Απορρίπτοντας τα συνήθη συστατικά ιταλικό πεκορίνο, γκουαντσάλε, τα οποία αναμειγνύονται με αυγά για να δημιουργηθεί η διάσημη κρεμώδης σάλτσα των ζυμαρικών, η καρμπονάρα που παρουσίασε ο Τσεζάρι παρασκευάστηκε με ελβετικό τυρί γκρουγιέρ, σκόρδο, μπέικον και τηγανιτά αυγά.
Ο συγγραφέας είπε πως ανέτρεξε στην αυθεντική συνταγή που είχε δημοσιευτεί σε ένα ιταλικό περιοδικό μαγειρικής πριν από σχεδόν 70 χρόνια και επιχειρεί να δείξει πως η συνταγή αυτή εξελίχθηκε με το πέρασμα των δεκαετιών.
«Απλά ξανάφτιαξα την καρμπονάρα του 1954, την πρώτη που παρουσιάστηκε στο περιοδικό 'Cucina Italiana'. Δεν είναι λάθος μου εάν αυτή ήταν η συνταγή καρμπονάρας!», τόνισε σε δηλώσεις του στο Reuters.
«Με την πάροδο των χρόνων, μια σειρά διαφορετικών συνταγών καρμπονάρας έχει εμφανιστεί, μεταξύ άλλων εκείνες με προσούτο τη δεκαετία του 1950. Στις ΗΠΑ μπορείς να βρεις ακόμα και εκδοχές με αχιβάδες ή μανιτάρια».
Ο Αλμπέρτο Γκράντι, ένας άλλος ιστορικός γαστρονομίας ο οποίος βρέθηκε στο επίκεντρο επικρίσεων, επειδή αμφισβήτησε τις καθιερωμένες γαστρονομικές παραδόσεις, έσπευσε να υπερασπιστεί τον Τσεζάρι.
Σε βίντεο που ανήρτησε στο Instagram, κατήγγειλε ένα είδος «γαστροεθνικισμού που μας εμποδίζει από το να σκεφτούμε λογικά σχετικά με τα θέματα της κουζίνας μας».
Άλλα παραδείγματα του τι οι Ιταλοί θεωρούν «γαστρονομική αίρεση» είναι το να συνδυάζονται τα ζυμαρικά με κέτσαπ ή να προστίθεται ανανάς στην πίτσα, μαζί με τη ρητή απαγόρευση του να παραγγέλνει κανείς καπουτσίνο μετά το μεσημεριανό.
Ο Τσεζάρι δηλώνει ότι δεν θα πτοηθεί από τις αντιδράσεις και είναι έτοιμος να οξύνει την όποια γαστρονομική αντιπαράθεση.
«Αυτό ήταν μονάχα το πρώτο βίντεο… Προετοιμάζω ένα καινούργιο για την παραδοσιακή ναπολιτάνικη πίτσα από το 1800 με όστρακα!».