Αυτή που «έπεσε από τις σκάλες» και αυτή που δεν πρόλαβε να μιλήσει

Δύο υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας που δεν είχαν τον ίδιο τέλος. Μια νεαρή μητέρα έπεσε νεκρή από τα χέρια του εν διαστάσει συζύγου της ενώ ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα για τα αντανακλαστικά που δεν έχει η αστυνομία και τα κενά που καταγράφονται στις διαδικασίες αντιμετώπισης περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας.

Article featured image
Article featured image

«Μόλις έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο άρχισε να με βρίζει και μου έριξε την πρώτη μπουνιά (…). Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Ούρλιαζα βοήθεια και τον παρακαλούσα να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα και τα κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι». Αυτά κατέθεσε θύμα ενδοοικογενειακής βίας στην υπόθεση που απασχολεί τις τελευταίες ημέρες την ελληνική κοινωνία. «…» Αυτά είναι τα λόγια που δεν πρόλαβε ποτέ να πει η 41χρονη Petya Krateva, μητέρα δύο ανήλικων παιδιών, που έπεσε νεκρή από τα χέρια του εν διαστάσει συζύγου της στο διαμέρισμά τους στην Πάφο.

Η πρώτη στάθηκε τυχερή που βρέθηκε κοντά της ένας γιατρός που θα την απάλλασσε από το μαρτύριο. Ο γιατρός όταν αντιλήφθηκε πως τα τραύματά της δεν προέρχονται από πτώση καμίας σκάλας, αλλά από τα χέρια του μεγαλοδικηγόρου συζύγου της έδρασε άμεσα χωρίς να το σκεφτεί. Η δεύτερη έγινε δύο φορές θύμα. Θύμα του βίαιου συζύγου της που την είχε κακοποιήσει ξανά, αλλά ταυτόχρονα θύμα της αναλγησίας και των κενών που καταγράφονται στον τρόπο που διαχειρίζεται και αντιδρά η κυπριακή αστυνομία σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. Οι απανωτές κλήσεις πολίτη, που άκουγε τις κραυγές της, προς τις Αρχές δεν την έσωσαν αφού ως φαίνεται εκείνη τη στιγμή ακατάλληλοι άνθρωποι βρίσκονταν σε σημαντικά πόστα της υπηρεσίας.

Από την περασμένη Παρασκευή που σημειώθηκε η γυναικοκτονία ενώπιον των Αρχών τίθενται διάφορα ερωτήματα τόσο για τους χειρισμούς τον δεδομένο χρόνο όσο και για τον βαθμό διερεύνησης των προηγούμενων καταγγελιών ή αναφορών του θύματος για ενδοοικογενειακή βία. Η 41χρονη Petya είχε προηγουμένως καταγγείλει τον εν διαστάσει σύζυγό της τρεις φορές, ωστόσο όλες οι καταγγελίες αποσύρονταν από το θύμα. Λίγες ημέρες πριν ο θύτης σκοτώσει το θύμα του, συγκεκριμένα στις 11 Ιουνίου, η 41χρονη είχε προχωρήσει σε νέα καταγγελία όπου είχε εκδοθεί και ένταλμα σύλληψης, το οποίο δεν εκτελέστηκε ποτέ.


Από εδώ προκύπτουν τα εξής ερωτήματα: γιατί η Αστυνομία δεν διερεύνησε εάν η 41χρονη δεχόταν πιέσεις για να αποσύρει τις καταγγελίες της και γιατί υπήρξε καθυστέρηση στην εκτέλεση του διατάγματος σύλληψης του μετέπειτα θύτη; Η Αστυνομία απάντησε πως ο 48χρονος δεν εντοπίστηκε από τις Αρχές για να προχωρήσει στη σύλληψή του, είναι όμως αυτή η σωστή στάση που πρέπει να κρατά η αστυνομία όταν ένας συνάνθρωπός μας κινδυνεύει από κάποιον που έχει παρελθόν ενδοοικογενειακής βίας;


«Αυτή είναι η θλιβερή εικόνα»

Προς υπεράσπισή της η αστυνομία τις προηγούμενες ημέρες απάντησε πως είχε ζητηθεί από το θύμα να μεταβεί σε κάποιο καταφύγιο, αλλά αρνήθηκε και συνέχισε να διαμένει σε άλλη κατοικία μαζί με τα παιδιά της. Όσον αφορά τις καταγγελίες για ολιγωρία των Αρχών – νοουμένου ότι πολίτης καλούσε την αστυνομία – ο εκπρόσωπος Τύπου της αστυνομίας είχε αναφέρει πως είναι κάτι που διερευνάται και πως για την υπόθεση τέθηκαν σε διαθεσιμότητα δύο αστυνομικοί.

Μέχρι, όμως, να καταλήξει κάπου η έρευνα παραμένει άγνωστο εάν θα προκύψουν οποιεσδήποτε ευθύνες. Παρόλα αυτά, φαίνεται πως προκύπτουν σημαντικά κενά στις διαδικασίες. Σύμφωνα με το μέλος του Δικτύου κατά της βίας των γυναικών και νομικό, κα Αργεντούλα Ιωάννου, αυτές δεν συμμορφώνονται πλήρως με τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της βίας κατά των γυναικών και την οικιακή βία (GREVIO). Η ίδια μιλώντας στη CITY παραθέτει ως σοβαρά ζητήματα που φαίνεται να επέφεραν το τραγικό αποτέλεσμα, την ανεπαρκή εκπαίδευση των μελών της αστυνομίας για υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, τους λάθος χειρισμούς, την απουσία διερεύνησης της επικινδυνότητας του θύματος και άμεσης προστασίας του από τον θύτη, καθώς επίσης και την υποστελέχωση των Γραφείων κατά της Βίας.

Αυτή είναι η θλιβερή εικόνα. Και γίνεται ακόμη χειρότερη όταν πρόκειται για μετανάστριες.



«Σύμφωνα με την GREVIO, δεν είναι απαραίτητη η καταγγελία του θύματος. Οι αστυνομικοί θα έπρεπε όταν λαμβάνουν κατάθεση να προσπαθούν να στοιχειοθετήσουν την υπόθεση χωρίς να χρειάζεται η μαρτυρία του θύματος. Για παράδειγμα θα μπορούσαν να λάβουν από πριν καταθέσεις από γείτονες ώστε να γίνει σωστή διερεύνηση ανεξάρτητα με το εάν κατέχουν ή όχι τη μαρτυρία της», εξήγησε η κα Ιωάννου και συμπλήρωσε πως «οι Αρχές δεν θα έπρεπε να δέχονται τόσο εύκολα την απόσυρση της καταγγελίας από το θύμα. Αυτό ζητά και το GREVIO, που καταγράφει μια σειρά από ζητήματα που αφορούν και τις υπηρεσίες κοινωνικής στήριξης. Τα θύματα χρειάζονται άμεση στήριξη για να απεμπλακούν από τη βία».

Η κα Ιωάννου αναφέρθηκε και στην ανεπάρκεια των αστυνομικών να κατανοήσουν -πέραν από τη νομοθεσία- την ανάγκη του θύματος για άμεση παρέμβασή τους. Ταυτόχρονα, τόνισε ότι οι αρμόδιοι θα πρέπει να ορίσουν ένα στρατηγικό σχέδιο που θα διευρύνει τον θεσμό της προστασίας των θυμάτων. «Πέραν των γραφείων κατά της βίας οι υπόλοιποι αστυνομικοί δεν έχουν εκπαιδευτεί για τέτοιου είδους υποθέσεις. Ο Φορέας για τη βία κατά των γυναικών που έχει συσταθεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης προχώρησε σε ένα στρατηγικό σχέδιο για να την βγάλει φτηνά με εκστρατείες και εκπαιδεύσεις. Δεν γίνεται τα ειδικά γραφεία να μην είναι επαρκώς στελεχωμένα. Δεν μπορεί να λένε σε γυναίκα να δώσει κατάθεση μετά από δύο μέρες. Δεν μπορούν να την καλούν στο δικαστήριο για έκδοση αποκλεισμού του θύτη από το σπίτι μετά από έναν μήνα. Επίσης θα πρέπει τα θύματα να έχουν νομική αρωγή, κάτι που ακόμη εκκρεμεί. Εάν ένα θύμα δεν έχει οικονομική στήριξη, το κράτος είναι αυτό που στο τέλος το εγκλωβίζει στον φαύλο κύκλο της βίας».

Για την ολιγωρία των Αρχών στην εκτέλεση του διατάγματος σύλληψης του δράστη, η κα Ιωάννου σημείωσε πως το πιο σημαντικό είναι να γίνεται αξιολόγηση της κατάστασης από την αστυνομία. «Από τη στιγμή που έγινε η καταγγελία θα έπρεπε να γίνει αξιολόγηση της επικινδυνότητάς του, όπως καταγράφεται μέσα από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Αν γινόταν ορθή αξιολόγηση θα έπρεπε άμεσα να εκτελεστεί το ένταλμα. Επίσης μετά την αξιολόγηση επικινδυνότητας το θύμα θα έπρεπε να προστατεύεται μέχρι να εντοπιστεί ο θύτης από την αστυνομία».

«Αυτή είναι η θλιβερή εικόνα. Και γίνεται ακόμη χειρότερη όταν πρόκειται για μετανάστριες, όπως δηλαδή και η Petya Krateva που φαίνεται να αγνοήθηκε από τους αστυνομικούς», κατέληξε.

Δεν μπορούν να την καλούν στο δικαστήριο για έκδοση αποκλεισμού του θύτη από το σπίτι μετά από ένα μήνα.



Θλιβερά και τα στοιχεία

Τη μεγάλη εικόνα των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας στη χώρα μας καταδεικνύουν και τα στοιχεία. Σύμφωνα με την αστυνομία, το 2021 έγιναν 3.347 αναφορές ή καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία, το 2022 έγιναν 3.082 και το 2023 έγινα 3.000. Την ίδια ώρα, ο Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΠΑΒΟ), κατά το 2023 κλήθηκε να διαχειριστεί 3. 750 περιστατικά. Από τον αριθμό αυτό περίπου 450 θύματα και 480 παιδιά φιλοξενήθηκαν από τον ΣΠΑΒΟ. Από όλα τα περιστατικά που διαχειρίστηκε ο σύνδεσμος σύμφωνα με την επιστημονική διευθύντρια, Δρα Άντρη Ανδρονίκου, περίπου το 20% παρουσιάζει αυξημένη επικινδυνότητα για γυναικοκτόνια...

Η βία μπορεί να οδηγήσει και στη θανάτωση γιατί είναι η κορύφωση μιας σειράς από πράξεις βίας



Η κα Ανδρονίκου σημείωσε πως τα σημαντικά βήματα που πρέπει να γίνονται ώστε να αποφευχθούν παρόμοια περιστατικά είναι «η συνεχής και συστηματική εκπαίδευση όλων των επαγγελματιών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, από όπου και αν υπηρετούν. Να υπάρξουν τα κατάλληλα εργαλεία για αξιολόγηση της επικινδυνότητας σε όλε στις υπηρεσίες και αναβάθμισης εκεί και όπου υπάρχουν. Επίσης να υπάρξουν εποπτικές αρχές που να ελέγχουν την εφαρμογή των διαταγμάτων όπως και σωστή διαχείριση των δικαστηρίων στην απόσυρση της καταγγελίας από θύματα ενώ υπάρχει ποινικός φάκελος και στοιχεία που καταδεικνύουν τον κίνδυνο επανάληψης, καθώς η απόσυρση είναι αποτέλεσμα της κακοποίησης».

«Το μήνυμα που πρέπει να λάβουν τα θύματα που βρίσκονται έξω είναι πως όσο παραμένουν σε μια κακοποιητική σχέση τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα για τη διαφυγή τους. Η βία μπορεί να οδηγήσει και στη θανάτωση γιατί είναι η κορύφωση μιας σειράς από πράξεις βίας. Δεν είναι κάτι που γίνεται από μια στιγμή στην άλλη. Η έγκαιρη επικοινωνία του προβλήματος και αναζήτησης βοήθειας είναι πάντα πολύ σημαντικά συστατικά για την ασφάλεια των θυμάτων».

Ας ελπίσουμε ότι η Petya Krateva θα είναι η τελευταία.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ