«Το περιεχόμενο της εκπομπής αποτελεί σαφέστατο παράδειγμα κανονικοποίησης του σεξιστικού λόγου»

Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας τοποθετήθηκε (ορθώς) για το συμβάν με τις δηλώσεις Μαλέκκου σε τηλεοπτική εκπομπή.

Article featured image
Article featured image

Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέδωσε, σήμερα, ανακοίνωση για το περιστατικό, κατά το οποίο ο πρώην ποδοσφαιριστής Κώστας Μαλέκκος, σε εμφάνισή του στην εκπομπή της Χριστιάνας Αριστοτέλους προέβη σε δηλώσεις που ορθώς χαρακτηρίστηκαν ως σεξιστικές ή προάγουσες την έμφυλη διάκριση. Υπενθυμίζεται ότι ο Κώστας Μαλέκκος μεταξύ άλλων, υποστήριξε ότι «σήμερα οι γυναίκες έχουν πάρει τον λάθος δρόμο» ενώ σε σχετική ερώτηση αν πιστεύει πως οι άντρες τα κάνουν όλα σωστά, ο ίδιος απάντησε πως «ο άντρας δικαιούται να κάνει ό,τι θέλει… Πρέπει να αποδεχτείτε οι γυναίκες ότι άντρας είναι ο αρχηγός. Τελεία!».


Παρατίθεται αυτούσια η ανακοίνωση:


Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας αποφάσισε να εξετάσει αυτεπάγγελτα ασκώντας δικαίωμα που έχει ως εκ του Καταστατικού της, αλλά και μετά από παράπονο που δέχθηκε, το περιεχόμενο εκπομπής που μεταδόθηκε από τον τηλεοπτικό οργανισμό ALPHA TV, και συγκεκριμένα συνέντευξη που παραχώρησε ο πρώην ποδοσφαιριστής Κώστας Μαλέκκος, στην παρουσιάστρια/δημοσιογράφο Χριστιάνα Αριστοτέλους (εκπομπή «Sunday Night» ημερομηνία μετάδοσης 08 Δεκεμβρίου 2024).

Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα σε διαδοχικές συνεδριάσεις και αποφάσισε ομόφωνα ότι το περιεχόμενο τόσο της εκπομπής, όσο και του διαφημιστικού τρέιλερ που προηγήθηκε, παραβιάζει γενικές διατάξεις του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, καθώς και την Ειδική Διάταξη 13. Έμφυλες Διακρίσεις, σύμφωνα με την οποία:

-Τα Μέσα Ενημέρωσης αποφεύγουν οποιεσδήποτε άμεσες ή έμμεσες αναφορές και φρασεολογία, οι οποίες συνιστούν διάκριση στη βάση του φύλου, της ταυτότητας φύλου και του σεξουαλικού προσανατολισμού.

-Αναφορές οι οποίες αναπαράγουν στερεότυπα και αναχρονιστικές αντιλήψεις για το φύλο, ή στοχοποιούν, προσβάλλουν και μειώνουν ανθρώπους στη βάση του φύλου, της ταυτότητας φύλου και του σεξουαλικού προσανατολισμού, είναι καταδικαστέες.

Η Επιτροπή, εξετάζοντας όλα τα δεδομένα που είχε ενώπιόν της, και συγκεκριμένα τρία βίντεο (1. διαφημιστικό τρέιλερ που προηγήθηκε της εκπομπής 2. συνέντευξη και 3. βίντεο από εκπομπή της επόμενης ημέρας, με αναφορές τις οποίες η παρουσιάστρια/δημοσιογράφος παρουσίασε ως «απολογία») κρίνει ότι το περιεχόμενο αποτελεί σαφέστατο παράδειγμα κανονικοποίησης του σεξιστικού λόγου και ως εκ τούτου παραβιάζει την υπό αναφορά ειδική διάταξη του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας.

Η Επιτροπή δεν επεισέρχεται στον ξεκάθαρα σεξιστικό λόγο που διατυπώνει ο φιλοξενούμενος, καθώς αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο πρόσωπο διατυπώνει δημοσίως παρόμοιες καταδικαστέες απόψεις. Η Επιτροπή επιλέγει, ως εκ του ρόλου της να συμβάλλει στην αυτορρύθμιση δημοσιογράφων και μέσων ενημέρωσης, να επικεντρωθεί στο μέσο και στον ρόλο της παρουσιάστριας/δημοσιογράφου, για να τονίσει την σαφέστατη ευθύνη τους όχι απλώς να μην επιτρέπουν αλλά και να εμποδίζουν την χρήση ενός δημόσιου μέσου, και δη της τηλεόρασης, για την αναπαραγωγή παρόμοιων σεξιστικών απόψεων.

Είναι σαφές, από τις αναφορές της παρουσιάστριας/δημοσιογράφου, ήδη από την έναρξη της συνέντευξης, πως γνωρίζει ότι ο λόγος που αναπτύσσει ο φιλοξενούμενός της είναι σεξιστικός. Όχι μόνο δεν του ζητά να αποφύγει παρόμοιες αναφορές αλλά και δεν τον διακόπτει και να του υποδείξει πως δεν μπορεί να χρησιμοποιεί τον χρόνο που του παρέχεται στην τηλεόραση για να αναπτύσσει λόγο ο οποίος αναπαράγει στερεότυπα και προσβάλλει όχι μόνο το γυναικείο αλλά και το ανδρικό φύλο. Η ίδια η δημοσιογράφος αναφέρει επί λέξει ότι «την προηγούμενη φορά που σε είχα, χρειάστηκε να κόψω το μισό μου περιεχόμενο για να παίξω τη συνέντευξη», επιβεβαιώνοντας πως γνωρίζει ότι ο λόγος του είναι καταδικαστέος και παραβιάζει γραπτούς και άγραφους νόμους.




Είναι η θέση της Επιτροπής ότι η επιλογή του συγκεκριμένου φιλοξενούμενου έπρεπε να αυξήσει τον βαθμό προσοχής τόσο της δημοσιογράφου όσο και των άλλων συντελεστών της εκπομπής, ώστε να βεβαιωθούν ότι θα αφαιρεθούν στο μοντάζ οι όποιες αναφορές του συνιστούσαν σεξιστικό λόγο και αναπαραγωγή απαράδεκτων στερεοτύπων. Αντ’ αυτού επιτράπηκε η μετάδοση αυτούσιας ή στο μεγαλύτερο μέρος της, της συνέντευξης, ενώ το απαράδεκτο περιεχόμενο της διαφημιζόταν επί μέρες προηγουμένως από τον σταθμό.

Η Επιτροπή εκφράζει την ιδιαίτερη ανησυχία της, καθώς προκύπτει, από την εξέταση των δεδομένων που είχε ενώπιόν της, ότι ήταν χωρίς αμφιβολία συνειδητή η ενέργεια των συντελεστών της εκπομπής και του καναλιού να μεταδώσουν το απαράδεκτο περιεχόμενο της υπό εξέταση συνέντευξης. Στη ζυγαριά της τήρησης της δημοσιογραφικής δεοντολογίας από τη μια, και της επιλογής αυτούσιας μετάδοσης της συνέντευξης από την άλλη, προφανώς βάρυνε η δεύτερη επιλογή, και μόνο κριτήριο φαίνεται να ήταν η αυξημένη τηλεθέαση. Το μαρτυρούν τόσο το διαφημιστικό τρέιλερ όσο και το μοντάζ, με τα τιτλάκια που προβάλλονταν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Όλα αυτά οδηγούν αβίαστα στο συμπέρασμα ότι ήταν συνειδητή επιλογή η πρόκληση της δημόσιας συζήτησης που ακολούθησε.

Η Επιτροπή δεν μπορεί παρά να καταδικάσει έντονα τη συνειδητή παραβίαση της δεοντολογίας, στο βωμό της τηλεθέασης και της πρόκλησης γέλιου, ενόχλησης, θυμού και δημόσιας συζήτησης, προκειμένου τα φώτα να στραφούν στην εκπομπή.

Επιπρόσθετα, η Επιτροπή, θεωρώντας ως επίσημη την άποψη του καναλιού όπως αυτή εκφράστηκε από την παρουσιάστρια/δημοσιογράφο την επόμενη ημέρα, και μετά τον πρώτο σάλο για το περιεχόμενο της συνέντευξης, επισημαίνει πως δεν μπορούν να θεωρηθούν ικανή απολογία, και αναγνώριση της παραβίασης της δεοντολογίας, οι αναφορές όπως για παράδειγμα ότι «παρερμηνεύτηκαν οι δηλώσεις του», «ενόχλησαν οι δηλώσεις του», «είναι δική του άποψη».

Η δε αναφορά της δημοσιογράφου «πώς μπορεί αυτό να συσχετιστεί με ό,τι τραγικό συμβαίνει εκεί έξω», αναφορά που σαφώς παραπέμπει στα φαινόμενα βίας εναντίον των γυναικών, αφήνει και την ίδια σοβαρά εκτεθειμένη, καθώς οδηγεί στο συμπέρασμα πως μάλλον δεν είναι αντιληπτές οι διαστάσεις του σεξιστικού λόγου, τι συνιστά διάκριση λόγω φύλου και αναπαραγωγή στερεοτύπων, πολύ δε περισσότερο τι συνιστά ευθύνη του/της δημοσιογράφου και του μέσου απέναντι στο κοινό στο οποίο απευθύνονται.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ