Το άγχος φαίνεται να είναι η κύρια αιτία, αλλά θα πρέπει να ερευνάται και το ενδεχόμενο κατάθλιψης, τονίζουν οι ειδικοί. «Ο εγκλεισμός, η αύξηση του χρόνου μπροστά σε μια οθόνη και η έλλειψη των συνηθισμένων δραστηριοτήτων μπορεί να διευκολύνουν την εμφάνιση διαταραχών του κιρκάδιου ρυθμού και κυρίως της καθυστέρησης φάσης. Δηλαδή μετατόπιση του ωραρίου κατάκλισης και αφύπνισης», σημειώνει η Ελληνική Εταιρεία Υπνολογίας.
Όπως επισημαίνει, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η τακτική παρακολούθηση ασθενών με χρόνιες διαταραχές ύπνου, συμπεριλαμβανομένης και της υπνικής άπνοιας, είναι δυσχερής, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται.
Προκειμένου, όπως τονίζει, να μειώσουμε την επίδραση της πανδημίας στον ύπνο μας, θα πρέπει να τηρούμε τους κανόνες υγιεινής του ύπνου. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να διατηρούμε σταθερή ώρα κατάκλισης και αφύπνισης, καθώς και σταθερή ώρα γευμάτων. Το αλκοόλ που νομίζουμε ότι μας χαλαρώνει θα πρέπει να αποφεύγεται γιατί διαταράσσει τον ύπνο. Βοηθάει επίσης η άσκηση, όπως το περπάτημα στη φύση και οι τεχνικές χαλάρωσης.
Σχετικά με τα «διάφορα σκευάσματα που υπόσχονται θαύματα στην αϋπνία, η χρήση τους είναι αμφίβολη και μη επιστημονικά τεκμηριωμένη, γι’ αυτό πρέπει κανείς να συμβουλεύεται τον γιατρό του για την όποια θεραπεία». Η Ελληνική Εταρεία Υπνολογίας θεωρεί ιδιαίτερα σημαντική τη συμβολή των οικογενειακών γιατρών, αλλά και των γιατρών όλων των ειδικοτήτων στην ανίχνευση διαταραχών στον ύπνο, όπως η αϋπνία ή η υπνηλία, και η παραπομπή τους σε ειδικούς για τη σωστή αντιμετώπιση. «Πίσω από την αϋπνία είναι πιθανόν να κρύβεται σοβαρή κατάθλιψη και το πρώτο σύμπτωμα της υπνικής άπνοιας να είναι η υπνηλία», καταλήγει.