Οι πράξεις βανδαλισμού, βίας ή/και κακόβουλων ενεργειών εις βάρος περιουσίας είναι ένα φαινόμενο που δεν αρμόζει στο ήθος της κυπριακής κοινωνίας, ούτε στην κουλτούρα που εμείς ως ενήλικες επιδιώκουμε να μεταδώσουμε στα παιδιά μας.
Τέτοιες πράξεις όχι μόνο είναι καταδικαστέες, αλλά δημιουργούν και μια ευρύτερη ανησυχία εφόσον, στην προκειμένη περίπτωση, παραβιάζουν ατομικά δικαιώματα, όπως είναι το δικαίωμα στην επικοινωνία και το δικαίωμα στην εκπαίδευση, ειδικότερα τη δεδομένη χρονική στιγμή που, λόγω των συνθηκών, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση υλοποιείται αποκλειστικά με διαδικτυακά μέσα.
Πέραν τούτου, τα ανήλικα παιδιά αλλά και οι πολίτες στο σύνολό τους, ως αποτέλεσμα τέτοιων πράξεων, στερούνται την πρόσβαση στην ενημέρωση, στην ψυχαγωγία, αλλά ακόμη και τη δυνατότητα εξασφάλισης αγαθών πρώτης ανάγκης σε αρκετές περιπτώσεις.
Ως εκ τούτου, καλώ όλους τους πολίτες να απέχουν από τέτοιες πράξεις, που δυναμιτίζουν το ήδη φορτισμένο κλίμα των ημερών, αλλά ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί ως σύνολο, να συνδράμουμε στη δημιουργία καλύτερων συνθηκών αντιμετώπισης αυτής της κρίσης.
Περαιτέρω, αναφορικά με τις ανησυχίες μερίδας πολιτών ως προς την ασφαλή χρήση της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, και ιδιαιτέρως σε σχέση με τα παιδιά, υπενθυμίζω ότι το Γραφείο μου προέβη σε εκτενή μελέτη επί του θέματος[1], παραθέτοντας διαπιστώσεις, προβληματισμούς και εισηγήσεις.
Θα ήταν καλό να συνεχιστεί ο εποικοδομητικός διάλογος μέσα σε πνεύμα συνεργασίας, ώστε να εφαρμοστούν οι πιο συνετές λύσεις για την κοινωνία και να αποφευχθούν κακόβουλες πράξεις που προκαλούν μόνο αναστάτωση και σύγχυση στους πολίτες.
Ας διαχειριστούμε αυτήν την παγκόσμια κρίση, δείχνοντας στα παιδιά μας ότι, μέσα από το παράδειγμα της ενεργού πολιτότητας, της αξιοπρέπειας και της υπομονής, μπορούμε να βγούμε νικητές».