Το εξαιρετικό νέο κείμενο του Αλκίνοου Ιωαννίδη

Δεν είναι ανάμεσα στους καλλιτέχνες που γράφουν συχνά. Μας δίνει την εντύπωση ότι το κάνει όποτε πραγματικά έχει κάτι να πει, κάτι να μοιραστεί μαζί με τον κόσμο, κάτι να εξωτερικεύσει, κάτι να «ξεφορτωθεί»…



 


Article featured image
Article featured image

Τόσο σε καλλιτεχνικό επίπεδο (μέσω της τέχνης της τραγουδοποιίας) όσο και σε προσωπικό επίπεδο (μέσω της ιστοσελίδας του), κάνουμε μαύρα μάτια αναμένοντας κάθε φορά τα «νέα» του.

Γι’ αυτό ίσως κρεμόμαστε από τα χείλη του κάθε φορά που θα τραγουδήσει κάτι καινούργιο, γι’ αυτό ίσως αγωνιούμε να διαβάσουμε τις σκέψεις του κάθε φορά που θα κάνει ένα σχόλιο κοινωνικό, πολιτικό, καλλιτεχνικό…

Αυτή τη φορά, του ζητήθηκε λέει, αντί για συνέντευξη, να περιγράψει σε ένα μικρό κείμενο αυτό που ζει μαζί με τη μουσική ομάδα του. «Οι ζωές μας δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Είμαστε όμως στη διάρκεια ενός ταξιδιού, και το ταξίδι έχει πάντα κάτι να διηγηθεί» αναφέρει στο εισαγωγικό σχόλιο και αμέσως μετά μιλά για πολλά όπως για την πίστη (του) στο τραγούδι.

«Πιστεύουμε στο τραγούδι. Σήμερα, αφού καταφέραμε όλοι, δημιουργοί, ερμηνευτές και ακροατές, να το ταυτίσουμε με τον χειρότερο εαυτό μας, με τον νεοπλουτισμό, τη μεγαλομανία και τον μίζερο αρχοντοχωριατισμό των προηγούμενων χρόνων, καθώς και με την ανημπόρια του παρόντος μας, τώρα που όλοι το ονομάζουμε ξενέρωτο και ανέμπνευστο, αφού του φορτώσαμε την ευθύνη για όλα τα δεινά μας, τώρα λοιπόν επιστρέφουμε σε αυτό και του ζητάμε να μας δείξει ποιοι είμαστε. Μας δείχνει όπως ακριβώς είμαστε, γι’ αυτό το βρίζουμε το τραγούδι μας. Και δεν μας σιχαίνεται, και αντέχει ακόμα το καημένο να μας καθρεφτίζει...».

 

Διάβασε αυτούσιο ολόκληρο το κείμενό του όπως δημοσιεύθηκε στην προσωπική ιστοσελίδα του:

 

«Ξεκινήσαμε ηχογραφώντας σε κάποιο υπόγειο και καταλήξαμε να γυρίζουμε τη Γη εδώ και δύο χρόνια. Αυτή η συνεχής μετάβαση από το εντός στο εκτός, από το κλειστό στο ανοιχτό, από το βάθος στο ύψος και από τη μοναχική στιγμή στο συλλογικό βίωμα, χαρακτηρίζει τη ζωή και την τέχνη μας.

Όταν όλα γύρω σκοτεινιάζουν και κρυώνουν, ψάχνεις τη ζεστασιά που δίνει το φως του συνανθρώπου. Ψάχνεις να καθρεφτιστείς, για να δεις ποιος είσαι, αν είσαι. Το τραγούδι, από την πρώτη μας μέρα στη γη, λειτουργεί σαν ταυτότητα, σαν συνεκτική δύναμη, σαν συμπύκνωση αισθημάτων και πληροφοριών, σαν άνοιγμα στο αόρατο, σαν υπαρξιακός δίαυλος. «Απ’ την ψυχή ως την ψυχή».

Έτσι, οι συναυλίες τα τελευταία δύσκολα χρόνια απέκτησαν μιαν άλλη δυναμική. Υπάρχει γνήσια, αμοιβαία χαρά στη συνάντηση με το κοινό. Ενέργεια, συγκέντρωση, επικοινωνία, άνεση, ευγένεια, συμμετοχή όλων σε κάτι κοινό. Υπάρχει η επίγνωση πως ζούμε μαζί κάτι πολύτιμο, κάτι πολύ πέραν των ήχων και των λέξεων που τραγουδάμε. Είναι σαν να ψιθυρίζουμε, πίσω από τους ήχους και τους στίχους, ένα άλλο, μυστικό κείμενο, που μας ορίζει προσωπικά και συλλογικά.

Το σχήμα αποτελείται από σπουδαίους μουσικούς, που αγαπούν και σέβονται την τέχνη τους και την ασκούν με προσήλωση, χαρά, θυσία και πάθος.  Είναι ο Γιώργος Καλούδης στο βιολοντσέλο και στην κρητική λύρα, ο Μανόλης Πάππος στο τρίχορδο μπουζούκι και στο λαούτο, ο Φώτης Σιώτας, που εναλλάσσεται με τον Δημήτρη Χατζηζήση στο βιολί και ο Δημήτρης Τσεκούρας στο κοντραμπάσο. Τους αγαπώ και τους θαυμάζω απεριόριστα! Κάθε ένας τους, αποτελεί έναν αισθητικά ολοκληρωμένο κόσμο. Τον προσφέρουν, δημιουργώντας από κοινού την ιδιαίτερη, κοινή μας αισθητική.

Χρησιμοποιούμε αποκλειστικά έγχορδα όργανα. Κάθε σιωπή και κάθε ουρλιαχτό βγαίνει από το άγγιγμά μας στις χορδές, χωρίς τη σιγουριά ή τις ευκολίες που προσφέρουν άλλα όργανα σε μια μπάντα. Το αποτέλεσμα είναι εκλεπτυσμένο και πρωτόγονο, εξευγενισμένο και σκληρό, δομημένο και ελεύθερο. Αλλάζει μέρα με τη μέρα και μάς φανερώνει συνεχώς νέους δρόμους. Αυτούς τους δρόμους καλούνται να επεξεργαστούν και να μεταφέρουν στα αυτιά και στα μάτια των ακροατών, οι ηχολήπτες Βαγγέλης Λάππας και Βασίλης Δρούγκας, και ο φωτιστής - βιοκαλλιεργητής Κωσταντίνος Μαργκάς.

Πιστεύουμε στο τραγούδι. Σήμερα, αφού καταφέραμε όλοι, δημιουργοί, ερμηνευτές και ακροατές, να το ταυτίσουμε με τον χειρότερο εαυτό μας, με τον νεοπλουτισμό, τη μεγαλομανία και τον μίζερο αρχοντοχωριατισμό των προηγούμενων χρόνων, καθώς και με την ανημπόρια του παρόντος μας, τώρα που όλοι το ονομάζουμε ξενέρωτο και ανέμπνευστο, αφού του φορτώσαμε την ευθύνη για όλα τα δεινά μας, τώρα λοιπόν επιστρέφουμε σε αυτό και του ζητάμε να μας δείξει ποιοι είμαστε. Μας δείχνει όπως ακριβώς είμαστε, γι’ αυτό το βρίζουμε το τραγούδι μας. Και δεν μας σιχαίνεται, και αντέχει ακόμα το καημένο να μας καθρεφτίζει...

Όλο αυτό τον καιρό, αντιμετωπίζοντας τις δυσκολίες, πληρώνοντας ευχαρίστως το τίμημα και κερδίζοντας πολλή χαρά, ασχολούμαστε αποκλειστικά με το καλλιτεχνικό μέρος αυτού που κάνουμε. Χωρίς καμιά έκπτωση, χωρίς κολπάκια, χωρίς άλλη έγνοια από τη συνεχή εμβάθυνση στα όσα μοιραζόμαστε με τους ακροατές. Γιατί έτσι αποκτά νόημα η ύπαρξή μας. Αποκτά νόημα, όποτε το μπουζούκι, ξεφορτωμένο από τους συμβολισμούς των τελευταίων δεκαετιών, μουρμουρίζει ξανά τους ουρανούς. Όποτε η λύρα, απαλλαγμένη από τη βία του τουριστικού γλεντιού, ψέλνει τον ήχο των αιώνων. Όποτε τα δοξάρια, ξεφεύγοντας από τη χλιαρότητα της συνοδευτικής «σούπας», από το ακαδημαϊκό, νεκρικό κυριλέ και από το τζούφιο της επίδειξης, ματώνουν δυο νότες με ψυχή. Όποτε μια κιθάρα και μια φωνή, με λάθη και με φάλτσα, προσπαθούν να συλλαβίσουν το όνειρο και την πραγματικότητα με τρόπο αδιαχώριστο.

Αυτά λοιπόν παλεύουμε, δυστυχώς όχι πάντοτε με επιτυχία, παλινδρομώντας από τη δημιουργία στην καταστροφή. Δεν μπορώ να σας εγγυηθώ πως θα περάσετε καλά, αν μας τιμήσετε με την παρουσία σας. Γιατί, ευτυχώς, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά.

Ευχαριστώ,

Αλκίνοος Ιωαννίδης»


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ