Πριν από μερικούς μήνες γράφαμε για τον Μ., ο οποίος έφτασε στην Κύπρο από τη Γουινέα. Εγκατέλειψε τον τόπο καταγωγής του διότι εκεί η ομοφυλοφιλία είναι παράνομη και διώκεται βάσει του Ποινικού Κώδικα της χώρας. Ενίοτε, πράξεις βίας εναντίον ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων υποκινούνται και από τους ίδιους τους κατοίκους που παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους.
Ο Μ. μάς είχε περιγράψει τότε και τη δική του εμπειρία: «Κάποια στιγμή ο ξάδερφός μου ανακάλυψε ότι είμαι γκέι και το ανακοίνωσε στην υπόλοιπη οικογένεια. Όταν γύρισα στο σπίτι, έγιναν μεγάλοι καβγάδες, το έμαθε όλη η γειτονιά και η οικογένειά μου με έδιωξε. Πήγα στο τζαμί για να προσευχηθώ, αλλά και εκεί ο μουεζίνης που είχε ήδη ενημερωθεί, δεν μου επέτρεψε την είσοδο. Οι υπόλοιποι πιστοί που βρίσκονταν στο τζαμί για να προσευχηθούν, μού άσκησαν λεκτική βία, μού έλεγαν ότι δεν έπρεπε να είμαι ζωντανός. Κάποιοι άλλοι είχαν απειλητικές διαθέσεις και προσπάθησαν να με χτυπήσουν. Ξαφνικά το κλίμα έγινε παντού εχθρικό και η βία γενικεύθηκε. Οι γείτονες απειλούσαν ότι θα κάνουν κακό και στην οικογένειά μου».
Εκδιωγμένος, λοιπόν, από παντού και αισθανόμενος ότι βάζει σε κίνδυνο και την οικογένειά του αποφάσισε να φύγει από τη χώρα του. Κάπως έτσι, τον Φεβρουάριο του 2020, έφτασε στην Κύπρο ως αιτητής ασύλου. Τη χώρα μας δεν την ήξερε προηγουμένως. Ήθελε απλώς να πάει σε μια χώρα, στην οποία θα είναι ελεύθερος να αγαπά αυτόν που επιθυμεί η ψυχή του.
Δύο χρόνια μετά την άφιξή του στην Κύπρο, η αίτηση ασύλου του απορρίφθηκε με διάφορες αιτιολογίες – δεν είναι της ώρας, όμως, γιατί η ιστορία του Μ. είναι από αυτές που έχουν happy ending. Απελπισμένος, απευθύνθηκε σε εμάς μέσω της ACCEPT Κύπρου, ζητώντας βοήθεια. Γνωρίζοντας ότι το μεταναστευτικό είναι ένα ζήτημα δύσκολο και με ποικίλες πτυχές, αποφασίσαμε να γνωστοποιήσουμε την ιστορία του γιατί αυτός είναι ο πυρήνας μας: πρώτα και πάνω απ’ όλα να τίθεται ο άνθρωπος. Άλλωστε, οι -μικρές ή μεγάλες- τραγωδίες όλων των ανθρώπων δεν μπορούν ποτέ να σταματήσουν να μάς απασχολούν.