Σύμφωνα με τα όσα ειπώθηκαν στην επιτροπή, άνθρωποι πήγαιναν στο αστυνομικό τμήμα για να καταγγείλουν ότι έπεσαν θύμα βίας, αλλά τους έδιωχναν και κάποιοι ένστολοι ήταν απρόθυμοι να αναλάβουν δράση αν δεν τους έδιναν άλλες αποδείξεις.
«Συχνά αυτό που έχω παρατηρήσει είναι η αστυνομία να λέει “Γιατί δεν μας τηλεφώνησαν όταν συνέβη αυτό; Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα τώρα”», κατέθεσε ο αστυνομικός και συμπλήρωσε ότι συνάδελφοί του θύμωναν με εκείνον, όταν έκανε περαιτέρω έρευνες για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Μάλιστα, ανέφερε ότι κάποτε ήταν σε περιπολικό με συνάδελφο, ο οποίος εσκεμμένα απομακρύνθηκε από προάστιο, προκειμένου να αποφύγει να ανταποκριθεί σε κλήση για ένα τέτοιο περιστατικό.
Στην κατάθεσή του, ανέφερε ότι έχει ακούσει άνδρες συναδέλφους του να αποκαλούν γυναίκες αστυνομικούς «γα@@@@νες τσ@@@ες», «σκυ@@@» και «χαφιέδες» πίσω από την πλάτη τους, ενώ εκτεταμένη είναι και η σεξουαλική παρενόχληση.
Τέλος, ο αστυνομικός υπογράμμισε και τον ρατσισμό που υπάρχει στην αστυνομία του Κουίνσλαντ, μιλώντας για προσβολές σε βάρος ιθαγενών Αυστραλών. «Τι περιμέναμε; Είναι ένας άγριος», σχολίασε αστυνομικός σε μια περίπτωση. Επίσης, έχει δει να χλευάζονται θύματα ενδοοικογενειακής βίας από την Κίνα και την Ταϊβάν, επειδή αδυνατούσαν να μιλήσουν με αστυνομικούς δίχως τη βοήθεια διερμηνέα.