Η ιστορία της μονογονέα Μ.Ι. που κατηγορήθηκε για κλοπή χαμ και μακαρονιών

Πότε ήρθε στην Κύπρο, γιατί έφυγε από τη χώρα της, πώς είναι η ζωή της με το παιδάκι της όλα αυτό το διάστημα και πώς φτάσαμε στο σημείο που φτάσαμε σήμερα.

 


Article featured image
Article featured image

Διακριτική μεταχείριση από το κράτος

Ξεπέρασε κάθε όριο διακριτικής μεταχείρισης το κράτος αφού, για τη διερεύνηση καταγγελίας για κλοπή λίγου χαμ κι ενός πιάτου μακαρονιών, η αστυνομία συνέλαβε και έθεσε υπό κράτηση γυναίκα πρόσφυγα, μονογονιό, η οποία αρνείται την κατηγορία.

Η κράτηση επικυρώθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, το οποίο συμφώνησε με την ανάγκη κράτησης της γυναίκας, δεδομένης της πρόθεσης της αστυνομίας να αναζητήσει την… περιουσία που κλάπηκε! Οι δε Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, «διασφαλίζοντας το συμφέρον του παιδιού» στάθηκαν αρωγοί στις πιο πάνω ενέργειες, αναλαμβάνοντας να θέσουν «υπό την προστασία τους» το παιδί!

Η στέρηση της ελευθερίας κάθε ατόμου και ειδικά μιας γυναίκας μονογονέα   με μικρό παιδί συνιστά περιορισμό του ύψιστου ανθρώπινου δικαιώματος της προσωπικής ελευθερίας και δικαιολογείται μόνο σε εξαντλητικά καθορισμένες περιπτώσεις, που δεν συνέτρεχαν στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η θέση αυτή ενισχύεται  και από το γεγονός ότι η γυναίκα αφέθηκε τελικά  ελεύθερη χωρίς να έχουν προκύψει αποδεικτικά στοιχεία εις βάρος της για το αδίκημα για το οποίο  κατηγορείται.

 

Πότε και γιατί ήρθε στην Κύπρο

Η κυρία Μ.Ι. (ψευδώνυμο) ήρθε στην Κύπρο πριν από περισσότερο από 5 χρόνια με άδεια εργασίας. Έφυγε από τη χώρα της από φόβο ότι η οικογένεια της θα τη σκότωνε επειδή τους «ατίμασε» αφού έμεινε έγκυος εκτός γάμου. Στην Κύπρο, μετά από εργασία δύο μηνών, ο εργοδότης της την απέλυσε παράνομα όταν κατάλαβε ότι ήταν έγκυος. Επειδή δεν γνώριζε ότι η απόλυση της ήταν παράνομη, δεν την κατάγγειλε με αποτέλεσμα να χάσει το νόμιμο καθεστώς παραμονής της στη χώρα. Ο εργοδότης της μάλιστα είχε το θράσος να την καταγγείλει στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) η οποία ως συνήθως πρόστρεξε να εξυπηρετήσει τον εργοδότη συλλαμβάνοντας την για να την απελάσει.

 

Οι φωτογραφίες του Youssef Boudlal, του πρακτορείου Reuters, αφορούν σε ένα ρεπορτάζ που έγινε στο χωριό Berber, στην οροσειρά High Atlas του Μαρόκο

 

Η αίτηση ασύλου

Κατά την κράτηση της στη Μεννόγια και ενόσο ήταν ακόμα έγκυος, η κυρία Μ.Ι. υπέβαλε αίτηση ασύλου επειδή φοβόταν ότι θα ήταν θύμα εγκλήματος τιμής σε περίπτωση που θα αναγκαζόταν να γυρίσει στην πατρίδα της. Μετά την υποβολή της αίτησης της για άσυλο, η κυρία Μ.Ι. αφέθηκε ελεύθερη αλλά χωρίς οποιαδήποτε στήριξη ή πόρους ενώ δεν είχε ενημερωθεί για τα δικαιώματά της. Στα 4 και πλέον δηλαδή χρόνια από την υποβολή της αίτησης ασύλου, η οποία εξακολουθεί να εκκρεμεί, η κυρία Μ.Ι. δεν  είχε λάβει τις υλικές συνθήκες υποδοχής ασύλου, τις οποίες το κράτος είναι υποχρεωμένο να παρέχει, ούτε και είχε αξιολογηθεί με οποιοδήποτε τρόπο, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου, κατά πόσο εμπίπτει στα πρόσωπα με ειδικές ανάγκες υποδοχής, δεδομένου ότι ήταν γυναίκα μονογονέας η οποία επικαλείται φόβο δίωξης για λόγους φύλου. Μόλις πέρσι, η εν λόγω πρόσφυγας αποτάθηκε στην ΚΙΣΑ, η οποία διαμεσολάβησε προς τις αρμόδιες αρχές για παροχή των δικαιωμάτων της που της παραχωρήθηκαν για λίγους μήνες και αποτελούνταν από κουπόνια αξίας €225, εκ των οποίων €100 για ενοίκιο και €95 για «προσωπικά έξοδα», δηλαδή ηλεκτρισμό και νερό. Τον Ιανουάριο 2018, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας διέκοψαν την παροχή των υλικών συνθηκών υποδοχής με τη δικαιολογία ότι είχε αρνηθεί να αναζητήσει εργασία όπως της είχαν πει.

 

Επιβίωση χωρίς κανέναν πόρο

Στην πραγματικότητα, η κυρία Μ.Ι. ακολούθησε τις οδηγίες των ΥΚΕ και αποτάθηκε στο Τμήμα Εργασίας για να εγγραφεί ως άνεργη. Το Τμήμα Εργασίας την παρέπεμψε να εργαστεί σε ανθοπωλείο σε διπλανό χωριό, αλλά η Μ.Ι. αδυνατούσε να ανταποκριθεί στο ολοήμερο ωράριο λόγω του ότι δεν μπορούσε να αφήνει το παιδί της μόνο του όταν δεν ήταν στο σχολείο, πράγμα για το οποίο ενημέρωσε εκ νέου το Τμήμα Εργασίας. Το Τμήμα Εργασίας, όταν έμαθε πως έχει ένα παιδί 5 ετών, αρνήθηκε να την γράψει εκ νέου για αναζήτηση εργασίας και τη συμβούλευσε να αποταθεί ξανά στις ΥΚΕ για να την καταχωρήσουν στις ευάλωτες ομάδες και να συνεχίσει να παίρνει τα δικαιώματά της σε υλικές συνθήκες υποδοχής χωρίς να αποτείνεται για αναζήτηση εργασίας, αφού ως μητέρα ενός μικρού παιδιού δεν θα μπορούσε να εργαστεί. Η κυρία Μ.Ι. αποτάθηκε ξανά στις ΥΚΕ, οι οποίες όμως αρνήθηκαν να την αναγνωρίσουν ότι εμπίπτει στις ευάλωτες ομάδες που δεν μπορούν να αναζητήσουν εργασία. Σημειώνεται ότι το παιδί της δεν έχει πιστοποιητικό γέννησης επειδή η ίδια δεν μπορούσε να πληρώσει το πρόστιμο που επιβάλλει η Επαρχιακή Διοίκηση σε περιπτώσεις καθυστέρησης εγγραφής γέννησης παιδιού. Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας αρνήθηκαν να καταβάλουν το τέλος για το πιστοποιητικό γέννησης του παιδιού με αποτέλεσμα το παιδί να παραμένει χωρίς πιστοποιητικό γεννήσεως. Έκτοτε, η κυρία Μ.Ι. και το παιδί της επιβιώνουν χωρίς οποιουσδήποτε πόρους.

 

Η ΚΙΣΑ μιλά για ρατσισμό

Η ΚΙΣΑ θεωρεί ότι η σπουδή και αυστηρότητα με την οποία οι διωκτικές και οι δικαστικές Αρχές αλλά και οι ΥΚΕ άσκησαν τις αρμοδιότητες τους δεν αποτελούν δυστυχώς την εξαίρεση αλλά τον κανόνα της άνισης και διακριτικής μεταχείρισης προσφύγων και μεταναστριών/ών στη βάση της εθνότητας ή/και του καθεστώτος παραμονής τους αλλά και της τιμωρητικής στάσης των αρχών που αποτελεί απόρροια του θεσμικού ρατσισμού που υφίσταται σε κάθε επίπεδο της δημόσιας διοίκησης και των δημοσίων Αρχών.

 

Ο χωρισμός του παιδιού από τη μητέρα

Επίσης, η ΚΙΣΑ θεωρεί ως εξίσου διακριτικές και ανήθικες τις ενέργειες των ΥΚΕ που, παραβαίνοντας το ρόλο και την αποστολή τους, ιδιαίτερα αναφορικά με τα δικαιώματα και την ευημερία των παιδιών, όχι μόνο δεν εμπόδισαν την προσωποκράτηση της μητέρας υποδεικνύοντας ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον του παιδιού, αλλά συνέργησαν στο χωρισμό του από τη μητέρα του. Τερματίζοντας δε τις υλικές συνθήκες υποδοχής προς την πρόσφυγα γυναίκα για να την εξαναγκάσουν να αναζητήσει εργασία, οι ΥΚΕ παρέβηκαν τη νομοθεσία σχετικά με την προστασία ευάλωτων ομάδων, σε μια από τις οποίες ανήκουν η μητέρα πρόσφυγας ως μονογονιός και το παιδί της, την οποία όφειλαν να στηρίξουν, αντί να την καταδικάσουν στην απαξίωση και την εξαθλίωση.

 

Χαιρετίζοντας την αποφυλάκιση της μητέρας πρόσφυγα, η ΚΙΣΑ, καλεί το κράτος:

-Όπως τερματίσει τις πολιτικές, πρακτικές και ενέργειες που οδηγούν στη στοχοποίηση των μεταναστριών/ών και προσφύγων.

-Όπως λάβει όλα τα απαραίτητα  μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των διακρίσεων και του θεσμικού ρατσισμού.

-Όπως επεξεργαστεί και υιοθετήσει πολιτικές και δώσει  ανάλογες οδηγίες  προς τα μέλη της αστυνομίας ώστε να αποφευχθούν παρόμοια περιστατικά στο μέλλον.

-Όπως αναθεωρήσει τις πολιτικές απασχόλησης και παροχής υλικών συνθηκών / κουπόνια για τους αιτητές ασύλου, ούτως ώστε να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια στη βάση της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

 

Η ΚΙΣΑ καλεί ιδιαίτερα την αστυνομία όπως προχωρήσει άμεσα στην πλήρη διερεύνηση της καταγγελίας για την κλοπή, περιλαμβανόμενων και των κινήτρων του καταγγέλλοντα, τον οποίο η πρόσφυγας δεν γνωρίζει καθόλου.

 

* Το πιο πάνω αναρτήθηκε στην επίσημη σελίδα της ΚΙΣΑ, το Σάββατο 9 Ιουνίου.


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ