7η Οκτωβρίου: Σφαγές, εγκλήματα πολέμου και μια Μέση Ανατολή που φλέγεται

Ένας χρόνος από τότε που η -κατά τα άλλα καταδικαστέα- επίθεση της Χαμάς έδωσε την ευκαιρία στον Νετανιάχου να ξεκινήσει έναν γενοκτονικού τύπου πόλεμο σε βάρος των Παλαιστινίων, υπό το πρόσχημα του «δικαιώματος στην αυτοάμυνα».

Article featured image
Article featured image

Ένα χρόνο μετά την καταστροφική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, η Μέση Ανατολή βρίσκεται σε ένα επικίνδυνο σταυροδρόμι. Η επίθεση πυροδότησε μια αλυσίδα γεγονότων που απειλούν να βυθίσουν την περιοχή σε έναν ευρύτερο πόλεμο με τραγικά αποτελέσματα.

Το Ισραήλ, σε απάντηση, εξαπέλυσε εκτεταμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα που προκάλεσαν το θάνατο δεκάδων χιλιάδων αμάχων, ενώ παράλληλα βρέθηκε αντιμέτωπο με πολλαπλές απειλές από γειτονικές χώρες και οργανώσεις υποστηριζόμενες από το Ιράν. Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση Νεντανιάχου εγκαλείται στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τη διάπραξη ειδεχθών εγκλημάτων πολέμου.

Η κλιμάκωση της βίας, η ουσιαστική ισοπέδωση της Γάζας και η επέκταση των ισραηλινών επιθέσεων στο Λίβανο, έχουν προκαλέσει βαθιά ανησυχία στη διεθνή κοινότητα, με τον ΟΗΕ να καλεί επανειλημμένα για κατάπαυση του πυρός. Καθώς η κρίση εντείνεται, ο κίνδυνος ενός περιφερειακού πολέμου αυξάνεται, με απρόβλεπτες συνέπειες για την παγκόσμια σταθερότητα και ασφάλεια.

Στην πρώτη επέτειο της 7ης Οκτωβρίου, το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων ετοίμασε ένα αφιέρωμα, το οποίο εστιάζει πολυδιάστατα στις ιστορικές εξελίξεις που «τρέχουν» στην ευρύτερη περιοχή. Το αφιέρωμα του ΚΥΠΕ, πέρα από μια συνοπτική ματιά στα όσα συνέβησαν το τελευταίο ένα έτος, επιχειρεί την καταγραφή των ιστορικών προβλημάτων στις σχέσεις του Ισραήλ με την Παλαιστίνη, το Λίβανο και το Ιράν. Παρουσιάζεται επίσης η παλαιστινιακή οπτική γωνία για τις επικείμενες εξελίξεις στην περιοχή με ιδιαίτερη μνεία στις αναλύσεις των Παλαιστινίων ειδικών οι οποίοι προειδοποιούν για τις αρνητικές εξελίξεις που πιθανόν να ακολουθήσουν σε Γάζα και Λίβανο. Το αφιέρωμα του ΚΥΠΕ ολοκληρώνεται με την παράθεση της ισραηλινής οπτικής γωνίας για τα γεγονότα του τελευταίου ενός έτους και με τις εκτιμήσεις Ισραηλινής αναλύτριας η οποία απαντώντας στα ερωτήματα του πρακτορείου μοιράζεται την απαισιοδοξία της για το μέλλον της περιοχής.

7η Οκτωβρίου 2023: Ημερομηνία ορόσημο

Στις 7 Οκτωβρίου 2023, το Ισραήλ βίωσε μία από τις πιο συντονισμένες και πολύνεκρες επιθέσεις στην πρόσφατη ιστορία του. Νωρίς εκείνο το πρωί, μαχητές της Χαμάς εξαπέλυσαν μια πρωτοφανή επίθεση από τη Λωρίδα της Γάζας, στοχεύοντας παραμεθόριες περιοχές αλλά και πόλεις. Χρησιμοποιώντας ένα μείγμα μη επανδρωμένων αεροσκαφών, ρουκετών και χερσαίων επιχειρήσεων, παραβίασαν τα βαριά οχυρωμένα σύνορα Ισραήλ-Γάζας, αιφνιδιάζοντας τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (IDF). Η αιφνιδιαστική επίθεση χαρακτηρίστηκε από πρωτοφανή βιαιότητα, με τους μαχητές που εισέβαλαν σε πόλεις και κοινότητες να προκαλούν εκτεταμένες απώλειες μεταξύ αμάχων και στρατιωτών.

Η επίθεση της Χαμάς άφησε πίσω της μεγάλο αριθμό νεκρών και τραυματιών ενώ πολλοί άνθρωποι απήχθησαν. Στο στόχαστρο των μαχητών της παλαιστινιακής οργάνωσης, εκτός από τους θεατές μιας συναυλίας, βρέθηκαν κιμπούτζ, συμπλέγματα κατοικιών και δημόσια κτίρια. Οι μαχητές αντάλλαξαν πυρά με τις ισραηλινές δυνάμεις για πολλές ώρες και φυγάδευσαν στη Λωρίδα της Γάζας εκατοντάδες Ισραηλινούς και ξένους ομήρους. Οι εικόνες από τη βίαιη επίθεση έκαναν το γύρο του κόσμου προκαλώντας ένα κύμα κατακραυγής κατά της Χαμάς και συμπαράστασης στον λαό του Ισραήλ.

Η επίθεση σηματοδότησε την αρνητική κλιμάκωση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης, με το Ισραήλ να προχωρά άμεσα σε στρατιωτικά αντίποινα. Λίγες ημέρες μετά, οι IDF εξαπέλυσαν εκτεταμένες αεροπορικές επιδρομές στη Γάζα, στοχεύοντας τις υποδομές και την ηγεσία της Χαμάς. Οι αναφορές έκαναν λόγο για τεράστιο αριθμό θυμάτων και από τις δύο πλευρές, με χιλιάδες νεκρούς και πολλούς περισσότερους τραυματίες. Μετά την επίθεση των IDF, η ήδη δυσμενής ανθρωπιστική κατάσταση στην περιοχή επιδεινώθηκε περαιτέρω με τις ανθρωπιστικές οργανώσεις να αδυνατούν να παρέχουν επαρκή βοήθεια σε όσους άμαχους είχαν ανάγκη λόγω της έντασης των μαχών και της περιορισμένης πρόσβασης στις πληγείσες περιοχές.

Η διεθνής κοινότητα καταδίκασε την επίθεση του Ισραήλ, με τον ΟΗΕ να καλεί για άμεση κατάπαυση του πυρός και την έναρξη διπλωματικών προσπαθειών για την αποκλιμάκωση της κατάστασης. Ωστόσο, οι εχθροπραξίες συνεχίστηκαν, αφήνοντας πίσω τους ένα χάος καταστροφής και απώλειας. Η σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς πυροδότησε ευρύτερες περιφερειακές εντάσεις, με γειτονικές χώρες να εκφράζουν ανησυχία για πιθανή κλιμάκωση.

Ένα χρόνο μετά, οι επιπτώσεις της επίθεσης εξακολουθούν να γίνονται αισθητές. Χιλιάδες οικογένειες θρηνούν τους νεκρούς τους ενώ ο αριθμός των τραυματιών και των εκτοπισμένων συνεχώς αυξάνεται. Σύμφωνα με τους τελευταίους υπολογισμούς, μόνο στη Λωρίδα της Γάζας ο αριθμός των νεκρών έχει πλέον ξεπεράσει τους 40.000. Την ίδια ώρα, οι υποδομές της Λωρίδας έχουν καταρρεύσει και οι προσπάθειες ανοικοδόμησης παρεμποδίζονται από τις συνεχιζόμενες εντάσεις. Από την άλλη, μεγάλος αριθμός ομήρων παραμένει στη Γάζα ενώ Ισραηλινοί άμαχοι εξακολουθούν να κινδυνεύουν από τις συνεχιζόμενες εχθροπραξίες. Η επίθεση της 7ης Οκτωβρίου και οι συγκρούσεις που ακολούθησαν αποκάλυψαν τα βαθύτερα ζητήματα που αντιμετωπίζει η ευρύτερη περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των εδαφικών διαφορών, των ανθρωπιστικών προκλήσεων και της έλλειψης αμοιβαίας εμπιστοσύνης.

Ο πόλεμος εξαπλώνεται

Μετά τη συντονισμένη επίθεση από την Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, το Ισραήλ βρέθηκε σε ένα καθοριστικό σταυροδρόμι όπου καλούταν να αποφασίσει πώς θα αντιμετωπίσει τους αντιπάλους του στην περιοχή σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο.

Σε στρατιωτικό επίπεδο, το Ισραήλ υιοθέτησε μια επιθετική στρατηγική όχι μόνο εναντίον της Χαμάς στη Γάζα αλλά και κατά των φιλοπαλαιστινιακών οργανώσεων στο Λίβανο, τη Συρία και αλλού. Στο στόχαστρο του Ισραήλ βρέθηκαν οργανώσεις που διατηρούν στενές σχέσεις με την Τεχεράνη όπως η Χεζμπόλλαχ, η Ισλαμική Τζιχάντ και οι Χούθι της Υεμένης. Οι εν λόγω οργανώσεις, οι οποίες είναι εξοπλισμένες με προηγμένα όπλα και απολαμβάνουν την υποστήριξη της Τεχεράνης, κατάφεραν κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους να μετεξελιχθούν σε κρίσιμους παίκτες στην στρατηγική του Ιράν που έχει ως στόχο να εξισορροπήσει τη στρατιωτική δύναμη του Ισραήλ.

Όπως αναφέρουν ξένοι αναλυτές, οι προσπάθειες του Ιράν κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες προσανατολίστηκαν στην εκμετάλλευση του χάους που προκάλεσε η επίθεση της 7ης Οκτωβρίου. Σε αυτό το πλαίσιο, η Τεχεράνη επέλεξε να αυξήσει την οικονομική και στρατιωτική βοήθεια προς τις συνεργαζόμενες ομάδες της με σκοπό να ενισχύσει τις επιχειρησιακές τους ικανότητες έναντι του Ισραήλ. Αυτό οδήγησε σε σημαντικές συγκρούσεις κατά μήκος του βόρειου συνόρου του Ισραήλ, όπου η Χεζμπόλλαχ με τις ενισχυμένες ικανότητές της εξαπέλυσε απανωτές πυραυλικές επιθέσεις. Κάθε νέα επίθεση υπογράμμιζε την επισφαλή κατάσταση της ασφάλειας του Ισραήλ, το οποίο καλούταν να αντιμετωπίσει τους ενδυναμωμένους από την υποστήριξη του Ιράν αντιπάλους του. Την ίδια στιγμή, σημαντικά προβλήματα προέκυψαν και στα πεδία του παγκόσμιου εμπορίου και της ναυσιπλοΐας. Οι σιίτες Χούθι, οι οποίοι συνεργάζονται με την Τεχεράνη και ελέγχουν ένα τμήμα της Υεμένης, ως ένδειξη συμπαράστασης με την Παλαιστίνη, όχι μόνο ξεκίνησαν επιθέσεις κατά του Ισραήλ αλλά έβαλαν στο στόχαστρό τους και τα συμμαχικά πλοία που χρησιμοποιούν τις θαλάσσιες οδούς που γειτνιάζουν με την Υεμένη.

Στα μέσα του 2024, έχοντας πλήξει τις υποδομές της Γάζας και τις δυνατότητες της Χαμάς, προκαλώντας ταυτόχρονα μια τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή στους κατοίκους της περιοχής, το Ισραήλ έστρεψε την προσοχή του στα σύνορα της χώρας με τον Λίβανο. Στην παραμεθόρια περιοχή, οι συνεχιζόμενες πυραυλικές επιθέσεις της Χεζμπόλλαχ είχαν ως αποτέλεσμα την υποχρεωτική εκκένωση σημαντικών αστικών κέντρων. Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, το Ισραήλ ξεκίνησε χερσαία εισβολή περιορισμένης κλίμακας στο νότιο Λίβανο και εξαπέλυσε δριμύτατες επιθέσεις κατά της λιβανέζικης οργάνωσης σε διάφορα σημεία της γειτονικής χώρας. Αυτές οι επιθέσεις, δεν έπληξαν μόνο την ηγετική ομάδα της Χεζμπόλλαχ αλλά έφεραν ολόκληρο τον λαό του Λίβανου στα όρια των αντοχών του.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι εξελίξεις σε Γάζα και Λίβανο έφεραν το Ισραήλ αντιμέτωπο και με το Ιράν. Ως απάντηση στις επιθέσεις σε ιρανικούς στόχους σε Συρία, η Ισλαμική Δημοκρατία πραγματοποίησε τον Απρίλιο του 2024 την πρώτη μαζική επίθεση του κατά του Ισραήλ, χρησιμοποιώντας έναν «στόλο» μη επανδρωμένων σκαφών και πυραύλων. Προς τα τέλη του ίδιου έτους, το Ιράν εξαπέλυσε δεύτερη επίθεση, αυτή τη φορά με βαλλιστικούς πυραύλους, ως απάντηση στη δολοφονία του αρχηγού της Χεζμπόλλαχ.

Την ίδια περίοδο, οι προσπάθειες για εξεύρεση διπλωματικής λύσης στο ζήτημα της κατάπαυσης του πυρός αλλά και στο ζήτημα των ομήρων συνεχίστηκαν χωρίς όμως να έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Οι διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση των ισραηλινών ομήρων που απήγαγαν η Χαμάς και η Ισλαμική Τζιχάντ στις 7 Οκτωβρίου 2023, με τη διαμεσολάβηση ξένων κυβερνήσεων, δεν πέτυχαν την απελευθέρωση όλων των ομήρων. Στα αρχικά στάδια των διπλωματικών διαπραγματεύσεων επιτεύχθηκε μια συμφωνία που επέτρεψε την επιστροφή μικρού αριθμού ομήρων στο Ισραήλ με αντάλλαγμα την απελευθέρωση Παλαιστινίων φυλακισμένων. Ωστόσο, αυτή η προσπάθεια δεν είχε συνέχεια γεγονός που προκάλεσε έντονη κριτική από μεγάλες μερίδες της ισραηλινής κοινωνίας οι οποίες χρεώνουν το διπλωματικό αδιέξοδο στην ισραηλινή κυβέρνηση.

Rafah_Reuters-1.jpg



Λωρίδα της Γάζας: Θύμα κατοχής και συγκρούσεων

Η Λωρίδα της Γάζας, μια μικρή παράκτια λωρίδα κατά μήκος της Μεσογείου, έχει μια σύνθετη και ταραχώδη ιστορία. Ως κομμάτι της Παλαιστίνης, στα τέλη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου η περιοχή βρέθηκε υπό βρετανικό έλεγχο σύμφωνα με τους όρους της Εντολής της Παλαιστίνης (Mandate for Palestine). Κατά τη διάρκεια της περιόδου της βρετανικής διοίκησης, οι εντάσεις μεταξύ των εβραϊκών και αραβικών πληθυσμών σε ολόκληρη την Παλαιστίνη αυξήθηκαν, οδηγώντας σε συγκρούσεις και αναταραχές.

Το 1948, μετά την ίδρυση του Κράτους του Ισραήλ και τον επακόλουθο Αραβο-Ισραηλινό Πόλεμο, η Λωρίδα της Γάζας πέρασε υπό αιγυπτιακή διοίκηση. Αυτή η περίοδος είδε μια σημαντική εισροή Παλαιστινίων προσφύγων, αυξάνοντας δραματικά τον πληθυσμό και επιβαρύνοντας τους πόρους της περιοχής.

Ο Πόλεμος των Έξι Ημερών του 1967 σηματοδότησε ένα νέο σημείο καμπής, καθώς το Ισραήλ κατέλαβε τη Λωρίδα της Γάζας μαζί με άλλα εδάφη. Στη Λωρίδα δημιουργήθηκαν εβραϊκοί συνοικισμοί, και η περιοχή παρέμεινε υπό άμεσο ισραηλινό στρατιωτικό έλεγχο για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες.

Μια σημαντική καμπή στην ιστορία της Λωρίδας της Γάζας σημειώθηκε το 1993 με τις Συμφωνίες του Όσλο όταν ξεκίνησε η σταδιακή μεταβίβαση της εξουσίας στους Παλαιστινίους. Η Παλαιστινιακή Αρχή, υπό την ηγεσία του Γιασέρ Αραφάτ, άρχισε να διοικεί μεγάλο μέρος της περιοχής. Ωστόσο, ο έλεγχος των συνόρων, του εναέριου χώρου και της θαλάσσιας πρόσβασης παρέμενε στα χέρια του Ισραήλ.

Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ξέσπασε η Δεύτερη Ιντιφάντα η οποία σημαδεύτηκε από ένα κύμα παλαιστινιακών επιθέσεων κατά ισραηλινών στόχων, αλλά και ισραηλινών στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Γάζα. Το 2005, το Ισραήλ τερμάτισε μονομερώς την στρατιωτική του παρουσία στη Λωρίδα, τερματίζοντας έτσι την άμεση κατοχή του και αποχωρώντας από την περιοχή η οποία θα διοικούταν πλέον αποκλειστικά από την Παλαιστινιακή Αρχή.

gaza1.jpg



Ένα χρόνο μετά, το 2006, η Χαμάς, μια συντηρητική παλαιστινιακή οργάνωση, η οποία ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1970 ως φιλανθρωπική οργάνωση και αργότερα μετατράπηκε σε ένοπλη αντιστασιακή, αντικατοχική δύναμη, βγήκε νικήτρια από τις παλαιστινιακές βουλευτικές εκλογές. Τον επόμενο χρόνο, η Χαμάς κατέλαβε τον έλεγχο της Γάζας, οδηγώντας σε πολιτικό διαχωρισμό με την Παλαιστινιακή Αρχή η οποία βρισκόταν υπό ηγεσία της Φατάχ στη Δυτική Όχθη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον ισραηλινό και αιγυπτιακό αποκλεισμό της Γάζας και τον περιορισμό της διακίνησης πολιτών και αγαθών.

Από τότε, η Γάζα έχει βιώσει πολλαπλές συγκρούσεις με το Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων στρατιωτικών επιχειρήσεων το 2008-2009, το 2012 και το 2014. Αυτές οι συγκρούσεις έχουν οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες και ζημιές στις υποδομές, επιδεινώνοντας την ανθρωπιστική κρίση στην πυκνοκατοικημένη περιοχή, ο πληθυσμός της οποίας το 2023 υπολογιζόταν ως 2,3 εκ.

Στη σύγχρονη εποχή, η Παλαιστινιακή Αρχή (PA) αντιμετωπίζει πολυάριθμες προκλήσεις, παλεύοντας να διατηρήσει τον έλεγχο της Γάζας και των υπόλοιπων εδαφών της και να παρέχει βασικές υπηρεσίες στους πολίτες της. Η Παλαιστινιακή Αρχή η οποία ιδρύθηκε το 1994 ως μέρος των Συμφωνιών του Όσλο, προοριζόταν να είναι ένα προσωρινό διοικητικό σώμα για τους Παλαιστίνιους στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας. Ωστόσο, οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις, οι πολιτικές διαιρέσεις αλλά και οι εξωτερικές πιέσεις έχουν περιορίσει την εξουσία της.

Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Αρχή είναι η έλλειψη αποτελεσματικού ελέγχου επί των εδαφών της. Συγκεκριμένα, η Δυτική Όχθη παραμένει υπό μερική ισραηλινή στρατιωτική κατοχή, ενώ η Παλαιστινιακή Αρχή έχει περιορισμένη αυτονομία σε ορισμένες μόνο περιοχές. Την ίδια στιγμή, η Γάζα βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Χαμάς από το 2007. Έτσι, η παλαιστινιακή διακυβέρνηση παραμένει διαιρεμένη μεταξύ δύο ανταγωνιστικών παρατάξεων. Αυτή η διαίρεση έχει αποδυναμώσει την ικανότητα της Παλαιστινιακής Αρχής να εφαρμόζει συνεκτικές πολιτικές και να διαπραγματεύεται αποτελεσματικά με το Ισραήλ.

gaza2.jpg



Όσον αφορά την οικονομική κατάσταση της Αρχής αυτή κρίνεται ως απελπιστική καθώς οι ευκαιρίες για οικονομική ανάπτυξη είναι περιορισμένες ενώ η εξάρτηση από τη ξένη βοήθεια αυξάνεται κατακόρυφα μετά από κάθε νέα αναταραχή στην περιοχή. Η Παλαιστινιακή Αρχή δυσκολεύεται να παρέχει στους πολίτες της βασικές υπηρεσίες όπως η υγειονομική περίθαλψη, η εκπαίδευση και η συντήρηση της υποδομής. Η πανδημία του COVID-19 έχει επιβαρύνει περαιτέρω τους πόρους της Αρχής, επιδεινώνοντας τις υπάρχουσες οικονομικές προκλήσεις.

Οι ισχυρισμοί για διαφθορά εντός της Αρχής έχουν υπονομεύσει περαιτέρω τη νομιμοποίηση στην συνείδηση των Παλαιστινίων και την αποτελεσματικότητά της. Οι επικριτές κατηγορούν ανώτερους αξιωματούχους για κακοδιαχείριση κεφαλαίων, νεποτισμό και προτεραιοποίηση προσωπικών συμφερόντων έναντι των συμφερόντων του παλαιστινιακού λαού. Αυτές οι κατηγορίες έχουν διαβρώσει την εμπιστοσύνη του κοινού και έχουν εμποδίσει τις προσπάθειες για την οικοδόμηση ισχυρών θεσμών. Η αδυναμία της Αρχής να διεξάγει εκλογές από το 2006 έχει επίσης καταδείξει το δημοκρατικό έλλειμμα που υπάρχει στην περιοχή, καθώς ο Πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς παραμένει στο αξίωμα του χωρίς να έχει την ουσιαστική λαϊκή νομιμοποίηση.

Iran-Attack-on-Israel.jpg



Το «βόρειο μέτωπο» και το Ιράν

Όσον αφορά το ανοιχτό μέτωπο Ισραήλ-Λιβάνου, αυτό έχει βαθιές ιστορικές ρίζες που χρονολογούνται από την ίδρυση του εβραϊκού κράτους το 1948 και τις επακόλουθες αραβο-ισραηλινές συγκρούσεις. Ο Λίβανος, μαζί με άλλα αραβικά έθνη, συμμετείχε σε πολλαπλούς πολέμους εναντίον του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένου του Αραβο-Ισραηλινού Πολέμου του 1948 και του Πολέμου των Έξι Ημερών του 1967.

Η ένταση μεταξύ των δύο χωρών κλιμακώθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια του Λιβανέζικου Εμφυλίου Πολέμου (1975-1990), όταν το Ισραήλ εισέβαλε στο νότιο Λίβανο το 1978 και ξανά το 1982 για να καταπολεμήσει τις παλαιστινιακές ομάδες μαχητών που δρούσαν από το έδαφος του Λιβάνου. Η εισβολή του Ισραήλ οδήγησε στην εμφάνιση της Χεζμπόλλαχ, μιας σιιτικής μαχητικής ομάδας και πολιτικού κόμματος, το 1985.

Η Χεζμπόλλαχ, υποστηριζόμενη από το Ιράν και τη Συρία, μετεξελίχθηκε σε έναν σημαντικό παίκτη στη σύγκρουση με το Ισραήλ. Ο κύριος στόχος της ομάδας ήταν να αντισταθεί στην ισραηλινή κατοχή και να υπερασπιστεί την κυριαρχία του Λιβάνου, αλλά στην πορεία η Χεζμπόλλαχ κατάφερε να κερδίσει δημοτικότητα μεταξύ του σιιτικού πληθυσμού του Λιβάνου παρέχοντας κοινωνικές υπηρεσίες και παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως κίνημα αντίστασης ενάντια στην ισραηλινή επιθετικότητα.

Το 2000, το Ισραήλ αποσύρθηκε από το νότιο Λίβανο, αλλά οι εντάσεις συνεχίστηκαν. Ο Πόλεμος του Λιβάνου του 2006 ξέσπασε όταν η Χεζμπόλλαχ συνέλαβε δύο Ισραηλινούς στρατιώτες, οδηγώντας σε μια σύντομη σύγκρουση που προκάλεσε σημαντικές απώλειες και καταστροφές και στις δύο πλευρές.

Από τότε, τα σύνορα Ισραήλ-Λιβάνου παραμένουν ασταθή, με περιστασιακές συγκρούσεις και ανταλλαγές πυρών. Η Χεζμπόλλαχ συνεχίζει να διατηρεί σημαντική στρατιωτική παρουσία στο νότιο Λίβανο, ενώ το Ισραήλ θεωρεί την ομάδα ως μια σοβαρή απειλή για την ασφάλειά του. Παρά τις προσπάθειες διεθνούς διαμεσολάβησης, συμπεριλαμβανομένης της παρουσίας της Προσωρινής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στο Λίβανο (UNIFIL), οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου παραμένουν τεταμένες. Η έλλειψη επίσημων διπλωματικών σχέσεων και η συνεχιζόμενη κατάσταση πολέμου μεταξύ των δύο χωρών εμποδίζουν την επίλυση των διαφορών τους.

Σήμερα ο βασικός υποστηρικτής της Χεζμπόλλαχ είναι η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν. Η ιστορική αντιπαράθεση μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ έχει τις ρίζες της στην Ισλαμική Επανάσταση του 1979 στο Ιράν. Πριν από την επανάσταση, οι δύο χώρες διατηρούσαν φιλικές σχέσεις (μαζί με την Τουρκία το Ιράν ήταν μια από τις λίγες χώρες της περιοχής που αναγνώρισε το Ισραήλ). Ωστόσο, μετά την επανάσταση, το νέο ιρανικό καθεστώς υιοθέτησε μια έντονα αντι-ισραηλινή στάση, αρνούμενο να αναγνωρίσει το Ισραήλ ως κράτος.

Κατά τη δεκαετία του 1980 το Ιράν ξεκίνησε να παρέχει υποστήριξη σε αντι-ισραηλινές οργανώσεις, όπως η Χεζμπόλλαχ. Τη δεκαετία του 1990, οι εντάσεις κλιμακώθηκαν καθώς το Ισραήλ κατηγόρησε το Ιράν ότι υποστηρίζει τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον ισραηλινών στόχων. Παράλληλα, η ανάπτυξη του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν από τη δεκαετία του 2000 έχει γίνει κύριο σημείο τριβής. Το Ισραήλ θεωρεί ότι ένα πυρηνικό Ιράν αποτελεί υπαρξιακή απειλή για το ίδιο, ενώ το Ιράν από τη μεριά του υποστηρίζει ότι το πυρηνικό πρόγραμμά του έχει μόνο ειρηνικούς σκοπούς.

Η περιφερειακή δυναμική, συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων στη Συρία και το Ιράκ, έχει περιπλέξει περαιτέρω τις σχέσεις. Παρά τις διεθνείς προσπάθειες για διπλωματικό διάλογο, όπως η πυρηνική συμφωνία του 2015, οι εντάσεις παραμένουν, με τις δύο χώρες να θεωρούν η μία την άλλη ως την κύρια απειλή για την ασφάλειά τους.

Τόνος απαισιοδοξίας από τους Παλαιστίνιους αναλυτές

Το Ινστιτούτο για τις Παλαιστινιακές Μελέτες (IPS) είναι το παλαιότερο ανεξάρτητο μη κερδοσκοπικό ερευνητικό ίδρυμα στον αραβικό κόσμο, το οποίο σήμερα εξακολουθεί να παράγει πολύτιμο ερευνητικό έργο. Ιδρύθηκε στη Βηρυτό του Λιβάνου το 1963 και έκτοτε λειτουργεί ως πρότυπο για άλλα παρόμοια ιδρύματα στην περιοχή. Είναι το μοναδικό ίδρυμα στον κόσμο που ασχολείται αποκλειστικά με την ανάλυση και την τεκμηρίωση των παλαιστινιακών υποθέσεων και της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης. Εδώ και ένα χρόνο, το ινστιτούτο παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις τόσο στα παλαιστινιακά εδάφη όσο και στο Λίβανο. Οι μελέτες του ινστιτούτου αντικατοπτρίζουν το βαθμό της τεράστιας καταστροφής που έχει συντελεστεί στην Παλαιστίνη αλλά και τους κινδύνους με τους οποίους βρίσκεται αντιμέτωπη η Μέση Ανατολή

Σε πρόσφατη ανάλυση του με τίτλο «Ισραηλινά σχέδια επανεγκατάστασης στη Λωρίδα της Γάζας», την οποία δημοσίευσε το «IPS», ο Wassim Ghantous, μεταδιδακτορικός επιστημονικός ερευνητής στη πολιτική γεωγραφία στο Πανεπιστήμιο του Τάμπερε της Φινλανδίας, εξετάζει το πολύπλοκο ζήτημα των ισραηλινών σχεδίων για το μέλλον της Γάζας. Ο ερευνητής υποστηρίζει ότι στο επίκεντρο των σχεδίων του Ισραήλ για την επόμενη μέρα της λήξης των εχθροπραξιών βρίσκεται η προθυμία των Παλαιστινίων για μετεγκατάσταση σε περιοχές εκτός της Γάζας. Αυτό είναι το κεντρικό μοτίβο των σχεδιασμών του Ισραήλ, και όχι απλώς μια περιθωριακή ιδέα.

Όπως εξηγεί ο Ghantous, ο έλεγχος του Ισραήλ στη Γάζα εξελίχθηκε στη βάση ενός μοντέλου «μέγιστου ελέγχου, ελάχιστης ευθύνης». Με βάση αυτό το μοντέλο, οι συνθήκες διαβίωσης εντός της Γάζας θα γίνουν αβίωτες και ως εκ τούτου οι Παλαιστίνιοι δεν θα έχουν άλλη επιλογή παρά να ζητήσουν την «εθελοντική» μετεγκατάσταση τους. Η επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023, σύμφωνα με τον ερευνητή, παρείχε στο Ισραήλ την πρόφαση που χρειαζόταν για να επιταχύνει τα σχέδια απαλλοτρίωσης. Ο συνεχιζόμενος πόλεμος αποτελεί μέρος αυτής της στρατηγικής που καθιστά τη Γάζα ακατοίκητη έτσι ώστε να διευκολυνθούν οι μελλοντικές εκδιώξεις. Οι ισραηλινές προτάσεις για επανεγκατάσταση των κατοίκων της Γάζας, περιλαμβάνουν, όπως αναφέρει το άρθρο, τη χερσόνησο του Σινά στην Αίγυπτο ή τη δημιουργία ενός τεχνητού νησιού.

Ωστόσο, όπως αναφέρει ο συγγραφέας, υπάρχουν αρκετά εμπόδια στα ισραηλινά σχέδια, όπως οι εσωτερικές πολιτικές διαιρέσεις στο Ισραήλ, η αντίθεση της διεθνούς κοινότητας, οι περιφερειακές γεωπολιτικές ισορροπίες και η αντίσταση των Παλαιστινίων. Ο Ghantous καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ μπορεί μεν να ελπίζει σε μια πιο ευνοϊκή αμερικανική κυβέρνηση μετά τις επόμενες εκλογές, αλλά οι Παλαιστίνιοι και οι υποστηρικτές τους εξακολουθούν να αποτελούν μια σημαντική δύναμη η οποία είναι ικανή να αντισταθεί στα σχέδια επανεγκατάστασης. Αυτό στο οποίο δεν μπορούν να αντισταθούν οι Παλαιστίνιοι είναι η συνέχιση της καταστροφής που έχει ισοπεδώσει τη Γάζα και φτωχοποιήσει τους κατοίκους της.

Όσον αφορά το άλλο μέτωπο του πολέμου, αυτό του Λιβάνου, η αναλύτρια Randa Haider κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το ενδεχόμενο εξάπλωσης των εχθροπραξιών σε άλλες περιοχές. Στο άρθρο με τίτλο «Διαστάσεις της ισραηλινής επίθεσης κατά του Λιβάνου» που δημοσιεύτηκε από το «IPS», η αναλύτρια Randa Haider υποστηρίζει ότι αυτή η επίθεση, η οποία έχει οδηγήσει σε χιλιάδες θύματα και έχει εκτοπίσει πάνω από ένα εκατομμύριο Λιβανέζους, είχε σχεδιαστεί από καιρό από το Ισραήλ.

Η Haider καταθέτει την άποψη ότι το Ισραήλ χρησιμοποίησε την υποστήριξη της Χεζμπόλλαχ προς τη Χαμάς στη Γάζα ως πρόσχημα για να εξασφαλίσει το πράσινο φως από τη διεθνή κοινότητα για την επίθεσή κατά του Λιβάνου. Όπως παρατηρεί η αναλύτρια τα βασικά γεγονότα που οδήγησαν στην επίθεση του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων των ισραηλινών στρατιωτικών προετοιμασιών και της δολοφονίας του Γενικού Γραμματέα της Χεζμπόλλαχ, Χασάν Νασράλα, στις 25 Σεπτεμβρίου αποτελούν προϊόν σχεδιασμού.

Λαμβάνοντας υπόψιν τους στρατηγικούς στόχους του Ισραήλ, δηλαδή το να αποκαταστήσει τις αποτρεπτικές του ικανότητες και να αποδυναμώσει την επιρροή του Ιράν, η Haider εξηγεί ότι το Ισραήλ πιθανόν να στοχεύει στην επέκταση των χερσαίων επιχειρήσεων και την δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας που θα εκτείνεται μέχρι τον ποταμό Λιτάνι. Στην επέτειο λοιπόν των επιθέσεων της 7ης Οκτωβρίου, ο πόλεμος όχι μόνο συνεχίζεται αλλά υπάρχει και η πιθανότητα γεωγραφικής εξάπλωσης γεγονός που θα προκαλέσει περισσότερους θανάτους και καταστροφή στην ευρύτερη περιοχή σύμφωνα με την αναλύτρια.

gaza3.jpg



Η ισραηλινή οπτική γωνία

Η Δρ. Gallia Lindenstrauss είναι ερευνήτρια (senior research fellow) στο Ινστιτούτο Μελετών Εθνικής Ασφάλειας (Institute for National Security Studies, ΙΝSS) με έδρα το Τελ Αβίβ και συν-επιμελήτρια του περιοδικού του ινστιτούτου, Strategic Assessment. Η Lindenstrauss εκτός από τα ζητήματα της Μέσης Ανατολής παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις στο Κυπριακό, στα ελληνοτουρκικά και στην Τουρκία. Στην πρώτη επέτειο των επιθέσεων της 7ης Οκτωβρίου, η Ισραηλινή ερευνήτρια μοιράζεται με το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων τις δικές της εκτιμήσεις και την ισραηλινή οπτική γωνία σχετικά με την τροπή των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή.

Έχει αλλάξει η ισραηλινή κοινωνία όσον αφορά το δημόσιο αίσθημα, την εσωτερική πολιτική και την οικονομία, ένα χρόνο μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου; Απαντώντας στο συγκεκριμένο ερώτημα, η Lindenstrauss υπογραμμίζει ότι «η ισραηλινή κοινωνία είναι ανθεκτική και δυνατή, και το κοινό στέκεται σε μεγάλο βαθμό πίσω από την κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας την ανάγκη για μια αποφασιστική απάντηση».

«Ωστόσο, ο πόλεμος ξέσπασε ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη μια εσωτερική διαμάχη στο Ισραήλ σχετικά με τις θεμελιώδεις δημοκρατικές αξίες, γεγονός που συνέβαλε σε έναν βαθύ διχασμό εντός της κοινωνίας. Ενώ οι Ισραηλινοί είναι ενωμένοι στην προθυμία τους να πολεμήσουν τους εχθρούς τους, τα ερωτήματα σχετικά με το ποιος ήταν υπεύθυνος για την αποτυχία πρόληψης της αιφνιδιαστικής επίθεσης της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου εξετάζονται μέσα από το πρίσμα αυτού του διχασμού. Επιπλέον, δεν υφίσται ακόμη κοινό έδαφος σχετικά με τις απαραίτητες περικοπές του προϋπολογισμού για τη χρηματοδότηση του υψηλού κόστους του πολέμου», προσθέτει στη συνέχεια η έμπειρη αναλύτρια.

Απαντώντας στο ερώτημα του ΚΥΠΕ σχετικά με τον αντίκτυπο των γεγονότων της 7ης Οκτωβρίου στις σχέσεις του Ισραήλ με τις γειτονικές χώρες και τη διεθνή κοινότητα, η Lindenstrauss μοιράζεται το βαθύ προβληματισμό της. «Η αποφασιστική απάντηση του Ισραήλ στις επιθέσεις από τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ έχει επιβαρύνει τις σχέσεις του με πολλές χώρες. Ωστόσο, πολλοί Ισραηλινοί πιστεύουν ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή παρά να απαντήσουν με δύναμη», τονίζει η Lindenstrauss, η οποία προσθέτει ότι «η επίθεση από τη Χαμάς, που συχνά θεωρείται ο πιο αδύναμος αντίπαλος του Ισραήλ, ανέδειξε ευπάθειες που ενθάρρυναν ισχυρότερους εχθρούς. Τα τελευταία χρόνια, το Ιράν έχει δημιουργήσει έναν "κύκλο φωτιάς" γύρω από το Ισραήλ, με σαφή πρόθεση να απειλήσει την ύπαρξή του. Πριν από τις 7 Οκτωβρίου, η κύρια ανησυχία ήταν ένας πιθανός πόλεμος στο βόρειο μέτωπο του Ισραήλ. Αυτό που βλέπουμε από τα μέσα Σεπτεμβρίου μοιάζει με τη σύγκρουση που το Ισραήλ προέβλεπε και για την οποία οι IDF (Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις) προετοιμάζονταν».

Όσον αφορά την αντίδραση της διεθνούς κοινότητας στα όσα διαδραματίζονται τον τελευταίο ένα χρόνο στη Μέση Ανατολή, η Lindenstrauss αναφέρει ότι «Ενώ ορισμένες από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το Ισραήλ είναι μοναδικές, άλλες είναι κοινές με τη Δύση ή θα είναι στο μέλλον - όπως τρομοκράτες που χρησιμοποιούν αποτυχημένα κράτη για να λειτουργήσουν και να ευημερήσουν, εξάγοντας αργότερα αυτή την τρομοκρατία σε δυτικές χώρες ή τρομοκράτες που χρησιμοποιούν σπίτια αμάχων για να κρύψουν τρομοκρατικές σήραγγες».

gaza4.jpg



«Ο πόλεμος έχει προκαλέσει δεινά σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές, αλλά όσοι, παράλληλα με την κριτική τους για ορισμένες από τις αντιδράσεις του Ισραήλ, δεν μπορούν να εκφράσουν βασική συμπάθεια για τα δεινά των Ισραηλινών που επηρεάζονται από αυτόν τον πόλεμο, έχουν αποκαλύψει το πραγματικό τους πρόσωπο και το Ισραήλ θα πρέπει να αποστασιοποιηθεί από αυτούς μετά το τέλος του πολέμου», προσθέτει συνεχίζοντας η ερευνήτρια.

Στο ερώτημα αν οι πρόσφατες εξελίξεις, μας φέρνουν πιο κοντά σε έναν περιφερειακό πόλεμο, η Lindenstrauss απαντά ότι «Από τις 7 Οκτωβρίου, το Ισραήλ έχει δεχθεί επίθεση από επτά μέτωπα, γεγονός που το έχει οδηγήσει στο να αντιλαμβάνεται την κατάσταση ως έναν πολυμέτωπο περιφερειακό πόλεμο. Το πιο σημαντικό ερώτημα είναι το επίπεδο έντασης (κλιμάκωσης) στο οποίο θα μπορούσε να φτάσει ένας τέτοιος πόλεμος, και κατά πόσο υπάρχουν σημαντικές ανησυχίες ότι η κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινωθεί περαιτέρω. Το επίπεδο καταστροφής θα μπορούσε να είναι πολύ υψηλό, και ως εκ τούτου, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα υπάρξουν ξεκάθαροι νικητές σε μια τέτοια σύγκρουση. Την ίδια στιγμή, μετά από δύο άμεσες επιθέσεις από το Ιράν στο Ισραήλ, η μη ανταπόκριση θα σηματοδοτούσε αδυναμία, που θα μπορούσε να οδηγήσει το Ιράν σε περαιτέρω κλιμάκωση».


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ