O Κάτω Πύργος Τηλλυρίας κατοικείται από τα προϊστορικά χρόνια

Από αρχαιολογική σκαπάνη εντοπίστηκαν οικισμοί της ακεραμικής περιόδου που μας παν, πίσω στο 8000 π.Χ.

Article featured image
Article featured image

Αν και θεωρείται η πιο απομονωμένη περιοχή της Κύπρου, η πλέον δυσπρόσιτη για τους ανθρώπους, αφού τα βουνά καταλήγουν στην θάλασσα εντούτοις, όσο και αν ακούγεται παράξενο, ο Κάτω Πύργος Τηλλυρίας κατοικείται από τα προϊστορικά χρόνια. Του λόγου το αληθές αποδεικνύει ο εντοπισμός οικισμών που ανάγονται στο 8000 π.χ., όπως αναφέρει σε συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ ο αρχαιολόγος, Διευθυντής του Μουσείου της Ιεράς Μονής Κύκκου, Στυλιανός Περδίκης, σημειώνοντας ότι η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως και μεσαιωνικό συγκρότημα.

«Έχουν εντοπιστεί σε διάφορα σημεία οικισμοί της ακεραμικής περιόδου που μας παν πίσω στο 8000 π.Χ.», δήλωσε, σημειώνοντας ότι από τότε υπάρχει μια συνεχής κατοίκηση σε όλη την Τηλλυρία. «Έχουμε εγκαταστάσεις της εποχής του χαλκού με μεγάλα νεκροταφεία, και ακολουθείται μια αδιάλειπτη κατοίκηση καθ’ όλον τον αρχαίο κόσμο καθώς και στη μετά Χριστόν εποχή,» ανέφερε ο κ. Περδίκης, προσθέτοντας παράλληλα πως θα ήταν παράλειψη αν δεν γινόταν ξεχωριστή αναφορά στο αρχαίο λουτρό στην περιοχή Μανσούρα, με τα γνωστά ψηφιδωτά δάπεδα της “Φύριας της καλής” και της επιγραφής του Φιλοθάλασσου που τοποθετούνται στον 4ο αι. μ.Χ.

Στο μεταξύ, συστηματική αρχαιολογική ανασκαφή που πραγματοποιείται στον Πύργο Τηλλυρίας έφερε στο φως μεσαιωνικό συγκρότημα, πιθανόν τοπική φεουδαρχική έπαυλη, σύμφωνα με τον διευθύνοντα, από το 2008, της ανασκαφής αρχαιολόγο, Στυλιανό Περδίκη.

Όπως ανέφερε, η ανασκαφή πραγματοποιείται στην τοποθεσία “Αυλή” στον Πάνω Πύργο Τηλλυρίας από το 2008 και κατόπιν άδειας από τον τότε Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων αείμνηστο Παύλο Φλουρέντζο.

«Επιλέξαμε ειδικά αυτή την ακριτική περιοχή, γιατί θέλαμε να φύγουμε από τα μεγάλα γνωστά αρχαία κέντρα της Κύπρου και να δούμε τι γίνεται αρχαιολογικά σε μια απομακρυσμένη αγροτική - κτηνοτροφική, φτωχή περιοχή του νησιού», εξήγησε, προσθέτοντας πως η ανασκαφή διεξάγεται από το Μουσείο Κύκκου σε συνεργασία με το Τμήμα Αρχαιοτήτων.

Ταυτόχρονα, συνέχισε, με αυτό τον τρόπο, πρόθεση του Μητροπολίτη Κύκκου κ. Νικηφόρου που χρηματοδοτούσε το ανασκαφικό έργο, ήταν να προσφερθεί εργασία στον τοπικό πληθυσμό, ο οποίος ακόμα τότε ήταν τελείως απομονωμένος, δεν είχαν ανοίξει ακόμη τα οδοφράγματα στον Λιμνίτη και πάρα πολλοί άνθρωποι δεν είχαν εργασία. Η συγκεκριμένη θέση είχε επισημανθεί από προηγουμένως μετά από σειρά αρχαιολογικών επισκοπήσεων.

«Από τότε μαζί με τους συνεργάτες μου δραστηριοποιούμαστε σχεδόν κάθε χρόνο», σημείωσε, κάνοντας ειδική αναφορά στον κ. Γεώργιο Κουμή ,ο οποίος από το 2008 μέχρι σήμερα είναι ο τεχνικός της ανασκαφής.

«Σε γενικές γραμμές» συνέχισε, «φέραμε στο φως τα ερείπια ενός εντυπωσιακού κτηριακού συγκροτήματος των μεσαιωνικών χρόνων».

Η κατοίκηση του χώρου, ανέφερε ο κ. Περδίκης, τοποθετείται κάπου στα τέλη του 12ου αιώνα και συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι τα μέσα της τουρκοκρατίας (17ος αιώνας).

Πρόκειται για μεγάλων διαστάσεων ορθογωνίου σχήματος οικιστικό συγκρότημα, το οποίο αναπτύσσεται γύρω από μεγάλη περίκλειστη αυλή, συμπλήρωσε.

Το οικοδόμημα στην αρχική του φάση, όπως είπε, «ήταν εξ’ ολοκλήρου δομημένο με ορθογωνισμένους ψαμμιτόλιθους τους οποίους μετέφεραν από λατομεία που βρίσκονταν τρία χιλιόμετρα μακριά, στην παραλία του Αγίου Θεοδώρου. Έργο αρκετά δύσκολο και φοβερά δαπανηρό».

Με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα, τα κτήρια ήταν διώροφα, ενώ σε μερικές περιπτώσεις διέθεταν συνέχισε και υπόγειους αποθηκευτικούς χώρους. Η οροφή αποτελείτο από ξύλινη δίρρικτη στέγη καλυμμένη με επίπεδα αγκιστρωτά κεραμίδια. Για να οικοδομηθεί αυτό το συγκρότημα αναμφίβολα ξοδεύτηκαν πολλά χρηματικά ποσά, είπε.

Επεσήμανε επίσης πως τα δωμάτια του χώρου είναι ιδιαίτερα μεγάλα, 30 με 40 τ.μ. σχεδόν το καθένα, διώροφα με υπόγειους χώρους και εσωτερικά κλιμακοστάσια, ενώ τα δάπεδα καλύπτονταν από ειδικό ασβεστοκονίαμα με μικρά θαλασσινά βότσαλα.

Εσωτερικά έφεραν ερυθρό ή σταχτόχρωμο κονίαμα, χρώμα που παραπέμπει στην μεγαλοπρέπεια του χώρου, συμπλήρωσε.

Όσο για τα ευρήματα αυτά, είναι ποικίλα, όπως είπε. «Μιλούμε για οικιστικό χώρο, όπου συνήθως τα ευρήματα είναι περιορισμένα σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στα νεκροταφεία. Παρά το ότι ο χώρος έτυχε εκτεταμένης λεηλασίας, γκρεμίστηκαν τα κτήρια, το οικοδομικό υλικό μεταφέρθηκε αλλού, η γη μετατράπηκε σε καλλιεργήσιμη με φυτείες από ελιές και αμυγδαλιές βρήκαμε έστω και σε περιορισμένο αριθμό σημαντικά ευρήματα όπως τμήμα επίχρυσου μεταλλικού καλύμματος ξύλινου κιβωτίου με επιχρυσωμένη διακόσμηση από δράκους», δήλωσε ο κ. Περδίκης.

Πρόσθεσε πως ανάμεσα στα ευρήματα είναι ένα ασημένιο κουτάλι με σφραγίδα κατασκευαστή που μας παραπέμπει σε εργαστήριο της Βενετίας, δύο ασημένια πιρουνάκια από αυτά που σήμερα χρησιμοποιούμε για το γλυκό ενώ επίσης βρέθηκαν δακτυλίδια κυρίως χάλκινα με ημιπολύτιμους λίθους.

Ερωτηθείς σε ποια φάση βρίσκεται το ανασκαφικό τους έργο, ο κ. Περδίκης σημείωσε πως το όλο έργο βρίσκεται προς το τέλος. Έχουν μείνει ένα με δύο τεμάχια γης τα οποία ακόμη δεν έχουν απαλλοτριωθεί για να ολοκληρωθεί η ανασκαφή. Ταυτόχρονα, διεξάγουν και έργα συντήρησης και ανάδειξης του χώρου, ούτως ώστε να είναι σύντομα προσβάσιμος στο ευρύ κοινό.

Επιπλέον γύρω από τον χώρο δημιουργούν ένα μικρό βοτανικό κήπο με παραδοσιακά φυτά και δέντρα της Κύπρου που χρησιμοποιούνταν σε διάφορες περιόδους όπως κουμανταντά, υγράμβαρη ή ξύλο του αφέντη, φραγκολεμονιά κ.ά. Έτσι ο επισκέπτης θα έχει την ευκαιρία πέραν από τις αρχαιότητες να έρθει σε επαφή με μια άλλη διαφορετική πτυχή της χλωρίδας της Κύπρου, συμπλήρωσε. Ερωτηθείς πώς είναι να ασχολείται με το ανασκαφικό έργο της γενέτερας του ο κ Περδίκης σημείωσε πως η αρχαιολογία είναι μια ιδιαίτερη επιστήμη με ξεχωριστούς ανθρώπους. «Αυτοί που ασχολούνται με την αρχαιολογία έχουν ένα ξεχωριστό πάθος. Πρέπει να αγαπάς αυτό που κάνεις και πρέπει να σε διακατέχει ένα έντονο αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Το να μου δοθεί μια τέτοια άδεια για μένα προσωπικά ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο. Η πραγματοποίηση ενός άπιαστου ονείρου».

Επιπλέον αυτό που προσδίδει ιδιαίτερη σημασία είναι, συνέχισε, ότι «αυτό το πράγμα κατορθώσαμε να το υλοποιήσουμε στον χώρο της γενέτειρας μου».



ΚΥΠΕ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ