Λόγω της κλίσης της Γης στον άξονά της, οι περιοχές του Αρκτικού Κύκλου μπορούν να παραμείνουν στραμμένες μακριά από τον ήλιο για ημέρες, εβδομάδες ή και μήνες μεταξύ της φθινοπωρινής και της εαρινής ισημερίας. Το φαινόμενο γίνεται πιο έντονο όσο πλησιάζει κανείς τους πόλους.
Στον Βόρειο και στον Νότιο πόλο, υπάρχει μόνο μία ανατολή και ένα ηλιοβασίλεμα ανά έτος. Ο ήλιος ανατέλλει κατά την εαρινή ισημερία και δύει κατά τη φθινοπωρινή ισημερία. Στον Βόρειο Πόλο, αυτό σημαίνει πως οι ημέρες έχουν φως μεταξύ Μαρτίου και Σεπτεμβρίου.
Κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα, το σκοτάδι διαρκεί έξι μήνες και το μόνο φως προέρχεται από τα αστέρια, το φεγγάρι και το Βόρειο Σέλας.
Παραδόξως, όπως αναφέρει η Washington Post, όλες οι τοποθεσίες στη γη απολαμβάνουν το φως του ηλίου για περίπου τον ίδιο αριθμό ωρών, με μικρές μόνο μεταβολές που αποδίδονται σε τοπογραφικά στοιχεία, όπως βουνά ή κοιλάδες.
Το Utqiagvik, λοιπόν, βλέπει περίπου τον ίδιο αριθμό ωρών ηλιακού φωτός με το Μαϊάμι, το Σίδνεϊ και τη Μόσχα.
Απλώς το Utqiagvik παίρνει όλη του την ηλιοφάνεια μαζεμένη, το καλοκαίρι, όταν ο ήλιος λάμπει 24 ώρες την ημέρα, όπως θα συμβεί ανάμεσα στις 11 Μαΐου και 19 Αυγούστου του 2025.