Μια τυχαία συνάντηση στο βενζινάδικο, βράδυ Σαββάτου

Και μια αιώνια απορία κατά πόσο είναι καλύτερα να μετανιώσεις για κάτι που έκανες παρά για κάτι που δεν έκανες.

Μια τυχαία συνάντηση στο βενζινάδικο, βράδυ Σαββάτου

Και μια αιώνια απορία κατά πόσο είναι καλύτερα να μετανιώσεις για κάτι που έκανες παρά για κάτι που δεν έκανες.

Article featured image
Article featured image

Βράδυ Σαββάτου, σε κεντρικό βενζινάδικο της Λευκωσίας. Σχετικά νωρίς. Καθώς βάζω βενζίνη στο αυτοκίνητο, βλέπω να παρκάρει απέναντί μου, στην αμέσως επόμενη αντλία, ένα αυτοκίνητο. Ένα λευκό, παλιό αυτοκίνητο.

Από αυτό κατεβαίνει μια «χαντακωμένη» γυναίκα και έρχεται αμέσως προς το μέρος μου, ψελλίζοντας κάτι ακαταλαβίστικα.

Ανοίγει το πορτοφόλι της ακριβώς μπροστά μου, ψάχνει επίμονα, αλλά δεν βρίσκει. Έβλεπα μόνο κάτι χαρτιά (αποδείξεις και σημειώσεις θα ‘τανε μάλλον).

Λες και το έκανε επίτηδες. Το έκανε επίτηδες.

«Έχεις κανένα ψιλό;», με ρωτά; «Ήρτα να βάλω πεζίνα και εν έπιασα λεφτά μαζί μου».

«Τι να το κάνεις το ψιλό; Εν πιάνει κέρματα η μηχανή», απαντώ, αμφισβητώντας μεμιάς την εκδοχή της για το άδειο πορτοφόλι. Βλέποντάς την ήμουν 100% σίγουρος πως… απλώς δεν είχε λεφτά και όχι ότι τα ξέχασε (όπως ισχυριζόταν), αλλά και ότι δεν ήταν και εντελώς καλά -με ότι κι αν σημαίνει αυτό. Με κοιτούσε και το βλέμμα της ήταν στο άπειρο.

«Αν μου δώσεις ψιλά, θα πιάσω και από άλλους, θα συμπληρώσω 5 ευρώ και θα βάλω πεζίνα για να πάω σπίτι μου», συνεχίζει.

Στο πορτοφόλι είχα ένα πεντάευρο και χωρίς δεύτερη σκέψη το έβαλα στη μηχανή, πάτησα τον αριθμό της αντλίας στην οποία είχε σταθμεύσει και πήγα στο αυτοκίνητό της, βάζοντάς της βενζίνη. Μου έλεγε κάτι ακαταλαβίστικα, για τον άντρα της, για ένα χαλασμένο δείκτη της βενζίνης, για τον μηχανικό που δεν μπόρεσε να φτιάξει το πρόβλημα.

Καθώς μου μιλούσε κοιτούσα το εσωτερικό του αυτοκινήτου της. Πόσο ακατάστατο ήταν, πόσο πολύ φθαρμένες ήταν οι καρέκλες.

Το μόνο που κατάλαβα καλά απ’ όλα όσα μου είπε ήταν ένα «Μακάρι να ‘σαι καλά!».

Κάθε φορά που βγάζουμε λεφτά από το πορτοφόλι για τέτοιους σκοπούς, για να βοηθήσουμε κάποιον που μας το ζητά, σχεδόν πάντα αναρωτιόμαστε κατά πόσο τα έχει όντως ανάγκη, ή κατά πόσο μπορεί να μας έχει ξεγελάσει.

Ειδικά στην περίπτωση της επαιτείας, αν δεν σιγουρευτούμε ότι αυτός που απλώνει το χέρι του είναι στα όρια της εξαθλίωσης, μπορεί και να νιώσουμε ότι μας ξεγέλασε…

Δεν το πολυσκέφτηκα σε αυτή την περίπτωση. Γενικά δεν το πολυσκέφτομαι σε τέτοιες περιπτώσεις. Τι αξία έχουν 5 ευρώ μπροστά σε αυτό που ένιωσα γνωρίζοντας ότι δεν θα την έβαζα στη διαδικασία να ζητήσει ψιλά και από τον επόμενο και από τον μεθεπόμενο. Είτε είχε όντως ξεχάσει να πάρει λεφτά μαζί της, είτε απλώς είπε ένα μικρό ψέμα για να αποκρύψει την ανέχειά της, είτε τέλος, η γυναίκα αυτή ήταν αλλού γι’ αλλού, τα 5 δικά μου ευρώ για αυτή ήταν μια κάποια λύση.

Λίγες μέρες αργότερα, πρωί αυτή τη φορά, είδα και πάλι το λευκό, παλιό αυτοκίνητο. Έξω από το σχολείο, στις 7 και κάτι. Μαζί με τη γυναίκα, στο αυτοκίνητο ήταν και ένα χαμογελαστό μικρό παιδάκι.

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως είναι καλύτερα να μετανιώσεις για κάτι που έκανες παρά για κάτι που δεν έκανες...


Μάριος Πολυβίου

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ