δεν τον μπορώ, παντού επικρατεί χάος…»
Γράφει η Στέλλα Ανδρέου
Η πιο κλισέ ατάκα που ακούμε τα τελευταία χρόνια είναι πως θέλουμε να αλλάξει ο κόσμος μας! Να αλλάξει και να γίνει πιο όμορφος, πιο καλός, πιο καθαρός -κυριολεκτικά και μεταφορικά- και πιο αληθινός.
Κάποιοι φωνάζουν και διαμαρτύρονται, συνήθως από ένα καναπέ, άλλοι σωπαίνουν και δέχονται τον όλεθρο, θεωρώντας πως είναι ανίκανοι ν’ αλλάξουν κάτι τόσο έξω από τον εαυτό τους.
Άραγε πόσοι είναι αυτοί που δεν κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια, περιμένοντας την μεγάλη αλλαγή, αλλά κάνουν μικρά καθημερινά πράγματα, που είναι τα σκαλιά που πρέπει ν’ ανέβουμε, για να φτάσουμε σε κάτι μεγάλο; Μια σκάλα που πρέπει να ανέβουμε, η αλλαγή που ζητάμε τελικά …!
Πώς μπορώ ν’ απαιτώ έναν πλανήτη πιο καθαρό, όταν εγώ δεν μαζεύω τα σκουπίδια μου, αλλά και όσα σκουπίδια βρίσκονται γύρω μου κι ας μην είναι δικά μου;
Πώς τολμώ να ζητώ κάτι τέτοιο, όταν δεν μαζεύω τις ακαθαρσίες του σκύλου μου;
Πώς μπορώ να μη φέρω ευθύνη κι εγώ, για τις συνέπειες;
Τι έκανα εγώ για ν’ αξίζω ένα πιο καθαρό περιβάλλον και προστασία από την καταστροφή;
Πώς ζητώ να πάρω αγάπη, όταν δεν δείχνω στους δικούς μου ανθρώπους ότι τους αγαπώ;
Πώς μπορώ να πηγαίνω στην εκκλησία, ν’ ανάβω το κερί μου και να προσεύχομαι στο Θεό, αλλά μόλις φτάνω στην εξώπορτα, να μην κάνω προσπάθεια καμιά; Λες και η παρουσία μου και μόνο στο ναό, αποτελεί αυτόματα κάθαρση της ψυχής μου, λες και μου δίνουν ένα συγχωροχάρτι και μια άδεια που μου επιτρέπει από εδώ και πέρα να κάνω ό ,τι χειρότερο μπορώ. Μήπως τελικά το φαίνεσθαι, έχει περισσότερη σημασία από το είναι;
Δεν έχω μάθει να συγχωρώ κι εγώ, να δίνω αγάπη, να μην πληγώνω, να μη σκεπάζω τους ζωντανούς με χώμα.
Πώς απαιτώ να με φροντίσουν, όταν δεν βοηθάω μια γιαγιά να περάσει απέναντι, έναν παππού που δυσκολεύεται να κουβαλήσει τα ψώνια του; Τα απλά, τα καθημερινά!
Πώς τολμώ να κρίνω τους άλλους τόσο αβίαστα και επιπόλαια, όταν δεν έχω κάνει ποτέ μια αυτοκριτική;
Πώς περιμένω υπευθυνότητα, όταν ρίχνω ευθύνες στους άλλους, αλλά δεν αναλαμβάνω τις δικές μου;
Κατακρίνω την εγκληματικότητα, αλλά σιωπώ μπροστά στο άδικο, από φόβο μην μπλεχτώ και τρέχω κι εγώ στα καλά καθούμενα.
Απαιτώ καλύτερη μόρφωση, αλλά δεν μαθαίνω στα παιδιά μου τη διαφορετικότητα, το σεβασμό, τη δύναμη της αλήθειας, την ταπεινότητα, το σεβασμό.
Διαγωνίζονται τα μικρά παιδιά ποιο έχει τα περισσότερα παιχνίδια και ποιο είναι το πιο όμορφο εμφανισιακά. Δεν μαθαίνουμε στα παιδιά μας, να έχουν ενσυναίσθηση, να αγαπούν και να νοιάζονται τα ζώα και τον άνθρωπο. Δεν τα μαθαίνουμε να μην κοροϊδεύουν, να μην προσβάλλουν, να μη λένε ψέματα, να μην πληγώνουν, να μη χτυπάνε. Ή ακόμα χειρότερα, προσπαθούμε να τους μιλήσουμε για όλα αυτά, αλλά, λίγο αργότερα, μας κρυφοκοιτάζουν από τη μισάνοιχτη πόρτα, που βγάζουμε όλη μας τη σαπίλα ο ένας στον άλλο.
Ζητάμε καλύτερη μόρφωση, αλλά κι αυτήν που έχουμε δεν τη χρησιμοποιούμε. Τι έκανα εγώ για να ζητάω καλύτερη παιδεία;
Επικροτούμε την παγκοσμιοποίηση, αλλά αρνούμαστε τη διαφορετικότητα, και μαλώνουμε μεταξύ μας για κόμματα, ομάδες, θρησκείες.
Καταπίνουμε αμάσητη ό,τι τροφή μας ταΐσουν οι δήθεν ξερόλες της εποχής.
Κάποιοι τρέχουν πίσω από πρόσωπα, έχοντας αποδεχτεί ότι θα τους σέρνουν, αρκεί να μην τολμήσουν ν ’αντισταθούν και η δύναμη των πολλών να τους κουνήσει και να τους πάει λιγάκι πιο κει.
Ζητώ ν’ αλλάξει αυτός ο κόσμος, δεν τον αντέχω, δεν τον μπορώ, παντού επικρατεί χάος, αλλά το χάος μέσα μου, δεν το βάζω σε τάξη. Εγώ δεν αλλάζω τίποτα, μόνο απαιτώ ν’ αλλάξουν οι άλλοι.
Μήπως, λέω μήπως, ήρθε η ώρα ν’ αλλάξουμε τους εαυτούς μας, για να μπορέσουμε να δούμε μια κάποια αλλαγή;
Κι αν τα καταφέρουμε, που κάποιοι θα τα καταφέρουμε, θα αρχίσει να ξεθολώνει το τοπίο, και ίσως, πού ξέρεις, αντικρίσουμε κάτι που να μοιάζει με αυτό που επιθυμήσαμε.
Γιατί στο τέλος της ημέρας, μ’ εσένα ξυπνάς και μ’ εσένα κοιμάσαι. Εσένα έχεις να αντιμετωπίσεις μπροστά σε κάθε σου συνύπαρξη είτε με άνθρωπο, ζώο, τη φύση, την ολότητα του Σύμπαντος.
Οπότε στο χέρι σου είναι τι θα δεις.