Δεν έχω πολλούς φίλους στο Facebook, ή τουλάχιστον δεν ξεπερνούν τους 1000. Τους γνωρίζω όλους προσωπικά, ή τουλάχιστον το 99,5% εξ αυτών. Πέντε-έξι άτομα για τα οποία δεν θυμάμαι πότε και γιατί δέχτηκα τα αιτήματα φιλίας τους, συχνά-πυκνά κάνω τη σκέψη να τους «σβήσω». Όχι γιατί έχω κάτι με τους ανθρώπους, απλώς κάθε φορά που ποστάρω κάτι αισθάνομαι ότι αυτό μπορεί να μην τους αφορά, αφού δεν υπάρχει κάτι που να μας συνδέει, αφού δεν έχω μιλήσει ποτέ ή έστω συναναστραφεί μαζί τους…
Δεν ενστερνίστηκα ποτέ την άποψη ότι πρέπει να έχω πολλούς φίλους… «αφού αυτό απαιτεί η δουλειά μου». Τον λογαριασμό τον έχω για να επικοινωνώ με τους φίλους μου, με συναδέλφους, αλλά κυρίως για το fun της υπόθεσης. Στα 10 και κάτι χρόνια που είμαι στο Facebook, ποτέ δεν έστειλα αίτημα φιλίας σε κάποιον άγνωστο και ποτέ δεν έκανα accept αίτημα αγνώστου -πλην απειροελάχιστων εξαιρέσεων όπως προανέφερα.
Ποτέ δεν το μετάνιωσα και ποτέ δεν βρέθηκα εκτεθειμένος.
Αυτό που πιστεύω είναι πως, άμα ξέρεις τον άλλο, θα τον σεβαστείς. Οι φίλοι μου στο Facebook -όπως και οι φίλοι μου έξω από το Facebook- θα σεβαστούν κάτι που έχω να πω, πολύ απλά γιατί -γνωρίζοντάς με- ξέρουν εκ των προτέρων ότι ποτέ δεν είναι πρόθεσή μου να προσβάλω, να εκθέσω, να βρίσω, να μιλήσω χυδαία ή έστω άσχημα, να εκμεταλλευτώ…
Κι εγώ ο ίδιος, όμως, πριν ποστάρω, θα περάσω από τα πιο πάνω φίλτρα ότι είναι να «πω» απευθυνόμενος σε κόσμο που με γνωρίζει.
Γιατί κάνω ανάλυση; Γιατί μια φωτογραφία με αφίσα της προεκλογικής του Νικόλα Παπαδόπουλου, που τη συνόδευσα με τη λεζάντα «Θέ μου τί μπλε ξοδεύουν για να τους βλέπουμε» και το hashtag #Iambluedabadeedabadaa, στάθηκε η αφορμή, ένα από τα άτομα που ήταν φίλοι μου στο Facebook -πλέον δεν είναι, με έκανε unfriend μετά που είδε την ανάρτηση- να αρχίσει να σχολιάζει ακατάπαυστα κάτω από την ανάρτηση, με σχόλια άσχετα με το post. Το άτομο αυτό απ’ ότι αντιλαμβάνομαι «δουλεύει» για το επιτελείο του Νικόλα, ίσως στην Επικοινωνία, αφού είναι η ίδια που με είχε προσκαλέσει να κάνω Like στο επίσημο Facebook page «Νικόλας 2018», όταν αυτό δημιουργήθηκε.
Απλώς να διευκρινίσω (αφού νομίζω πως χρειάζεται να το κάνω) ότι η λεζάντα γράφτηκε υπό μορφή χιούμορ ως παράφραση του στίχου του Ελύτη («Θέ μου τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε»), λόγω του (μπόλικου) μπλε χρώματος στην εν λόγω αφίσα. Εξ ου και το hashtag.
Ευτυχώς, όλοι ανεξαιρέτως οι υπόλοιποι που είδαν τη φωτογραφία αντέδρασαν πατώντας το «haha» emoticon…
Πλην του ατόμου, φυσικά, που τα σχόλια αφορούσαν σε βαθυστόχαστα λογύδρια, σχόλια για τη δουλειά μου, θλιβερά συμβάντα του παρελθόντος και οτιδήποτε άλλο άσχετο με τη φωτογραφία και τη λεζάντα που τη συνοδεύει.
Οπότε, που καταλήγουμε;
Σε αυτό που ξεκινήσαμε. Ότι δηλαδή, αν δεν θέλεις να βρεθείς εκτεθειμένος και να αμφιταλαντεύεσαι κατά πόσο πρέπει να απαντήσεις ή όχι σε κάποιον άγνωστο που άφησε ένα σχόλιο στον τοίχο σου, αλλά και τι να του πεις, μάλλον έχεις βρει ήδη την απάντηση στο ερώτημα «και γιατί δηλαδή να μην κάνω accept αιτήματα φιλίας αγνώστων;».
Για την ιστορία, να αναφέρω απλώς πως ένα από τα σχόλια λέει το εξής: «ΕΙΝΑΙ Η ΩΡΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΕΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ!» (ναι, όλα τα σχόλια είναι γραμμένα με κεφαλαία γράμματα). Ενδεχομένως, θα ‘ναι αμέσως μετά από αυτό το σχόλιο που πάτησε το unfriend button. Να πω επίσης ότι, σε καμιά περίπτωση δεν απάντησα σε οποιοδήποτε από τα σχόλια, οπότε πραγματικά λυπάμαι τόσο για την έκταση που πήρε το θέμα (με τα άσχετα σχόλια) όσο και για τυχόν έκθεση του οποιουδήποτε.
Πάντως, όπως και να 'χει, όντως ΕΙΝΑΙ Η ΩΡΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΕΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ!
Το πιο πάνω γράφτηκε στο προσωπικό μου blog, που φιλοξενείται στη CITY, και αφορά στην προσωπική μου άποψη. Το ίδιο ισχύει και για τα προσωπικά μου post στο Facebook.