Ζώντας στη «σκιά» των μεγάλων αναπτύξεων

Περπατήσαμε και φωτογραφίσαμε τη ζωή στις εργατικές συνοικίες του Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό.

Ζώντας στη «σκιά» των μεγάλων αναπτύξεων

Περπατήσαμε και φωτογραφίσαμε τη ζωή στις εργατικές συνοικίες του Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό.

Article featured image
Article featured image

Κείμενο: Άντρια Γεωργίου

Φωτογραφίες: Θεοδώρα Ιακώβου


21 Φεβρουαρίου 2025. Μεσημέρι. Φτάνουμε με τη Μύρια και τον Αντρέα στην περιοχή του Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό. Η Θεοδώρα (σ.σ. η φωτογράφος) είναι ήδη εκεί και φωτογραφίζει τα σημάδια της εγκατάλειψης. Βρισκόμαστε ουσιαστικά στην περιοχή, όπου λίγες μέρες προηγουμένως είχε λάβει χώρα η τραγωδία με την πενταμελή οικογένεια, όλα τα μέλη της οποίας κάηκαν εξαιτίας της πυρκαγιάς που ξέσπασε στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου όπου διέμεναν. Σταθμεύουμε παραπλεύρως του κοιμητηρίου του Αγίου Νικολάου και αποφασίζουμε να περπατήσουμε για να φτάσουμε στον τόπο της τραγωδίας.

IMG_1096.JPG



Δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι λίγες μέρες μετά, στην ίδια περιοχή, θα συντελείτο μια παρόμοια τραγωδία με έναν άλλο νεκρό από πυρκαγιά. Την ίδια στιγμή, δεν προλαβαίνουμε να αναθεωρούμε το παρόν κείμενο, προσθέτοντας στη θλιβερή λίστα καμένους συμπολίτες μας, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να ζεσταθούν με ό,τι μέσο διαθέτουν, χάνουν τη ζωή τους. Μερικές μέρες αργότερα δύο ακόμη άνθρωποι στη Λεμεσό θα πέθαιναν από ασφυξία, όταν προσπάθησαν να ζεσταθούν ανάβοντας κάρβουνα σε φουκού. Οκτώ νεκροί άνθρωποι μέσα σε διάστημα 10 ημερών.

Ο Γκάντι είχε πει ότι η φτώχεια είναι η χειρότερη μορφή βίας. Η φτώχεια, επίσης, μπορεί να σκοτώσει – κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ίσως εκεί πρέπει να αναζητήσουμε τα αίτια της φωτιάς· όχι μόνο αυτής που έκαψε την πενταμελή οικογένεια, αλλά και τους υπολοίπους συνανθρώπους μας.



Η, κατά τα άλλα κεντρική, συνοικία του Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό είναι εμφανώς παραμελημένη. Παρότι γειτνιάζει με το αναπτυγμένο παραλιακό μέτωπο, η ίδια παραμένει ο φτωχός γείτονας που, ίσως, και να ασχημαίνει τη γενικότερη εικόνα πλούτου, πολυτέλειας και ανάπτυξης. Περπατάμε με βαριά καρδιά. Η εικόνα της εγκατάλειψης δεν είναι δύσκολο να ανιχνευθεί. Σπίτια αφημένα, άλλα εγκαταλελειμμένα και μερικά άλλα σε εμφανώς άσχημη κατάσταση – δεν μπορούμε να διακρίνουμε με ευκολία εάν κατοικούνται ή όχι. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι πολύς κόσμος, που δεν (έχει την τύχη να) ευπορεί, αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πόλη, αναζητώντας στέγη στα προάστεια ή ακόμα και σε άλλες πόλεις, οι οποίες είναι –οικονομικά τουλάχιστον– πιο βιώσιμες.

IMG_1041.JPG


IMG_1055.JPG


IMG_1075.JPG


IMG_1058.JPG


IMG_1078.JPG



Η εικόνα των μεγάλων αναπτύξεων των εκατομμυρίων ευρώ που ορθώνονται επιβλητικές στο βάθος κάνει ακόμη πιο έντονη την αντίθεση. Για να είμαστε περισσότερο ακριβείς την ταξική αντίθεση. Είναι λες και δύο διαφορετικοί μεν, όμοροι δε, κόσμοι συνυπάρχουν, σε ένα ψυχροπολεμικό κλίμα. Το πρόβλημα είναι, δυστυχώς, ταξικό· όπως και το χάσμα. Ούτε αυτό είναι δύσκολο να ανιχνευθεί. Χρειάζεται μόνο να περπατήσει κανείς, για να φτάσει μέχρι την παραλία όπου ένας άλλος κόσμος –φανταχτερός και «εξευγενισμένος» (αγγλιστί gentrified)– ξεπροβάλλει. Είναι ξεκάθαρο ότι η Λεμεσός βιώνει το δικό της gentrification, με έναν βάρβαρο, ωστόσο, τρόπο και με, ίσως, μεγαλύτερο θύμα τους λιγότερο προνομιούχους κατοίκους της. Ένα gentrification με ό,τι αυτό συνεπάγεται: αποξένωση, εκτόξευση των τιμών ενοικίων και ακινήτων, καθώς και εκκένωση περιοχών από τους παλιούς, φτωχούς κατοίκους τους.

IMG_1044.JPG


IMG_1067.JPG


Είναι ξεκάθαρο ότι η Λεμεσός βιώνει το δικό της gentrification, με έναν βάρβαρο, ωστόσο, τρόπο και με, ίσως, μεγαλύτερο θύμα τους λιγότερο προνομιούχους κατοίκους της.


IMG_1059.JPG


IMG_1061.JPG



Λίγα λεπτά μετά, φτάνουμε στην οικία του Bassem, της Μαρίας, της Αγγελίνας, της Μελίνας και του Άγγελου Μιχαήλ. Ο αέρας μυρίζει ακόμη καμένο.

H τελευταία εξέλιξη που αφορά στην τραγωδία αναφέρει ότι η Πυροσβεστική Υπηρεσία, λόγω των εκτεταμένων ζημιών και της ολοκληρωτικής καταστροφής της οικίας, δεν μπόρεσε να προσδιορίσει με βεβαιότητα την αιτία της φωτιάς, αφήνοντας ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Ο Μαχάτμα Γκάντι είχε πει ότι η φτώχεια είναι η χειρότερη μορφή βίας. Η φτώχεια, επίσης, μπορεί να σκοτώσει – κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ίσως εκεί πρέπει να αναζητήσουμε τα αίτια της φωτιάς· όχι μόνο αυτής που έκαψε την πενταμελή οικογένεια, αλλά και τους υπολοίπους συνανθρώπους μας.

IMG_1103.JPG


IMG_1113.JPG


IMG_1109.JPG



«Εξέραμέν τους. Ήταν καλά πλάσματα. Μια ζωή στη βιοπάλη, να τα φκάλουν πέρα», μάς λέει μια γυναίκα που κατοικεί σε κοντινή κατοικία. Η κουβέντα με ορισμένους κατοίκους της περιοχής επιβεβαιώνει το αίσθημα που αποκομίσαμε κατά την περιδιάβαση στον Άη Νικόλα. Αισθάνονται και οι ίδιοι την εγκατάλειψη και την απουσία στήριξης από το κράτος, που, κατά τα άλλα, τάζει και υπόσχεται, χωρίς σχεδόν ποτέ να υλοποιεί. Ή υλοποιεί κατά το συμφέρον του.

Η περιοχή του Αγίου Νικολάου υπήρξε ανέκαθεν μια λαϊκή περιοχή, η οποία φιλοξένησε ανθρώπους της εργατικής τάξης που δεν μπορούσαν να ζήσουν αλλού. Οι εργατικές πολυκατοικίες που χτίστηκαν εκεί κατά τη δεκαετία του 1940, επί δημαρχίας Πλουτή Σέρβα και Κώστα Παρτασίδη, στέγασαν δεκάδες οικογένειες που ανήκαν σε χαμηλά εισοδηματικά στρώματα έναντι ενός συμβολικού ενοικίου, αποτελώντας δείγμα της φιλολαϊκής πολιτικής των τότε δημοτικών αρχών. Ως τέτοια λαϊκή περιοχή παραμένει μέχρι και σήμερα. Ή τουλάχιστον προσπαθεί να παραμείνει, διεκδικώντας μια (μικρομεσαία) θέση δίπλα στον (μεγαλο)αστικό «εξευγενισμό».

Στο μεταξύ έχουμε ήδη φτάσει στο παραλιακό μέτωπο. Ο αέρας εδώ μυρίζει διαφορετικά. Η μυρωδιά του «καμένου» έχει πια χαθεί.

Είναι φέρετρο να μένει κανείς σε αυτήν την πόλη που «καίγεται» και νομίζει ότι σκίζει, παραφράζοντας τον στίχο ενός τραγουδιού. Αυτός θα μπορούσε να ήταν ο τίτλος της περιδιάβασής μας (ή και του λεμεσιανού «θαύματος»).

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ