Σαν σήμερα, το 1996, ο Θεόφιλος Σεχίδης σκότωσε και τεμάχισε την οικογένειά του

«Ο κανίβαλος τούς έκοβε ακούγοντας… Τσαϊκόφσκι», έγραφε ένα δημοσίευμα της εποχής για ένα από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα που έγιναν στην Ελλάδα.

Article featured image
Article featured image


Από τον Μάιο του 1996 η Ελένη Σεχίδη, μόνιμη κάτοικος Βελγίου, προσπαθούσε μάταια να επικοινωνήσει με τον άντρα της, τον 58χρονο Βασίλη Σεχίδη, ο οποίος είχε έρθει στην Ελλάδα να επισκεφτεί συγγενείς και τα ίχνη του χάθηκαν. Στον Λιμένα Θάσου έμενε η τετραμελής οικογένεια του αδερφού του, Δημήτρη: o Δημήτρης Σεχίδης, που ήταν δάσκαλος, η γυναίκα του Μαρία και τα παιδιά τους, η μεγάλη κόρη Ερμιόνη, που έπασχε από σχιζοφρένεια, και ο 22χρονος Θεόφιλος που φοιτούσε στη Νομική Σχολή της Κομοτηνής. Η Ελένη Σεχίδη μόνο με τον Θεόφιλο είχε καταφέρει να μιλήσει στο τηλέφωνο, ο οποίος κάθε φορά έλεγε στη θεία του ότι οι δικοί του έλειπαν σε ταξίδι στο εξωτερικό. Η γυναίκα απευθύνθηκε στη βελγική αστυνομία, αλλά όταν οι σχετικές έρευνες αποδείχτηκαν άκαρπες εξαιτίας της απόστασης, αποφάσισε να έρθει η ίδια στην Ελλάδα.

Η Ελένη Σεχίδη ταξίδεψε στον Τριπόταμο Φλώρινας, χωριό καταγωγής της οικογένειας, προσπαθώντας να εντοπίσει τα ίχνη του άντρα της. Στις 3 Αυγούστου πήγε εκεί και ο Θεόφιλος Σεχίδης, προσποιούμενος τάχα ότι αναζητούσε κι εκείνος την οικογένειά του ρωτώντας φίλους και χωριανούς. Η θεία του βρήκε εντελώς αλλόκοτη τη συμπεριφορά του ανιψιού της. Άλλωστε ήξερε ότι ο Σεχίδης παρουσίασε τα πρώτα δείγματα παράξενης συμπεριφοράς όταν τελείωσε το γυμνάσιο − τότε η ίδια και ο άντρας της υποψιάζονταν ότι είχε σχέσεις με σατανιστικές οργανώσεις. Ο σύζυγός της είχε έρθει από το Βέλγιο για να το συζητήσει με την υπόλοιπη οικογένεια και να προσπαθήσει να συνετίσει τον Θεόφιλο. «Είχε έρθει από το Βέλγιο για να συνεννοηθούν με τον πατέρα μου και να με κλείσουν σε ίδρυμα», είπε ο Θεόφιλος Σεχίδης αργότερα.

Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 21 Ιουλίου, σε έλεγχο που είχε γίνει στο αυτοκίνητό του στην περιοχή της Καβάλας, είχαν βρεθεί μια κοντόκανη καραμπίνα, ένα κυνηγετικό όπλο και φυσίγγια. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε δεκάμηνη φυλάκιση και πρόστιμο 700.000 δρχ., με τριετή αναστολή λόγω του γεγονότος ότι είχε λευκό ποινικό μητρώο και αφέθηκε ελεύθερος. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός πως κατά την εξέτασή του ο Σεχίδης δεν μπορούσε να δώσει πειστικές απαντήσεις για το πού βρίσκονται οι πέντε συγγενείς του, ενέτεινε τις υποψίες των αστυνομικών της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης ότι πιθανώς σχετίζεται με την εξαφάνισή τους. Άλλωστε έπεφτε και σε συχνές αντιφάσεις.

Στις 8 Αυγούστου οι αρχές συνέλαβαν τελικά τον Θεόφιλο Σεχίδη και τον οδήγησαν στην Ασφάλεια Θεσσαλονίκης ως ύποπτο για τη δολοφονία των πέντε μελών της οικογένειας. Ύστερα από πολύωρη ανάκριση ο δράστης ομολόγησε ότι σκότωσε τον πατέρα, τη μητέρα, την αδελφή, τον θείο και τη γιαγιά του. «Ήταν άρρωστοι και ήθελα να τους λυτρώσω» δήλωσε. Η έμμονη ιδέα του ήταν ότι του έλεγαν ψέματα για το ποια ήταν η μητέρα του.

18a6ed587b81ed6a2a50511780869ceb-452x600.jpg



«Ήταν άρρωστοι και ήθελα να τους λυτρώσω»

Ο Σεχίδης εξαντλημένος, ομολόγησε την 9η Αυγούστου, πως στις 19 και 20 Μαΐου της ίδιας χρονιάς (1996) σκότωσε τον πατέρα, τη μητέρα, την αδελφή, τον θείο και τη γιαγιά του στον Λιμένα Θάσου. Τεμάχισε τα πτώματα και τα έβαλε μέσα σε σακούλες.

«Ήταν άρρωστοι και ήθελα να τους λυτρώσω» είχε πει στην απολογία του: «Μου έκαναν ψυχολογικό πόλεμο επειδή ήξερα ότι ήμουν άλλης μάνας παιδί και δεν μου έλεγαν την αλήθεια. Έπρεπε να φύγω από τη μέση με κάθε τρόπο. Είχαν το στίγμα από το πρόβλημα της αδελφής μου (σ.σ. έπασχε από σχιζοφρένεια), αν προστίθετο και το δικό μου, θα ήταν καταστροφή. Θα αποδεικνυόταν ότι ο πατέρας μου, ο ατσαλάκωτος διευθυντής του σχολείου, στη ζωή του ήταν ένας βρώμικος άνθρωπος. Εξάλλου, έξω στην κοινωνία, έτσι κι αλλιώς, δεν τον πολυσυμπαθούσαν».

Στη συνέχεια ο Θεόφιλος Σεχίδης είχε πει: «Λίγες μέρες πριν γίνει το κακό, 3-4 μέρες νομίζω, βρισκόμουν στην Κομοτηνή, όταν ξαφνικά, χωρίς να τους περιμένω, έρχονται ο πατέρας μου με τον θείο μου. Έρχονται δήθεν για να πάρουν το αυτοκίνητο του πατέρα μου, που το είχα εγώ. Εγώ ξαφνιάστηκα. Είχα να δω τον θείο μου ένα-ενάμιση χρόνο περίπου, αφότου είχε έρθει την τελευταία φορά και πάλι να ασκήσει σωματική βία πάνω μου, ώστε να καλύψουν το θέμα της καταγωγής μου. Εγώ, μόλις τον είδα, κατάλαβα πως δεν είχε έρθει για το αυτοκίνητο. Καθίσαμε, είπαμε διάφορα, φάγαμε μαζί και πριν φύγουν μου είπαν πως μόλις φτάσουν στη Θάσο, την ίδια κιόλας ημέρα, αν μπορούσα να τους έπαιρνα τηλέφωνο να μιλήσουμε. Εγώ, για ν’ αποφύγω δυσάρεστες εξελίξεις, καθυστέρησα μια ημέρα να τους τηλεφωνήσω, αλλά πάλι σκέφθηκα ότι μπορεί να ξανάρχονταν στην Κομοτηνή και τελικά τηλεφώνησα στο σπίτι».

df1193815a749b13838806d7e475f3d9.jpg
Τα θύματα του Σεχίδη



«Είχα καταλάβει το σχέδιό τους, τους ξέκανα, για να μην με ξεκάνουν»

«Μου είπαν πως έπρεπε να πάω αμέσως στη Θάσο για να μιλήσουμε. Τώρα πια επαληθεύονταν οι υποψίες μου. Έκανα μια τελευταία προσπάθεια ν’ αρνηθώ και να τους δώσω να καταλάβουν ότι είχα καταλάβει το σχέδιό τους, αφού το πράγμα είχε γίνει πλέον φανερό, όμως επέμεναν. Κι έτσι, την επομένη, 18 Μαΐου, πήγα στη Θάσο, στον Λιμένα. Τους βρήκα όλους μαζεμένους στο σπίτι. Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά και η συμπεριφορά τους έδειχνε πως έψαχναν δικαιολογία για καβγά. Ήταν εριστικοί από την πρώτη στιγμή που έφτασα κι όταν το βράδυ πήγα στο δωμάτιό μου για να κοιμηθώ, διαπίστωσα ότι μου είχαν πετάξει τις περισσότερες ζωγραφιές μου και όλες τις φωτογραφίες μου που είχα από μικρός.

Ε, εκείνο το βράδυ κοιμηθήκαμε κανονικά, κοιμήθηκε και ο θείος στο σπίτι κι όταν ξημέρωσε ξανάρχισαν οι λογομαχίες και οι απειλές σωματικής βίας από τον θείο. Μέχρι που κάποια στιγμή ο θείος μού λέει ότι θέλει να πάμε μια βόλτα πάνω στο αρχαίο θέατρο, αυτή ήταν η αρχή. Βρισκόμουν εν αμύνη. Τους ξέκανα, για να μην με ξεκάνουν. Προσπάθησε να με χτυπήσει (ο θείος) με ένα μαχαίρι. Τον έσπρωξα και έπεσε σε γκρεμό, από ύψος 10 μέτρων, κατέβηκα κάτω και τον είδα να ψυχορραγεί, και για να μη βασανίζεται άλλο, του έκοψα με το μαχαίρι το κεφάλι».

Μετά έφυγε από εκεί, αγόρασε ένα καινούριο πουκάμισο και ένα κυνηγετικό όπλο και πήγε σπίτι να περιμένει τους υπόλοιπους της οικογένειας. Για τους φόνους των γονιών του και της αδερφής του είχε πει: «Ο πατέρας μου είχε ένα μαχαίρι, φοβήθηκα. Μόλις γύρισε για να πάει στην τουαλέτα, τον πυροβόλησα και έπεσε νεκρός. Μετά του έκοψα την καρωτίδα μ’ ένα μαχαίρι. Κρατούσε κι αυτή μαχαίρι (η μητέρα του). Της άρπαξα το χέρι, την αφόπλισα και της έκοψα τον λαιμό με το μαχαίρι».

Βέβαια, η ιατροδικαστική έκθεση έδειξε ότι η μητέρα του, η Μαρία Σεχίδη είχε πυροβοληθεί στο κεφάλι, ενώ είχε πει και για την αδερφή του, πως κρατούσε και εκείνη μαχαίρι. Την επόμενη μέρα (στις 20 Μαΐου), τους επισκέφτηκε όπως συνήθιζε, η γιαγιά του η Ερμιόνη, η οποία με το που μπήκε δέχτηκε μια μαχαιριά στην καρδιά. Στην ομολογία του, είχε πει και κι αυτή «άρπαξε ένα μαχαίρι να με χτυπήσει. Τί να έκανα κι εγώ, την σκότωσα»!

seh04.jpg



Τεμάχιζε τα πτώματα ακούγοντας Τσαϊκόφσκι

Ο Θεόφιλος Σεχίδης ξεκίνησε να τεμαχίζει τα πτώματα της οικογένειάς του, ακούγοντας… Τσαϊκόφσκι. Έκοψε τα κρανία τους με σιδηροπρίονο και αφαίρεσε τους εγκεφάλους τους. Μετά τους τοποθέτησε σε πιάτο και τους έβαλε στο ψυγείο, καθώς όπως είχε πει, είχε κάποιες γνώσεις και ήθελε να τους μελετήσει. Στη συνέχεια να τους φάει για να τους τιμωρήσει. Μετά τον τεμαχισμό, πήγε στο σούπερ μάρκετ για να αγοράσει μεγάλες σακούλες σκουπιδιών, ώστε να βάλει τα μέλη των πτωμάτων μέσα.

«Δύο-τρεις εγκεφάλους τούς έβγαλα και τους έβαλα στο ψυγείο. Είχα κάποιες ψυχιατρικές και ιατρικές γνώσεις και ήθελα να εξετάσω την ανατομία του ανθρώπινου εγκεφάλου. Αυτό είναι όλο. Δεν μετάνιωσα για τίποτα, καλά έκανα. Το ένα κεφάλι ήδη είχε σπάσει, τα μυαλά είχαν βγει, οπότε γιατί να μην τα βάλω στο ψυγείο;».

Τελικά, όμως δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τα σχέδιά του. Δεν μελέτησε ποτέ τους εγκεφάλους, διότι όπως ο ίδιος είπε: «ήταν χαλασμένο το ψυγείο κι όταν τελείωσα με τα πτώματα και πήγα μετά από μια εβδομάδα να το πάρω (σ.σ.: το πιάτο) είχε αλλοιωθεί και το πέταξα».

Με τα σιδηροπρίονα ο Σεχίδης έκοβε τα οστά των πτωμάτων και με το μαχαίρι τις σάρκες τους. Στους τοίχους είχε γράψει με αίμα τη λέξη «λάθος»! Έπειτα, με το φέρι μποτ της γραμμής Θάσου - Κεραμωτής μετέφερε επί τρεις ημέρες τις σακούλες με τα διαμελισμένα κορμιά των συγγενών στην Καβάλα. Όταν νύχτωνε πήγαινε στο σκουπιδότοπο της Πέρνης και έθαβε τις σακούλες.



Στον ανακριτή είχε πει «δεν μετανιώνω για τίποτα», ενώ δεν είχε δεχθεί δικηγόρο, ζητώντας να υπερασπιστεί ο ίδιος τον εαυτό του. Ήταν πάντα χαμογελαστός και ήρεμος και συνήθιζε να λέει στους δημοσιογράφους: «Χαμογελάτε, είναι μεταδοτικό». Η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη που παρήγγειλε το δικαστήριο κατέληξε πως ήταν «ψυχικά άρρωστο άτομο, που χρήζει ψυχιατρικής παρακολούθησης».

Του ασκήθηκε ποινική δίωξη για ανθρωποκτονίες κατά συρροή, οπλοφορία, οπλοχρησία και οπλοκατοχή, όπως επίσης και για περιύβριση νεκρού και καταδικάστηκε σε 5 φορές ισόβια.

bf3620db9bf54a9e5fd2dbe3987dfebd.jpg
Ο Θεόφιλος Σεχίδης στο δικαστήριο



Δεν ήταν σχιζοφρενής, έπασχε από σχιζότυπη διαταραχή

Ο καθηγητής ψυχιατρικής Γιώργος Καπρίνης και ο ψυχίατρος Χρήστος Σκαρόπουλος, που επί πέντε μήνες είχαν παρακολουθήσει τον Θεόφιλο Σεχίδη, είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα πως δεν ήταν σχιζοφρενής. Η πρώτη λέξη που μας έρχεται στο μυαλό δεν είναι συνήθως; Δίχως να γνωρίζουμε επακριβώς και την ιατρικής της ερμηνεία και εφαρμογή. Οι Καπρίνης και Σκαρόπουλος όμως κατέληξαν στο ότι «ήταν «άτομο προσανατολισμένο στον χώρο, τον χρόνο και τον εαυτό του και έχει καλά οργανωμένο λόγο, απαντά με ευθύτητα, έχει χιούμορ, απουσιάζει όμως το συναίσθημα». Δεν έπασχε λοιπόν από σχιζοφρένεια, αλλά από σχιζότυπη διαταραχή, η οποία θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε σχιζοφρένεια, όμως δεν συνέβη κάτι τέτοιο: «Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι στην περίπτωσή του είχε μειωμένες αντιστάσεις στην ιδέα διάπραξης των εγκλημάτων. Πάντως, δε χρήζει θεραπευτικής αγωγής. Στις συζητήσεις που κάναμε μάς είπε ότι είχε τη γνώμη πως είναι νόθο παιδί και γι’ αυτό ήθελε να τους εξοντώσει».

Την εποχή εκείνη, κυκλοφορούσε έντονα πως η οικογενειακή κατάσταση του Σεχίδη ήταν περίπλοκη, πολύπλοκη και γεμάτη ιδιαιτερότητες: «Η οικογένεια Σεχίδη είχε πολλές ιδιομορφίες και ο Θεόφιλος διαβίωσε σε εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες».

Ο Θεόφιλος Σεχίδης είχε υποβληθεί μάλιστα σε πλήρη νευρολογική εξέταση, σε ηλεκτροεγκεφαλικό έλεγχο και χαρτογράφηση του εγκεφάλου, όπου δε διαπιστώθηκε τίποτε το παθολογικό, καθώς επίσης και σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, όπου επίσης ήταν η φυσιολογική. Βέβαια, όταν μεταφέρθηκε στον Κορυδαλλό και έκανε ξανά αξονική εγκεφάλου, προέκυψαν κάποια μη φυσιολογικά ευρήματα, καθώς παρουσίασε κάποιες ψυχολογικές διαταραχές και δυσκολευόταν στην επικοινωνία με το περιβάλλον του.

Κάτι που ήρθε σε πλήρη αντίθεση ακόμα και με το γεγονός, ότι ενώ αρχικά είχε κάνει έφεση, στη συνέχεια με πλήρη αυτογνωσία είπε, στις 2 Ιουνίου του 1998 στο δικαστήριο: «Δεν έχω τίποτα καινούργιο να παρουσιάσω στο δικαστήριο. Όταν υπάρχουν πέντε πτώματα από πίσω, τι ρόλο μπορεί να παίζει ο πρότερος έντιμος βίος; Ασφαλώς θα με ενδιέφερε να μειωθεί η ποινή. Αλίμονο. Αλλά, η υπόθεση είναι εσχάτως σοβαρή. Τι μπορεί να γίνουν οι πέντε φορές ισόβια; Είτε τρις, είτε δις ισόβια, μια ζωή στη φυλακή είναι πάλι».

Ο Θεόφιλος Σεχίδης δεν πέρασε μια ζωή στη φυλακή βέβαια, ήταν σύντομη, καθώς στα 47 πέθανε στον Κορυδαλλό από ανακοπή καρδιάς, στις 12 Φεβρουαρίου του 2019.


Η άποψη για σχιζοφρένεια και ποια τα χαρακτηριστικά της

Ο ψυχίατρος στον ΟΚΑΝΑ, του Αττικού Νοσοκομείου, Γεώργιος Τζεφεράκος, ο οποίος προσέφερε τις υπηρεσίες του στα καταστήματα κράτησης της ψυχιατρικής πτέρυγας Κορυδαλλού εκείνη την περίοδο, είχε εκφράσει μία εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη αναφορικά με το αν έπασχε από σχιζοφρένεια ο Θεόφιλος Σεχίδης ή όχι.

«Πάσχει από σχιζοφρένεια» ήταν η γνωμάτευσή του. «Μερικές φορές, ειδικά στις αρχικές φάσεις της ψυχικής νόσου, είναι δύσκολο να τεθεί μια οριστική διάγνωση. Στις ψυχιατρικές διαγνώσεις ο παράγοντας ‘χρόνος’ παίζει πολύ σημαντικό ρόλο, γιατί η κλινική εικόνα του ασθενούς εμπλουτίζεται ή και αλλάζει».

Τι είναι σχιζοφρένεια όμως και ποια τα χαρακτηριστικά της; Είπαμε, χρησιμοποιούμε κατά κόρον τον όρο, ωστόσο ίσως να μην έχουμε εμπεριστατωμένη άποψη: «Η σχιζοφρένεια χαρακτηρίζεται από παραληρητικές ιδέες, τις οποίες πιστεύει με απόλυτη βεβαιότητα ο ασθενής, και ψευδαισθήσεις, η αίσθηση δηλαδή ότι υπάρχει ένα αισθητηριακό ερέθισμα, χωρίς αυτό να υπάρχει στην πραγματικότητα. Η σχιζοτυπική διαταραχή είναι διαφορετική από τη σχιζοφρένεια. Πρόκειται, δηλαδή, για διαταραχή προσωπικότητας, που μοιάζει με τη σχιζοφρένεια, όμως δεν είναι».


«Έχασε τον έλεγχο αλλά όχι ως τρελός»

Ο καθηγητής εγκληματολογίας Γιάννης Πανούσης είχε πει: «Δικαίως του καταλογίστηκε πλήρης ευθύνη των πράξεών του. Έχασε τον έλεγχό του και δεν τον έχασε ως τρελός. Έχει διαφορά να έχεις το ακαταλόγιστο από το να χάσεις τον έλεγχο», ενώ για τον διαμελισμό των θυμάτων είπε: «Δεν μπορεί να δείξει χαρακτήρα, γιατί μετά επικρατεί πανικός και στη συνειδητοποίηση του εγκλήματος μπορεί να έχουμε παράλογες ενέργειες. Είναι αφελές να θεωρείς πως μπορείς να καλύψεις τέτοια εγκλήματα».

Αντί επιλόγου: Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, πριν από το αποτρόπαιο φονικό και συγκεκριμένα στις 2 Ιουνίου του 1992, ο Θεόφιλος Σεχίδης υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία, στην οποία φάνηκε ότι είχε εγκεφαλικές ανωμαλίες. Μετά τη φυλάκισή του, υποβλήθηκε στην ίδια εξέταση, φέροντας ξανά ως αποτέλεσμα «μη φυσιολογικά ευρήματα».


Με πληροφορίες από gazzetta.gr και athensvoice.gr





Επεισόδιο του Κόκκινου Κύκλου βασισμένο στην εν λόγω υπόθεση:

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ